Ελλάδα

Θεσσαλονίκη: Ένα κυριακάτικο ποδηλατικό «σαφάρι» μάς έκανε λίγο πιο ευαισθητοποιημένους

Πόσα όμορφα τοπία και ιστορίες χωράνε σε μία ποδηλατική εκδρομή στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης;

Κωστής Κοτσώνης
θεσσαλονίκη-ένα-κυριακάτικο-ποδηλατ-1225693
Κωστής Κοτσώνης

Είναι Κυριακή πρωί και έχουμε μόλις φτάσει με πούλμαν στις κεραίες του Χορτιάτη. Ένας αδύνατος άντρας με περιβολή ποδηλάτη μάς καλωσορίζει στη γλώσσα σουαχίλι: “Jambo!”. Φοράει ένα γκρι κράνος που θυμίζει κάπως και bucket καπέλο για σαφάρι.

«Σαφάρι»: μια λέξη που θα ακούσουμε αρκετές φορές μέσα στην ημέρα…

Παίρνουμε τα ποδηλατά μας από το ειδικό τρέιλερ. Οι σέλες και τα κράνη ρυθμίζονται, οι βασικές οδηγίες δίνονται και η ποδηλατική εκδρομή ξεκινά. Τριάντα περίπου άνθρωποι, λιγότερο ή περισσότερο άπειροι στο πετάλι, θα περάσουμε τη μισή μέρα πάνω στα ποδήλατα, κατεβαίνοντας από το Χορτιάτη μέχρι την Περιστερά, με τελικό προορισμό τα εγκαταλελειμμένα λουτρά Θέρμης. Πίσω μας, για λόγους ασφαλείας, ακολουθεί το 4×4 που έσερνε το τρέιλερ. Μπροστά-μπροστά ξεχωρίζει το γκρι κράνος του ανθρώπου που μας φέρνει σήμερα εδώ: του Gareth Trewartha.

Τσάι και συμπάθεια στα 830 μέτρα

Μόλις 5 χιλιόμετρα παρακάτω, έρχεται ήδη η ώρα για μία μικρή στάση σε ένα ξέφωτο. Ο Gareth, με τη βοήθεια άλλων τριών συνοδών, αρχίζει να μοιράζει τσάι του βουνού, καφέ και κουλουράκια μέσα από το τζιπ.

Τον ρωτάμε γιατί μας χαιρέτησε στα σουαχίλι πριν. Χαμογελάει και εξηγεί: «Γεννήθηκα το ‘51 στην Τανζανία, σε ένα κτήμα κάτω από το Κιλιμάντζαρο. Ο πατέρας της μητέρας μου ήταν Αιγυπτιώτης. Μετοίκησε στην Τανζανία, όπου απέκτησε ένα από τα κτήματα που είχαν αφήσει οι Γερμανοί μετά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάποια στιγμή βρέθηκε στην Αθήνα, μετά την Καταστροφή. Γνώρισε τη γιαγιά μου, παντρευτήκανε και την κατέβασε μαζί του στην Τανζανία. Εκεί γεννήθηκε η μαμά μου».

Θέλουμε ήδη να μάθουμε τη συνέχεια, αλλά δίνεται σύνθημα να συνεχίσουμε την πορεία μας.

«Σφιχτά τα χέρια στα φρένα!», φωνάζουν οι συνοδοί ενώ διασχίζουμε κατηφορικά μονοπάτια διαβρωμένα από τη χθεσινή βροχή. Οι βαθιές αυλακιές δοκιμάζουν την ισορροπία μας. Στα αριστερά μας, η λίμνη Βόλβη απλώνεται κάτω από ένα σμάρι πυκνά σύννεφα. Ένα κοπάδι αγελάδες κοιτάνε νωχελικά ενώ τις προσπερνάμε σφαίρα… μέχρι την πρώτη μεγάλη ανηφόρα. Εκεί η κλίση νικά τη φυσική μας κατάσταση. Κατεβαίνουμε από το ποδήλατο και το σέρνουμε στην ανηφόρα.

Ενώ κινούμαστε, ο Gareth μάς δείχνει συνεχώς όμορφα μέρη για να στρέψουμε το βλέμμα μας. «Σκεφτείτε πόσο τυχεροί είμαστε οι Θεσσαλονικείς. Πλάι στην τσιμεντούπολη έχουμε τη θάλασσα με τον υδροβιότοπο της Επανομής. Από τα δυτικά, το δέλτα του Αξιού. Έχουμε το Χορτιάτη με τα μονοπάτια του και από κάτω της λίμνες του Τριαδίου και της Θέρμης. Και από την άλλη μεριά, έχουμε τη Βόλβη και τα παραλίμνια χωριά της. Τόσοι σημαντικοί βιότοποι, που μακάρι να τους προσέχαμε παραπάνω».

