Τελευταίοι και πρώτοι άνθρωποι

Κριτική για την ταινία που θα προβληθεί τις επόμενες μέρες στη Θεσσαλονίκη

Πάνος Αχτσιόγλου
τελευταίοι-και-πρώτοι-άνθρωποι-886661
Πάνος Αχτσιόγλου

Κινηματογραφημένο σε δεκαεξάρι φιλμ και με κεντρικούς πρωταγωνιστές τα αλλόκοτα μνημεία («Spomenik», στα σερβικά) που ορθώνονται σε περιοχές της πρώην Γιουγκοσλαβίας, το υπέροχα ανοίκειο δημιούργημα του αδικοχαμένου μουσικοσυνθέτη Γιόχαν Γιόχανσον αποτελεί μια συγκλονιστική καλλιτεχνική σύμπραξη εικόνων, ήχων και λόγων που αντηχεί στεντόρεια μέσα στο κινηματογραφικό σύμπαν, με τις δονήσεις του να φτάνουν μακριά, πάλλοντας ακόμη και το «Σολάρις» του Ταρκόφσκι ή το «2001, Οδύσσεια του διαστήματος» του Κιούμπιρκ

Ένα μήνυμα από το βαθύ σύμπαν φτάνει στα αυτιά μας και μια απόκοσμη αλλά και γνώριμη φωνή που έρχεται από το μέλλον (δύο δισεκατομμύρια χρόνια από τώρα) μας μιλά για τα τελευταία ψήγματα αυτού που κάποτε ονομαζόταν ανθρωπότητα, ζητώντας μας να ζήσουμε διαφορετικά για να μπορέσουμε να μην έχουμε το μοιραίο τέλος που αρχίζει να προδιαγράφεται στον ορίζοντα. Και ενώ η αφήγηση εξιστορεί τα παθήματα όλων ημών, αλλά και τη ζωή στους νέους πλανήτες που αστόχαστα για ακόμη μια φορά αποκαλούμε σπίτια μας, η ασπρόμαυρη εικόνα περιπλανιέται υγρά θαρρείς πάνω σε ανοίκεια ευρήματα, τεχνουργήματα μιας άλλης εποχής (ή μήπως όχι;) συμπληρώνοντας μαγικά την ιστορία με εικόνες που λίγο βλέπεις, λίγο αφηγείσαι διαισθητικά, λίγο συμπληρώνεις με τη φαντασία σου.

Στο τέλος της μικρής ζωής του, ο αδικοχαμένος σπουδαίος συνθέτης (και απ’ ότι φαίνεται και εξίσου σπουδαίος σκηνοθέτης) Γιόχαν Γιόχανσον φιλοτεχνεί ένα πραγματικό οπτικοακουστικό ποίημα, βασισμένο σε τρεις δομικούς άξονες: την αφήγηση, προερχόμενη από το ομότιτλο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Άγγλου φιλοσόφου και συγγραφέα Όλαφ Στέιπλεντον, ο οποίος υπήρξε τεράστια έμπνευση για τους Ρώσους «πατέρες» του sci-fi όπως ο Στάνισλαβ Λεμ. Την κινηματογράφηση, με την κάμερα να γλιστρά ελεγειακά ανάμεσα στα ογκώδη πέτρινα μνημεία που φέρνουν στο νου παράξενες ανθρώπινες μορφές αλλά και γεωμετρικά σύμβολα ενότητας που χάνονται στον χώρο και το χρόνο. Και τα δωρικά ακούσματα σπλαχνικών θαρρείς ήχων, ικανών να ξυπνήσουν από μόνοι τους φιλοσοφικούς στοχασμούς, διεγείροντας ασυνείδητα τις αισθήσεις. Το αποτέλεσμα συνιστά ένα ωριαίο πολυμεσικό αριστούργημα που μιλά για τις τύχες της ανθρωπότητας με λυρισμό αλλά και ακαδημαϊκότητα, διηθημένο μέσα από σκιές, άμμο, χαλάσματα και πέτρες, και αντανακλώμενο πάνω φθαρμένα αλλόκοτα προσωπεία με ολοστρόγγυλα μάτια και χαρακτηριστικά που θυμίζουν πτηνά, ψάρια και θηλαστικά ταυτόχρονα, λαξεμένα σε μνημεία που δεν μπορεί να χωρέσει ο ανθρώπινος νους ότι υπάρχουν στην πραγματικότητα και δεν κατασκευάστηκαν για τις ανάγκες της ταινίας.

Η σαγηνευτικά παγωμένη φωνή της Τίλντα Σουίντον αφηγείται με ισόποσες δόσεις μελαγχολίας και αυτογνωσίας αποσπάσματα από τη συλλογική μνήμη ενός ανθρώπινου είδους που διανύει τις τελευταίες του στιγμές – με τα δευτερόλεπτα να μετατρέπονται σε χιλιετίες και το χρόνο να χάνει το νόημά του – και ο Γιόχανσον, λίγο με την επιβλητικότητα της μουσικής του, λίγο με το δέος που προκαλεί η λιτότητα των εικόνων του, προσφέρει σε όλους εμάς μια συνταρακτική, μυστικιστική εμπειρία σύνδεσης με το εγώ και το εμείς, με το χθες το σήμερα και το πάντοτε, με το εδώ και το πέρα. Με την ασύλληπτη απεραντοσύνη του σύμπαντος, με την σημαντικότητα αλλά και τη φθαρτότητα της ίδιας μας της ύπαρξης.

Μερικές φορές είναι τόσο λίγα τα λόγια, τόσο περιορισμένα αυτά που μπορεί να πει κανείς για να περιγράψει και να μεταδώσει με επάρκεια τον σχεδόν μαγικό τρόπο με τον οποίο κυλάει περίπου μία ώρα αυτού του εξαιρετικού φιλμικού δοκιμίου, που ίσως τελικά να χρειάζεται να αρκεστεί σε πολύ λίγα, σε πολύ βασικά. Σε αυτά που αισθάνεται και βιώνει, στον τρόπο με τον οποίο συνταιριάζονται όλα τα κομμάτια του παζλ με τα θραύσματα εαυτού που κουβαλά καθένας μέσα του, που αναζητά ίσως σε όλη του τη ζωή και πολλές φορές δεν θα καταφέρει να εκφράσει ποτέ. Τελικά, μια διάχυτη μελαγχολία μοιάζει να αγκαλιάζει το φιλμ, όμοια με εκείνη τη ζεστή, οικεία αλλά και απλοϊκά τρομακτική φωνή του Χαλ 9000, του ζωογόνου αλλά και αδυσώπητου υπολογιστή του «2001 Οδύσσεια του διαστήματος» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ στο οποίο (μαζί με το αντίπαλο δέος του εξ Ανατολής, το «Σολάρις» του Αντρέι Ταρκόφσκι) το φιλμ αποτίει ξεκάθαρα φόρο τιμής.

Η πανδαισία ασπρόμαυρων εικόνων και μεγαλόπρεπων ήχων αφήνει μια αίσθηση κενού στο φινάλε, όμοιου με εκείνου που νιώθεις όταν συνειδητοποιείς ότι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος άνθρωπος, ένας άνθρωπος από αυτούς που λίγο ζηλεύεις και πολύ θαυμάζεις, δεν βρίσκεται πια στη ζωή (στην πραγματικότητα, το φιλμ υλοποιήθηκε post-mortem, από τους συνεργάτες του, βασισμένους σε γραπτές κατευθύνσεις του Γιόχανσον και προσωπικές ηχογραφήσεις του). Τι καλύτερο, τι πιο συγκινητικό και άμεσο, να αφήσει αυτό το μεγαλειώδες κινηματογραφικό έργο ως τελευταία ανάσα, ως καλλιτεχνική παρακαταθήκη, ως ληκτική δημιουργική αναλαμπή, για όλους εμάς που μένουμε πίσω συλλογιζόμενοι την αξία των πεπραγμένων του, της «τελευταίας και πρώτης» κινηματογραφικής του αναπνοής.

Σκηνοθεσία: Jóhann Jóhannsson

Ηθοποιοί:  Tilda Swinton

*Η ταινία “Τελευταίοι και πρώτοι άνθρωποι” θα προβληθεί στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης από το ΦΚΘ από τις 24 Φεβρουαρίου

Βαθμολογία: 4 αστέρια

Λέξεις: Πάνος Αχτσιόγλου

Δείτε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα