«Τον τελευταίο καιρό η Θεσσαλονίκη με πληγώνει όλο και συχνότερα» – Ο Νικόλας Δρίγκας με δικά του λόγια
Ένας από τους πιο δημιουργικούς καλλιτέχνες της νέας γενιάς στα «Νέα Πρόσωπα» αυτής της εβδομάδας
Η νέα σεζόν της στήλης των «Νέων Προσώπων» μας βρίσκει σε μία περίοδο που όλα μόλις έχουν ξεκινήσει και βρίσκονται σε μία κάπως αναγνωριστική περίοδο. Παραστάσεις που υποδέχονται το κοινό, συναυλίες, χορός, εικαστικά βρίσκονται σε στη διαδικασία αναγνώρισης και, γιατί όχι, και αποδοχής και χειροκροτήματος.
Ευτυχώς, στη Θεσσαλονίκη, τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν όλο και καλύτερα με καλλιτεχνικές δουλειές να γεννιούνται, ομάδες να δημιουργούν και ένα κοινό μεγάλο, να ανταποκρίνεται πια σε ωραία θεάματα.
Σε αυτή τη στήλη, για δεύτερη χρονιά θα γνωρίσουμε νέους ανθρώπους που επέλεξαν τη δική τους τέχνη για να μιλήσουν με τους άλλους. Μία τέτοια ξεχωριστή περίπτωση, είναι ο Νικόλας Δρίγκας που από το Σάββατο 15 Νοεμβρίου πρωταγωνιστεί στη νέα παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών «Ο Πρίγκηπας και ο φτωχός» σε σκηνοθεσία της Ελένης Μποζά στην παιδική σκηνή του θεάτρου των Σερρών. Παράλληλα, μόλις κυκλοφόρησε και το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «Εργατικές Κατοικίες ή ήτανε ο κακομοίρης ένα καμένο χαρτί» με δικά του διηγήματα.
Ξεκινώντας τη νέα σεζόν, γνωρίζουμε καλύτερα έναν από τους πιο δημιουργικούς νέους καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο, μέσα από τις δικές του απαντήσεις!
1. Αν έπρεπε να συστηθείς σε κάποιον, τι θεωρείς πως θα έπρεπε να ξέρει για σένα;
Μου αρέσουν τα ταξίδια, οι συναυλίες και οι μεγάλες βόλτες στην πόλη, πίνω φρέντο εσπρέσο μέτριο, λατρεύω τη φύση, σιχαίνομαι το hook up culture, το βράδυ για να κοιμηθώ βάζω στο κινητό μου ή ειδήσεις ή «Το καφέ της Χαράς» και το safe space μου είναι το «Murder Corner» της Μαρίας Βασιλικού.
2. Τι χρειάζεται για να πάρει κάποιος χαρές από μία τέχνη σαν τη δική σου σήμερα;
Νομίζω ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα υπάρχει και τέχνη. Και όσο υπάρχει τέχνη, θα υπάρχει έρευνα και, με αυτόν τον τρόπο, χαρά. Αυτή είναι η χαρά της τέχνης που διάλεξα να κάνω. Η έρευνα. Το να ψάχνομαι, να τρώω φλασιές, πολλές φορές εκεί που δεν το περιμένω. Να μην μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ. Να μη μένω ήσυχος, στάσιμος. Να έχω ξεκινήσει πρόβες για μια νέα παράσταση, να έχω μόλις ανακαλύψει ένα τραγούδι που μέχρι χθες δεν ήξερα, να κρατώ, δειλά δειλά, και τις πρώτες μου σημειώσεις για ένα νέο διήγημα και, για αυτό, να μη μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ. Η έρευνα, η σκέψη, οι ιδέες και ο ενθουσιασμός να μη με αφήνουν να κοιμηθώ. Και αυτό είναι χαρά. Αλήθεια, το πιστεύω. Είναι χαρά, γιατί σημαίνει ότι δίνεις την ψυχή σου σε ό,τι σε απασχολεί, δε βγαίνουν τα έργα σου ανάλατα, αδιάφορα. Αυτό που παρουσιάζεις στον κόσμο είναι, τελικά, αποτέλεσμα εσωτερικών εκρήξεων και ψαξίματος.
3. Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή επαγγελματικά με τον χώρο και τι θυμάσαι από εκείνη τη μέρα;
Η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά στο θέατρο ήρθε αμέσως μετά τη δραματική. Το ίδιο καλοκαίρι. Ήμουν πολύ τυχερός. Μέσα στη σχολή είχα τη χαρά να συνεργαστώ με τον σκηνοθέτη Θάνο Νίκα και, μετά τις διπλωματικές, ο ίδιος επέλεξε κάποιους ηθοποιούς του τμήματος για τη δεύτερη σαιζόν της παράστασης «Hum@nitarium» που αποτέλεσε, ουσιαστικά, μία προσομοίωση reality show όπου η αξία του κάθε διαγωνιζόμενου κρινόταν με βάση το προφίλ του στα social media. Εκεί να δεις ψάξιμο. Εκεί να δεις έρευνα. Ήτανε μία από τις καλύτερες συνεργασίες που είχα στη μέχρι τώρα ζωή μου, μία πολύ ενδιαφέρουσα σύλληψη του ίδιου του Θάνου Νίκα και ένα πρωτότυπο κείμενο της Στέλλας Παπαδημητρίου. Σκέψου, οι θεατές, πριν μπουν στο θέατρο, είχανε κατεβάσει εφαρμογή στα κινητά τους και μπορούσαν να ψηφίσουν τον αγαπημένο τους παίκτη κατά τη διάρκεια της παράστασης. Ήταν όλο σαν όνειρο.
