Πέντε πράγματα που θα θέλαμε να υπάρχουν ακόμα στην Παραλία
Κάποια μοναδικά στο είδος τους στέκια που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα στην παραλιακή οδό και που θα θέλαμε να μπορούμε και σήμερα να συναντάμε εκεί.
Η παραλία της Θεσσαλονίκης είναι σήμερα ένα από τα πιο πολυσύχναστα και αγαπημένα σημεία της πόλης, ενώ μετράει στέκια με θέα στον Θερμαϊκό για χιλιάδες Θεσσαλονικέων. Υπήρχαν όμως εποχές που η παραλία είχε κατά μήκος της σημεία πρωτοφανή, που έγραψαν την δική τους σελίδα στην ιστορία της Θεσσαλονίκης και κατόπιν εξαφανίστηκαν, αφήνοντας γενιές με αναμνήσεις και φθαρμένες εικόνες. Θυμόμαστε κάποια μοναδικά στο είδος τους στέκια που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα στην παραλιακή οδό και που θα θέλαμε να μπορούμε και σήμερα να συναντάμε εκεί.
Ο πλωτός κινηματογράφος Κουρσάλ
«Κουρσάλ» ήταν το όνομα του μοναδικού στον κόσμο κινηματογράφου που λειτούργησε πάνω σε ένα ιστιοφόρο στην παραλία της Θεσσαλονίκης την περίοδο του μεσοπολέμου. Ο κινηματογράφος, που λειτούργησε στην πόλη το 1925, ήταν πλωτός, φυσικά υπαίθριος, και εκτός από κινηματογραφικές προβολές πρόσφερε φαγητό: φρέσκα ψάρια, κρύα πιάτα και δροσερή μπύρα. Κρίνοντας από τα σχόλια στις εφημερίδες της περιόδου, το μπαρ του κινηματογράφου στο αμπάρι ήταν η πιο μεγάλη ατραξιόν. Το πρωτότυπο θερινό σινεμά έμεινε γνωστό και με το όνομα «Gerusaleme», πιθανότητα καθώς, όπως αναφέρει ο Κώστας Τομανάς στο βιβλίο “Οι κινηματογράφοι της παλιάς Θεσσαλονίκης”, το μεγάλο ιστιοφόρο μετέτρεψε σε κινηματογράφο ένας Εβραίος επιχειρηματίας. Χωρίς τα κατάρτια του, ήταν αραγμένο κοντά στο μουράγιο, απέναντι από το παλιό καφενείο Αιγαίον. Μια φαρδιά σανίδα με κάγκελα εκατέρωθεν, οδηγούσε από το μουράγιο στο κατάστρωμα, όπου είχαν τοποθετηθεί τα καθίσματα και η οθόνη, ένα μεγάλο λευκό καραβόπανο, που κυμάτιζε σαν σημαία στο βραδινό αεράκι, με αποτέλεσμα οι εικόνες να μην είναι και τόσο καθαρές. Οι ταινίες που έπαιζε το πλωτό σινεμά ήταν δευτέρας προβολής, αυτό όμως δεν ενδιέφερε και τόσο τον κόσμο, που πήγαινε εκεί για να απολαύσει τον δροσερό μπάτη πίνοντας την γκαζόζα, το σινάλκο ή τη γρανίτα του. Μόνιμη πελατεία του σινέ ήταν οι εβραϊκές οικογένειες που έμεναν στον Δεύτερο μώλο, την σημερινή οδό Προξένου Κορομηλά, και στην οδό Μητροπόλεως. Τα καλοκαιρινά βράδια έφευγαν από τα σπίτια τους, σωστά καμίνια, και πήγαιναν στη θάλασσα για να δροσιστούν.
Διαβάστε ακόμα: Η Θεσσαλονίκη, παλιά: Κάποτε στα Διονύσια
Ο Κήπος του Λευκού Πύργου
Ο «Κήπος», ένα από τα πιο διάσημα και κοσμοπολίτικα κέντρα διασκέδασης στη ζωή της Θεσσαλονίκης, δέσποζε για πενήντα χρόνια στη ζωή της πόλης. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα πλήρες συγκρότημα διασκέδασης που λειτουργούσε όλο το χρόνο αλλά το καλοκαίρι αποθεώνονταν. Το ψυχαγωγικό συγκρότημα λειτουργούσε ως καφεζαχαροπλαστείο – αναψυκτήριο – κέντρο διασκέδασης, με δυναμικότητα 2000 καθίσματα. Παραδίπλα από το Λευκό Πύργο, εκεί που μεγάλωσε η παραλία με το μπάζωμα της θάλασσας, λειτούργησε για πολλά χρόνια με την ευθύνη του έμπειρου επιχειρηματία Κωνσταντίνου Ρώμπαπα.
Πραγματικά αριστοκρατικό, φιλοξένησε θρυλικές παραστάσεις, προβολές ταινιών στο θερινό του κινηματογράφο, καμπαρέ αλλά και συναυλίες με μεγάλες τζαζ μπάντες και εμφανίσεις προσεγμένες καλοντυμένων Θεσσαλονικέων. Θρυλικές χοροεσπερίδες, όπως ο χορός των Συντακτών και καλλιστεία. Κατά διαστήματα στον «Κήπο» εμφανίστηκαν και φημισμένες ευρωπαϊκές ατραξιόν, χορευτικά, ακροβατικά και νούμερα διεθνούς φήμης. Η φήμη του ήταν μεγάλη σε όλη την Ευρώπη και καλλιτέχνες από παντού ζητούσαν να εμφανιστούν στις σκηνές του.
Το Όλυμπος Νάουσα
Το περίφημο εστιατόριο με την πανελλήνια αλλά και διεθνή φήμη «Όλυμπος Νάουσα» κάποια εποχή λειτουργούσε ως κέντρο διασκέδασης. Το ακίνητο «Όλυμπος Νάουσα» κατασκευάστηκε το 1926, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ζακ Μοσσέ και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής της πόλης της εποχής του μεσοπολέμου, στο πλαίσιο του εκλεκτικισμού των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, με αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία που παραπέμπουν στην belle epoque και το νεοκλασικισμό. Το εσωτερικό του με τις ψηλοτάβανες αίθουσες ήταν διακοσμημένο με ευρωπαϊκές ταπετσαρίες και γύψινες διακοσμήσεις, ενώ οι βιενέζικες καρέκλες ήταν το σήμα κατατεθέν του. Στο πίσω μέρος, διέθετε έναν καταπράσινο κήπο.
Το 1927, στο ισόγειο ξεκινά τη λειτουργία του το συνεταιρικό εστιατόριο που άφησε ιστορία. Συναποτελούσε, μαζί με το Μεντιτερανέ και τον Φλόκα, την τριάδα της θεσσαλονικιώτικης φήμης. Το 1942 και σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, λειτούργησε σαν καμπαρέ-μιούζικ χολ στη μια αίθουσα, με ορχήστρα και τραγουδίστριες σαν τη Νινή Ζαχά και τη Μαίρη Σοΐδου. Στο «Όλυμπος Νάουσα» δεν υπήρχε περίπτωση να πας Σαββατοκύριακο χωρίς κράτηση και η φήμη του βασίστηκε στο καλό παραδοσιακό φαγητό. Για 60 χρόνια, ήταν το ορόσημο της γαστρονομίας στην πόλη και η φήμη του είχε ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας, αφού έβρισκε θέση στα καλύτερα εστιατόρια του κόσμου. Από εκεί πέρασαν διάσημοι πολιτικοί και αστέρες, όπως Γεώργιος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ζισκάρ ντ’ Εστέν, Μακάριος κ.ά.
Μετά το θάνατο του τελευταίου συνεταίρου, Αριστοτέλη Σφήκα, οι παλιοί και πιστοί σερβιτόροι ανέλαβαν να διατηρήσουν το εστιατόριο αλλά δεν τα κατάφεραν. Το θρυλικό εστιατόριο κατεβάζει ρολά τον Ιούνιο του 1994 κι έκτοτε το κτίριο παραμένει κλειστό. Κηρυγμένο διατηρητέο παρέμενε σε κακή κατάσταση για χρόνια, αλλά τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκε ανακαίνιση και το κτίριο πουλήθηκε με σχέδιο να γίνει ξενοδοχείο.
Διαβάστε περισσότερα εδώ: Όλυμπος Νάουσα ξανά;
Και εδώ: Πουλήθηκε το Όλυμπος Νάουσα
Το Μεντιτερανέ
Το πολυτελές ξενοδοχείο «Μεντιτερανέ Παλλάς», που χτίστηκε το 1922 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μαρίνου Δελλαδέτσιμα και εγκαινιάστηκε το 1926, αποκαλούνταν από πολλούς ξένους το «Παλάτι της Μεσογείου». Υπήρξε ένα από τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία της Ευρώπης με πλούσιο διάκοσμο, βιενέζικα έπιπλα, πολυελαίους Μουράνο, πίνακες ζωγραφικής και περιλάμβανε μπαρ, εστιατόριο, ζαχαροπλαστείο, αίθουσα χορού, καμπαρέ και κρεμαστό κήπο στην ταράτσα. Μπορεί στα χρόνια που ακολούθησαν να στήθηκαν πιο μοντέρνα και πολυτελή ξενοδοχεία, ωστόσο κανένα από αυτά δεν πλησίασε την αρχοντιά, την ποιότητα, την ομορφιά και όλα όσα πρόσφερε το Μεντιτερανέ Παλλάς» για όσες δεκαετίες λειτούργησε.
Το ξενοδοχείο αποτελούσε το κέντρο της κοινωνικής ζωής, αλλά και ισχυρό σημείο αναφοράς στο θαλάσσιο μέτωπο της πόλης για περισσότερα από 50 χρόνια. Σε αυτό το ξενοδοχείο κατέλυσε το 1927 ο Κωστής Παλαμάς όταν επισκέφτηκε την πόλη και εκεί φωτογραφήθηκε με τους λογοτέχνες της Σχολής της Θεσσαλονίκης, ενώ από τον εξώστη του ο Ελευθέριος Βενιζέλος απευθύνθηκε στους οπαδούς του στις 23 Αυγούστου του 1928.
Στις ευρύχωρες αίθουσές του δίνονταν οι διασημότεροι χωροί της εποχής, με επίκεντρο αυτόν της Ενώσεως Συντακτών που οργάνωνε τα καλλιστεία για την ανάδειξη της Μις Μακεδονία-Θράκη που θα εκπροσωπούσε τη Βόρεια Ελλάδα στα εθνικά καλλιστεία στην Αθήνα. Είναι το μοναδικό ξενοδοχείο της πόλης που αναφέρεται στη λογοτεχνία της γενιάς του ’30. Ο μύθος του «Μεντιτερανέ» κατοχυρώθηκε επίσης μέσα από παρουσίες όπως αυτή της κυρίας Μοδιάνο, της πιο πλούσιας Εβραίας της Θεσσαλονίκης, που είχε μόνιμη σουίτα σ’αυτό και η εμφάνισή της προκαλούσε όλα τα βλέμματα. Η κυρία Τορνιβούκα, ιδιοκτήτρια του «Μεντιτερανέ», υπέρκομψη και ραφινάτη γέμιζε το χώρο με ένα λεπτό άρωμα. Και βέβαια όλη η πραγματική αστική τάξη της Θεσσαλονίκης έδινε δεξιώσεις ή τραπέζια στα υπερπολυτελή σαλόνια. Το όνειρο κράτησε ως την φοβερή ημέρα του μεγάλου σεισμού, κατόπιν του οποίου το «Μεντιτερανέ Παλλάς» κατεδαφίστηκε εσπευσμένα το 1978. Η δύση, η θέα στον Θερμαϊκό και η νύχτα της Θεσσαλονίκης με επίκεντρο το εμβληματικό ξενοδοχείο σφράγισαν την εικόνα της πόλης για πάνω από πέντε δεκαετίες.
Διαβάστε ακόμα: Συνέβη στο Μεντιτερανέ Παλλάς
Τα ιστορικά καφενεία της παραλίας
Ένα στοιχείο που σίγουρα θα είχε ενδιαφέρον να υπάρχει ακόμα στην παραλία της Θεσσαλονίκης είναι όλα τα ιστορικά καφενεία που έβρισκε κανείς κάποτε κατά μήκος της κι όπου γράφτηκαν αμέτρητες ιστορίες γενεών. Τα καφενεία “Αμερική” και “Αλάμπρα”, που βρίσκονταν στην παραλία, στο σημείο που αργότερα στήθηκε το καφενείο “Αιγαίον”. Το καλοκαίρι έβγαζαν τραπεζάκια δίπλα στη θάλασσα κι άνοιγαν κομψές πολύχρωμες τέντες, ενώ τα γκαρσόνια με μαύρο κοστούμι και άσπρη ποδιά πηγαινοέρχονταν με γεμάτους δίσκους, διασχίζοντας τη Λεωφόρο Νίκης χωρίς φόβο, γιατί οι άμαξες και τα λιγοστά τότε αυτοκίνητα κινούνταν με μικρή ταχύτητα, τα δε τραμ περνούσαν κάθε δέκα λεπτά. Στην “Αλάμπρα” μάλιστα έκανε την εμφάνισή του ο φωνογράφος, ενώ όταν ο ιδιοκτήτης Λεωνίδας Στεφανίδης άλλαζε δίσκο, οι θαμώνες τον χειροκροτούσαν κι αυτός απαντούσε με υπόκλιση. Τόσο η πυρκαγιά του 1890, όσο κι εκείνη του 1917 σταμάτησαν ακριβώς δίπλα από τα δύο αυτά καφενεία, που έπαθαν μικρές ζημιές και λειτουργούσαν ως το 1925. Την ιστορία του έγραψε επίσης το καφενείο “Νέα Ιωνία”, στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της λεωφόρου Νίκης με την οδό Αγίας Σοφίας. Εκεί ήταν που χτίστηκε το 1923, από τους αρχιτέκτονες Γραικό και Μαξ Ρούμπενς, το ξενοδοχείο “Ματζέστικ”. Στο ισόγειό του λειτουργούσε ως το 1978, που το κτίριο καταστράφηκε από τον σεισμό, το καφενείο “Νέα Ιωνία” του κυρ Στέλιου Υπερηφάνου. Στο καφενείο αυτό σύχναζαν όλοι οι “κάποιου επιπέδου” Σμυρνιοί της Θεσσαλονίκης, ενώ εκεί δίνονταν τις απόκριες και “μπάλλοι”, στους οποίους ο Βέζος κι ο Αγάπιος τραγουδούσαν σμυρνέικα τραγούδια. Δεν ξεχνάμε και το “Αστόρια Β”, στην αρχή της οδού Αγίας Σοφίας και απέναντι από το ξενοδοχείο “Ματζέστικ”. Σε αυτό, πάνω από δύο γενιές Σαλονικιών έπαιζαν το τάβλι τους κι έκαναν τις καραμπόλες στα μπιλιάρδα του, ενώ εκεί, στις 13 Οκτωβρίου 1933, ντεμπουτάρισε η Σοφία Βέμπο με το “Κόκκινο Πουκάμισο” του Νίκου Χατζηαποστόλου.
Επίσης, στη διασταύρωση της λεωφόρου Νίκης με την πλατεία Ελευθερίας, ήταν το πολυτελέστατο ξενοδοχείο Grand hotel d’ Angleterre, το Μεγάλο Ξενοδοχείο της Αγγλίας, στο ισόγειο του οποίου βρισκόταν στα χρόνια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου το «Μέγα καφεζυθοπωλείον ‘Κρυστάλ’» του Εβραίου Μωρίς Πεσάχ, στέκι των πολυεθνικών στρατιωτών του Μακεδονικού Μετώπου, κοσμικών κυριών της πόλης, γυναικών ελευθερίων ηθών και κατασκόπων. Μετά την μεγάλη πυρκαγιά του 1917, στη θέση του “Κρυστάλ”, ο Σμυρνιός Νίκος Καλαμποκίδης άνοιξε το καφενείο “Ποσειδών”. Στα χρόνια του μεσοπολέμου ήταν μόνιμο στέκι των ξενύχτηδων με πρώτο και καλύτερο τον Γιάννη Βελλίδη, που ερχόταν να καπνίσει τον ναργιλέ του αφού τυπωνόταν η εφημερίδα και έφευγαν τα αυτοκίνητα για τη διανομή της στην επαρχία. Όλο το οικοδομικό τετράγωνο που στέγαζε παλιότερα το “Κρυστάλ” και μετά το “Ποσειδών” κατεδαφίστηκε στα 1957 για να χτιστεί το σημερινό γωνιακό κτίριο. Η ιστορία όλων των ιστορικών αυτών στεκιών διασώζεται μέχρι σήμερα στην μνήμη όσων πρόλαβαν να τα γνωρίσουν και να τα καταγράψουν.
#Bonus: Το τραμ
Μέσα σε όλα όσα έχουν εξαφανιστεί από την παραλία της Θεσσαλονίκης, ένα από τα πράγματα που πολλοί Θεσσαλονικείς θα ήθελαν να δουν να επιστρέφει σήμερα είναι η γραμμή του τραμ, που περνούσε κατά μήκος της λεωφόρου Νίκης, μεταξύ άλλων σημείων.
Διαβάστε την ιστορία του εδώ: Όταν η Θεσσαλονίκη είχε τραμ
Πηγές πληροφοριών-εικόνων:
“Εκατό χρόνια φιλοξενίας – Τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης (1914-2014)” του Βασίλη Κολώνα, εκδ. University Studio Press “Κάποτε στη Θεσσαλονίκη” του Στράτου Σιμιτζή, εκδ. University Studio Press “Οι κινηματογράφοι της παλιάς Θεσσαλονίκης (1895-1944)” του Κώστα Τομανά, εκδ. Νησίδες, 1993 “Τα καφενεία της παλιάς Θεσσαλονίκης” του Κώστα Τομανά, εκδ. Νησίδες, 1990 theodosiou.wordpress.com thessmemory.wordpress.com thessaloniki.photos.vagk.gr
Διαβάστε ακόμα:
Το θρυλικό θέατρο Χατζώκου στην Αριστοτέλους και η ιστορία του
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