Σέριφος: Το νησί των βουβών βατράχων
Ένας τόπος που σε αφήνει με το στόμα ανοικτό με την εικόνα που αντικρίζεις.
Ήταν τέλη του περσινού Αυγούστου που διέσχιζα τις δυτικές Κυκλάδες για να πάω στην Ίο.
Ήταν η πρώτη φορά που θα έπιανα τα δυτικά λιμάνια του λατρεμένου νησιωτικού συμπλέγματος κάτι που με ‘κανε να βγαίνω συχνά στο κατάστρωμα για να απολαύσω τους νέους τόπους που μου αποκαλύπτονταν.
Φτάνοντας στη Σέριφο, έμεινα έκθαμβος με την εικόνα που αντίκρισα.
Μπροστά μου είχα έναν πανέμορφο κόλπο που λειτουργούσε σαν φυσικό λιμάνι κι ένα απότομο βουνό φορτωμένο κατάλευκα σπιτάκια.
Ποτέ μου δεν είχα διανοηθεί πως το νησί αυτό κουβαλάει τόσην ομορφιά. Μέχρι να αναχωρήσει το πλοίο, έμεινα αποσβολωμένος στο κατάστρωμα κοιτώντας πέρα από τους κάβους, δίνοντας μια υπόσχεση στον εαυτό μου πως την επόμενη χρονιά θα το επισκεφθώ οπωσδήποτε. Και την υπόσχεση αυτήν την πραγματοποίησα φέτος.
Όταν αποβιβαστήκαμε στο λιμάνι της Σερίφου κι έχοντας ήδη στο μυαλό μας τις μαγευτικές εικόνες από την Φολέγανδρο, νιώσαμε μια μικρή αποστροφή στην όψη του παραθαλάσσιου οικισμού. Το Λιβάδι έμοιαζε σαν ένας ξεχασμένος παραθεριστικός οικισμός περασμένων δεκαετιών. Όμως η εικόνα αυτή άρχισε να αλλάζει όσο περνούσε η ώρα. Αρκούσε ένα παραθαλάσσιο μπαρ με προσωπικότητα κι ενδιαφέρουσα μουσική για να κερδίσει τις εντυπώσεις σβήνοντας τα υπόλοιπα γύρω του. Το βραδινό ποτό που απολαύσαμε εκεί δίπλα ακριβώς στο κύμα ήταν μια όαση που με γυρνούσε δεκαετίες πίσω. Σ’ αυτήν μου την αίσθηση βοήθησε τόσο η εσωτερική του διακόσμηση όσο και η μουσική που έφτανε διακριτικά στο τραπέζι μας.
Η εικόνα που αρχισα να αποκτώ για τη Σέριφο βελτιώθηκε απότομα όταν ανεβήκαμε στη Χώρα. Εκεί την ερωτεύτηκα ολοκληρωτικά. Και οι λόγοι είναι πολλοί. Τα στενά σοκάκια της που διακλαδώνονταν περιμετρικά του κάστρου. Τα εντοιχισμένα πιθάρια με τα γεράνια που κοσμούσαν τις αυλές, τις ταράτσες αλλά και τις σκάλες που οδηγούσαν στην κεντρική πλατεία. Τα χρώματα του ουρανού που εναλλάσσονταν κι αντανακλούσαν πάνω στις λευκές όψεις των σπιτιών, μ’ αποτέλεσμα να πραγματοποιείται μια ονειρική ένωση της γης με τον ουρανό. Οι μπουκαμβίλες που έδιναν χρώμα στο λευκό του τοπίου, σχηματίζοντας τοξωτές καμάρες πάνω από τα σοκάκια. Η κεντρική πλατεία της Χώρας που θυμίζει κινηματογραφικό σκηνικό με το νεοκλασικό δημαρχείο του 1907 και την επιβλητική εκκλησία του Αγίου Αθανασίου να φεγγοβολά. Και φυσικά η εντυπωσιακή θέα πάνω από το κάστρο.