Cycle Safari: based on a true story

Επιτέλους κατηφορά ξανά. Σύντομα καταφτάνουμε στο χωριό Περιστερά. Χτισμένη στους πρόποδες του Χορτιάτη, σε υψόμετρο 570 μέτρων, φιλοξενεί πλέον λίγο παραπάνω από εξακόσιους κατοίκους. Κάποιοι από αυτούς ξαποσταίνουν στα μπαλκόνια των σπιτιών τους ή στο τοπικό καφενείο. «Καλημέρα!», μας γνέφουν, παραξενεμένοι από το… φουσάτο ποδηλάτων που μπήκε στο ήσυχο χωριό.

Δεύτερη σύντομη στάση για ενυδάτωση στην κεντρική βρύση του χωριού. Ο Gareth, έχοντας καταλάβει το ενδιαφέρον μας, συνεχίζει την προσωπική του ιστορία, με τη χαρακτηριστική του ξενική προφορά, που προδίδει την καταγωγή του: «Ο πατέρας μου ήταν Ουαλός στην καταγωγή. Βρέθηκε στις αποικίες της Κένυας και της Τανζανίας μετά τον Πόλεμο, για να εργαστεί ως πολιτικός μηχανικός σε έργα της περιοχής. Γνώρισε τη μητέρα μου σε έναν χορό της ελληνικής κοινότητας στην Αρούσα».

Το 1952, έγινε εξέγερση από τη φυλή των Μάου Μάου για την ανεξαρτησία τους από τους Ευρωπαίους. Ο πατέρας του είχε βρεθεί στη μέση αυτής της κατάστασης. «Έγιναν σφαγές και από τις δύο μεριές. Δεν μου μιλούσε πολύ για αυτό. Ποιος ξέρει τι είχαν δει τα μάτια του…», αναλογίζεται.

Ο Gareth μεγάλωσε στο απέραντο οικογενειακό κτήμα, υπό τη σκέπη κυρίως της Ελληνίδας γιαγιάς του, της Σοφίας. «Επέμενε να βαφτιστώ, για αυτό εκτός από Gareth με λένε και Γιώργο!», λέει. «Αυτή η γυναίκα ήταν όνομα και πράμα. Δεν ήταν μόνο οι υπέροχες μαγειρικές της που με επηρέασαν ούτε τα ελληνικά που μου έμαθε. Κυρίως ήταν η αγάπη της για όλους, και ειδικά για τους υπαλλήλους μας στις φυτείες».

Σαν παιδί, ο Gareth δεν έμαθε να κάνει παρέα με τα παιδιά των Ευρωπαίων αλλά με εκείνα των εργατών, που μέναν γύρω από τη “shamba” (φάρμα). «Κουβαλούσα τα “δυτικότροπα” παιχνίδια μου, τα τρενάκια, τα στρατιωτάκια, αλλά δεν φαίνονταν να ενδιαφέρονται. Προτιμούσαν να παίζουν με τερμίτες, προνύμφες και μυρμήγκια».

Φυσιολάτρης και αντιρατσιστής από κούνια δηλώνει, λοιπόν, ο Gareth. Όσο για το ποδήλατο, αυτό έγινε ο καλύτερός του φίλος, αφού περνούσε πολλές ώρες μόνος. «Το ποδήλατο ικανοποίησε μια μεγάλη μου παιδική ανάγκη: αυτήν της εξερεύνησης. Το πρώτο μου μεγάλο “σαφάρι” το ‘κανα 5 χρονών. Χωρίς να το καταλάβω, ξεμάκρυνα πολύ και βρέθηκα σε ένα ξέφωτο γεμάτο λέαινες που λιάζονταν με τα μικρά τους. Το λογικό θα ήταν να φύγω στις μύτες των ποδιών, αλλά εγώ προτίμησα να βάλω τις φωνές και να αρχίσω να τρέχω! Μάλλον δεν με βρήκαν ιδιαίτερα απειλητικό, αλλιώς δεν θα ήμουν εδώ να μιλάω…».

Από τις ζούγκλες της Αφρικής στη «ζούγκλα» της Θεσσαλονίκης και της ελληνικής γραφειοκρατίας

Ώρα για αναχώρηση και πάλι. Στοιχισμένοι, παίρνουμε τον κεντρικό δρόμο Λιβαδίου-Βασιλικών. Η κατωφέρεια του δρόμου χαρίζει μια αίσθηση ταχύτητας και μεγάλης ελευθερίας, που όμως θέλει αρκετή προσοχή. Πίσω από τις μπαριέρες, η θέα απέραντη για ακόμα μια φορά.

