24ο ΦΝΘ: Τα ντοκιμαντέρ που θέτουν ερωτήματα και ανοίγουν δύσκολα θέματα
Προκαλούν ενδιαφέρουσες συζητήσεις στα πηγαδάκια των φεστιβαλικών θεατών.
Βρισκόμαστε κάπου στη μέση της διοργάνωσης του 24ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ και αρκετές ταινίες ήδη θέτουν αρκετά ερωτήματα και ανοίγουν δύσκολα θέματα προκαλώντας αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσες συζητήσεις στα πηγαδάκια των φεστιβαλικών θεατών.
Στρέψε το Σώμα σου στον Ήλιο
Για τους Σοβιετικούς υπήρχαν μόνο οι ήρωες πολέμου. Αυτό αναφέρει η Σάνα, η κόρη ενός Τατάρου στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού που πολέμησε στο Ανατολικό Μέτωπο, αιχμαλωτίστηκε από τους Ναζί, συμμετείχε στα εθελοντικά ναζιστικά τάγματα, αυτομόλησε στον αμερικάνικο στρατό όπου συνεργάστηκε μαζί τους ως διερμηνέας, φυλακίστηκε από τους Βρετανούς ως αιχμάλωτος πολέμου για να καταλήξει σχεδόν αθόρυβα μετά τον πόλεμο στα γκούλαγκ του Στάλιν ως ένοχος εσχάτης προδοσίας. Τα ίχνη αυτού του ανθρώπου προσπαθούν να ανακαλύψουν οι κόρες του – ιδίως η Σάνα – κάνοντας ένα τεράστιο ταξίδι από άκρη σε άκρη σε όλη την Ευρώπη.
Η Αλιόνα φον Ντερ Χορστ προσπαθεί να φωτίσει όσο είναι εφικτό ένα από τα θολά ποτάμια της Ιστορίας. Ακολουθεί τη Σάνα σε ένα μεγάλο ταξίδι τεκμηρίωσης και δικαίωσης της μνήμης του πατέρα της. Αξιοποιεί έξοχα ιστορικά κινηματογραφικά τεκμήρια της εποχής, τα οποία επεξεργάζεται με προσοχή προσπαθώντας να αποτυπώσει αφηγηματικά και κινηματογραφικά αυτή την ίδια θολή και σκοτεινή ατμόσφαιρα της Ιστορίας. Σκοπός της να αναδείξει όσο μπορεί την θέση των Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου, τους οποίους η ίδια η Ρωσία του Στάλιν θεώρησε ως τα μαύρα πρόβατα της Ιστορίας του Β΄Παγκοσμίου και τους εκτόπισε τιμωρητικά στα γκούλαγκ προσπαθώντας να αποκρύψει την παρουσία τους. Η αναφορά που γίνεται σε κάποιο σημείο στο έργο του Σολζενίτσιν Αρχιπέλαγο Γκουλάγκ δεν είναι φυσικά καθόλου τυχαία. Τόσο η Σάνα όσο και η Ντερ Χορστ ξέρουν καλά τις πήγες που πρέπει να ξεσκονίσουν.
Ωστόσο παρά την αρτιότητα και την καλή πρόθεση της ταινίας είναι αρκετά δύσκολη, θολή και με επιμέρους σοβαρά κενά η κουβέντα για την μικροϊστορία του νεαρού Τατάρου που εκτοπίζεται στα γκούλαγκ όσο και γενικότερα το θέμα των αιχμαλώτων πολέμου της πρώην ΕΣΣΔ. Η συζήτηση ίσως γίνεται ακόμη πιο άβολη και δύσκολη για την ταινία όταν μπαίνουμε στο θεματικό πεδίο των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν ιστορικά κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και με αφορμή αυτόν και την απόπειρα σχετικοποίησης των σταλινικών εκκαθαρίσεων (με την αναφορά της Σάνα στον κανίβαλο Στάλιν και τις συνεχείς εναλλαγές των εικόνων των Στάλιν και Χίτλερ) με τα φρικιαστικά εγκλήματα που διέπραξε ο ναζισμός στην Ευρώπη.