Κι όμως, η Σέριφος δεν μας κέρδισε μόνο με την ομορφιά και την ενέργεια του τοπίου. Στις μέρες που μείναμε εκεί, βρήκαμε πολλές μικρές ψηφίδες με τις οποίες σχηματίσαμε ένα πανέμορφο μωσαϊκό. Ένα απ’ αυτά ήταν ένα κουτούκι στην κεντρική πλατεία της Χώρας, του οποίου το μενού είναι γεμάτο ποιήματα, δοκίμια και πίνακες γνωστών ζωγράφων. Μια απολαυστική συλλογή που έδενε τόσο αρμονικά το πνευματικό με το οινοπνευματικό, προσφέροντάς μας υπέροχες βραδινές στιγμές όπου το ούζο έρεε μαζί με τους στίχους αγαπημένων ποιητών. Όσοι βρεθείτε στη Σέριφο αναζητήστε το συγκεκριμένο κουτούκι.
Επίσης το νησί μας κέρδισε με τις παραλίες του. Αν και νησιώτης με έντονο το τοπικιστικό στοιχείο που πιστεύω πως η Χίος έχει τις ομορφότερες παραλίες του Αιγαίου, ομολογώ πως το Γάνεμα είναι μια παραλία ονειρική που με κέρδισε αμέσως. Με μεγάλη άνεση την κατατάσσω στις ωραιότερες παραλίες που έχω κολυμπήσει στη ζωή μου. Απαλή άμμος, ψηλά αλμυρίκια που παραχωρούν σωτήρια σκιά, καταγάλανα νερά με τέλεια διαύγεια κι απέραντη ακτή που προσφέρει μια διακριτική μοναχικότητα στους λουόμενους της. Η συγκεκριμένη παραλία μπορεί άνετα να συνδυαστεί με το Μεγάλο Λιβάδι, όπου μπορεί κανείς να απολαύσει ένα καλό γεύμα δίπλα στη θάλασσα και να περπατήσει στα περιβόητα μεταλλεία λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα. Για όσους δεν είναι κλειστοφοβικοί, υπάρχει μια στοά που περνάει μέσα από το βουνό ενώνοντας το Μεγάλο Λιβάδι με την παραλία του Κουταλά. Σίγουρα αξίζει η εμπειρία αυτή αλλά μόνοι μας δεν επιχειρήσαμε να τη διασχίσουμε.
Πέρα από την νοτιοδυτική πλευρά του νησιού, υπάρχουν όμορφες γωνιές και στην ανατολική του μεριά όπου βρίσκεται η Ψιλή Άμμος που είχε ανακηρυχθεί ως η ομορφότερη παραλία της Ευρώπης πριν κάμποσα χρόνια κι ο Άγιος Σώστης. Όμως καμιά τους δε ξεπερνάει τη γαλήνη και τη θερινή ραστώνη που μας πρόσφερε το Γάνεμα. Φυσικά υπάρχουν άλλες τόσες παραλίες στο νησί με τους ντόπιους να δηλώνουν πως είναι γύρω στις εβδομήντα, κάτι που με κάνει να πιστέψω πως το νησί μπορεί να καλύψει εύκολα τις απαιτήσεις των επισκεπτών του νησιού. Πάντως για μένα το Γάνεμα τα έχει όλα.
Πέρα από την ομορφιά της και τις παραλίες της, η Σέριφος κουβαλάει ένα ιδιαίτερο κομμάτι της αρχαιοελληνικής μυθολογίας. Σύμφωνα λοιπόν με τη μυθολογία εκεί κατέληξε το κουτί, στο οποίο ο βασιλιάς του Άργους Ακρίσιος είχε κλείσει την κόρη του Δανάη με τον μικρό γιο της Περσέα, για να εξαφανιστούν. Τα νεαρά αυτά πρόσωπα διασώθηκαν και υιοθετήθηκαν από το βασιλιάς της Σερίφου Πολυδέκτης. Όταν ο Περσέας μεγάλωσε, ο βασιλιάς τον έπεισε να του φέρει την κεφαλή της Μέδουσας, μιας από τις τρεις Γοργόνες, που όποιος την έβλεπε κατά πρόσωπο απολιθωνόταν. Ο Περσέας με τη βοήθεια των θεών θα τα καταφέρει και θα επιστρέψει με το κομμένο κεφάλι στη Σέριφο. Στο μεταξύ ο Πολυδέκτης είχε αποπειραθεί να βιάσει τη Δανάη και αυτή για να προστατευτεί είχε καταφύγει σε έναν ναό. Μαθαίνοντας ο Περσέας τον συμβάν αυτό, εκδικήθηκε τον Πολυδέκτη δείχνοντάς του το τρόπαιο, κάτι που τον έκανε να απολιθωθεί. Από αρχαίες μαρτυρίες είναι γνωστό ότι οι κάτοικοι της Σερίφου λάτρευαν τον Περσέα.