4. Τι σε ενθουσιάζει στη ζωή, στη δουλειά σου, στην πόλη που ζεις;
Αυτό που με ενθουσιάζει στη ζωή είναι το πόσο παράλογη είναι. Νιώθω ότι θα μπορούσαμε, πράγματι, να ζούμε όλοι σε ένα μάτριξ, είναι όλο μία τρέλα. Αυτό είναι και το αντικαταθλιπτικό μου. Κάθε φορά που είμαι στα κάτω μου, λέω στον εαυτό μου «Σκέψου πόσο τεράστιο είναι το σύμπαν, θυμήσου πόσα δισεκατομμύρια άνθρωποι υπάρχουν. Μην ανησυχείς. Κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά τα προβλήματα σου». Αυτό το τελευταίο ίσως ακούγεται επιπόλαιο, αλλά εμένα με ανακουφίζει τόσο πολύ.
Στη δουλειά μου με ενθουσιάζει η χαρά που προσφέρει αυτό το επάγγελμα. Όταν λέω χαρά, αλήθεια, εννοώ την αγνή χαρά που νιώθουν τα παιδάκια όταν σκαρφαλώνουν σε δέντρα. Λες, «μαλάκα, είμαι ηθοποιός!». Στη ζωή μου διεκδίκησα τη θέση μου πάνω στη σκηνή και όχι κάπου εκεί τριγύρω. Πάνω στη σκηνή. Να πηγαίνω στο θέατρο στις δέκα το πρωί, να πέφτω στο πάτωμα και να κάνω ζέσταμα με Κωσταντή Πιστιόλη. Για εκείνο το μισάωρο, η σκηνή του θεάτρου και η μουσική γίνονται όλος μου ο κόσμος. Αργότερα, οι συνεργάτες μου γίνονται όλος μου ο κόσμος. Σε κάθε μου συνεργασία νιώθω τους συναδέλφους μου σαν ό,τι σημαντικότερο έχω.
Τώρα, για την πόλη που ζω, θα μπορούσα να μιλάω με τις ώρες. Για τη μάνα Σαλονίκη. Με τη Θεσσαλονίκη νιώθω πενήντα χρόνια παντρεμένος. Την αγαπάω, τη λατρεύω, είναι καλή, είναι χρυσή, αλλά δεν την αντέχω. Τον τελευταίο καιρό η Θεσσαλονίκη με πληγώνει όλο και συχνότερα. Διώχνει τους φίλους μου στην Αθήνα. Μου υπενθυμίζει διαρκώς το πόσο δύσκολο είναι να είσαι Έλληνας καλλιτέχνης μακριά από την πρωτεύουσα. Αλλά, όπως και να ‘χει, νομίζω πως όσο και να με ταλαιπωρεί αυτή η πόλη, όσο και να με διώχνει, πάντα θα μου κρατάει για το τέλος ένα ηλιοβασίλεμα στο λιμάνι, μια συναυλία στο Θέατρο Γης, ένα φιλί στα κάστρα, μια μπίρα στα λαδάδικα.
5. Τι σε ενοχλεί ή σε φοβίζει;
Τα δύο πράγματα που σίγουρα με φοβίζουν είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Στο μυαλό μου έχω τον έρωτα σα μία εντελώς άγρια συνθήκη. Μπαίνεις με φόρα, πέφτεις με τα μούτρα, αλλά δε μπορείς να ξέρεις σε τι κατάσταση θα βγεις από όλο αυτό. Κάποιες φορές ο έρωτας είναι βία. «Είναι η αγάπη φονικό που ζωντανό σ’ αφήνει». Μπορεί να κλάψεις. Και να κλάψεις πολύ. Κινδυνεύεις να κλάψεις αν αφήσεις να σε ημερώσουν.
Όσο για τον θάνατο, ξέρω ότι αρκετοί άνθρωποι έχουνε συμφιλιωθεί μαζί του, το έχουν σκεφτεί από τη μια, το έχουν σκεφτεί από την άλλη, το έχουν ψάξει, το ‘χουνε φιλοσοφήσει. Εγώ δεν είμαι τέτοιος. Δεν έχω φιλοσοφήσει και δεν έχω συμφιλιωθεί με τίποτα. Με φοβίζει ο θάνατος, ο «για πάντα» αποχωρισμός, ειδικά των δικών μου ανθρώπων.
6. Ποιο θα έλεγες πως είναι αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο σου όνειρο;
Να αγοράσω δικιά μου σκηνή και το καλοκαίρι να κάνω ελεύθερο κάμπινγκ στη Σαμοθράκη για έναν μήνα.
+1. Μπορεί να έχεις πρεμιέρα αυτές τις μέρες με το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών στον «Πρίγκηπα και τον φτωχό», ωστόσο μία άλλη «πρεμιέρα» σου ήταν και η έκδοση ενός βιβλίου πριν λίγο καιρό. Ποια ανάγκη σου καλύπτει το θέατρο και ποια άλλη κάλυψε αυτό το βιβλίο;
Μου αρέσει τόσο πολύ η λέξη «ανάγκη». Νομίζω ότι εκεί βρίσκεται όλο το νόημα, «έχω μία ανάγκη». Κατ’ αρχάς, η σημαντικότερη ανάγκη μου που καλύπτουν και οι δύο τέχνες, είναι το να συνομιλώ με τους άλλους. Να βρίσκομαι σε διάλογο. Στο θέατρο, αυτός ο διάλογος είναι λίγο πιο άμεσος. Ηθοποιοί πάνω στη σκηνή και από κάτω οι θεατές. Κοιταζόμαστε στα μάτια, ανταλλάζουμε ιδέες, απόψεις. Συζήτηση είναι το θέατρο. Έχουμε αυτό το τόσο ζωντανό πάρε δώσε. Εκτός αυτού, στην υποκριτική καλείσαι συχνά να μπεις στα παπούτσια ενός άλλου ατόμου. Να σε απασχολεί το πώς νιώθει ένα άλλο άτομο. Να σπάσεις το κεφάλι σου κάποιες φορές, γιατί όχι; Να ανακαλύψεις με τι χαίρεται ένας άλλος άνθρωπος, με τι φοβάται ένας άλλος άνθρωπος, σε τι ελπίζει ένας άλλος άνθρωπος, και πάει λέγοντας.
Τώρα, όσον αφορά τη συγγραφή, δε μπορώ να καταλάβω αν οι «Εργατικές Κατοικίες» αποτελούν μια προσωπική εξομολόγηση. Υπήρξαν σίγουρα μία ζωτική ανάγκη. Να μεταφράσω κάποιες καταστάσεις και να εξηγήσω στους άλλους το πώς βιώνω εγώ κάποια πράγματα. Τα δέκα διηγήματα του βιβλίου είναι μυθοπλασία. Βλέπω όμως και τον εαυτό μου σε κάποιους ήρωες, περιγράφω καταστάσεις στις οποίες, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, έχω βρεθεί κι εγώ ο ίδιος. Έρωτας, απώλεια, πόνος, απελπισία. Αυτό που θα ήθελα να ξεκινήσω με αυτή τη συλλογή, είναι ένας ειλικρινής διάλογος με τους αναγνώστες μου. Να διαβάζουνε τις ιστορίες μου και να νιώθουν πως εγώ και αυτοί έχουμε μόλις ανοίξει δυο μπίρες, ξέρω γω, και αράζουμε και συζητάμε. Είμαστε πάντα σε διάλογο με αυτό που βλέπουμε, στο θέατρο, στη μουσική, στη λογοτεχνία, παντού. Και, γιατί όχι, ας γίνουν οι «Εργατικές Κατοικίες» η αφορμή, ώστε να αρχίσουν κι άλλοι άνθρωποι να μιλάνε λίγο πιο ανοιχτά για τα τραύματα τους. Όπως μου είπε πρόσφατα ένας καλός μου φίλος, «Άμα δεν είμαι το τραύμα μου, τότε τι είμαι;».
*Ο Νικόλας Δρίγκας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 2001. Είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Ανδρέα Βουτσινά, ενώ έχει συμμετάσχει στο εφηβικό εργαστήρι υποκριτικής του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών. Από το 2023 εργάζεται ως ηθοποιός στο θέατρο. Δείγματα της δουλειάς του είναι οι παραστάσεις «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Παντελή Παπαδόπουλου (2024), «Εκκένωση» του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Θάνου Νίκα (2023) και «Hum@nitarium» της Στέλλας Παπαδημητρίου, σε σκηνοθεσία Θάνου Νίκα (2023), «Ο Μικρός Πρίγκιπας» (2025) του Αντουάν Ντε Σεντ Εξυπερί, σε σκηνοθεσία Αλεξάνδρου Νικολαΐδη και το «Miss Julie, Ζούμε Μαζί» σε κείμενο και σκηνοθεσία δικά του που παρουσίασε τον περασμένο Απρίλιο στο Θέατρο Άνετον στο πλαίσιο της Ανοιχτής Σκηνής 2025! Πρόσφατα κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο με διηγήματα, με τίτλο «Εργατικές Κατοικίες ή ήτανε ο κακομοίρης ένα καμένο χαρτί» από τις Εκδόσεις Πηγή.




