Θεσσαλονίκη

Οι αναμνήσεις πίσω από το σιωπηλό μεγαλείο ενός μοναδικού αρχοντικού στις γειτονιές της Βασ. Όλγας

Στην οδό Βελισσαρίου, στον αριθμό 48, παραδομένη στη φθορά του χρόνου στέκει η Συναγωγή της Ιτάλια Γιασάν, που για δεκαετίες λειτούργησε ως δημοτικό σχολείο και παράρτημα γυμνασίου

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
οι-αναμνήσεις-πίσω-από-το-σιωπηλό-μεγα-1383447
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Στην οδό Βελισσαρίου, στον αριθμό 48, απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Τριάδας, αντιμέτωπο με τη φθορά του χρόνου, στέκει σε πλήρης εγκατάλειψη ένα μοναδικό αρχοντικό, «πνιγμένο» από τις πολυκατοικίες, περιτριγυρισμένο από παρκαρισμένα αυτοκίνητα και ψηλές λαμαρίνες με προειδοποιητικές ενδείξεις.

Πρόκειται για το κτίριο της Συναγωγής της Ιτάλια Γιασάν, την ιστορία της οποίας είχε φέρει στο «φως» η parallaxi το 2013.

Δώδεκα χρόνια μετά, τίποτα απολύτως δεν έχει αλλάξει για ένα αρχιτεκτονικό στολίδι που έχει αφεθεί στη μοίρα του.

Πολλοί το προσπερνούν χωρίς να γνωρίζουν έως και σήμερα την ιστορία του.

Χωρίς να γνωρίζουν ότι το κτίριο αυτό είχε διάφορες χρήσεις, μεταξύ των οποίων και δημοτικού σχολείου.

Ο κυρ Ναούμ με το παγωτό χωνάκι, ο κυρ Βαγγέλης με τα χιλιάδες είδη ψιλικών, ο δάσκαλος Βαρλάμης, ο διευθυντής Αποστόλου, ο Νικόδημος ο παγωτατζής, είναι μερικές από τις αναμνήσεις που μένουν ακόμη ζωντανές σε όσους κάποτε πέρασαν ως μαθητές από τα θρανία του.

Η ιστορία

Οι αδελφοί Λιέζερ και Ιακώβ, γιοί του Δαβίδ Νεφούς ή Νεφούση, ένα τμήμα αγρού από τη Χατζηγιέ χανούμ, κόρη του Αβδούλ Κερήμ και κτίζουν μια οικία, στη σημερινή οδό Βελισσαρίου, απέναντι από την εκκλησία Αγίας Τριάδας

Το 1917 το κτίριο εκμισθώνεται από την ισραηλιτική κοινότητα, για να στεγαστεί η συναγωγή Ιτάλια Γιασάν, της οποίας το αρχικό κτίριο, Τσιμισκή με Καρόλου Ντηλ, είχε καταστραφεί από τη μεγάλη πυρκαγιά.

Εικάζεται ότι η συναγωγή Ιτάλια Γιασάν ιδρύθηκε την εποχή της Ενετοκρατίας στη Θεσσαλονίκη (1423-1430), είναι δηλαδή προγενέστερη της άφιξης των Σεφαραδιτών από την Ισπανία (1492 και μετά).

Μέσα στον 16ο αι. διασπάται σε δύο συναγωγές. Η δεύτερη παίρνει το όνομα Ιτάλια Χαδάς (=νέα) ενώ η πρώτη ονομάζεται Ιτάλια Γιασάν. Η Ιτάλια Χαδάς διασπάται κι αυτή με τη σειρά της και η τρίτη Συναγωγή ονομάζεται Ιτάλια Σαλώμ (=Ειρήνη).

Στον 17ο αι. στον ίδιο ναό της Ιτάλια Χαδάς συνυπάρχουν δυο τμήματα: Η Χαδάς και η Σαλώμ, όπου η κάθε μια καταλαμβάνει το μισό του ιερού και ενοχλούν η μία την άλλη.

Η Χαδάς, που οι Τούρκοι ονόμαζαν Κιουτσούκ (=μικρή) Ιτάλια Χαβρασί βρισκόταν στη συμβολή της Καρόλου Ντήλ με την Βασ. Ηρακλείου.

Όπως όλες οι συναγωγές έτσι και οι δυο Ιτάλια είχαν και το παρατσούκλι τους, κοινό για τις δυο συναγωγές. Λεγόταν ρατόν (=ποντίκι). Το παρατσούκλι αυτό τους έφερνε σε ευθεία αντιπαράθεση με την Συναγωγή Αραγκόν, που ήταν οι γκάτο (=γάτα).

Η Ιτάλια Γιασάν υπήρξε κεντρική Συναγωγή μεταξύ 1898 και 1902. Το 1898 είχε καεί η κεντρική Συναγωγή Ταλμούδ Τορά Αγκαδόλ και μέχρι το 1902 που ανακατασκευάστηκε η Ιτάλια Γιασάν ήταν η κεντρική Συναγωγή της πόλης.

Το 1927, ύστερα από διανομή, το ακίνητο περιέχεται αποκλειστικά στην ιδιοκτησία του Ιακώβ.

Το 1928 κατάσχεται, βάσει ενυπόθηκου δανειστικού συμβολαίου και το 1930, ύστερα από πλειστηριασμό κατακυρώνεται υπέρ του εμπόρου Αθανάσιου Βήκα.

Το 1931 το κτίριο αγοράζει η Ισραηλιτική κοινότητα, στην ιδιοκτησία της οποίας παραμένει μέχρι το 1972.

Μέχρι το 1939 στεγάζονταν το 4ο Ισραηλιτικό σχολείο της Α΄ περιφέρειας Θεσσαλονίκης.

Στη συνέχεια και μέχρι το 1941 στεγάστηκε η Σχολή «Ιωσήφ Ισαακ Νισσήμ». Στην Σχολή εκπαιδεύονταν ραβίνοι και δάσκαλοι της εβραϊκής γλώσσας, θρησκείας και ιστορίας.

Από το 1945 ως το 1974 στο κτήριο στεγάστηκε το 12ο δημοτικό σχολείο, όμως από το 1972 περιήλθε στην ιδιοκτησία του ο Α. Παράσχου, ο οποίος το εξαγόρασε από την Ισραηλινή κοινότητα.

Από το 1975 και μέχρι το 1983 φιλοξένησε κάποια τμήματα του ΚΘΒΕ.

Υπέστη σοβαρές ζημιές στον σεισμό του 1978 και χαρακτηρίστηκε επικίνδυνο το 1982.

Το 1986 κρίθηκε διατηρητέο ωστόσο μέχρι και σήμερα στέκεται παρατημένο στην μοίρα του περιμένοντας το αναπόφευκτο.

Τη δεκαετία του 90 στην πόρτα του φιγουράριζε ένα ενοικιαστήριο, αλλά παρά το ενδιαφέρον που φέρεται να είχαν δείξει επιχειρηματίες και κρατικοί φορείς δεν κατάφεραν να έρθουν σε συμφωνία με τον ιδιοκτήτη.

Πριν καλυφθούν τα κάγκελα με τις ψηλές λαμαρίνες, ο εγκαταλελειμμένος περιβάλλων χώρος του, που κάποτε ήταν ένας υπέροχος μεγάλος κήπος με δέντρα, φαινόταν από τον δρόμο.

Αρχιτεκτονικά στοιχεία

Όπως διαβάζουμε από την ιστοσελίδα thessarchitecture:

«Χαρακτηριστικό δείγμα αστικής κατοικίας της εποχής, ανήκει στο ρεύμα του εκλεκτικισμού αφού ενσωματώνει στοιχεία κλασσικά, μπαρόκ αλλά και Art Deco αλλά και στοιχεία Μακεδονικής αρχιτεκτονικής.

Διώροφο, κεραμοσκεπές κτίσμα, με ημιυπόγειο και σοφίτα. Οι όροφοι διαφοροποιούνται οπτικά με τη χρήση διαφορετικών διακοσμητικών στοιχείων και οι όψεις παρουσιάζουν συμμετρία.

Ο κεντρικός άξονας της κάθε όψης ξεχωρίζει προβάλλοντας ελαφρά προς τα έξω. Η κεντρική είσοδος βρίσκεται σε σκεπαστό εξώστη που συνεχίζει και στον δεύτερο όροφο.

Δίπλα από την πόρτα παρατηρούμε κόγχη που φιλοξενεί επιγραφή στην εβραϊκή γλώσσα.

Οι οροφές των εξωστών είναι διακοσμημένες με νωπογραφίες και το εσωτερικό κλιμακοστάσιο είναι ξύλινο».

Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο…

Το κτίριο της Βελισσαρίου μένει ζωντανό στις μνήμες όσων φοίτησαν εκεί όταν φιλοξενούσε στους χώρους του το 12ο Δημοτικό Σχολείο και το παράρτημα του 1ου Γυμνάσιου.

Μέχρι και σήμερα όσοι ήταν μαθητές εκεί θυμούνται απέναντι από το σχολείο το γαλακτοζαχαροπλαστείο του κυρ Ναούμ και το πώς περίμεναν στα κάγκελα για να τους φέρει παγωτό χωνάκι, γρανίτα, πορτοκαλάδα, τυρόπιτα.

Και εκείνος να τρέχει μέσα έξω στο μαγαζί για να εξυπηρετήσει τα παιδιά στο κάθε διάλειμμα.

Και ότι περίσσευε από το χαρτζιλίκι πήγαινε στον κυρ-Βαγγελή που είχε στη γωνία το μαγαζί του με τα πάμπολλα είδη ψιλικών.

Αρκετοί θυμούνται τους συμμαθητές και τους δασκάλους που είχαν.

Όπως την κυρία Κίτσα στα τέλη δεκαετίας του 50′, αρχές δεκαετίας του 60′.

Όπως και τον δάσκαλο Βαρλάμη.

Αλλά και τον διευθυντή Αποστόλου που συνταξιοδοτήθηκε λόγω πολιτικών φρονημάτων.

Στην ιστορία έχει περάσει και ο Νικόδημος ο «παγωτατζής».

Πρόκειται για ένα παρατσούκλι ενός παιδιού που φοιτούσε στο δημοτικό, εξαιτίας του λευκού πουκάμισου που φορούσε στο σχολείο, αλλά και αργότερα στο Κρατικό Ωδείο στη Βασ. Γεωργίου εκεί όπου μάθαινε βιολί.

Την εποχή εκείνη άλλωστε οι παγωτατζήδες ντυμένοι στα λευκά μοίραζαν τα απολαυστικά παγωτά τους και έτσι προήλθε και το ψευδώνυμο.

Παιδιά που έκαναν και δημοτικό αλλά και γυμνάσιο έμειναν στο συγκεκριμένο κτίριο σχεδόν μια δεκαετία. Γνώριζαν την κάθε του γωνία απ’ έξω και ανακατωτά.

Μαθητές θυμούνται το συσσίτιο με γάλα σε σκόνη και μουρουνόλαδο που τους μοιράζονταν. Το γάλα μάλιστα παρασκευάζονταν εκεί στο σχολείο κάτω από την κυκλική σκάλα, εκεί όπου υπήρχε ένα καζάνι για να το βράζουν.

Στα διαλείμματα μοιράζονταν με μια μεγάλη κουτάλα μέσα στα τσίγκινα κύπελλα που έφερναν τα παιδιά από το σπίτι τους.

Ακόμη μέχρι και σήμερα αρκετοί θυμούνται την πικρή γεύση που άφηνε στο στόμα η κατάπωση του μουρουνόλαδου.

Πικρή, όπως ακριβώς και η εικόνα που «εκπέμπει» τα τελευταία χρόνια το ερείπιο πλέον της οδού Βελισσαρίου.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα