Θεσσαλονίκη: Με μία ταινία – φαινόμενο ο θρυλικός Απόλλων ανοίγει τις πύλες του για 41η χρονιά
Τα θερινά σινεμά επιστρέφουν στην πόλη
Οι ημέρες του Πάσχα πέρασαν και το καλοκαίρι βρίσκεται πλέον προ των πυλών φέρνοντας μαζί του μία αγαπημένη συνήθεια. Τα θερινά σινεμά, ετοιμάζονται να προσφέρουν μαγικές βραδιές και φέτος.
Ο θρυλικός Απόλλων μετράει αντίστροφα για να ανοίξει τις πύλες του για 41ο καλοκαίρι.
Το… ποδαρικό θα γίνει το Σάββατο 11/5 στις 20:30 με την προβολή της ταινίας «The Blues Brothers».
«Τι ακολουθεί μετά τον Απρίλιο; Ο Μάιος. Τι θα συμβεί στις 11 Μαΐου; Ο Θερινός Κινηματογράφος Απόλλων ξεκινάει το 41ο καλοκαίρι της λειτουργίας του.
41 καλοκαίρια το ένα πιο όμορφο από το άλλο. Θα είναι Σάββατο, θα έχει ωραίο καιρό (ποιος ξέρει;), οι μπύρες θα είναι παγωμένες, τα χοτ ντογκ θα σας περιμένουν, τι θα προβάλλεται;
Everybody needs somebody Everybody needs somebody to love
THE BLUES BROTHERS, ΣΑΒΒΑΤΟ 11 ΜΑΪΟΥ, 20:30»
Οι Ατσίδες με τα μπλε (πρωτότυπος τίτλος: The Blues Brothers) είναι μια αμερικανική μουσική κωμωδία του 1980 σε σκηνοθεσία Τζον Λάντις. Πρωταγωνιστεί ο Τζον Μπελούσι ως “Τζολιέτ” Τζέικ Μπλουζ και ο Νταν Ακρόιντ ως Έλγουντ Μπλουζ. Οι δύο χαρακτήρες, που είναι αδελφοποιτοί, αναπτύχθηκαν στο επαναλαμβανόμενο μουσικό σκετς “The Blues Brothers” της ψυχαγωγικής σειράς του NBC Saturday Night Live. Η ταινία διαδραματίζεται μέσα και γύρω από το Σικάγο του Ιλινόι, όπου και γυρίστηκε. Το σενάριο γράφτηκε από τους Ακρόιντ και Λάντις. Η ταινία περιέχει μουσικά νούμερα ρυθμ εντ μπλουζ (R&B) και εμφανίζονται οι σόουλ και μπλουζ τραγουδιστές και μουσικοί Τζέιμς Μπράουν, Καμπ Κάλογουεϊ, Αρίθα Φράνκλιν, Ρέι Τσαρλς, Τσάκα Καν και Τζον Λι Χούκερ. Δεύτεροι ρόλοι της ταινίας ερμηνεύονται από τους Κάρι Φίσερ, Χένρι Γκίμπσον, Τσαρλς Νάπιερ και Τζον Κάντι.
Στο επίκεντρο της ταινίας είναι μια ιστορία λύτρωσης για τον άρτι αποφυλακυσθέντα με εγγύηση Τζέικ και τον αδελφό του Έλγουντ, οι οποίοι ξεκίνησαν «μια θεϊκή αποστολή», για να μην κλείσει το καθολικό ορφανοτροφείο στο οποίο μεγάλωσαν. Για να το κάνουν αυτό, πρέπει να απανενώσουν το R&B συγκρότημά τους και να οργανώσουν μια παράσταση, για να κερδίσουν 5.000 δολάρια που χρειάζονται για την πληρωμή φόρων του ορφανοτροφείου. Στην πορεία, οι δύο ήρωες της ταινίας στοχοποιούνται από μια «μυστηριώδη γυναίκα» που αποπειράται να τους σκοτώσει, από μια ομάδα νεοναζί και από ένα συγκρότημα κάντρι μουσικής – όλα παράλληλα τους καταδιώκει ανελέητα και η αστυνομία.