Σε ότι αφορά την ίδια την ιστορία της ταινίας τα θολά σημεία που εντοπίζει ο θεατής έχουν να κάνουν με σοβαρά θέματα όπως με ποιον τρόπο ο νεαρός Τατάρος έγινε από μέλος των εθελοντικών ταγμάτων των Ναζί διερμηνέας των Αμερικανών στρατιωτών; Με βάση ποια μόρφωση το κατόρθωσε αυτό; Είχε την ευκαιρία κατά την εκτόπιση του στα Ουράλια να μελετάει βιβλία και επιπλέον ενώ ξετυλίγει με όμορφο τρόπο το ρομαντικό εξ αποστάσεως ειδύλλιο του με την κατοπινή σύζυγο του δεν μας αναφέρει απολύτως τίποτα για την κοινή ζωή τους μετά τα γκούλαγκ και την σχέση που είχε η κόρη με τον πατέρα της καθώς μεγάλωνε. Με αυτά και άλλα πολλά ζητήματα ως σκέψεις η κουβέντα που προκαλεί η ταινία και τα ιστορικά ερωτήματα που ανακινεί είναι πραγματικά κάτι παραπάνω από ενδιαφέροντα.
Τζειν και Σαρλότ
Η Σαρλότ Γκενσμπουρ και η Τζειν Μπίρκιν είναι δύο προσωπικότητες μια μυθικής οικογένειας. Εξ αρχής η Σαρλότ έχει μια αρκετά τολμηρή και δημιουργική ιδέα να αναμετρηθεί on camera με την μητέρα της σε μια ανοιχτή συζήτηση εφ’ όλης της ύλης με χαρακτήρα βιογραφικό για την Τζειν Μπίρκιν. Στην παραγματικότητα ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει αρκετά μουδιασμένο και αδιάφορο για την συντριπτική πλειοψηφία των θεατών.
Με εξαίρεση την πολύ όμορφη σκηνή της επίσκεψης μετά από χρόνια του διαμερίσματος του Σερζ Γκενσμπουρ, που ξυπνάει μνήμες και προκαλεί αφηγήσεις και μαρτυρίες της ιδιαίτερης σχέση τους αλλά δίνει και στοιχεία μιας άλλης εποχής της ζωής τους. Στο υπόλοιπο μεγάλο μέρος της ταινίας η αέναη κουβέντα μαμάς και κόρης με φόντο την επανεμφάνιση της Μπίρκιν σε μια σειρά συναυλιών ή η συνάντηση τους στο εξοχικό σπίτι της Μπίρκιν εκεί όπου τρεις γενιές γυναικών αυτής της ξεχωριστής οικογένειας συναντιέται και απολαμβάνει τη φύση μοιάζει να μην στοχεύει στο ίδιο το κοινό παρά δημιουργεί την εικόνα μιας αυτοαναφορικής συνάθροισης που δεν μας προσφέρει και πολλά.
Femicidio
Η Νίνα Μαρία Πασχαλίδου εστιάζει το ενδιαφέρον της σε ένα θέμα που συνταράσσει ολοένα και περισσότερο την ελληνική κοινωνία με την δυναμική του, την έμφυλη βία και τις γυναικοκτονίες. Ωστόσο δεν ασχολείται με την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα αλλά με την ιταλική αναδεικνύοντας μια σειρά από αντίστοιχες ιστορίες ενδοοικογενειακής βίας που συντάραξαν την Ιταλία. Το μοτίβο της δράσης των κακοποιητών και δολοφόνων που αφορούν στην συντριπτική πλειοψηφία άτομα του στενού οικογενειακού κύκλου αυτών των γυναικών Το αποτέλεσμα δεν αναδεικνύει εν τέλει το πρόβλημα σε τοπικό επίπεδο αλλά του δίνει μια ευρύτερη πανευρωπαϊκή διάσταση. Άλλωστε και τα στατιστικά που παραθέτει η ταινία δίνουν αυτή την ευρύτερη διάσταση σε όλη την Ευρώπη.
