Χτες βράδυ στο Καυτατζόγλειο

Δεν μου έχει ξανατύχει να δακρύσω σε συναυλία. Τη στιγμή που εμφανίστηκε στις οθόνες του Καυτατζογλείου να τραγουδά τη Ρόζα όμως βούρκωσα. Πήγα γιατί η Μαργαρίτα Μυτιλιναίου και ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης, αγαπάνε όσο λίγοι άνθρωποι το ελληνικό τραγούδι, άρα αποκλείεται να έκαναν κακή δουλειά. Γιατί το είχε υποσχεθεί στους ηλικιωμένους των ΚΑΠΗ Θεσσαλονίκης, να παίξει […]

Γιώργος Τούλας
χτες-βράδυ-στο-καυτατζόγλειο-8107
Γιώργος Τούλας
1jpg.jpg

Δεν μου έχει ξανατύχει να δακρύσω σε συναυλία. Τη στιγμή που εμφανίστηκε στις οθόνες του Καυτατζογλείου να τραγουδά τη Ρόζα όμως βούρκωσα.

Πήγα γιατί η Μαργαρίτα Μυτιλιναίου και ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης, αγαπάνε όσο λίγοι άνθρωποι το ελληνικό τραγούδι, άρα αποκλείεται να έκαναν κακή δουλειά.

Γιατί το είχε υποσχεθεί στους ηλικιωμένους των ΚΑΠΗ Θεσσαλονίκης, να παίξει για κείνους και η συναυλία είχε μια ιδιαίτερη σημασία, πέρα του συμβολικού μουσικού μνημοσύνου και της απόστασης τώρα πια των μηνών από το θάνατο του.

Και γιατί για τον καθένα, από τους 30 χιλιάδες ανθρώπους που ήμασταν εκεί και μερικά ακόμα εκατομμύρια εκεί έξω ο Μητροπάνος είναι κάτι διαφορετικό. Για μένα είναι τα παιδικά μου χρόνια. Είναι μια παλιά κασέτα σε ένα μουσταρδί Τάουνους στα μέσα του εβδομήντα, να γυρίζουμε δυο οικογένειες στριμωγμένες  σε ένα αμάξι από τη Χαλκιδική και στα Μουδανιά να παίζει Καλοκαίρια και Χειμώνες. Είναι ο Άγιος Φεβρουάριος σε ένα βινύλιο στο σπίτι μιας παιδικής μου φίλης που ο μεγαλύτερος αδερφός της μας μάθαινε μουσική και είχαμε κολλήσει. Είναι τα τραγούδια της παρέας στο δεύτερο πρόγραμμα του ’80. Μια βραδιά στο θέατρο των Συκεών, πριν χρόνια πολλά που η Άννα μας έβαλε στα παρασκήνια και τον βλέπαμε να χορεύει, με μια στροφή όλη και όλη, ένα ζεϊμπέκικο. Είναι η φωνή που έψαχνε η Ελλάδα να πατήσει μετά το Μπιθικώτση. Είναι το Δυο Νύχτες, ένα μεσημέρι Παρασκευής στο Ράδιο Ανατολικός το 1993, να το παίζω δυο φορές απανωτά και να ραγίζουν καρδιές. Είναι ο πιο αντρίκιος λυγμός που άκουσα ποτέ. Είναι όλα.

Και χτες βράδυ στο Καυτατζόγλειο, στα μάτια κάτι πιτσιρικάδων μπροστά μου, όχι πάνω από δεκαεννιά, η ώρα που ο Στέλιος Διονυσίου έλεγε  τα κλασικά του ζεϊμπέκικα και στην οθόνη στο βάθος ήταν αναμμένη μια φωτογραφία του να τον λούζουν οι προβολείς στην πίστα με ένα μαύρο κοστούμι, ο Μητροπάνος ήταν σαν να μην έφυγε ποτέ. Σπουδαίος ήταν ρε φίλε, είπε ο πιτσιρίκος και κει ξαναβούρκωσα. Χτες βράδυ στο Καυτατζόγλειο περίπου συνωμοτήσαμε μεταξύ μας, πως κάθε φορά που ένα ραδιόφωνο θα παίζει τις Θάλασσες η καρδιά θα παίρνει μια βαθιά ανάσα. Θα σ’αγαπώ, μη μου συννεφιάζεις…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα