Ιχθυόσκαλα: Το πιο ζωντανό μέρος τα ξημερώματα στη Θεσσαλονίκη
Η Parallaxi πέρασε ένα ξημέρωμα στην περίφημη ιχθυόσκαλα, το κέντρο του εμπορίου αλιείας που προμηθεύει με ψάρια όλη τη Μακεδονία.
Λέξεις: Άκης Σακισλόγλου / Εικόνες: Μάριος Δαδούδης
Ήταν σχεδόν τρεις τα ξημερώματα όταν με τον φωτογράφο της Parallaxi, Μάριο Δαδούδη, μπήκαμε στη Νέα Μηχανιώνα. Για να φτάσουμε εκεί χρειαστήκαμε σχεδόν μισή ώρα οδικής διαδρομής μέσω Περαίας κατά την οποία δεν συναντήσαμε ούτε έναν άνθρωπο. Το παρατεταμένο lockdown δημιουργεί από τον περσινό Οκτώβριο τις πιο ρεαλιστικές κινηματογραφικές εικόνες ερημιάς. Ήταν καθημερινή, η κυκλοφορία απαγορεύονταν από ώρες. Τα σκοτάδια του επαρχιακού δικτύου απλώς συμπλήρωναν το δυστοπικό σκηνικό.
Η Νέα Μηχανιώνα, που δεν είναι πια και τόσο νέα (έναν αιώνα μετά τη δημιουργία της από την έλευση των Μικρασιατών προσφύγων) είναι μια παράξενη περιοχή. Έχει πληθυσμό περίπου 9.000 κατοίκους. Ούτε χωριό την λες, ούτε, όμως, και πόλη. Με θάλασσα που δεν προσελκύει τουρισμό αλλά με μια εκκλησία που μαζεύει προσκυνητές από όλη την Ελλάδα στα εννιάμερα της Παναγίας. Ένας πρώην αυτάρκης και αυτόνομος Δήμος που «υποβιβάστηκε» με τον Καλλικράτη και αποτελεί πλέον κοινότητα του Δήμου Θερμαϊκού με «έδρα» την Περαία, η οποία τις τελευταίες δεκαετίες γνώρισε απίστευτη ανοικοδόμηση ξεπερνώντας σε πληθυσμό τις γύρω περιοχές. Εκείνα τα μόλις 15 χιλιόμετρα απόσταση από τον αστικό ιστό έκαναν χιλιάδες Θεσσαλονικείς να αναζητήσουν εκεί κάποιο εργολαβικό σπίτι προ δεκαετίας.
Τι έχει, λοιπόν, η Μηχανιώνα που μπορεί να σε κάνει να την επισκεφθείς ξημερώματα με σκοπό να την φωτογραφίσεις; Την περίφημη ιχθυόσκαλα, το κέντρο του εμπορίου αλιείας που προμηθεύει με ψάρια όλη τη Μακεδονία. Ένα δυνατό brand name που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε όλη την περιοχή.
Κατεβήκαμε ως τη θάλασσα, μέσα στην ερημιά του άδειου παραλιακού μετώπου με τις ταβέρνες και τα καφέ, για να φτάσουμε από μια απότομη κατηφοριά στην απόλυτη αλλαγή εικόνων και ήχων.
Εκατοντάδες αυτοκίνητα παρκαρισμένα έξω από την ιχθυόσκαλα. Στην είσοδο οι φωτιζόμενες μπάρες άνοιγαν κι έκλειναν συνεχώς ώστε να εισέλθουν αλλά και να φύγουν δεκάδες φορτηγά, μικρά και μεγάλα, με ψυγεία και απλές καρότσες που έφερναν ή έπαιρναν ψάρια, αφού πρώτα ελέγχονταν από τους ανθρώπους της ασφάλειας της πύλης.
Είχαμε πια αφήσει τα σκοτάδια και την απόλυτη ακινησία μιας διαδρομής 35 χιλιομέτρων για να συναντήσουμε ένα από τα πιο πολύβουα μέρη της Θεσσαλονίκης όπου περισσότεροι από 80 τόνοι ψαριών βγαίνουν κάθε βράδυ κυριολεκτικά στη δημοπρασία ώστε να φτάσουν την επόμενη μέρα στο πιάτο μας.