Τα Universal Studios, τα οποία είχαν κάνει την καλύτερη χρηματική προσφορά για την ταινία, ήλπιζαν να επωφεληθούν από τη δημοτικότητα του Μπελούσι στον απόηχο της εκπομπής Saturday Night Live, της ταινίας Ένα τρελό… τρελό θηριοτροφείο (National Lampoon’s Animal House) και της μουσικής επιτυχίας της ταινίας. Σύντομα, όμως, στάθηκαν ανίκανα να ελέγξουν το κόστος παραγωγής. Η έναρξη των γυρισμάτων καθυστέρησε όταν ο Ακρόιντ, που δεν είχε πείρα ως σεναριογράφος, χρειάστηκε έξι μήνες για να παραδώσει ένα μακρύ και αντισυμβατικό σενάριο που έπρεπε να ξαναγραφτεί από τον Λάντις πριν από την παραγωγή, η οποία ξεκίνησε χωρίς να υπάρχει τελικός προϋπολογισμός. Οι εξαλλοσύνες και η χρήση ναρκωτικών του Μπελούσι προκάλεσαν μεγάλες και δαπανηρές καθυστερήσεις που, μαζί με τιε καταστρεπτικές καταδιώξεις με αυτοκίνητα που προβάλλονται επί οθόνης, έκαναν την ταινία μια από τις πιο ακριβές κωμωδίες που γυρίστηκαν ποτέ.
Λόγω ανησυχίας ότι η ταινία θα αποτύχει, οι αρχικές παραγγελίες της ήταν λιγότερες από τις μισές από όσες γίνονταν κανονικά για παρόμοιες ταινίες. Η ταινία κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 20 Ιουνίου 1980 και έλαβε ως επί το πλείστον θετικές κριτικές. Είχε έσοδα 5 εκατομμύρια δολάρια μόνο το πτώτο Σαββατοκύριακο και πάνω από 115 εκατομμύρια δολάρια στις αίθουσες παγκοσμίως πριν κυκλοφορήσει σε βίντεο. Έγινε καλτ ταινία και οδήγησε στο σίκουελ με τίτλο Blues Brothers 2000 (1998), που απέτυχε τόσο στα ταμεία όσο και στις κριτικές.
Το 2020, η ταινία επιλέχθηκε για αρχειοθέτηση στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως “πολιτισμικά, ιστορικά ή αισθητικά σημαντική”.
Υπόθεση
Ο Τζέικ Μπλουζ απελευθερώνεται από το σωφρονιστικό ίδρυμα Τζολιέτ μετά από τρία χρόνια κράτησης. Έξω από τη φυλακή, το παραλαμβάνει ο αδελφός του, Έλγουντ, με το Bluesmobile του, ένα ταλαιπωρημένο πρώην περιπολικό. Ο Έλγουντ επιδεικνύει τις δυνατότητες του αυτοκινήτου πηδώντας με αυτό πάνω από μια ανοιχτή κινούμενη γέφυρα. Τα δύο αδέλφια επισκέπτονται το ορφανοτροφείο Αγία Ελένη της Ιεράς Σινδόνης όπου μεγάλωσαν και μαθαίνουν από την αδελφή Μαίρη Στιγκμάτα ότι το ορφανοτροφείο πρόκειται να κλείσει, αν καταβληθούν φόροι ιδιοκτησίας ύψους 5.000 δολαρίων εντός 11 ημερών. Στη διάρκεια ενός κηρύγματος του αιδεσιμότατου Κλέοπους Τζέιμς στην εκκλησία των βαπτιστών Triple Rock, έρχεται στον Τζέικ θεία φώτιση: μπορούν να ξαναδημιουργήσουν το συγκρότημά τους, τους Blues Brothers, που διαλύθηκε όσο ο Τζέικ ήταν στη φυλακή, και να συγκεντρώσουν χρήματα για να σώσουν το ορφανοτροφείο.
