Θεσσαλονίκη

Επιλέγοντας να κατοικήσεις σε ένα πρώην μαγαζί 30 τ.μ.

Θα έμενες σε ένα παλιό ψιλικατζίδικο ή σε χώρο που στέγαζε μια οικογενειακή επιχείρηση; Πώς όλο αυτό αλλάζει την ταυτότητα των γειτονιών;

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
επιλέγοντας-να-κατοικήσεις-σε-ένα-πρώ-1095995
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Εικόνες: Γιώργος Νιάκας

Θα έμενες σε ένα παλιό ψιλικατζίδικο; Η σε έναν χώρο που κάποτε μπορεί να ήταν ραφείο ή να στέγαζε για χρόνια μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση; Οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, η έλλειψη στέγης, η αλλαγή μοντέλου για το ιστορικό κέντρο που παραδίδεται στην εστίαση και τον τουρισμό αλλάζουν δραματικά το σκηνικό κατοικίας στην πόλη. 

Στις γειτονιές του κέντρου και της ανατολικής Θεσσαλονίκης, τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερα ισόγεια ανεκμετάλλευτα ισόγεια αποκτούν ξανά «ζωή» και μπαίνουν στην καθημερινότητα της πόλης είτε στο πεδίο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, είτε και ως μόνιμες κατοικίες.

Βαλαωρίτου, Συγγρού, Ολυμπιάδος, Παρασκευοπούλου, Δωδεκανήσου, Ροτόντα, Ολύμπου, Φιλίππου, Πατρών, Βελισσαρίου, Καλλιδοπούλου, ισόγειοι χώροι που μέχρι πρότινος είχαν επαγγελματική χρήση μετατρέπονται σε κατοικίες.

Χώροι που μπορεί να αγοραστούν με 300 – 400 ευρώ το τ.μ, να… μεταμορφωθούν ριζικά και να πωλούνται έως και σε τριπλάσια τιμή πάνω το τ.μ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και κατασκευές της δεκαετίας του 70′ που έχουν ανακαινιστεί πλήρως και έχουν εξοπλιστεί με όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό για να φιλοξενήσουν το νέο τους ένοικο, να πωλούνται στην πόλη έως και 2.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο.

Κανείς κάτοχος τέτοιων χώρων δε θέλει να τα αφήνει ξενοίκιαστα και ανεκμετάλλευτα, σημειώνουν άνθρωποι της μεσιτικής αγοράς, και γι’ αυτό το λόγο αποφασίζουν να κάνουν μία φτηνή σχετικά επένδυση για την μετατροπή τους σε… σπίτια τσέπης.

Με τα ενοίκια στα ύψη, και την εύρεση στέγης στο κέντρο της πόλης να εξελίσσεται σε εξίσωση για δυνατούς λύτες,  που διώχνει διαρκώς κατοίκους πρός όφελος των επισκεπτών και των τουριστών, δεν δημιουργεί έκπληξη στους γνώστες της αγοράς, ότι τα ”σπίτια” αυτά επιλέγονται και από ανθρώπους που αποφασίζουν να περάσουν τη ζωή τους μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα. Στα νέα ιδιόμορφα σπίτια κλουβιά. Που κάποιοι τα λένε χάρην ωραιοποίησης σπιρτόκουτα.

Στην πλειοψηφία τους άλλωστε, είναι καλές κατασκευές, πλήρως ανακαινισμένες.

Ιδιαίτερα, το γεγονός ότι πρόκειται για χώρους με αυτόνομη είσοδο και θέρμανση, που δεν συνδέονται με οικοδομή, κοινόχρηστα και λοιπές υποχρεώσεις που υπάρχουν σε μια οικοδομή, προσελκύει ακόμη περισσότερους νέους που δεν θέλουν και πολλά… πάρε – δώσε με ιδιοκτήτες και ενοικιαστές σε πολυκατοικίες.

Στη… ζυγαριά βέβαια μπαίνουν και τα αρνητικά που συνοδεύουν μια τέτοια επιλογή τόσο σε προσωπικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Για παράδειγμα αποτελεί ζήτημα το θέμα της ασφάλειας, καθώς μιλάμε σε πολλές περιπτώσεις για χώρους που βρίσκονται πάνω στο δρόμο και μπορεί να είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε σχέση με ένα διαμέρισμα πολυκατοικίας.

Και φυσικά το γεγονός ότι η τάση αυτή δημιουργεί μια ξεχωριστή συνθήκη για την έννοια της γειτονιάς, όπως την αντιλαμβανόμαστε οι περισσότεροι από εμάς και την αναπολούμε πολλές φορές.

Άνθρωποι που μένουν σε σπίτια – κουτιά, αποκομμένα από τις οικοδομές της υπόλοιπης περιοχής, με ανθρώπους που μένουν σε αυτά είτε λίγες ημέρες, είτε ένα κομμάτι της ζωής τους και δεν αναπτύσσουν καμία κοινωνική επαφή μεταξύ τους.

Από την άλλη όμως σπίτια που μπορεί στο εσωτερικό τους να κρύβουν… παράδεισους, καθώς να συνδέονται με ακάλυπτο που ο κάτοχος του χώρου να τον διαμορφώνει έτσι, ώστε να φτιάξει έναν όμορφο κήπο.

Η Χάρις Χριστοδούλου, Αρχιτέκτονας Πολεοδόμος, Αν.Καθηγήτρια, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΑΠΘ, αναφέρει στην parallaxi για το θέμα:

«Σε κάποιες περιοχές της Θεσσαλονίκης περιμέναμε τις εξελίξεις αυτές, μιας και υπάρχει παλαιωμένο και υποβαθμισμένο απόθεμα που παρέμενε αναξιοποίητο. Δεν είναι απαραίτητα ένα αρνητικό φαινόμενο, και συμβαίνει σε περιοχές λιγότερο κεντρικές. Δείχνει και την ευελιξία του προτύπου της ελληνικής πολυκατοικίας να αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν.

Για παράδειγμα στην περιοχή γύρω από το Ιπποκράτειο το απόθεμα αυτό αξιοποιείται για να γίνουν airbnb που φιλοξενούν συνοδούς ασθενών. Αλλού, προς την Άνω Πόλη ή περισσότερο κεντρικά, αξιοποιείται για βραχυχρόνιες μισθώσεις, για τουρίστες, για κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, για ψηφιακούς νομάδες (;) ή ως φοιτητική κατοικία. Σε περιοχές όπως πάνω από τη Βασ. Όλγας, την Κασσάνδρου και την Ολυμπιάδος η τάση ξεκίνησε τον καιρό της οικονομικής κρίσης, με τα κενά ισόγεια να μετατρέπονται σε πάρκινγκ που επί της ουσίας όμως δεν προσφέρουν τίποτα στο γενικό επίπεδο διαβίωσης, πέρα από μια ατομική εξυπηρέτηση. Βγάζουν απλώς μία θέση στάθμευσης από το πεζοδρόμιο και τη βάζουν μέσα σε ένα κλειστό χώρο. Επομένως η στροφή στην κατοικία είναι πολύ καλύτερη από το να βλέπεις έρημες ή τυφλές όψεις. Από το να υπάρχει ένας χώρος κενός ή ένα πάρκινγκ, μια εικόνα αποθήκης με κατεβασμένα ρολά, καλύτερα ισόγεια κατοικία και ανακαινισμένη πρόσοψη.

Δεν πρέπει να μας ξενίζει η εικόνα ενός ισόγειου διαμερίσματος. Απλώς στην Ελλάδα έχουμε ένα συγκεκριμένο κυρίαρχο πρότυπο για την κατοικία και τη σύνδεσή της με την πολυκατοικία, με καταστήματα με διάφορες χρήσεις στο ισόγειο και κατοικία στους ορόφους. Όμως αυτή είναι μια γενική εικόνα. Δεν είναι πρωτοφανές για τη Θεσσαλονίκη να υπάρχουν σπίτια σε ισόγεια ή ημιυπόγεια, σε άμεση σχέση με το πεζοδρόμιο, αλλά σε απόκεντρες γειτονιές, όχι σε κεντρικές οδούς. Στο εξωτερικό, είναι συνηθισμένο να υπάρχει μεγαλύτερη αμεσότητα ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο. Θα φέρω ως παράδειγμα το Άμστερνταμ. Βλέπεις μια τζαμαρία που πιστεύεις ότι είναι κατάστημα και στο βάθος τελικά είναι μια κατοικία που οι άνθρωποι μέσα διαβάζουν, μαγειρεύουν, ζουν την καθημερινότητά τους σε κοινή θέα.

Η μετατροπή ισόγειων καταστημάτων πολυκατοικιών σε ισόγειες κατοικίες είναι ένας μηχανισμός ανανέωσης και αξιοποίησης του υποβαθμισμένου αποθέματος. Προβληματικό είναι όταν οποιαδήποτε ανακαίνιση αναφέρεται σε βραχυχρόνια μίσθωση στον τομέα του τουρισμού, και δεν διατίθεται οικονομικά προσιτή κατοικία καλής ποιότητας για τους μόνιμους κατοίκους. Άρα, το μεγάλο ζήτημα που τίθεται είναι το πού ρίχνεις το βάρος. Στους τουρίστες ή στους μόνιμους κατοίκους και την ίδια την πόλη; Και αυτό δεν μπορεί να το κάνει η αγορά από μόνης της. Όσο δεν μπαίνουν όρια από την πολιτεία στη βραχυχρόνια μίσθωση, τόσο η κατάσταση που θα διαμορφωθεί θα είναι εις βάρος της πόλης και των μόνιμων κατοίκων, και όχι μόνο ως προς την κατοικία. Η συζήτηση λοιπόν που πρέπει να ανοίξει είναι πώς θα μπουν τα όρια αυτά και ποια θα είναι αυτά, αφού ο τουρισμός έχει αποκτήσει πλέον δυναμική αστικοποίησης στον τρόπο που αλλάζει τις πόλεις, ιδιαίτερα στον Ευρωπαϊκό Νότο. Όμως, ευρωπαϊκές πόλεις βάζουν όρια στην τουριστική εκμετάλλευση για να προστατεύσουν τους μόνιμους κατοίκους και να διασώσουν αυτά που θέλουν να διασωθούν, π.χ. υποδομές, πολιτισμός, φυσιογνωμία της πόλης. Δεν εξυπηρετούν αδιάκριτα και ανοργάνωτα τον τουρισμό. Χρησιμοποιούν τον αστικό τουρισμό για να βελτιώσουν την ποιότητα διαβίωσης για τους μόνιμους κατοίκους. Δείτε την περίπτωση του Άμστερνταμ και της Βαρκελώνης.