Επίσης στην αρχαιότητα υπήρχε η φήμη πως οι βάτραχοι της Σερίφου είναι άλαλοι εξαιτίας μιας θεϊκής κατάρας που έπεσε πάνω στα τραγουδιστά αυτάπλάσματα. Φαίνεται να υπήρχε και η παροιμιώδης έκφραση “σερίφιος βάτραχος” ή “βάτραχος εκ Σερίφου” για τους άφωνους ανθρώπους. Πάντως εμείς ακούσαμε ένα βράδυ το τραγούδι των βατράχων στο Λιβάδι.
Κλείνοντας θα ήθελα πολύ να μιλήσω για ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη στα μεταλλεία της Σερίφου πριν από έναν αιώνα. Τις πληροφορίες τις μάζεψα από ένα άρθρο της Εφημερίδας των Συντακτών. Η Σέριφος είχε μεταλλευτική δραστηριότητα (μεταλλεία σιδήρου και χαλκού) από τα αρχαία χρόνια. Ακμασε στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα, όταν ξεκίνησε η συστηματική εξόρυξη μετάλλων και εγκαταστάθηκαν εταιρείες που εκμεταλλεύονταν το υπέδαφός της. Πρώτη ήταν η «Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία» το 1870, η οποία εξήγε ακατέργαστο σιδηρομετάλλευμα σε ευρωπαϊκές χώρες. Το 1880 την εκμετάλλευση των σιδηρομεταλλευμάτων του νησιού ανέλαβε η εταιρεία «Σέριφος–Σπηλιαζέζα» που ίδρυσαν πλούσιοι Ελληνες Κωνσταντινουπολίτες με τη βοήθεια της Οθωμανικής Τράπεζας (βρετανικών, γαλλικών και οθωμανικών συμφερόντων). Η εταιρεία εκχώρησε την εκμετάλλευση των σιδηρομεταλλευμάτων εργολαβικά στον Γερμανό μεταλλειολόγο Αιμίλιο Γρόμαν (Emile Grohmann). Το 1885 άρχισε η συστηματική εκμετάλλευση των σιδηρομεταλλευμάτων με ανοδικό ρυθμό παραγωγής έως το 1910 περίπου.
Η λειτουργία των μεταλλείων έφερε άνθηση στο νησί και ο πληθυσμός διπλασιάστηκε κατά την περίοδο 1880–1910 εξαιτίας της εισροής εργατών μεταλλωρύχων από άλλα κυκλαδίτικα νησιά. Από 2.134 κατοίκους το 1880, φτάνει τους 4.000 το 1912. Ο Γρόμαν ανάγκαζε τους ιδιοκτήτες των χωραφιών να του τα εκχωρήσουν, χωρίς αντίτιμο, με αντάλλαγμα ένα μικρό μεροκάματο. Σε περίπτωση άρνησής τους, η καταπάτηση των κτημάτων γινόταν με το ζόρι από ομάδες έμπιστων υπαλλήλων της εταιρείας, που είχαν τον ρόλο επιστατών, αλλά και μπράβων.
Οι εργαζόμενοι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Δίπλα στο μεταλλείο η εταιρεία είχε χτίσει κάποιες παράγκες, στις οποίες διαβιούσαν στα όρια της εξαθλίωσης περίπου 1.000 εργάτες, δουλεύοντας από 12 ώς 14 ώρες την ημέρα σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας – δεν υπήρχαν μέτρα προστασίας και πολλοί εργάτες θάβονταν ζωντανοί στις στοές. «Η αμοιβή στην προσφερόμενη -αποκλειστικά σχεδόν από το εργατικό δυναμικό του νησιού- εργασία ήταν μηδαμινή. Οι ώρες της δουλειάς από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. Υγεία, ασφάλεια, συνδικαλισμός ανύπαρκτα. Οι ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, η υπερκόπωση, η κακή διατροφή και τα εργατικά ατυχήματα σπρώχνουν μέρα με τη μέρα τους εργάτες στην απελπισία. »Η παραμικρή διαμαρτυρία τιμωρείται με απόλυση. Η πνευμονοκονίαση, το πρόωρο γήρας και οι θάνατοι στις γαλαρίες είναι φαινόμενα καθημερινά» (από την έκδοση της Ομοσπονδίας Μεταλλωρύχων Ελλάδας, «Η αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου»).