Εκείνο το βράδυ, έφιπποι αστυνομικοί του Ιλινόι επιχειρούν να συλλάβουν τον Έλγουντ που οδηγεί με ληγμένο δίπλωμα εξαιτίας 116 κλήσεων για παράνομη στάθμευση και 56 για άλλες παραβάσεις. Μετά από κυνηγητό μεγάλων ταχυτήτων στο εμπορικό κέντρο Dixie Square, τα αδέλφια δραπετεύουν. Καθώς μπαίνουν στον κοιτώνα όπου μένει ο Έλγουντ, μια άγνωστη ρίχνει στον Τζέικ μια ρουκέτα, καταστρέφοντας την είσοδο του κτιρίου, αλλά παραδόξως αφήνοντας τους αδελφούς σώους και αβλαβείς. Το επόμενο πρωί, στη διάρκεια αστυνομικής επιδρομής, η ίδια γυναίκα πυροδοτεί βόμβα που γκρεμίζει το κτίριο αλλά, ως εκ θαύματος, οι Τζέικ και Έλγουντ είναι και πάλι σώοι και αβλαβείς.
Τα δυο αδέλφια αρχίζουν να εντοπίζουν μέλη του συγκροτήματος. Πέντε από αυτούς, οι Γουίλι “Τεράστιος” Χολ, Μέρφι “Μερφ” Νταν, Στιβ “Συνταγματάρχης” Κρόπερ, Τομ “Κοκάλας” Μαλόουν και Ντόναλντ “Ντακ ” Νταν, παίζουν σε ένα σχεδόν άδειο σαλόνι του ξενοδοχείου Holiday Inn και γρήγορα συμφωνούν στην επανένωση. Ένας άλλος (ο Άλαν “κος Υπέροχος” Ρούμπιν) αρνείται, διαμαρτυρόμενος ότι ζει καλά ως μετρ του εστιατορίου Chez Paul, αλλά τα αδέλφια συμπεριφέρονται απρεπώς μέσα στο εστιατόριο και τον πείθουν. Πηγαίνοντας να βρουν τα δύο τελευταία μέλη του συγκροτήματος, τα αδέλφια βρίσκουν κλειστό τον δρόμο μέσα από το Τζάκσον Παρκ λόγω διαδήλωσης του Αμερικανικού Ναζιστικού Κόμματος που γίνεται πάνω σε μια γέφυρα. Ο Έλγουντ τους κυνηγά με το αυτοκίνητο από τη γέφυρα μέχρι το East Lagoon και ο αρχηγός τους διατάζει έναν υφιστάμενο να σημειώσει την πινακίδα του οχήματος. Οι Τζέικ και Έλγουντ επισκέπτονται τα δύο τελευταία τα δύο τελευταία μέλη του συγκροτήματος, τον Ματ “Κιθάρα” Μέρφι και τον “Μπλου Λου” Μαρίνι, οι οποίοι τώρα διευθύνουν ένα εστιατόριο, μαζί με τη γυναίκα του Ματ. Οι δυο μουσικοί ξαναμπαίνουν στο συγκρότημα αγνοώντας τις συμβουλές της κυρίας Μέρφι. Η ομάδα που επανενώθηκε αγοράζει όργανα και εξοπλισμό από το Ray’s Music Exchange και ο Ρέι, ο ιδιοκτήτης, δέχεται όπως πάντα να πληρωθεί με IOU.