Η Πασχαλίδου καταγράφει αυτή την σκληρή κοινωνική πραγματικότητα μέσα από συνεντεύξεις θυμάτων αλλά και των οικογενειών τους, ζητώντας την τεκμηριωμένη άποψη επιστημόνων αλλά και ακτιβιστριών – φεμινιστικών οργανώσεων. Παρουσιάζει τα γεγονότα χωρίς καμιά ωραιοποίηση, όπως συνέβησαν, και παρουσιάζει μια πραγματικότητα ζοφερή σε κοινωνικό επίπεδο. Μια πραγματικότητα στην οποία η ευθύνη πηγάζει από την ίδια την κοινωνία και τα πατριαρχικά στερεότυπα με τα οποία τροφοδοτεί τις νεότερες γενιές, τα media που πραγμοποιούν και χρησιμοποιούν το γυναικείο σώμα με ανεύθυνο και πρόστυχο τρόπο (στην Ιταλία όπως ορθά επισημαίνεται στην ταινία η ευθύνη αυτή αφορά στον μπερλουσκονισμό και στην επαφή του με τα media που ανέδειξε αυτή την χειριστική συμπεριφορά για το γυναικείο σώμα υποτιμώντας πλήρως την προσωπικότητα των γυναικών), τον ανεύθυνο και αδιάφορο τρόπο με τον οποίο η ίδια η Πολιτεία και το Κράτος χειρίζονται τις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας και γυναικτονίας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η Λάουρα, μια από τις γυναίκες που βίωσαν αυτή την βία, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο της ταινίας όχι μόνο μέσα από την μαρτυρία της αλλά πολύ περισσότερο μέσα από τον δύσκολο αγώνα της για να επανέλθει στην κανονικότητα, ένα απτό παράδειγμα ενθάρρυνσης για όλες τις γυναίκες που βιώνουν την ίδια κατάσταση. Ελπίζω προσωπικά το Femicidio να ταξιδέψει όσο γίνεται περισσότερο ανοίγοντας όσο είναι δυνατόν αυτή την επείγουσα χρήσιμη συζήτηση που δικαιώνει την δημιουργία της ταινίας.
5 ½ χρόνια
Μια ταινία καταγραφή των μαρτυριών και των εμπειριών των δημοσιογράφων που κάλυψαν δημοσιογραφικά την δίκη της Χρυσής Αυγής. Η ταινία φυσικά δεν στέκεται μόνο σε αυτό το επίπεδο αλλά επιπλέον θέτει σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο που έπαιξαν τα ελληνικά media στην κάλυψη της δίκης αλλά και του πως έφτασε η ελληνική κοινωνία να αναδείξει σε τρίτο κόμμα την Χρυσή Αυγή.
Από την ταινία βέβαια λείπει το στοιχείο του τι άλλαξε (και αν άλλαξε τελικά κάτι) σε αυτά τα πέντε χρόνια που η οργάνωση βρέθηκε στο σκαμνί του κατηγορούμενου αλλά επίσης και η άποψη εκείνων των δημοσιογράφων που με το ρεπορτάζ τους ή με την σιωπή τους βοήθησαν ώστε το φαινόμενο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα να αποκτήσει λαιφστάϊλ, ακτιβιστικά ή πιο γενικότερα αθώα χαρακτηριστικά. Παρ’ όλα αυτά κάθε ταινία που αφορά στο θέμα της ακροδεξιάς και της ιδεολογίας της είναι χρήσιμη ακόμα κι αν λειτουργεί στο επίπεδο της υπενθύμισης.