Η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο όταν ανέλαβε την εταιρεία ο γιος του Αιμίλιου Γρόμαν, ο Γεώργιος, το 1912. Στο εργατικό δυναμικό προστέθηκαν νέοι μεταλλωρύχοι, που έφτασαν από άλλα μέρη, κυρίως από τη Mήλο. Ομως, μερικοί από αυτούς ήταν επηρεασμένοι από τις σοσιαλιστικές ιδέες και έτσι άρχισε μια σοσιαλιστική και συνδικαλιστική ζύμωση στη Σέριφο.
Οι απάνθρωπες συνθήκες εργασίας οδήγησαν τους εργάτες στην εξέγερση του 1916. Επικεφαλής των απεργών ήταν ο τότε αναρχοσυνδικαλιστής Κωνσταντίνος Σπέρας, που επίσης ήταν από τη Σέριφο, ο οποίος έφτασε στο νησί τον Ιούνιο του 1916 και οργάνωσε τους μεταλλωρύχους σε σωματείο. Παρ’ ότι η μετέπειτα πολιτική του εξέλιξη είναι προς τον ακραία συντηρητικό συνδικαλισμό, εντούτοις η συμβολή του στην εξέγερση της Σερίφου είναι αναμφισβήτητη. Στις 2 Αυγούστου του 1916, μετά από δημοσιεύματα στον Τύπο για τις άθλιες συνθήκες ζωής και εργασίας των μεταλλωρύχων και διάβημα του σωματείου προς το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, φτάνει στη Σέριφο ειδικός υπάλληλος του υπουργείου και, ενώ διαπιστώνει πως η κατάσταση είναι όπως περιγράφεται, εντούτοις προτρέπει τους εργάτες να συνεχίσουν να εργάζονται μέχρι να ανακοινωθούν οι αποφάσεις του υπουργείου. Αυτό τους εξόργισε περισσότερο και αποφάσισαν, στις 7 Αυγούστου, να σταματήσουν κάθε εργασία, κηρύσσοντας απεργία, απαιτώντας την καθιέρωση του οκταώρου, την αύξηση του ημερομισθίου και την προστασία της ζωής τους. «Καταργήθηκαν οι τοπικές αρχές και οι εργάτες πήραν στα χέρια τους την καθημερινή τους ζωή, μέσω ενός άμεσα ανακλητού εργατικού συμβουλίου που συντόνιζε όλες τις ασχολίες» (Δημήτρης Τρωαδίτης). Επίσης, οι εργάτες κατέλαβαν το λιμάνι και δεν επέτρεπαν στα πλοία να φορτώνουν μετάλλευμα.
Βέβαια, το κράτος δεν ανέχθηκε για πολύ αυτήν την κατάσταση και στις 20 Αυγούστου έστειλε ένα σώμα τριάντα χωροφυλάκων από την Κέα με την εντολή να εξασφαλίσουν, με κάθε τρόπο, τη φόρτωση και τον απόπλου. Επικεφαλής του σώματος αυτού ήταν ο υπομοίραρχος Xρυσάνθου. Το σώμα της χωροφυλακής αποβιβάστηκε και κατευθύνθηκε προς το λιμάνι του Mεγάλου Λιβαδιού, όπου βρίσκονταν οι απεργοί. Στη διαδρομή ο Χρυσάνθου τρομοκρατούσε τους πάντες. Το πρωί της 21ης Αυγούστου 1916 ζήτησε συνάντηση με τον Σπέρα και τη διοίκηση του σωματείου για διαπραγματεύσεις. Αντί όμως γι’ αυτό, τους συνέλαβε και τους φυλάκισε. «Στη συνέχεια, παρέταξε τους χωροφύλακες σε θέση μάχης απέναντι στους συγκεντρωμένους μεταλλωρύχους, δίνοντάς τους προθεσμία πέντε λεπτών να διαλυθούν. Ταυτόχρονα, με το πιστόλι του σκότωσε εν ψυχρώ τον μεταλλωρύχο Θεμιστοκλή Kουζούπη» (Δημήτρης Τρωαδίτης).
Αμέσως εκτυλίχθηκε και γενικεύτηκε μια πραγματική μάχη, με τους χωροφύλακες να πυροβολούν και τους εργάτες να μάχονται με πέτρες, ξύλα και οτιδήποτε άλλο έβρισκαν μπροστά τους. Η συμπλοκή συνεχίστηκε με τους ανθρώπους της εργοδοσίας και τους χωροφύλακες να πυροβολούν σε κάθε κατεύθυνση. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων σκοτώθηκαν ακόμα τρεις εργάτες, οι Mιχάλης Zωίλης, Mιχάλης Mητροφάνης και Γιάννης Πρωτόπαπας. Οι απεργοί επιτέθηκαν με πέτρες στον αστυνόμο της Σερίφου, Ι. Τριανταφύλλου, και τον πέταξαν στη θάλασσα. Ομως εκεί που διοχέτευσαν όλο το μίσος τους ήταν προς τον υπομοίραρχο Χρυσάνθου, ο οποίος λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου και τον πέταξαν από την προβλήτα στη θάλασσα.
Οι απεργοί κατάφεραν να φτάσουν μέχρι τα γραφεία της μεταλλευτικής εταιρείας και απελευθέρωσαν τον Σπέρα και τους άλλους συναδέλφους τους που είχαν συλληφθεί. Ο τελικός απολογισμός των συγκρούσεων ήταν τέσσερις απεργοί νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Επίσης, κατά τη διάρκεια των συμπλοκών σκοτώθηκαν άλλοι δύο χωροφύλακες (συνολικά τρεις νεκροί) και σχεδόν όλη η δύναμη ήταν τραυματισμένη και άοπλη.
Μετά την απελευθέρωση της διοίκησης του σωματείου, γίνεται μεγάλη προσπάθεια να ηρεμήσει το οπλισμένο πλήθος και να σταματήσει το κυνηγητό των χωροφυλάκων. Τις επόμενες μέρες οι εξεγερμένοι ελέγχουν τα πάντα στο νησί. Στην απεργία συμπαραστάθηκαν και περίπου χίλιοι κάτοικοι.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου φτάνει το πολεμικό πλοίο «Αυλίς», με 250 στρατιώτες και δικαστικούς από τη Σύρο. Ετσι, αποκαθίστανται «ο νόμος και η τάξη». Η διοίκηση του σωματείου και μερικοί ακόμα εργάτες θα φυλακιστούν στη Σύρο. Ο Κώστας Σπέρας οδηγήθηκε στις φυλακές του φρουρίου Φιρκά στα Χανιά Κρήτης.
Τελικά, τα αιτήματα των απεργών έγιναν δεκτά (οκτάωρο, αύξηση ημερομισθίων και έλεγχος του ασφαλιστικού ταμείου αλληλοβοήθειας). Ο χώρος όπου έγινε η σύγκρουση στο Μεγάλο Λιβάδι, αλλά και τα μεταλλεία όπου θυσιάστηκαν πολλές ανθρώπινες ζωές, είναι από τους πολλούς ιστορικούς τόπους αγώνων της εργατικής τάξης της Ελλάδας. Φεύγοντας από τη Σέριφο, συγκράτησα την τελευταία εικόνα του νησιού. Ένα ιστιοπλοϊκό μάζευε τη τζένοά του καθώς έμπαινε στο λιμάνι κι ο ήλιος χαΐδευε απαλά τη Χώρα καθώς έγερνε πίσω από τα βουνά. Μια απόκοσμη σιωπή κυριαρχούσε στην αποβάθρα. Μπαίνοντας στο πλοίο, διέκρινα μια πινακίδα που αναφερόταν στη Ψιλή Άμμο. Όμως η φαντασία μου έπαιξε με τις λέξεις και η πινακίδα μετατράπηκε σε μια γραπτή υπόσχεση. Μια δήλωση πως σίγουρα θα επισκεφθώ ξανά το υπέροχο αυτό νησί.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