Φτάνουμε σιγά-σιγά στο επίπεδο της θάλασσας. Μέσα από αγροτικούς δρόμους, προσπερνάμε το χωριό Λακκιά και καταλήγουμε στον τελικό προορισμό μας: τα εγκαταλελειμμένα λουτρά Θέρμης.

Τα ποδήλατα φορτώνονται στο τρέιλερ, όμως πριν την επιστροφή μάς περιμένει ένα ακόμα γεύμα. Το πορτ μπαγκάζ του τζιπ ανοίγει ξανά και μεγάλοι μουσαμάδες απλώνονται στα χόρτα, για να κάτσουμε.

Ο Gareth κοιτάζει τα σκουπίδια που κυριαρχούν στον παρατημένο χώρο και μορφάζει. Είναι φανερό πως νιώθει ξένος με μεγάλο μέρος της εγχώριας νοοτροπίας, και ας μένει πλέον πάνω από μισό αιώνα εδώ.

«Αφού η Τανζανία ανεξαρτητοποιήθηκε, καταφύγαμε οικογενειακώς στην Αγγλία. Δεν μου άρεσε καθόλου», θυμάται. «Έτσι, αποφάσισα να εξερευνήσω την άλλη χώρα καταγωγής μου. Ήρθα 20 χρονών στην Ελλάδα, μέσα στη Χούντα. Τότε ήμουν επηρεασμένος από τις απόψεις και την εμφάνιση των χίπηδων. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι από τον ερχομό μου στη Θεσσαλονίκη είναι ένας αστυνομικός να μου κάνει παρατήρηση για το μήκος των μαλλιών μου!».

Τελικά, η Θεσσαλονίκη τού ταίριαξε και έκτοτε μένει εδώ. Εργάστηκε σε διάφορα πόστα, πάντα με γνώμονα το σεβασμό στη φύση και την καλλιέργεια ενός βιώσιμου τρόπου ζωής. Η πρώτη του δουλειά ήταν αρχές της δεκαετίας του ‘70 στη Σάνη Χαλκιδικής, τότε που σε ολόκληρο το πρώτο πόδι λειτουργούσε μόνο ένα παράρτημα της AVIS, που νοίκιαζε αυτοκινητάκια Trabant από την Ανατολική Γερμανία. Εδώ και πολλά χρόνια, διοργανώνει ποδηλατικές εκδρομές σε Ελλάδα και εξωτερικό για λογαριασμό τουριστικών γραφείων.

«Μέσα στον Covid πήρα και ελληνική ιθαγένεια», εξηγεί χαμογελώντας για ακόμα μια φορά. «Όμως, επειδή δεν προβλέπεται να πάρω σύνταξη τώρα στα κοντά, αποφάσισα να αυτονομηθώ επαγγελματικά και να κάνω τη δική μου επιχείρηση. Το όνομά της; Cycle Safari, φυσικά».

Αυτό από μόνο του αποδείχτηκε μεγάλη περιπέτεια, με την ελληνική γραφειοκρατία να αποδεικνύεται μεγάλος βραχνάς. «Ήθελα να φτιάξω μια επιχείρηση νόμιμη, με διαφορετική κουλτούρα και μεγάλο πελατολόγιο από το εξωτερικό. Και στην Ελλάδα, μια χώρα τουριστική και εξωστρεφή υποτίθεται, αυτού του είδους η επιχείρηση συνάντησε ένα σωρό εμπόδια για να γίνει. Ήταν απίστευτο».

Παρά την πίκρα που του χαρίζει συχνά η Ελλάδα, επιλέγει να κρατά τα θετικά: τις φιλίες που έκανε στις εκδρομές, τα απίστευτα τοπία, καθώς και τη διαφορετική κουλτούρα που δειλά-δειλά άρχισε να χτίζεται, και με τη δική του συμβολή, γύρω από το ποδήλατο και το σεβασμό στη φύση.

Ο ήλιος αρχίζει να κατηφορίζει σιγά-σιγά. Το πούλμαν που μας άφησε στο Χορτιάτη το πρωί περιμένει λίγο πιο πέρα. Ζητάμε από τον Gareth μια φωτογραφία, αλλά αρνείται. Προτιμά τον πρωταγωνιστικό ρόλο να τον κρατήσουν τα τοπία και οι δικές μας αναμνήσεις από τη μέρα. Έχει δίκιο, ίσως είναι καλύτερα έτσι.

Kwa heri” μέχρι την επόμενη φορά, λοιπόν.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα