Θεσσαλονίκη

Οι κραυγές από τα υπόγεια – Όταν μια κλινική της Θεσσαλονίκης μετατράπηκε σε άντρο φρικτών βασανιστηρίων

Από θεραπευτήριο σε τόπο φρίκης - Ένα από τα χιτλερικά κολαστήρια στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
οι-κραυγές-από-τα-υπόγεια-όταν-μια-κλ-1382505
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Στην περιοχή της Ανάληψης, στις οδούς Χαλκιδικής και Θερμοπυλών, υπήρχε κάποτε ένα από τα χιτλερικά κολαστήρια στη Θεσσαλονίκη κατά την περίοδο της Κατοχής.

Πρόκειται για την άλλοτε κλινική ψυχιατρικών νοσημάτων «Βαγιανού» η οποία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς, χρησιμοποιήθηκε σαν φυλακή της Μυστικής Στρατιωτικής Αστυνομίας και έγινε ένα από τα τρία μεγαλύτερα κέντρα βασανιστηρίων στην περιοχή.

Χτίστηκε την δεκαετία του ’20 και μάλιστα ο αρχιτέκτονας ήταν και ο αρχικός ιδιοκτήτης της.

Το κτίριο της οδού Χαλκιδικής 50 ήταν το σπίτι του γιατρού Βαγιανού με την κλινική να βρίσκεται στην άλλη πλευρά του οικοπέδου, στην οδό Θερμοπυλών.

Το κτίριο που λειτουργούσε η κλινική είχε ήδη πουληθεί και γκρεμιστεί και στη θέση της χτίστηκε ένα σύγχρονο κτίριο.

Μετά το τέλος της Κατοχής η κλινική επαναλειτούργησε.

Στο κτίριο της οδού Χαλκιδικής που φιλοξενούσε την οικογένεια Βαγιανού, τα περασμένα χρόνια φιλοξενήθηκε ένα ιδιωτικό ωδείο, ενώ σήμερα λειτουργεί ως πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας οκτώ δωματίων.

Στην κεντρική εξώπορτα του κτιρίου στην οδό Χαλκιδικής διακρίνονται στις περίτεχνες γυψοσανίδες γύρω από την εξώπορτα τα αρχικά Α στη μία πλευρά και Β στην άλλη, τα αρχικά του ονόματος Ανδρέας Βαγιανός.

Το κτίριο της οδού Χαλκιδικής 50 ήταν το σπίτι του γιατρού Βαγιανού, σήμερα λειτουργεί ως πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας

Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο έργο τέχνης το 1987, αλλά όχι τόπος ιστορικής μνήμης.

Το κτίριο, συνολικής επιφάνειας 600 τ.μ. και αυλής 50 τ.μ., αποτελείται από ημιυπόγειο, ισόγειο και όροφο.

Αρχιτεκτονικά ανήκει στον εκλεκτικισμό με επιρροές Art Deco στα κιγκλιδώματα. Η κύρια όψη προς τη Χαλκιδικής έχει συμμετρική διάταξη με κεντρικό άξονα, βοηθητική είσοδο, εξώστη και πλούσιο διακοσμητικό ανάγλυφο.

Στον όροφο τα ανοίγματα είναι τοξωτά. Η νότια όψη πιθανότατα λειτουργούσε ως κύρια, με προστώο και σκεπαστό εξώστη.

Η πρόσβαση γίνεται μέσω κλιμακοστασίου με μπαλούστρες, ενώ κάθε άνοιγμα διαθέτει εξώστη.

Όταν λειτουργούσε ως ιδιωτικό ωδείο

Ποιος ήταν ο Ανδρέας Βαγιανός

Ο Ανδρέας Βαγιάνος, αρχιτέκτονας και γιατρός με καταγωγή από εύπορη οικογένεια της Γιάλτας, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση των Μπολσεβίκων.

Παντρεύτηκε την Κλειώ από τη Σύμη, η οποία είχε σπουδάσει μουσική και πιάνο στη Βιέννη.

Το ζευγάρι έζησε από το 1934 μέχρι τον θάνατό του σε σπίτι που έχτισαν, δείχνοντας αγάπη για τα βιβλία και την απλότητα.

Στο ισόγειο του κτιρίου στεγάστηκαν για κάποιο διάστημα τα γραφεία της κλινικής που λειτουργούσε στο άλλο σημείο του ενιαίου τότε οικοπέδου, στην οδό Θερμοπυλών.

Προς τιμήν της πρώτης και τελευταίας ενοίκου αυτού του σπιτιού, οι νέοι ιδιοκτήτες του κτιρίου της οδού Χαλκιδικής, έδωσαν το όνομά της στο πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας.

Ναζιστικό άντρο βασανιστηρίων

Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Σπύρος Κουζινόπουλος στο βιβλίο του «Σελίδες Κατοχής» έχει καταγράψει την ιστορία των χιτλερικών κολαστηρίων της Θεσσαλονίκης.

Οι χώροι της κλινικής «Βαγιανού» μετατρέπονται σε κρατητήρια της Geheime Feld Polizei, δηλαδή της Μυστικής Αστυνομίας Στρατού.

Στα υπόγεια του βασανίζονται με εφιαλτικό τρόπο δεκάδες πολίτες.

Ένας εξ αυτών ήταν ο Χάρης Αντωνιάδης από την Καλαμαριά, ο οποίος είχε διηγηθεί στον Σπύρο Κουζινόπουλο τα όσα φρικτά συνέβαιναν στα μπουντρούμια της άλλοτε κλινικής.

«Έφταναν μέχρι το κελί του 2ου ορόφου, όπου με φυλάκισαν, οι κραυγές των πατριωτών που βασανίζονταν στα υπόγεια», ανέφερε ο Αντωνιάδης, λέγοντας πως στη διάρκεια της ανάκρισης «με είχαν δεμένο σαν σαλάμι».

Αν και τα μέτρα φρούρησης του κτηρίου της κλινικής «Βαγιανού» ήταν δρακόντεια, δεδομένου ότι όλοι οι κρατούμενοι εκεί στη συνέχεια αποστέλλονταν στο στρατόπεδο «Παύλου Μελά» για να οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο Αντωνιάδης ήταν από τους ελάχιστους που κατόρθωσε να αποδράσει.

Η εξωτερική πόρτα του κτιρίου της οδού Χαλκιδικής 50 που ήταν το σπίτι του γιατρού Βαγιανού – Σήμερα λειτουργεί ως πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας

Τακτικός θαμώνας της πρώην κλινικής, ήταν ο αιμοδιψής ταγματασφαλίτης Δάγκουλας.

Στις 5 Μαίου 1944 εκτελούνται στην τουμπίτσα του στρατοπέδου «Παύλου Μελά» οκτώ κρατούμενοι που μόλις είχαν μεταφερθεί από την κλινική Βαγιανού.

Έξι μέρες αργότερα, εκτελέστηκαν άλλοι επτά κρατούμενοι από την πρώην ψυχιατρική κλινική και ανάμεσά τους οι αδελφοί Ανδρέας και Νικόλαος Κατσικάτσος από τη Μυτιλήνη, που πιο μπροστά είχαν βασανιστεί άγρια στου «Βαγιανού» και το «510».

Ενώ μετά από ένα μήνα, στις 4 Αυγούστου 1944, εκτελέστηκε στο Γαλλικό ποταμό για συμμετοχή στο ΕΑΜ και η μητέρα τους, Μαρία Κατσικάτσου, μετά από άγρια βασανιστήρια κι αυτή στα κρατητήρια της περιβόητης γερμανικής μονάδας «510» και της κλινικής «Βαγιανού».

Ένας από αυτούς που κανόνιζε τις μεταφορές των κρατουμένων από την πρώην κλινική Βαγιανού στου «Παύλου Μελά» και στη συνέχεια στον τόπο των εκτελέσεων, ήταν ο δήμιος της S.D. Τόνυ Κράμερ, ο «τρομερός και απαίσιος», όπως τον περιγράφει ο Γιασημακόπουλος.

Αυτό το ανθρωπόμορφο τέρας, μία νύχτα με φεγγάρι, στις 5 Αυγούστου 1944, πήρε από το στρατόπεδο είκοσι κρατουμένους και χάριν … αναψυχής τους εκτέλεσε με το πιστόλι του, έναν-έναν, πίσω από του «Παύλου Μελά», προσκαλώντας μάλιστα και το ανώτερο προσωπικό του στρατοπέδου να παραστεί για διασκέδαση (Γιώργος Καφταντζής, Το ναζιστικό στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης 1941-1944, όπως το έζησε και το περιγράφει στο ημερολόγιό του ένας όμηρος, ο Λεωνίδας Γιασημακόπουλος, Θεσσαλονίκη 2001, Παρατηρητής).

Από τη «Βαγιανού» στην εκτέλεση…

Η ψυχιατρική κλινική Βαγιανού στη Θεσσαλονίκη, που χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς ως κρατητήριο της GFP, αποτέλεσε τον πρώτο σταθμό βασανιστηρίων και μεταγωγών, οι οποίες οδηγούσαν κυρίως σε εκτοπισμό ή εκτέλεση (Μαρία Ντουμπρούκη-Ιάσων Χανδρινός, Η Θεσσαλονίκη κατά τη Γερμανική Κατοχή, Αθήνα 2014, εκδόσεις Ποταμός).

Στα κρατητήρια των S.D. δρούσε και μια Αρμένισσα συνεργάτιδα του Γερμανού διοικητή Μαξ, την οποία αργότερα σκότωσαν Σέρβοι αντάρτες (Γιώργος Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, Θεσσαλονίκη 1976, χ.ε., σ.60)

Άποψη από το κτίριο της οδού Χαλκιδικής 50 που ήταν το σπίτι του γιατρού Βαγιανού – Σήμερα λειτουργεί ως πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας

Μεταξύ των κρατουμένων ήταν ο γεωπόνος Ιωσήφ Μιχαήλογλου, μέλος της πρώτης αντιστασιακής ομάδας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Αν και αρχικά δραπέτευσε, συνελήφθη εκ νέου από τη συμμορία του Δάγκουλα και δολοφονήθηκε μαζί με άλλους πατριώτες στη γέφυρα του Γαλλικού ποταμού (Στρατής Αναστασιάδης, Από την αντίσταση στη διάψευση, Θεσσαλονίκη 2013, Επίκεντρο, σ. 61-62).

Από τα μπουντρούμια του κολαστηρίου της οδού Χαλκιδικής περνούν και οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Τενεκίδης και Δημήτριος Καβάδας.

Ξεχωρίζει και η φρικτή ιστορία της οικογένειας του καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ιωάννη Σταματάκου.

Ο ίδιος, η σύζυγός του και ο μεγαλύτερος γιος τους φυλακίστηκαν για αρκετό καιρό στο άλλοτε ιδιωτικό ψυχιατρείο.

Ο μικρότερος γιος της οικογένειας που γλίτωσε τη σύλληψη, αφηγήθηκε τη φρικτή στιγμή της εισβολής της ναζιστικής Γερμανικής Στρατιωτικής Αστυνομίας στο διαμέρισμα της οικογένειας στην οδό Νίκης, στην παραλιακή της Θεσσαλονίκης.

«Με προτεταμένα τα «στάγιερ» και άγριες φωνές μας πέταξαν απ’ τα κρεβάτια με γροθιές και κλωτσιές και μας συγκέντρωσαν στο σαλόνι. […] Εκεί ο επικεφαλής αξιωματικός μας διάβασε από ένα χαρτί πως συλλαμβανόμαστε για πράξεις εναντίον του Γ’ Ράϊχ. [..] Τους έκλεισαν στην κλινική Βαγιανού. Ήταν μια μεγάλη νευρολογική κλινική στο Ντεπώ. Την είχαν επιτάξει οι Γερμανοί και την είχαν μετατρέψει σε φυλακή. Ήταν και κατάλληλη άλλωστε, με τον ψηλό μαντρότοιχο και τα κάγκελα στα παράθυρα. Ο μαντρότοιχος είχε συρματοπλέγματα στην κορυφή και σκοπιές στις γωνίες. Στο κτήριο της κλινικής είχαν κτίσει τα παράθυρα και είχαν αφήσει μόνο ένα τμήμα στο επάνω μέρος σαν φεγγίτη

[…]

Από την επομένη, άρχισα να γνωρίζω και άλλους συγγενείς κρατουμένων γύρω από τη μάντρα. Όλοι είχαν δικούς τους, που τους πήγαιναν κάθε μέρα τρόφιμα, ότι μπορούσαν να εξοικονομήσουν. Ήταν απόλυτη ανάγκη, γιατί το φαγητό της φυλακής ήταν κυριολεκτικά αφάγωτο», λέει ο Σταματάκος και εξιστορεί τις άσκοπες επισκέψεις του στα γραφεία της Γκεστάπο, για να τους δώσει κάποιος μια πληροφορία για την κατηγορία που βάραινε τους δικούς του. «Στα γραφεία της Γκεστάπο ξαναπήγα άλλες τρεις-τέσσερις φορές, ώσπου να καταλάβω ότι με κοροϊδεύουν Έβλεπα και κάτι μεταγωγές κρατουμένων για ανάκριση, σε κακό χάλι, και άρχισα να καταλαβαίνω τη βλακεία μου. Και δεν ξαναπήγα» (Δράκος Σταματάκος, Τα δύσκολα χρόνια-μια μαρτυρία, Αθήνα 1996, Βιβλιοπρομηθευτική, σ. 83-89).

Άποψη από το κτίριο της οδού Χαλκιδικής 50 που ήταν το σπίτι του γιατρού Βαγιανού – Σήμερα λειτουργεί ως πολυτελές κατάλυμα φιλοξενίας

Στις αρχές Οκτωβρίου 1942, η μάνα αφέθηκε ελεύθερη και σε κακό χάλι επέστρεψε με τα πόδια στο διαμέρισμα της λεωφόρου Νίκης, κρατώντας τη μικρή της βαλίτσα.

«Ήταν ένα φάντασμα του εαυτού της», την περιγράφει ο μικρότερος γιός της. Και δύο εβδομάδες αργότερα, επέστρεψε στο σπίτι και ο πατέρας.

«Εκείνον τον είχαν ανακρίνει δυο-τρεις φορές, μάλλον ανόρεχτα και δεν τον είχαν χτυπήσει», εξιστορεί ο Δράκος Σταματάκος.

Προσθέτοντας πως μετά από λίγες μέρες γύρισε και ο αδελφός του.

«Παρουσιάστηκε κι’ αυτός, λίγες μέρες αργότερα, όταν άφησαν και τους τελευταίους της φυλακής. Αυτός είχε το χάλι του. Τον είχαν ανακρίνει οχτώ φορές στην Γκεστάπο και κάθε ανάκριση συνοδεύονταν από άγριο ξύλο. […] Η μάνα μου ζούσε σε ένα συνεχή τρόμο ότι θα τους ξαναπιάσουν και ζητούσε να φύγουμε για την Αθήνα, που ήταν στην ιταλοκρατούμενη ζώνη. Τα νεύρα της ήταν σε κακό χάλι και ο γιατρός είπε πως αν δεν φεύγαμε από τη Θεσσαλονίκη, δε μπορούσε να ξέρει πως θα εξελισσόταν η κατάστασή της. Τελικά ο πατέρας κατάφερε να βγάλει πιστοποιητικά, με τη βοήθεια φίλων γιατρών, ότι έπρεπε να νοσηλευτεί σε ειδικό νοσοκομείο των Αθηνών. Πήρε και μια προσωρινή απόσπαση από το Πανεπιστήμιο και το Σεπτέμβριο φύγαμε με ένα τρένο της κακιάς συμφοράς. Ούτε θυμάμαι πόσες ώρες κάναμε να φτάσουμε».

Το συγκλονιστικό ρεπορτάζ της εφημερίδας «Δημοκρατία»

Πέντε μήνες μετά την απελευθέρωση, όσο ακόμη ήταν νωπές οι μνήμες, η απογευματινή εφημερίδα «Δημοκρατία» που εκδίδονταν στη Θεσσαλονίκη, δημοσίευσε ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ για το απαίσιο απομονωτήριο της κλινικής Βαγιανού,

«Η κλινική Βαγιανού μπορεί κι αυτή να διεκδικήσει αξιόλογη θέση, αν κάποτε περάσει στην ιστορία η θηριωδία των χιτλερικών.

Ένα από τα υπόγειά της, είχε διασκευασθεί σε απομονωτήριο. Το φως έφτανε σ’ αυτό από τέταρτο χέρι, δηλαδή αφού περνούσε προηγούμενα από ένα σύστημα φεγγιτών.

Όταν κανείς έμπαινε στο απομονωτήριο, έμενε όρθιος επί δύο ή τρεις μέρες συνεχώς, γιατί οι Γερμανοί το γέμιζαν μέχρι του αδιαχώρητου, ώστε να μην μπορούν οι απομονωμένοι ούτε καν να μετακινηθούν, ραντιζόμενοι με βρωμόνερα που στάλαζαν από τον υπόνομο, που επίτηδες περνούσε από την τσιμεντένια οροφή. Στο διάστημα της απομόνωσης δεν έδιναν ούτε ψωμί, ούτε νερό και οι απομονωμένοι υποχρεώνονταν να εκτελούν επάνω τους τις σωματικές τους ανάγκες, ασφυκτιώντας μέσα σε μία ατμόσφαιρα απερίγραπτης δυσωδίας.

Όταν έβγαινε από κει μέσα ο απομονωμένος, ήταν πια «παρασκευασμένος» για την ανάκριση, δηλαδή φοβερά εξαντλημένος σωματικά και με κλονισμένο ηθικό».

Ανατριχιαστική είναι και η περιγραφή των ανακρίσεων.

Η συγκεκριμένη ανάκριση αφορούσε 14 φοιτητές, μέλη της ΕΠΟΝ, που πιάστηκαν σε ένα μπλόκο, σε χορό της φοιτητικής λέσχης Θεσσαλονίκης.

Επικεφαλής των «πεταλάδων» του μπλόκου, ήταν ο ίδιος ο ανακριτής Μαξ που συνοδεύονταν από τον διερμηνέα Ι. Μπόνη, τον οποίο είχαν εκτελέσει άγνωστοι, ένα μήνα αργότερα μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του.

Παρατάσσουν ομαδικά τους πατριώτες με τα πρόσωπα κολλημένα στον τοίχο. Τους κρατούν έτσι 5-10 ώρες. Όποιος κινηθεί ή επιχειρήσει να καθίσει ή μιλήσει, δέρνεται άγρια από τον Μαξ και τον διερμηνέα. Ύστερα αρχίζουν οι ερωτήσεις. Οι αρνητικές απαντήσεις τιμωρούνται με ξύλο. Ο Μαξ βαστά μια χειροβομβίδα.

-Γυρίστε τις πλάτες σας στον τοίχο, φωνάζει ο διερμηνέας. Οι κρατούμενοι υπακούουν.

-Εσύ έριξες τις προκηρύξεις; Ρωτάει τον πρώτο.

-Όχι

-Βαχλούχτεν κομμουνίστ ! Οι γροθιές του Μαξ ανεβοκατεβαίνουν στο πρόσωπο του ανακρινόμενου. Αστραπιαία επεμβαίνει ένας άλλος Γερμανός και σταματά τον Μαξ.

-Μιλήστε. Να κανονίσουμε τα χαρτιά μας θέλουμε, προτρέπει τον ανακρινόμενο σε άπταιστα ελληνικά.

-Δεν ήμουνα εγώ.

-Μίλα βρε κορόϊδο, φωνάζει ο διερμηνέας. Θα σ’ αφήσουμε!

Συγχρόνως ο Μαξ εκσφενδονίζει τη χειροβομβίδα στα πόδια του ανακρινόμενου που κιτρινίζει από ταραχή. Μα παράδοξα, η χειροβομβίδα δεν σκάει. Ο Μαξ σκόπιμα δεν τράβηξε την ασφάλειά της, γιατί η πρόθεσή του δεν είναι να σκοτώσει, αλλά να τσακίσει ηθικά.

– Ντεν τα πεις;

– Δεν ήμουνα εγώ.

– Α! Σάϊζε κομμουνίστ, φωνάζει ο Μαξ. Και βγάζοντας το πιστόλι του ορμάει καταπάνω στον ανακρινόμενο και πυροβολεί, κολλώντας την κάνη στο μέτωπό του.

Έφριξαν οι άλλοι. Μα πάλι ο ανακρινόμενος δεν σκοτώνεται, γιατί η σφαίρα είναι επίτηδες άδεια.

*Πηγές – Πληροφορίες

Σπύρος Κουζινόπουλος, Σελίδες Κατοχής, Θεσσαλονίκη 2018, Ιανός

Κλινική Βαγιανού: Ένα ναζιστικό άντρο βασανιστηρίων – Φάρος του Θερμαϊκού

ΚΛΙΝΙΚΗ ΒΑΓΙΑΝΟΥ – thessarchitecture

Γιώργος Καφταντζής, Το ναζιστικό στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης 1941-1944, όπως το έζησε και το περιγράφει στο ημερολόγιό του ένας όμηρος, ο Λεωνίδας Γιασημακόπουλος, Θεσσαλονίκη 2001, Παρατηρητής

Μαρία Ντουμπρούκη-Ιάσων Χανδρινός, Η Θεσσαλονίκη κατά τη Γερμανική Κατοχή, Αθήνα 2014, Ποταμός

Γιώργος Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, Θεσσαλονίκη 1976, χ.ε.

Στρατής Αναστασιάδης, Από την αντίσταση στη διάψευση, Θεσσαλονίκη 2013, Επίκεντρο,

Δράκος Σταματάκος, Τα δύσκολα χρόνια-μια μαρτυρία, Αθήνα 1996, Βιβλιοπρομηθευτική,

Εφημερίδα Δημοκρατία, «Στα δεσμωτήρια της κλινικής Βαγιανού», 22 Μαρτίου 1945

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα