Αύγουστος στη Θεσσαλονίκη: «Σαν να είμαστε περισσότεροι φέτος»
Τι λένε και τι κάνουν όσοι έμειναν στην πόλη - Στιγμιότυπα από το αστικό καλοκαίρι
Κάθε Αύγουστο, το μελίσσι των μεγαλουπόλεων λιποτακτεί απ’ την κυψέλη του. Το βουητό ξεθυμαίνει, οι δρόμοι ανασαίνουν, τα ρολά των μαγαζιών κατεβαίνουν σαν βαριά βλέφαρα.
Φέτος, ωστόσο, στη Θεσσαλονίκη, σαν να είμαστε περισσότεροι.
Στον σωρό των χαμένων βεβαιοτήτων των Ελλήνων προστέθηκε –για άλλους εσχάτως, για άλλους εδώ και μια δεκαετία- και αυτή των καλοκαιρινών διακοπών. Η ακρίβεια είναι πλέον τόσο απτή, που δε γίνεται να μην σκοντάψει κανείς πάνω της.
Αν και οι ειδικοί επί του τουρισμού κάνουν λόγο για πολύ μεγάλη κινητικότητα, αυτή δεν αντικατοπτρίζεται στον τζίρο των καταστημάτων. Οι επιχειρηματίες που βλέπουν άπραγοι τη χαμηλή κατανάλωση, οι τουρίστες που προσπαθούν να μην ξοδέψουν, αλλά και όσοι δεν κατάφεραν να φύγουν καθόλου από την πόλη μιλούν στην Parallaxi για τον φετινό Αύγουστο στη Θεσσαλονίκη.
Η λαβωμένη εστίαση και τα εμπορικά καταστήματα
«Φέτος είχαμε τον χειρότερο χειμώνα, χειρότερο και από αυτόν των μνημονίων» εξομολογείται ο κ. Χαράλαμπος Δασκαλόπουλος, που διατηρεί κατάστημα εστίασης στην πλατεία Άθωνος. «Αυτό κράτησε σχεδόν ως τον Απρίλιο. Ο Μάιος θύμιζε στην αρχή του εποχές προ καραντίνας, όμως αμέσως μετά έπαιξε καθοριστικό ρόλο η δεινή οικονομική κατάσταση του κόσμου. Ακόμη και αυτοί που είχαν μια οικονομική άνεση, αιφνιδιάστηκαν από τους υψηλούς λογαριασμούς στο ρεύμα και το αέριο και ματαίωσαν τις διακοπές τους για να ανταπεξέλθουν. Όλος ο κόσμος είναι αγχωμένος γι’ αυτό» συνεχίζει.
«Το υπόλοιπο καλοκαίρι είναι πεσμένο, αν και βλέπω περισσότερο κόσμο να μένει φέτος στην πόλη. Τα προηγούμενα χρόνια τέτοιο καιρό τα σαββατοκύριακα κλείναμε, γιατί δεν είχε νόημα να ανοίξουμε για δυο-τρεις ανθρώπους. Τώρα μένουν περισσότεροι, οι τζίροι όμως δεν είναι αντίστοιχοι. Εδώ έρχονται κυρίως νέοι άνθρωποι, που ταξιδεύουν οικονομικά με φθηνά αεροπορικά εισιτήρια. Παρότι έρχονται από βόρειες χώρες, με πολύ πιο ακριβές τιμές στα εστιατόρια, εδώ διαβάζουν μία ώρα τον κατάλογο».
«Περιορίζονται στα 7-8 ευρώ, παίρνουν μια σπιτική λεμονάδα και έναν ελληνικό καφέ. Βέβαια έχουν και αυτοί το άγχος τους για τον χειμώνα, γιατί και οι δικές τους χώρες πλήττονται. Αυτό που σε σώζει κάπως είναι η χαρά να γνωρίζεσαι με νέους ανθρώπους, είναι συμπαθείς. Επειδή ακριβώς έχει περάσει όλη αυτή η περίοδος που μας άφησε πίσω στις πληρωμές μας και με το ρεύμα να έχει ακριβύνει τόσο που να μην μπορούμε να ανταποκριθούμε, δεν ξέρω πώς θα μπορέσει να ανταποκριθεί η εστίαση, όταν όλα ακριβαίνουν».
Παρόλο που τα εμπορικά καταστήματα βρίσκονται στην καρδιά της εκπτωτικής περιόδου, οι αγορές των καταναλωτών παραμένουν συγκρατημένες. Ο κ. Νίκος Χυτήρογλου, που διατηρεί εμπορικό κατάστημα στην οδό Ερμού, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η κίνηση εν μέσω εκπτώσεων ήταν σχετικά υποτονική, σε σχέση με παλιότερα χρόνια. Κάθε χρόνο τα πράγματα είναι και λίγο χειρότερα. Αν και όλη η αγορά έχει πολύ καλές τιμές, ο κόσμος προφανώς λόγω της γενικής ακρίβειας που έχει να αντιμετωπίσει, αλλά και λόγω των δυσοίωνων προβλέψεων για τον χειμώνα, είναι περιορισμένος».
Πώς επηρεάζουν οι καλοκαιρινές διακοπές τα ταμεία των καταστημάτων; Ο κ. Χυτήρογλου απαντά: «Η απουσία λόγω καλοκαιρινών διακοπών παίζει ρόλο όσον αφορά τους Έλληνες καταναλωτές, αρκετοί απ’ τους οποίους έχουν φύγει. Περιμέναμε όμως περισσότερες αγορές από τους τουρίστες. Φέτος όμως ο τζίρος μας έχει μεγάλη πτώση, σε σχέση με τις αγορές των ξένων».
Τα τουριστικά γκρουπ
Οι νεότεροι επισκέπτες της Θεσσαλονίκης αγαπούν τη Νέα Παραλία και απολαμβάνουν τις φωτογραφίες στις Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου. Το ποσοστό των γαλλόφωνων τουριστών παρουσιάζεται ιδιαίτερα αυξημένο φέτος το καλοκαίρι, με τα ιστορικά μνημεία της πόλης, αλλά και τις γαστρονομικές απολαύσεις σε φυσιολογικά επίπεδα τιμών να είναι τα κυριότερα σημεία ενδιαφέροντος για τους ταξιδιώτες.
Ένα γκρουπ τουριστών από το Βέλγιο μίλησε στην Parallaxi για την εμπειρία του από το ταξίδι στη Θεσσαλονίκη: «Δεν περιμέναμε να είναι τόσο όμορφα. Επισκεφθήκαμε πολλές εκκλησίες, την Παραλία και τον Λευκό Πύργο. Μας αρέσει πολύ το φαγητό της Θεσσαλονίκης και το ούζο. Θα θέλαμε να επισκεφτούμε κι άλλους κοντινούς προορισμούς, αλλά δεν ξέρω αν θα προλάβουμε».
Ρωτώντας τους αν εντόπισαν κάποιο αρνητικό στοιχείο στην πόλη, η απάντηση ήταν ομόφωνη: «Θα μπορούσε να ήταν πιο καθαρή, έχουμε δει σκουπίδια ακόμη και στα πάρκα, που δε θα έπρεπε. Επίσης, δεν είδαμε πουθενά δημόσιες τουαλέτες».
Κι αυτοί που μένουν;
Για τα δεδομένα του Αυγούστου, η Θεσσαλονίκη δεν είναι σε καμία περίπτωση άδεια. Μπορεί η εικόνα της πόλης σε ορισμένες στιγμές της ημέρας να υπενθυμίζει έντονα την απουσία των αδειούχων, ωστόσο, συγκριτικά με άλλες χρονιές, πολλοί είναι εκείνοι που γεύονται αναγκαστικά το αστικό καλοκαίρι.
Η Ελένη είναι εργαζόμενη και μητέρα δύο παιδιών. Περνάει «θέλοντας και μη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το καλοκαίρι της στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. «Σκέψου ότι εγώ ήμουν από τους ‘τυχερούς’, γιατί κληρώθηκα ως δικαιούχος του προγράμματος Τουρισμός για Όλους. Όταν όμως προσπάθησα να κλείσω δωμάτιο, σε κάποια κοντινή περιοχή, μόνο που δε γέλασαν οι άνθρωποι. Δεν υπήρχε τίποτα για τον Αύγουστο, είναι λογικό. Έπειτα δεν έψαξα για πιο μακριά, γιατί και τα έξοδα ανεβαίνουν, αλλά και η κούραση της οργάνωσης με εξοντώνει. Και είμαστε ήδη πολύ κουρασμένοι ψυχολογικά με όσα συμβαίνουν. Θα προσπαθήσω τουλάχιστον να στείλω τα παιδιά στο χωριό, στους παππούδες, έστω για να αλλάξουν παραστάσεις», εξομολογείται.
Τα αδιανόητα ποσά των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος που κλήθηκαν να καταβάλουν φέτος οι πολίτες θάβουν οριστικά το ενδεχόμενο παραθερισμού. Η Δήμητρα και ο Χρήστος, ζευγάρι που κατοικεί στο κέντρο της πόλης, αναφέρουν: «Τον Μάιο μας ήρθε ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ρεύματος και ήταν 1.000 ευρώ! Όταν το είδαμε, κοιταχτήκαμε και είπαμε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάμε φέτος ούτε δυο μέρες διακοπές, αν θέλουμε να τον πληρώσουμε».
Και πώς απαλύνεται η αυγουστιάτικη παραμονή στην πόλη; Οι εικόνες μας δείχνουν ότι υπάρχουν τρόποι. Από την ανάγνωση ενός βιβλίου υπό σκιά και την επαφή με το αστικό πράσινο, μέχρι τις απογευματινές και βραδινές βόλτες στην παραλία, με το ιαματικό της ηλιοβασίλεμα και, γιατί όχι, μ’ ένα παγωτό στο χέρι.