Αν στο χώρο έξω από την ιχθυόσκαλα δυσκολευόσουν να βρεις πάρκινγκ για το ιδιωτικό σου αυτοκίνητο, μιας και οι εργαζόμενοι μέσα είναι πάνω από 100, μέσα στο προαύλιο της αγοράς, τα επαγγελματικά οχήματα χρειάζονταν ακόμα μεγαλύτερη υπομονή για να σταθμεύσουν κάπου κοντά ώστε να παραλάβουν ευκολότερα την πραμάτεια που σκόπευαν να αγοράσουν. Πορτ μπαγκάζ άνοιγαν βιαστικά. Καρότσια μετέφεραν τα φελιζόλ με το εμπόρευμα στους αγοραστές. Η μυρωδιά των ψαριών μπερδεύονταν με την υγρασία της θάλασσας. Είχαμε φτάσει σ’ αυτό που ψάχναμε. Λίγα μέτρα πιο εκεί, πριν την προβλήτα, μια ολοφώτιστη, από λευκούς προβολείς, αίθουσα μάς περίμενε για να μάς αποκαλύψει τα μυστικά της εμπορίας ψαριών σχεδόν από όλη την Ελλάδα στην αγορά της Μακεδονίας.
Η ιχθυόσκαλα είναι οι άνθρωποι της
Έχει τη δική της ανθρωπογεωγραφία η ιχθυόσκαλα. Την αποτελούν άνδρες κάθε ηλικίας, από 20 έως 65 ετών, με χέρια ελαφρώς πρησμένα και σκασμένα από τα νερά και το κρύο. Με ρυτίδες που λες και χαράσσονται με διαφορετικό τρόπο στο πρόσωπο όσων ξυπνούν στις 10 το βράδυ για να πάνε στη δουλειά. Η κίνηση των εργατών στο χώρο έχει κι αυτή μια συγκεκριμένη χορογραφία. Βήματα αργά και βλέμμα εξερευνητικό. Το μυαλό όλων λίγο στη δουλειά και λίγο στην επικοινωνία. Με φωνές και πειράγματα για αποσυμπίεση. Με σωματική επαφή, αγκαλιές και αναπαράσταση πυγμαχικών αγώνων μεταξύ συναδέλφων. Μεταξύ φίλων. Φωνάζουν και βρίζονται. Μετά κουβαλούν καρότσια, μαζεύουν τον κόσμο για κάποια δημοπρασία, σημειώνουν σε χαρτάκια κι έπειτα αφήνουν και πάλι τη σοβαρότητα στην άκρη για να πειράξουν έναν συνάδελφο από άλλο γραφείο που υποστηρίζει την αντίπαλη ομάδα.
«Απόψε που ήρθατε είμαστε χαλαρά», εξηγεί ο επόπτης της αγοράς, Γιώργος Ιωαννίδης. «Οκτώβριο και Νοέμβριο είναι η φουλ σεζόν μας και μετά Απρίλιο και Μάιο. Τα ψάρια που θα δείτε είναι λίγα. Είχε καιρό δυο μέρες συνεχόμενες και δεν δούλεψαν καλά μέσα», συμπληρώνει. Πράγματι, στο εσωτερικό της αγοράς υπήρχε μεν πολύς κόσμος αλλά και αρκετός ελεύθερος χώρος με τα καφάσια αραδιασμένα στα πλακάκια σε χαμηλές ντάνες. Κάθε που έμπαινε ένα φορτηγό στην ιχθυόσκαλα κουβαλώντας ψάρια από διάφορα λιμάνια, ο έμπορος τα παραλάμβανε και ξεκινούσε την δημοπρασία ενώ πολλά ήταν ήδη εκεί από το απόγευμα.
«Ξεκινάμε τη δουλειά κατά τις 10 το βράδυ. Πλένουμε τα ψάρια που ήδη έχουν έρθει, τα τακτοποιούμε, τα μετράμε, πετάμε τα σκάρτα, μαλώνουμε με το καΐκι, γεμίζουμε τα φελιζόλ με πάγο, καθαρίζουμε και ανοίγουμε στις 2 τα ξημερώματα», περιγράφει ο Χ., ένας πληθωρικός εργάτης της ιχθυόσκαλας. Πώς ξυπνάει κάποιος στις 10 το βράδυ να πάει για δουλειά; Τι ώρα να κοιμηθείς δηλαδή για βράδυ; «Δεν κοιμάσαι. Χουζουρεύεις λίγο κατά τις 8 και σηκώνεσαι. Ύπνο καταλαβαίνεις μόνο το πρωί όταν γυρίσεις από τη δουλειά. Ξυπνάς, κάνεις ό,τι προλαβαίνεις και μετά ξανά δουλειά. Αυτό κάνουμε μια ολόκληρη ζωή», απαντά στην αφελή απορία μου ο Σ.
Καθώς ο Μάριος ξεκινά τη φωτογράφηση, βρίσκουμε χρόνο να χαζέψουμε τα διαθέσιμα ψάρια: Από την κλασική σαρδέλα, τον γάβρο, τα μπαρμπούνια, τον μπακαλιάρο, μέχρι τόνους, ξιφίες, χιόνες, λαβράκια και κυπρίνους. Παραδίπλα στέκουν μύδια σε διχτάκια, γυαλιστερές, γαρίδες, όλα σε μικρότερες ποσότητες από τα βασικά είδη ψαριών. Δεν είμαστε οι μόνοι που χαζεύουμε την πραμάτεια των εμπόρων. Πολλοί επαγγελματίες είναι ήδη στην κεντρική σάλα και περιμένουν τις δημοπρασίες. Χτυπούν τιμές και περιμένουν αν κάποιος ανταγωνιστής θα τις ξεπεράσει. Αν πάρουν τελικά αυτό που θέλουν, ο έμπορος το σημειώνει στην καρτέλα του και δίνει εντολή στους υπαλλήλους να μαρκάρουν το όνομα του αγοραστή πάνω στα λευκά κουτιά.
Η ιχθυόσκαλα διαθέτει 45 γραφεία εμπόρων που αντιπροσωπεύουν το καθένα τους διαφορετικά καΐκια από πολλές περιοχές της Ελλάδας. Τα γραφεία διαθέτουν από 3-4 υπαλλήλους έως 10 κατά μέσο όρο ενώ υπάρχουν και έμποροι που απασχολούν ακόμα και 20 εργάτες σε διάφορες δουλειές του γραφείου τους.
Ο μεγαλύτερος αλιευτικός στόλος
Καταλαβαίνει εύκολα ο οποιοσδήποτε πως το εμπόριο αυτό των ψαριών δίνει ζωή σε όλη την περιοχή. Σε όλη τη Μηχανιώνα. Είναι ο οικονομικός πνεύμονάς της. Την ιχθυόσκαλα η Μηχανιώνα την διεκδίκησε και την πήρε περίπου το 1995. Μέχρι τότε βρίσκονταν μετά το ΦΙΞ στην περιοχή των Σφαγείων. Φυσικά και δεν ήρθε τυχαία στη Μηχανιώνα η ιχθυόσκαλα αφού οι κάτοικοι εδώ διαθέτουν τον μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο στην Ελλάδα, αποτελούμενο κυρίως από μηχανότρατες. Παλαιότερα είχε φτάσει και τα 50 καΐκια. Τώρα είναι λιγότερα αλλά και πάλι δίνουν μεγάλη οικονομική βοήθεια αφού το κάθε καΐκι απασχολεί από 7 έως 10 εργάτες. Είναι σπουδαία σκαριά οι μηχανότρατες. Βγαίνουν στη θάλασσα και με 7-8 μποφόρ. Ανοίγονται ως τη Λήμνο πολλές φορές κι έπειτα πιάνουν λιμάνι, ξεφορτώνουν την ψαριά τους και ξαναφεύγουν. Μερικές φορές αυτά τα ταξίδια κρατούν και 20 – 25 μέρες.
Παρατηρώ έναν έμπορο που μόλις παρέλαβε μια μεγάλη ποσότητα από ψάρια κι έχει μαζέψει γύρω του υποψήφιους αγοραστές. Ο τύπος είναι σαΐνι. Πρέπει να κάνει τη δουλειά αυτή περισσότερα από 30 χρόνια. Ξέρει πόσο να φωνάξει, τι να πει, πόσο να περιμένει καλύτερη προσφορά και σε ποια τιμή να κλείσει τη δημοπρασία ανάλογα με τη μέρα, τον αγοραστή, την ποιότητα των προϊόντων. Μετά από λίγα λεπτά το ενδιαφέρον του κοινού έχει κοπάσει. Ο έμπορος παίρνει τα μπλοκάκια του, σημειώνει τις τιμές που πούλησε για να ξέρει στο τέλος τι λογαριασμό θα κάνει, τι θα κρατήσει για τα έξοδα, για το ποσοστό του, για την ιχθυόσκαλα και, φυσικά, για το καΐκι που έφερε τα ψάρια στην αγορά.
Ένα καρότσι με ψάρια περνάει από μπροστά μου. Ο νεαρός που τα κουβαλά είναι ανέκφραστος. Δεν έχω καταλάβει αν δουλεύει για τον έμπορο ή στέκει εκεί, διαθέσιμος για κάθε γραφείο να κάνει το χαμαλίκι της μεταφοράς των ψαριών στα αυτοκίνητα των αγοραστών. Τον ακολουθώ. Βγαίνει στο πάρκινγκ και κατευθύνεται σε έναν κύριο, μάλλον ψαρά σε λαϊκή. Φορτώνουν τα ψάρια. Ο πελάτης τον ευχαριστεί και αποχωρεί. «Είναι αρκετοί αυτοί οι εργάτες», μας απαντά ο κύριος Γιώργος. «Πληρώνονται από τους αγοραστές για τη βοήθεια. Ξέρεις, τρία, πέντε ευρώ, αναλόγως την ποσότητα. Κάθονται μέχρι το πρωί», συμπληρώνει. Πράγματι, το εμπόριο στην ιχθυόσκαλα δεν τελειώνει πριν ξημερώσει. Πολλές φορές μέχρι εκείνη την ώρα έρχονται νέες ποσότητες από ψάρια ανάλογα με την περιοχή και την απόσταση που έχουν να διανύσουν τα φορτηγά. Οι έμποροι ξέρουν, τα περιμένουν και ενημερώνουν τους αγοραστές για να μη φύγουν. Φορτηγά με εμπόρευμα καταφθάνουν στη Μηχανιώνα όλη τη μέρα. Αν η ιχθυόσκαλα είναι κλειστή, διατηρούνται σε ψυγεία με καλή ψύξη και με φροντίδα για να πουληθούν την επόμενη νύχτα με το που ανοίξει η αγορά.
Μια δύσκολη χρονιά με κρύα και φόβο
Συναντάμε τον Χριστόδουλο στην προβλήτα, έξω από την κεντρική αίθουσα. Τον ρωτάμε γιατί ενοχλήθηκε από τις φωτογραφίες που ήδη βγάλαμε και του εγγυόμαστε πως αν δε θέλει, τις σβήνουμε εκείνη την ώρα. Μέσα σε λίγα λεπτά το πρόσωπο του αλλάζει όψη. Από καχύποπτο και εχθρικό μετατρέπεται σε ένα γλυκό βλέμμα γεμάτο λαϊκότητα. «Εχει πίεση η δουλειά, έχει αγώνα. Πού να ξέρω τι θέλατε να κάνετε; Δε μας είχαν ενημερώσει», απαντάει. Ο Χριστόδουλος έχει κάνει το εμβόλιο αλλά συνεχίζει να προσέχει. Φοράει τη μάσκα του, κρατάει αποστάσεις. «Πριν λίγες μέρες την έκανα μονή τη μάσκα. Για μήνες δούλευα με διπλή γιατί φοβόμουν τον ιό. Περάσαμε μια πολύ δύσκολη χρονιά κι ακόμα δεν ηρεμήσαμε. Αρρώστησαν αρκετοί. Όπως παντού δηλαδή έτσι κι εδώ. Μέσα στα κρύα και στον αέρα με ανοιχτές τις πόρτες όλο το χειμώνα. Μέσα στα νερά και στους πάγους. Αυτή είναι η δουλειά μας», εξομολογείται.
Όσο μιλάμε μαζεύονται δυο τρεις ακόμα εργάτες. Λέμε για τις ομάδες και τους θυμίζω πως είδα το βιντεάκι με τα τραγούδια τους για την κατάκτηση του κυπέλλου από τον ΠΑΟΚ όπως κι ένα παλιότερο με πειράγματα μετά από ένα ντέρμπι με τον Αρη. Έχουν γίνει viral πολλές φορές στο Facebook. Κάποια παιδιά φορούν ασπρόμαυρα φούτερ. «Έχει και Αρειανούς και Ολυμπιακούς. Αυτά συζητάμε κάθε μέρα και πειράζουμε ο ένας τον άλλον. Να περάσει η ώρα. Έτσι κι αλλιώς, χωρίς αυτούς δεν κάνουμε», λέει ένας εξωστρεφής εξηντάρης που μαθαίνω πως είναι Ολυμπιακός και κατάγεται από τον Πειραιά. «Πώς βρέθηκες εδώ», τον ρωτάω. «Εδώ είχε δουλειά, εδώ έμεινα τρία χρόνια τώρα», απαντάει αφοπλιστικά.
Φεύγοντας από την ιχθυόσκαλα έχει πάρει να ξημερώνει. Η Μηχανιώνα κοιμάται. Την ησυχία διακόπτουν μόνον τα φορτηγά που φέρνουν ακόμα εμπόρευμα και τα αυτοκίνητα των αγοραστών που αποχωρούν για να πάνε στις λαϊκές αγορές, στα καταστήματά τους, στις ταβέρνες τους. O τζίρος ακόμα κι αυτή τη μέτρια βραδιά μπορεί να έφτασε και τα 400.000 ευρώ. Στην είσοδο οι σεκιούριτι θέλουν φωτογραφία. «Παράξενο. Μέσα κάποιοι ενοχλήθηκαν που φωτογραφίζαμε τα ψάρια», λέω στα παιδιά. Ξέρω την απάντηση από πριν: «Μην τους παρεξηγείς. Δεν τα εννοούν. Είναι μια χαρά παιδιά όλοι τους».