Στη Σχολή Καλών Τεχνών τα κτίρια ραγίζουν και τα όνειρα παθαίνουν καθίζηση
Σήμα SOS εκπέμπουν φοιτητές της Σχολής, ζώντας καθημερινά μέσα στην ανασφάλεια- Τι λένε ο πρύτανης, η τεχνική υπηρεσία και ο Κοσμήτορας
Πηγαίνοντας για ρεπορτάζ στις εγκαταστάσεις της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στη Θέρμη, βρίσκεσαι μπροστά σε ένα απίστευτα αντιφατικό θέαμα.
Αντικρίζεις από τους φοιτητές μάτια φλογερά, μυαλά ανοιχτά και πάθος ασίγαστο για δημιουργία. Μαζί πολλά νεανικά όνειρα. Που, ωστόσο, στεγάζονται μέσα στις χειρότερες δυνατές συνθήκες, ακατάλληλες ώστε να φιλοξενήσουν όχι μόνο όσους φοιτούν, αλλά όσους καθημερινά ζουν και εργάζονται εκεί.
Δεν είναι μόνο η ακαταλληλότητα, ή η αισθητική των κτηρίων. Οι φοιτητές, αλλά και ο Κοσμήτορας της Σχολής μιλούν ανοιχτά και για επικινδυνότητα. Οι πρυτανικές αρχές και η τεχνική υπηρεσία του ΑΠΘ είναι πιο καθησυχαστικές, με βάση τη μελέτη που έγινε πρόσφατα.
Τι συμβαίνει, όμως, ακριβώς; Δείτε από τις εικόνες ποια είναι η κατάσταση που επικρατεί στη Σχολή Καλών Τεχνών του ΑΠΘ στη Θέρμη και θα καταλάβετε.
Καθιζήσεις και κακοτεχνίες
Τα κτίρια χτίστηκαν και παραδόθηκαν πριν από περίπου 25 χρόνια, από το 2000 και από τότε φιλοξενούν σπουδαστές της Σχολής Καλών Τεχνών, το Εικαστικό και το Μουσικό τμήμα.
Λίγα χρόνια αργότερα, άρχισαν τα πρώτα προβλήματα. Άρχισε η καθίζηση των κτηρίων που πλέον προχωρά ολοένα και περισσότερο. Σύμφωνα με καθηγητή της Σχολής, έτσι όπως έχει μεταφερθεί στους σπουδαστές, τα κτήρια μπαίνουν περίπου 1,5 εκατοστό πιο βαθιά στο έδαφος κάθε χρόνο.
Το τσιμέντο που χρησιμοποιήθηκε για να ενώσει τα δύο κτίρια, σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν γίνει, δεν είχε τη σωστή συμπύκνωση, με αποτέλεσμα σε αρκετά σημεία να έχει εξαφανιστεί και τα κτήρια να υποχωρούν. Αυτό φυσικά έχει συνέπεια να μπαίνει μέσα το νερό, όταν βρέχει και να πλημμυρίζουν πολλά σημεία.
Η σκουριά και η φθορά είναι πασιφανής από τις εικόνες που αντικρίζει κανείς. Τα ραγίσματα στους τοίχους επίσης. Μία εικόνα που παραπέμπει σε κατεστραμμένη πόλη και όχι σε ένα Πανεπιστήμιο. Ο φόβος και η ανασφάλεια κυριαρχούν.
«Μπορεί να υπογράψει κανείς ότι είμαστε ασφαλείς; Είμαστε εδώ πολλές ώρες κάθε μέρα. Αισθανόμαστε πως κινδυνεύουμε, παρ’ ότι μας έχουν πει ότι δεν τίθεται θέμα στατικότητας. Όμως, υπογράφουν γι΄αυτό; Μπορεί να υπογράψει ότι δε θα πέσει μπετόν στα κεφάλια μας; Έβαλαν μόνο τσιμέντο στις καθιζήσεις για να μην φαίνεται εξωτερικά. Αρκεί αυτό για να λύσει το πρόβλημα;», είναι ορισμένα από τα ερωτήματα των φοιτητών, που έχουν κοινοποιήσει πολλάκις το ζήτημα.