Βέβαια, στο εξωτερικό οι Δήμοι είναι αυτοί που ρυθμίζουν τέτοιου είδους θέματα, ενώ εδώ στην Ελλάδα πρέπει να δούμε ξανά ποιοι είναι οι φορείς που θα ασχοληθούν με το συγκεκριμένο ζήτημα. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης κάνει τη δική του προσπάθεια για την κατοικία, αλλά δεν διαθέτει όλα τα θεσμικά εργαλεία και τις απαραίτητες αρμοδιότητες για να εφαρμόσει μια ολοκληρωμένη πολιτική. Αν μπουν όρια στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, αυτό το ανανεωμένο απόθεμα θα δοθεί σταδιακά για μόνιμη κατοικία. Ήδη συμβαίνει αυτό σε περιοχές κορεσμένες τουριστικά. Θα πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία για να υπάρξουν κι άλλες χρήσεις στα ισόγεια, και να βρεθεί ξανά μεγαλύτερη ανάμειξη στον δρόμο.

Επομένως, όσον αφορά την περίπτωση της Θεσσαλονίκης θα μπορούσε να είναι μια εξέλιξη θετική για την πόλη, εφόσον τεθούν όρια και περιορισμοί, και προστασία της μόνιμης κατοικίας, και αξιοποιηθεί ως ευκαιρία αναζωογόνησης. Αρκεί να μην βλέπουμε το φαινόμενο μόνο μέσα από μεμονωμένες περιπτώσεις. Χρειάζεται να ξαναδούμε πώς να παρέμβουμε για να αποφευχθεί ολόκληρες γειτονιές ή κτίρια να είναι γεμάτα με Airbnb, ή επίσης να ξαναδούμε το πώς μπορεί να αλλάξει διαμόρφωση ένας δρόμος με περισσότερες ισόγειες κατοικίες. Μπορεί και να ζωντανέψει – ίσως να είναι μια ευκαιρία όλη η γειτονιά να συστηθεί και να συναντηθεί ξανά στο επίπεδο του δρόμου!»

Από τη μία λοιπόν, μια ταχύτατη αλλαγή σε γειτονιές του κέντρου της Θεσσαλονίκης, με «θύματα» τους κατοίκους που μένουν ήδη για χρόνια εκεί, όσους ψάχνουν σπίτια για μακροχρόνια μίσθωση, αλλά από την άλλη με κέρδη για το γεγονός ότι αναξιοποίητα ισόγεια μπαίνουν ξανά στο… παιχνίδι της καθημερινότητας και δίνουν τη δυνατότητα στην πόλη να προσελκύσει ταξιδιώτες από το εξωτερικό που αναζητούν τέτοιους χώρους για διαμονή, κάτι που ενδεχομένως θα αυξήσει τα τουριστικά έσοδα της πόλης.

Αναζητώντας σε δημοφιλείς πλατφόρμες θα διαπιστώσει ο καθένας το πού κινούνται οι τιμές ενοικίασης τέτοιων χώρων.

Για παράδειγμα, 24 τ.μ ισόγειο στην περιοχή στο Βαρδάρη με 1 υπνοδωμάτιο, 1 σαλοκουζίνα και μπάνιο, πλήρως επιπλωμένο, με ηλεκτρικές συσκευές, κατασκευασμένο το 1970, νοικιάζεται 500 ευρώ το μήνα.

Ισόγειο 34 τ.μ στην περιοχή της Ροτόντα, κατασκευής 1957 με 1 υπνοδωμάτιο, σαλόνι, κουζίνα, μπάνιο, κουφώματα συνθετικά, πόρτα θωρακισμένη, ντουλάπες, A/C, ηλεκτρικές συσκευές και εσωτερική σκάλα, πωλείται έναντι 110.000 ευρώ.

Ισόγειο 30 τ.μ μεταξύ Αριστοτέλους και Αγίας Σοφίας, ανακαινισμένο το 2023, με 1 υπνοδωμάτιο, ντουλάπα, σαλοκουζίνα εξοπλισμένη με ηλεκτρικές συσκευές και  μπάνιο, θωρακισμένη πόρτα, συνθετικά κουφώματα, αυτόνομη ατομική θέρμανση, πλήρως επιπλωμένο, πωλείται στο 88.000 ευρώ.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα