Κραυγές μνήμης και πόνου: Η «Ματωμένη Βίλα» στη Βασ. Όλγας – Η ιστορία και οι αστικοί μύθοι
Πίσω από την εντυπωσιακή -παρά την τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει- πρόσοψη, κρύβεται μια ιστορία γεμάτη λάμψη, πόνο, μνήμες και σιωπές
Εικόνες: Κωνσταντίνος Σφήκας
Διασχίζοντας την Βασιλίσσης Όλγας στη Θεσσαλονίκη συναντάμε τις εναπομείνασες βίλες της περίφημης συνοικίας των Εξοχών.
Κάποτε αποτελούσαν κτίσματα «στολίδια» για την περιοχή. Τώρα, αφημένες στην μοίρα τους, να ρημάζουν στο πέρασμα των χρόνων, με τη φθορά να τα έχει «καλύψει» εξωτερικά και εσωτερικά, «κουβαλώντας» μέσα τους ανθρώπινες ιστορίες, κάποιες εξ αυτών ιδιαίτερα τραγικές.
Όπως συμβαίνει με το κτίριο – φάντασμα στον αριθμό 144 της Βασιλίσσης Όλγας, στη συμβολή με την οδό Γραβιάς.
Εκεί οπού συναντάμε την άλλοτε περίφημη Βίλα Χιρς ένα από τα σημαντικότερα νεοκλασικά αρχοντικά της Θεσσαλονίκης, με μια πολυτάραχη ιστορία που αντανακλά τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές μεταβολές της πόλης μέσα στον 20ό αιώνα.
Τα τελευταία χρόνια ένα κουφάρι…
Πίσω από την εντυπωσιακή -παρά την τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει- πρόσοψη, κρύβεται μια ιστορία γεμάτη λάμψη, πόνο, μνήμες και σιωπές.
Η βίλα κατασκευάστηκε το 1911 για λογαριασμό της εβραϊκής οικογένειας Μπένι Φερνάντεζ (μέλος της μεγάλης εβραϊκής κοινότητας της πόλης), σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Πιέρο Αριγκόνι, ο οποίος άφησε το στίγμα του σε πολλά ιστορικά κτίρια της πόλης.
Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο άφησε το αποτύπωμά του και στο συγκεκριμένο κτίριο που ακόμη και σήμερα, έστω βλέποντας και αυτές τις εικόνες περνώντας από αυτό, κατανοείς ότι αποτελεί μια σπάνια περίπτωση αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Η πλειονότητα των πανέμορφων αρχιτεκτονικών στοιχείων χάθηκαν δυστυχώς στη φθορά του χρόνου,
Στις αρχές του 20ού αιώνα, η βίλα αποτελούσε δείγμα πλούτου και αρχοντιάς της εβραϊκής αστικής τάξης της Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με τα έγγραφα της εποχής, στο σημείο υπήρχε καφενείο με πολλά δωμάτια, το οποίο αγόρασε ο Βιτάλι Φερνάντεζ από τον Σολ. Ματαράσσο και στη συνέχεια έκτισε το διατηρητέο στην οδό Γραβιάς.
Ο ξεναγός Κωνσταντίνος Σφήκας σε πρόσφατη ανάρτησή του, χαρακτηρίζει το αρχοντικό του Βιτάλι Φερνάντεζ ως «ξαδερφάκι» της Casa Bianca.
Εξωτερικά, το κτίριο έχει περίτεχνο, σκαλιστό, ανάγλυφο διάκοσμο. Χαρακτηριστικό στοιχείο – γνώρισμα ακόμη, αποτελεί το αλεξικέραυνο στην πρόσοψη, με τη χρονολογία “1911”.
Στη γωνία του περιφραγμένου οικοπέδου υπάρχει πολυβολείο, που αποτελεί απόδειξη για τις διαφορετικές χρήσεις του κτιρίου στο πέρασμα του χρόνου.
Η «Ματωμένη Βίλα»
Με την πάροδο του χρόνου, η βίλα άλλαξε ιδιοκτήτες και ονομάστηκε «Βίλα Χιρς», από τον Μωρίς Χιρς, σημαντική μορφή του εβραϊκού στοιχείου της Θεσσαλονίκης, ο οποίος είχε δραστηριότητα και στη φιλανθρωπία.
Κατά την Κατοχή (1941-1944), η βίλα επιτάχθηκε από τους Ναζί και χρησιμοποιήθηκε ως έδρα της Γκεστάπο, της μυστικής αστυνομίας του Γ’ Ράιχ.
Εκεί βασανίστηκαν και κρατήθηκαν πολλοί αντιστασιακοί και Εβραίοι πολίτες πριν οδηγηθούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η σκοτεινή αυτή περίοδος έχει στιγματίσει το κτίριο μέχρι σήμερα.
Ένα κτίριο που κάποτε στο εσωτερικό του φιλοξενούσε την αφρόκρεμα της αριστοκρατίας της πόλης, διεξάγονταν σε αυτό πολυτελείς εκδηλώσεις, αλλά και πολιτικές συναντήσεις και μετατράπηκε στα χρόνια της Κατοχής σε «άντρο» της αδίστακτης Sipo S.D. που ήταν η ένωση της Γερμανικής Αστυνομίας και της «Υπηρεσίας Ασφαλείας» και αποτελούσε την κυρίαρχη υπηρεσία ασφαλείας του ναζιστικού καθεστώτος με αρχηγό τον περίφημο Χάιντριχ.

Επρόκειτο για μια ολιγομελή υπηρεσία που συνδέθηκε με πολλές συλλήψεις και με απάνθρωπα βασανιστήρια Ελλήνων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης.
Ήταν τόσο φριχτά τα βασανιστήρια που έγιναν στο χώρο εκείνο που για πολλά χρόνια κυκλοφορούσε ο αστικός μύθος ότι ορισμένα βράδια ακούγονται μέσα από το κτίριο κραυγές οδύνης και πόνου από τους αντιστασιακούς Έλληνες που βασάνιζε η Γκεστάπο.
Μετά την απελευθέρωση
Μετά το τέλος του πολέμου, η βίλα χρησιμοποιήθηκε από τις ελληνικές αρχές και για πολλά χρόνια στέγασε το Α’ Αστυνομικό Τμήμα Ανατολικής Θεσσαλονίκης.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80′ φιλοξένησε εποχικό κατάστημα παιχνιδιών και χριστουγεννιάτικων στολιδιών.
Όταν σταμάτησε τη λειτουργία του το κτίριο αφέθηκε στη μοίρα του και πλέον βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους εγκατάλειψης με σοβαρές φθορές.

Οι αποτυχημένες προσπάθειες για πώληση
Το κτίριο πέρασε στην Εθνική Ασφαλιστική μετά την απόκτηση του χαρτοφυλακίου της International Life όταν η τελευταία μπήκε σε διαδικασία πτώχευσης.
Το 2022 είχε γίνει η πρώτη απόπειρα για την πώλησή του με τιμή εκκίνησης τα 1,43 εκατ. ευρώ, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Δύο χρόνια μετά και συγκεκριμένα τον Ιούνιο του 2024 το κτίριο βγήκε ξανά προς πώληση και πάλι με την ίδια τιμή εκκίνησης.
Η σχετική αγγελία σημειώνει ότι πρόκειται για: «Διώροφο διατηρητέο κτήριο συνολικού εμβαδού 713,29 τ.μ. εντός οικοπέδου έκτασης 1019,87 τ.μ. Αποτελείται από ισόγειο 351,34 τ.μ. και α΄ όροφο 331,95 τ.μ.. Το ακίνητο είναι χαρακτηρισμένο ως έργο τέχνης και χρήζει ολικής αποκατάστασης προκειμένου να καταστεί λειτουργικό».
Αβέβαιο μέλλον
Παρά το γεγονός ότι αποτελεί διατηρητέο μνημείο, το κτίριο δείχνει τις πληγές του χρόνου και της αδιαφορίας.
Η τύχη του κτιρίου παραμένει αβέβαιη. Θα μετατραπεί σε ένα μουσείο ή πολιτιστικό κέντρο να τιμήσει τη μνήμη όσων πέρασαν από εκεί και να αναδείξει τις «ματωμένες» ιστορίες του ή θα αποτελέσει άλλη μια ευκαιρία για real estate;
Μέχρι τότε, η Βίλα Χιρς παραμένει εκεί σιωπηλή μάρτυρας της ιστορίας.
Φθαρμένη, περήφανη, παράξενα γοητευτική. Κρατώντας τη μνήμη ενός αλλοτινού μεγαλείου, μιας εποχής που δεν πρέπει να ξεχαστεί στην πορεία της Θεσσαλονίκης στο παρόν και μέλλον της.
*με πληροφορίες:
Ζαφείρης Χ., (2014), Θεσσαλονίκη, η παρουσία των απόντων, η κληρονομιά Ρωμαίων, Μουσουλμάνων, Εβραίων, Ντονμέδων, Φράγκων, Αρμενίων και Σλάβων, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
Συλλογικό έργο, (1985-6), Νεώτερα Μνημεία της Θεσσαλονίκης, Υπουργείο Πολιτισμού, Υπουργείο Βόρειας Ελλάδας