Καθώς τα αδέλφια προσπαθούν να κλείσουν λάιβ εμφάνιση, η μυστηριώδης γυναίκα προσπαθεί με ένα φλογοβόλο M9A1-7 να ανατινάξει τον τηλεφωνικό θάλαμο που χρησιμοποιούν, ο οποίος βρίσκεται δίπλα σε μια δεξαμενή καυσίμων. Για τρίτη φορά, τα αδέλφια σώζονται ως εκ θαύματος. Το συγκρότημα εμφανίζεται λάιβ στο Bob’s Country Bunker, έναν τοπικό μπαρ. Κερδίζουν το θορυβώδες πλήθος, αλλά καταναλώνουν περισσότερες μπίρες από την αμοιβή τους και εξοργίζουν το κάντρι συγκρότημα που είχε αρικά κλείσει για το λάιβ, τους Good Ol’ Boys.
Συνειδητοποιώντας ότι χρειάζονται μια μεγάλη εμφάνιση για να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα χρήματα, τα αδέλφια πείθουν τον παλιό τους ατζέντη να τους κλείσει τη μεγάλη αίθουσα του ξενοδοχείου Palace, στα βόρεια του Σικάγου. Τοποθετούν ένα μεγάφωνο στην οροφή του Bluesmobile και γυρίζουν όλο το Σικάγο διαφημίζοντας τη συναυλία. Έτσι, ειδοποιούν άθελά τους την αστυνομία, τους ναζί και τους Good Ol’ Boys για το πού βρίσκονται. Στην κατάμεστη αίθουσα της συναυλίας βρίσκονται το κοινό, αστυνομικοί και οι Good Ol ‘Boys. Ο Τζέικ και ο Έλγουντ ερμηνεύουν δύο τραγούδια και στη συνέχεια ξεγλιστρούν εκτός σκηνής, καθώς η προθεσμία πληρωμής του φόρου πλησιάζει. Ένα στέλεχος δισκογραφικής εταιρείας τους προσφέρει μια προκαταβολή 10.000 δολαρίων σε ένα συμβόλαιο ηχογράφησης – περισσότερα από αρκετά για να εξοφληθούν οι φόροι του ορφανοτροφείου και το IOU του Ρέι – και στη συνέχεια δείχνει στα αδέλφια πώς να το σκάσουν από το κτίριο απαρατήρητοι. Καθώς διαφεύγουν μέσω ενός τούνελ, έρχονται και πάλι αντιμέτωποι με τη μυστηριώδη γυναίκα, την εκδικητική αρραβωνιαστικιά του Τζέικ, την οποία είχε στήσει στα σκαλιά της εκκλησίας. Όταν όλες οι σφαίρες της καραμπίνας Μ16 τους αφήνουν ως εκ θαύματος αβλαβείς για μία ακόμα φορά, ο Τζέικ δίνει μια σειρά από γελοίες δικαιολογίες στην αρραβωνιαστικιά του η οποία τις δέχεται, επιτρέποντας στα αδέλφια να διαφύγουν.
Ο Τζέικ και ο Έλγουντ τρέχουν με 170 χλμ/ώρα προς το Σικάγο καταδιωκόμενοι από δεκάδες κρατικούς/πολιτειακούς αστυνομικούς και τους Good Ol’ Boys. Τελικά ξεφεύγουν από όλους με μια σειρά απίθανων ελιγμών. Σπεύδουν να μπουν στο Δημαρχείο του Σικάγου, ακολουθούμενου από εκατοντάδες αστυνομικούς, έφιππους στρατιώτες, ομάδες κρούσης, πυροσβέστες, εθνοφρουρούς του Ιλινόι και τη στρατιωτική αστυνομία. Μόλις εντοπίσουν το γραφείο του εφόρου της κομητείας Κουκ, τα αδέλφια πληρώνουν τον φόρο. Ακριβώς τη στιγμή που αυτός σφραγίζει την απόδειξή τους, συλλαμβάνονται από το πλήθος των εκπροσώπων του νόμου. Στη φυλακή, οι Blues Brothers παίζουν το “Jailhouse Rock” για τους κρατούμενους.