Οι φοιτητές φοβούνται για τη σωματική τους ακεραιότητα. Παράλληλα, κάνουν λόγο για υπόγειο χωρίς φώτα, καθώς για να λειτουργεί η πυρασφάλεια δεν λειτουργεί ολόκληρος ο φωτισμός, χωρίς σωστό εξαερισμό, ακόμη και για μαύρη μούχλα σε ορισμένα σημεία. «Οι κανόνες υγιεινής δεν τηρούνται σε καμία περίπτωση» μας λένε και ηχούν δυνατά το καμπανάκι του κινδύνου. «Η κατάσταση μετά την πανδημία έχει χειροτερέψει. Βρήκαμε μία ακόμη χειρότερη κατάσταση από πριν, μη διαχειρίσιμη πια».
Μάλιστα πριν από μερικές μέρες έπεσε και ανεμιστήρας από τον τοίχο, ενώ παρατηρήθηκε βραχυκύκλωμα στις πρίζες και πτώση σωλήνων. Παράλληλα, στάζουν νερά από τα ταβάνια. «Τι θα γινόταν αν έπεφτε ο ανεμιστήρας σε κάποιο κεφάλι ή γινόταν κακό με το νερό και το ρεύμα;».
Μανουσαρίδης: «Δεν είναι κάτι που ανησυχεί»
Ο προϊστάμενος της τεχνικής υπηρεσίας του ΑΠΘ, Νίκος Μανουσαρίδης μίλησε στην Parallaxi για το θέμα.
«Γνωρίζουμε το πρόβλημα, το οποίο έχει δημιουργηθεί από παλιά. Γι΄αυτό και αναθέσαμε με διαγωνισμό σε εξωτερική εταιρία να κάνει τη μελέτη, η οποία έχει ολοκληρωθεί. Τα στοιχεία δεν είναι τόσο ανησυχητικά σε ό,τι αφορά το κτίριο και τη στατικότητά του. Οι εδαφόπλακες έχουν επηρεαστεί, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί και στα σπίτια μας, εκεί που μπαζώνεις για να ρίξεις την πλάκα αν δεν έχει γίνει η κατάλληλη συμπίεση, η πλάκα δεν εδράζεται σε στηρίγματα, κατεβαίνει η στάθμη, με αποτέλεσμα να προκαλείται αυτό. Όταν έγινε το κτίριο είχαν φέρει χώμα από αλλού, δεν έγινε η κατάλληλη συμπύκνωση και έχουμε την καθίζηση του πατώματος και προκαλεί αισθητικά έναν φόβο. Δεν έχουν σταθεροποιηθεί οι πλάκες σκυροδέματος, είναι κακοτεχνία».
Σύμφωνα με όσα μας αναφέρει, το πόρισμα της γεωτεχνικής έρευνας έχει δοθεί στην τεχνική υπηρεσία, η έγκρισή δεν έχει περάσει ακόμη από το τεχνικό συμβούλιο και βρίσκεται στη διαδικασία της παραλαβής.
«Δεν είναι κάτι που μας ανησυχεί, δεν κινδυνεύουν τα παιδιά ώστε να ακυρώσουμε τα κτίρια, δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος ανησυχίας. Έχουν προταθεί κάποιες λύσεις, που όμως είναι σύνθετες, για να γίνει παρέμβαση στο έδαφος πρέπει να το ξηλώσεις όλο και να ρίξεις τσιμέντο, όμως πρέπει να φύγουν και οι μετασχηματιστές της ΔΕΗ».
Στο ερώτημα αν περνάει ρέμα κάτω από τα κτίρια κι αυτό επιδεινώνει την κατάσταση, ο κ. Μανουσαρίδης απαντά:
«Αν δει κάποιος την κλίση του χώρου αντιλαμβάνεται ότι εκεί σχηματιζόταν ένα ρέμα φυσιολογικό. Για να γίνει το κτίριο το επιπέδωσαν με προσχώσεις, που δεν έχουν συμπιεστεί τόσο πολύ. Αν από το υπέδαφος περνάει και ρέμα αυτή τη στιγμή δεν το ξέρει κανένας. Τα νερά δεν περνάνε από εκεί. Κανείς δεν αποκλείει να μεταφέρεται η υγρασία απλά λόγω της κλίσης στο υπόγειο».
Για τα ραγίσματα στους τοίχους, πρόσθεσε:
«Τα ραγίσματα στους τοίχους προκύπτουν από την ένωση του τοίχου στα πατώματα, δεν υπάρχουν θέματα στις κολώνες».
Σε ό,τι αφορά τον εργολάβο που κατασκεύασε τα κτίρια; Σύμφωνα με επίσημα έγγραφα, είναι η εταιρία ΔΟΜΗΛ. Τη μελέτη τότε έκανε ομάδα αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ.
Φείδας: «Οι πρώτοι που ασχοληθήκαμε»
O νεοεκλεγείς πρύτανης του ΑΠΘ, Μπάμπης Φείδας, γνωρίζει το θέμα, καθώς και ως αντιπρύτανης είχε επισκεφθεί το κτήριο μαζί με την τότε κοσμητόρισσα και νυν αντιπρύτανη Στέλλα Λάββα. Εμφανίζεται και ο ίδιος καθησυχαστικός. «Είμαστε οι πρώτοι που ασχοληθήκαμε σοβαρά με το θέμα, ενώ το ανακίνησα ως αντιπρύτανης. Προχωρήσαμε με διαγωνισμό στην ανάθεση της μελέτης από εξωτερική εταιρία, η μελέτη ολοκληρώθηκε και θα προχωρήσουμε στην υλοποίηση της πρότασης που αναφέρεται στο πόρισμα. Η τεχνική υπηρεσία γνωρίζει τι πρέπει να γίνει», τόνισε μεταξύ άλλων στην Parallaxi.
Παραδέχθηκε βέβαια ότι η διαδικασία που απαιτείται ώστε να βγουν τα απαραίτητα κονδύλια από το Υπουργείο και να προχωρήσουν οι εργασίες αποκατάστασης θα είναι χρονοβόρα, όπως συνήθως συμβαίνει στο δημόσιο… Παράλληλα, επεσήμανε ότι μετά από 25 χρόνια δεν είναι δυνατόν να ζητηθούν πλέον ευθύνες από τον εργολάβο που είχε αναλάβει το έργο.
Ποταμιάνος: «Δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ!»
Εκ διαμέτρου αντίθετη, πάντως, είναι η τοποθέτηση του Κοσμήτορα της Σχολής, Ιάκωβου Ποταμιάνου, ο οποίος μάλιστα είναι έμπειρος αρχιτέκτονας.
«Πρέπει να βρεθούν χρήματα από κάπου για να λυθούν πολλά προβλήματα. Εχει λίγες μέρες που έχω αναλάβει Κοσμήτορας. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Υποχωρεί το έδαφος και υπάρχουν ρωγμές. Είναι επικίνδυνα, πρέπει η πρυτανεία να επιληφθεί του θέματος.
Δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ. Είναι επικίνδυνο, πρέπει να έρθει κλιμάκιο του Υπουργείου Παιδείας να δει σε τι κατάσταση βρίσκεται το κτήριο. Αν συμβεί κάτι και πέσει κομμάτι μπετόν, τι θα γίνει; Λαμβάνω αναφορές από τους προέδρους των τμημάτων.
Πρέπει να μπει ειδικό συνεργείο που παίρνει τμήματα του φέροντος οργανισμού, σαν τρυπάνι για να δουν μέσα στο μπετόν και την αντοχή του. Κατά πόσο τα σίδερα έχουν σκουριάσει και αυτό σημαίνει ότι διαστέλλοντα και σπάνε το μπετόν».
Βασιλακάκης: «Δεν είχε γίνει σωστή μελέτη»
Ο αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής κ. Βασίλης Βασιλακάκης υπογράμμισε στην Parallaxi:
«Με πρωτοβουλία της τότε κοσμητόρισσας κ. Λάββα και του αντιπρύτανη τότε κ. Φειδά είχε γίνει γεώτρηση πέρυσι το χειμώνα για να διαπιστωθεί η στατικότητα των κτιρίων. Όταν βρέχει ανεβαίνει ο υδροφόρος ορίζοντας, πλημμυρίζουν τα υπόγεια και έχουμε καθιζήσεις.
Μας έχουν πει ότι δεν υπάρχει θέμα στατικότητας, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμη για την επίσημη μελέτη, δεν έχουμε το επίσημο αποτέλεσμα της γέωτρησης για να δούμε πόσο χαμηλά είναι το ρέμα. Υπάρχουν σίγουρα κακοτεχνίες. Δεν είχε γίνει κάποια μελέτη ώστε να φεύγουν τα νερά και να μην ποτίζουν τα θεμέλια. Ίσως θα έπρεπε να έχει γίνει μία τάφρος περιμετρικά του κτιρίου από την αρχή, από την κατασκευή των κτιρίων», είπε, ενώ πρόσθεσε ότι έχει ζητηθεί μετεγκατάσταση, γιατί εκτός των προβλημάτων που υπάρχουν, πρέπει η Σχολή να έχει και μια αλληλεπίδραση με την πόλη.
Οι φοιτητές, εκτός των άλλων, καταγγέλλουν και προβλήματα θέρμανσης, καθώς ο χώρος δεν μπορεί να θερμανθεί σωστά ή θερμαίνεται μόνο συγκεκριμένες ώρες (από το πρωί μέχρι το μεσημέρι).
«Από το κρύο πολλές μέρες δεν μπορούμε να κρατήσουμε τα πινέλα. Επίσης υπάρχει ζήτημα με την καθαριότητα. Δύο καθαρίστριες καλούνται να καθαρίσουν όλο αυτό το χώρο, οπότε καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο είναι. Καθαρίζουμε κι εμείς πολλές φορές. Στις τουαλέτες οι νιπτήρες είναι βουλωμένοι».
Oι φοιτητές όταν βρέχει έχουν θέμα και με τα πλημμυρισμένα υπόγεια, αλλά και με τη στάση λεωφορείου, όπου σχηματίζεται λίμνη. Είναι αναγκασμένοι να πάρουν δύο ή και τρία λεωφορεία για να φτάσουν στο Πανεπιστήμιο και να αντικρίσουν αυτές τις συνθήκες. Κάποιοι κάνουν 2 ή και 3 ώρες, διότι το ’66’ μπορούμε να το πάρουμε μόνο από τη Νέα Ελβετία. Οπότε πάμε εκεί από το κέντρο κι αν κάποιος μένει στα δυτικά, χρειάζεται τρία λεωφορεία».
Η Μαρία Κενανίδου, γραμματέας στο τμήμα Θεάτρου, θέτει, εντωμεταξύ και μία άλλη παράμετρο: «Η Σχολή είναι κατακερματισμένη. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την επικοινωνία και είναι δύσκολο να το διαχειριστείς αυτό. Η Καλών Τεχνών βρίσκεται σε τρία διαφορετικά σημεία. Δεν γίνεται να αποκόβεται από την πόλη. Αφορά ένα γνωστικό αντικείμενο που η καρδιά του χτυπάει στο κέντρο της πόλης. Είναι γνωστό ότι το κτήριο είναι τόσο ακατάλληλο που επηρεάζει και την καλλιτεχνική παραγωγή».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Σχολή Καλών Τεχνών στεγάζεται συνολικά εκτός από τα κτήρια της Θέρμης, σε κτήριο Τhomas στη Θέρμη (μάλιστα έναντι σημαντικού ποσού ως ενοίκιο), στη Σταυρούπολη και στο κέντρο.
Αυτή η κατάσταση προφανώς δε βοηθά και στη συνεργασία των τμημάτων μεταξύ τους, κάτι που έγινε για πρώτη φορά μετά από χρόνια, στην πρόσφατη εκδήλωση για τα Τέμπη στο κτίριο διοίκησης του ΑΠΘ.
Η κατάσταση είναι αυτή και αυτά βιώνουν καθημερινά δεκάδες φοιτητές στη Σχολή Καλών Τεχνών στη Θέρμη. Η φλόγα για δημιουργία μπορεί να παραμένει άσβεστη, όμως οι συνθήκες που βιώνουν είναι τουλάχιστον τριτοκοσμικές.