Κόσμος

Το Σχοινούδι, της οδύνης

Στο Σχοινούδι της Ίμβρου, θες δεν θες, η καρδιά σπάει. Και τα δάκρυα τρέχουν ανεξέλεγκτα.

Αθηνά Καλαϊτζόγλου
το-σχοινούδι-της-οδύνης-473810
Αθηνά Καλαϊτζόγλου
Εικόνες: Αθηνά Καλαϊτζόγλου

Η θηριωδία δεν εκλογικεύεται. Ούτε συμψηφίζεται. Είναι μια αυτοτελής πράξη, που προκαλεί φρίκη. Στο Σχοινούδι της Ίμβρου, θες δεν θες, η καρδιά σπάει. Και τα δάκρυα τρέχουν ανεξέλεγκτα. 

Στοιχειά και φαντάσματα τριγυρνούν μέσα στα χαλάσματα των αρχοντικών του άλλοτε ανθηρού, μέχρι το 1964, χωριού, που σήμερα λέγεται Derekoy (Λαγγαδοχώρι). Με ελληνικό πληθυσμό που έφθανε τότε τις 2500 ψυχές, θεωρούνταν το μεγαλύτερο στην Τουρκία. Με πλεονέκτημα τη θέση του, ανάμεσα στα βουνά Μαδαρό (σημαίνει, φαλακρό) και Σκάφη, για να προφυλάσσεται από τις πειρατικές επιθέσεις, οι κάτοικοι του αποφάσισαν να στραφούν στη θάλασσα, αναπτύσσοντας σημαντική εμπορική δραστηριότητα με την Ελλάδα, νησιά του Αιγαίου, την Κωνσταντινούπολη, ως την Αίγυπτο. Αυτό επέτρεψε να ανθήσει μια εύρωστη αστική τάξη και αξιόλογη κοινοτική οργάνωση, υποδειγματική, στις αρχές του 20ου αιώνα. 

Και μετά ήρθε η πλήρης καταστροφή. Ας φρεσκάρουμε την ιστορία.

1964. Η τότε Τουρκική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης (που προέβλεπε ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης σε Ίμβρο και Τένεδο), θέτει εν κρυπτώ σε λειτουργία το «Πρόγραμμα Διάλυσης και Τουρκοποίησης» με στόχο τον αφελληνισμό των δύο νησιών, τα οποία είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή. Στην Τένεδο το έχουν καταφέρει σχεδόν εξολοκλήρου.

Στον κάμπο του Σχοινουδίου, στην Ίμβρο, φτιάχνουν ανοικτές αγροτικές φυλακές, με βαρυποινίτες, καταδικασμένους για φόνους και βιασμούς, που μετέφεραν ακόμη και από τα βάθη της Ανατολίας. Και τους επιτρέπουν να κυκλοφορούν ελεύθεροι την νύχτα, για να βιαιοπραγούν, τρομοκρατούν, ληστεύουν τους κατοίκους στο Σχοινούδι. Γι αυτό τους έφεραν, αυτόν τον ρόλο ανέλαβαν, για να διεκπεραιωθεί κυνικά, αλύπητα και μεθοδευμένα ο αφανισμός του ακμαίου ελληνικού στοιχείου, που συμπληρώθηκε με την απαλλοτρίωση των ιδιοκτησιών της κοινότητας από την Τουρκική, τότε, διοίκηση και την εξαφάνιση κάθε κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας των κατοίκων της. Τίποτε δεν έμεινε όρθιο. Μόνον ο τρόμος, ο φόβος και εν τέλει η φυγή.

Το σχέδιο ολοκληρώθηκε. Με τον εποικισμό της περιοχής με Τούρκους, Κούρδους και Τουρκοβούλγαρους. Λέγεται, δεν το γνωρίζω, γι αυτό το αναμεταδίδω με επιφύλαξη, ότι το Πρόγραμμα αυτό, που αναθεωρήθηκε το 1975, χρησιμοποιήθηκε ως «μοντέλο» και για την κατεχόμενη Κύπρο.

Από τους 2.500 κατοίκους στο Σχοινούδι απέμειναν το 1984 μόλις 60. Και σήμερα, δεν υπερβαίνουν τους 40. Δεν ξεχνούν, όμως, αυτοί που εξαναγκάσθηκαν σε φυγή τον τόπο καταγωγής τους. Εδώ συναπαντώνται πάρα πολλοί, κάθε Δεκαπενταύγουστο.

Απέναντι από το Σχοινούδι, στον κάμπο, δημιουργήθηκε ένα νέο χωριό, το Σιρίνκοϊ, κατοικημένο αποκλειστικά από εποίκους. Στα όρια του, οι παλιές αγροτικές φυλακές έχουν γίνει σήμερα στάβλοι και αποθήκες. Όχι, δεν θέλησα να πλησιάσω.

Και μια τελευταία πληροφορία, την οποία αλίευσα από το διαδίκτυο, αλλά δεν υπήρχε διαθέσιμος χρόνος να την επιβεβαιώσω κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Ο Νίκος Δολδούρης, που έφυγε από το Σχοινούδι το 1966 και κατέληξε στην Αυστραλία, έχει γυρίσει μόνιμα, αναλαμβάνοντας την αναστήλωση των σπιτιών του χωριού, με δικά του χρήματα και φίλων του από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Από τα πρώτα κτίσματα που έχουν αποκατασταθεί ήδη, η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας.

Δεν θα βάλω λεζάντες στις φωτογραφίες. Είναι απείρως πιο εύγλωττες από τις λέξεις.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα