Ημερολόγια ταξιδιού: Μια βόλτα στη λίμνη Khovsgol

Ένας διάλογος στη μακρινή Μογγολία. Ο Σωτήρης και ο Φοίβος συνεχίζουν το ταξίδι τους.

Σωτήρης Χ
ημερολόγια-ταξιδιού-μια-βόλτα-στη-λίμ-73201
Σωτήρης Χ
Εικόνα: Σωτήρης Χ. mongol3
Εκείνος γύρω στα σαράντα. Πρόσωπο ταλαιπωρημένο, μαλλιά που γυάλιζαν στο φως του κεριού, μάτια αθώα. Του προσφέρω μία από τις έτοιμες σούπες που έχω μαζί. Αρνείται σαν μικρό παιδί. Ντρέπεται. Επιμένω και του δείχνω πως έχω και μια δεύτερη για μένα. Δέχεται χαμογελώντας και ρίχνει μερικά ακόμα ξύλα στη φωτιά. Μαζί θα περάσουμε τις μέρες αυτές.
  Είχαμε ξεκινήσει πέντε απ’ τον μικρό οικισμό. Εκείνος, ο μικρότερος γιος του Bayardalai, μία Αμερικάνα φίλη, ο Φοίβος κι εγώ. Το άλογο του Φοίβου, κάπως ατίθασο απ’ την αρχή, ξάπλωσε κάποια στιγμή απότομα κάτω, αδιαφορώντας για τον αναβάτη του, ο οποίος και βρέθηκε, πριν προλάβει να αντιδράσει, φαρδύς πλατύς στο χώμα. Το τραυματισμένο γόνατο δεν επέτρεπε στο Φοίβο να συνεχίσει κι έτσι μαζί με τον μικρό και την Αμερικάνα φίλη, πήραν το δρόμο της επιστροφής.
  Μείναμε οι δυο μας. Για αρκετή ώρα προχωρούσαμε σιωπηλοί. Εκείνος μπροστά να δείχνει το δρόμο κι εγώ πίσω να ακολουθώ. Το ενδιαφέρον μου είχε επικεντρωθεί στη σχέση μου με το άλογο. Καφετί, γεροδεμένο, με καθαρό γυαλιστερό τρίχωμα και λευκά σημάδια που ξεκινούσαν απ’ τα πόδια και χάνονταν κάπου κάτω από τη σέλα. Λίγες στιγμές αμοιβαίας αναγνώρισης και μετά του εναπόθεσα όλη μου την εμπιστοσύνη. Λακκούβες και εμπόδια δεν είχαν πλέον σημασία. Εκείνο είχε αναλάβει να προσέχει για όλα. Ακόμα και στα πιο απόκρημνα σημεία, εκείνο ήξερε καλύτερα. Εγώ απλά του έδειχνα την κατεύθυνση, έσκυβα και του χάιδευα τη χαίτη ή φώναζα “τσο!” για να προχωρήσει πιο γρήγορα όταν ξεμέναμε οι δυο μας κάπως πίσω.
  Μια λέξη με το άλογο· πέντε όλες κι όλες με τον οδηγό. “Γκουτ”, “Χορς”, “Γκο”, “Μόγκολ”, “Γκρέκε”. Μιλήσαμε όταν σταματήσαμε σε κάποιο ξέφωτο για να ξαποστάσουν τα άλογα. Έβγαλα μια κονσέρβα ψάρι, ψωμί και μαγιονέζα. Μου λέει “Χορς” και μου δείχνει να μετακινηθούμε πιο κοντά στα άλογα. Κάτσαμε. Μου δείχνει τον ίδιο και μου λέει “Γκε”. Έπειτα δείχνει εμένα. “Σωτήρης” του απαντάω.
– Εγώ Μογγόλος. Εσύ;
– Εγώ Έλληνας.
– Άλογο καλό;
– Ναι, καλό.
– Το άλλο όχι τόσο καλό.
– Άλογο Ελλάδα;
– Όχι άλογο πρώτη φορά εδώ Μογγολία.
– Θέλεις;
– Όχι όχι. Δικό σου.
– Πάρε. Για σένα είναι.
– Εντάξει.
– Καλό;
– Ναι, καλό. Ευχαριστώ.
– Πάμε;
– Ναι πάμε. Από εκεί;
– Από εκεί.
  Και το εκεί ήταν μαγικό. Πυκνό καταπράσινο δάσος που κατέβαινε ως τις όχθες καταγάλανων νερών. Μάταιο να περιγράφεις χρώματα με λέξεις. (14 Αυγούστου)
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα