The basket gallery: 1923-2023-Ιστορίες βίαιου εκτοπισμού
Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα και επίκαιρη έκθεση που φιλοξενείται στην πόλη
Αν και μετρά ήδη δύο χρόνια ζωής επισκέφθηκα για πρώτη φορά μόλις πριν από λίγες ημέρες την Basket gallery.
Εκεί με υποδέχτηκε ο Δημήτρης Καμένος δημιουργός κόμικ μεταξύ άλλων και του «Μεφίστο» της Εφημερίδας των Συντακτών.
Ενώ αρχικά μου έκανε εντύπωση η επιλογή της Πλατείας Διοικητηρίου για την στέγαση μιας γκαλερί, μακριά δηλαδή από το κέντρο της πόλης, την απάντηση δίνει το ίδιο το κτήριο με το που περνάς το κατώφλι του.
Η γκαλερί στεγάζεται στο ισόγειο οικοδομής που ανεγέρθηκε μεταξύ 1933 και 1934 σε σχέδια του αρχιτέκτονα είναι Βαρτάν Τερ. Ζακαριάν.
Η άδεια έχει ημερομηνία 4 Μαΐου 1933 και εκδόθηκε στο όνομα του ιδιοκτήτη, Αρτίν Μουμτζιάν. Το αρχικό σχέδιο ήταν να κτιστούν έξι όροφοι. Στην πραγματικότητα το κτίριο έχει ένα υπόγειο, ένα ισόγειο, τρείς τυπικούς ορόφους και ένα ρετιρέ.
Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως 229/2016, το οικοδόμημα στην Καραολή και Δημητρίου των Κυπρίων αριθμός 36 περιγράφεται ως εξής:
Συμμετρική τριμερής οργάνωση της όψης και στις δύο πλευρές με την προσθήκη ως εκατέρωθεν κεντρικού άξονα (με διπλά ανοίγματα με τον αντίστοιχο ενιαίο εξώστη) που προεξέχει σε ύψος. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και επιμέρους στοιχεία του κτηρίου με επιρροές Art Deco, όπως η διαμόρφωση της εισόδου με τα επάλληλα πλαίσια και τη σιδηρά θύρα, τα κιγκλιδώματα των εξωστών. Η προσθήκη εντάσσεται αρμονικά στο σύνολο του κτηρίου.
Πέρα από την συλλογή της γκαλερί και το shop αξίζει μια ξεχωριστή μνεία στο λογότυπο που είναι εμπνευσμένο από την βάση πολλών παραδοσιακών καλαθιών, μεταξύ των οποίων και τα χειροποίητα ψάθινα καλάθια της κοινότητας Ρομά στην Βορειοανατολική Ελλάδα. Από αυτό το κομμάτι ξεκινά η πλοκή ενός καλαθιού. Παρόλο που κάθε άχυρο μόνο του δεν μπορεί να κάνει πολλά, όταν πλέκονται μαζί, τα άχυρα αυτά σηκώνουν τα μεγαλύτερα φορτία. Πράγματι αν παρακολουθήσει κανείς την πλέξη δύο άτομα σε συνεργασία φτιάχνουν την βάση και το κυρίως σώμα ξεχωριστά.
Ο χώρος της Basket Gallery φιλοξενεί μια πολύ ενδιαφέρουσα και επίκαιρη έκθεση με τίτλο «1923-2023: Ιστορίες βίαιου εκτοπισμού» η οποία εξετάζει τον αναγκαστικό εκτοπισμό σε μια εποχή που οι πόλεμοι και οι καταστροφές δεν έχουν τελειωμό αναγκάζοντας χιλιάδες ανθρώπους στην προσφυγιά με αποτέλεσμα όχι απλά τον ξεριζωμό αλλά τον κίνδυνο να βασανιστούν να κινδυνέψουν να χάσουν ακόμα και την ζωή τους. Η περιήγηση ξεκινά με αντικείμενα και ιστορίες του εκτοπισμού στην άλλη πλευρά του Αιγαίου από αυτούς που έφυγαν από την Ελλάδα και πήγαν στην Τουρκία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Είναι τόσες οι ιστορίες που έχουν καταγραφεί, τα βιβλία που έχουν γραφτεί και έχουν γίνει ταινίες και θεατρικά έργα που το βίωμα των προγόνων μας είναι γνωστό και οικείο. Εμείς οι απόγονοι αυτών που έζησαν στον Εύξεινο πόντο μεγαλώσαμε με αυτές τις ιστορίες. Παρ όλα αυτά δεν μας είναι γνωστές οι αναφορές σε αυτούς που έκαναν το αντίστροφο ταξίδι, άφησαν την Ελλάδα για να πάνε στην Τουρκία και έχουν να αφηγηθούν τις δικές τους μνήμες.
Αντικείμενα που μετέφεραν οι «Μουμπαντίλ» στην Τουρκία από την Ελλάδα και οι ιστορίες πίσω από αυτές ξετυλίγονται στους δύο χώρους της έκθεσης με την βοήθεια και συνεργασία του Συλλόγου Τούρκων ανταλλαχθέντων από τη Θεσσαλονίκη κι άλλες περιοχές της Ρούμελης/Ρωμυλίας και απογόνους των οικογενειών αυτών. Πουκάμισα, τσάντες, το γιλέκο που φορούν μετά την περιτομή, ένα μπαούλο, μπαγλαμάς, ένα πουγκί και ένα ψαλίδι. Αντικείμενα που ταξίδεψαν από την Κρήτη, Κοζάνη, Φλώρινα, Πτολεμαίδα, Σέρρες Θεσσαλονίκη στην νέα πατρίδα.
«Μουμπαντίλ» (Mübadil) στα Τουρκικά σημαίνει ανταλλαγή και έτσι αποκαλούνται οι Μουσουλμάνοι που ήρθαν στην Τουρκία έπειτα από τη Συνθήκη της Λοζάνης.
Παρόλο που οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν σε πόλεις κοντά στα σύνορα, κάποιοι από τους πληθυσμούς της ανταλλαγής βρέθηκαν σε μακρινά μέρη. Οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στα Άδανα, προέρχονταν από το νησί της Κρήτης, από όπου μετακινήθηκε μια τεράστια πληθυσμιακή ομάδα σε μια μεγάλη περιοχή που εκτείνεται από το Τσανακαλέ και την Προύσα στα δυτικά μέχρι τα Άδανα και το Χατάι στο νότο. Η οικογένεια της Σέλμα Κράντσεσμε ήταν ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους. Ο πατέρας της ήταν μόνο ενός έτους όταν τα μέλη της οικογένειάς του μετακόμισαν πρώτα στη Μερσίνη πριν ξεκινήσουν και πάλι τις ζωές τους στα γειτονικά Άδανα.
«Κάθε καράβι είχε συγκεκριμένη χωρητικότητα και όταν γέμιζε, δεν επιτρέπονταν να μπαρκάρουν άλλοι. Μερικές οικογένειες έβαζαν πρώτα τα παιδιά τους στα πλοία και οι ίδιοι περίμεναν ολόκληρους μήνες να έρθουν τα επόμενα. Σε αυτά τα παιδιά ήταν και η γιαγιά μου.
Έχουμε περιπτώσεις όπου αδέλφια επανασυνδέθηκαν σχεδόν 50-60 χρόνια αργότερα. Μόλις πριν τέσσερα χρόνια γνώρισα τα εγγόνια του θείου μου. Αργότερα βρήκαμε απογόνους του θείου του παππού μου στο Μπόντρουμ, που βρίσκεται νοτιοδυτικά» λέει η Κράντσεσμε.
Με την άφιξή τους στην Τουρκία τους περίμεναν νέες προκλήσεις. «Οι περισσότεροι δεν ήξεραν Τουρκικά και είχαν πρόβλημα να προσαρμοστούν στην μητέρα-πατρίδα».
Η πρώτη γενιά αποτελούνταν από εσωστρεφείς ανθρώπους που δεν είχαν πολλές επαφές με τους κατοίκους της νέας τους χώρας. Παραδείγματος χάριν, η κοινότητα έκανε συγγενικούς γάμους τα πρώτα χρόνια. Υπέφεραν πολύ αλλά δεν μεταβίβασαν τον πόνο αυτό στα παιδιά τους» καταλήγει.
Όλα αυτά ακούγονται πολύ οικεία σε εμάς, ειδικά στην Θεσσαλονίκη την πόλη που υπήρξε ένας από τους βασικούς τόπους εγκατάστασης των προσφύγων, μαζί με την Αθήνα και τον Πειραιά. Ενδεικτικό είναι πως από τον Σεπτέμβριο του 1922 μέχρι και τον Ιανουάριο του 1924 έφτασαν στην Θεσσαλονίκη περίπου 130.000 πρόσφυγες, από τους οποίους οι 100.000 παρέμειναν εντός του αστικού ιστού. Παρά τα τόσα χρόνια που μας χωρίζουν από τους πολέμους και τους ξεριζωμούς λίγα έχουμε διδαχτεί από τις συνέπειες τους με αποτέλεσμα σήμερα στον κόσμο να μαίνονται πόλεμοι χρόνων και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να μετακινούνται προς ένα αβέβαιο μέλλον.
Περισσότερα για την έκθεση και την γκαλερί https://www.thebasketgallery.gr