«ΒΙΛΚΑ»: Μία πιλοτική πρόταση για τη βιώσιμη ανάπλαση της
Από το ιστορικό παρελθόν, στην εγκατάλειψη του σήμερα και στις προκλήσεις του αύριο.
Ολοκληρώνεται σήμερα το συνέδριο που διοργανώνει στην Αποθήκη Δ’ του Λιμανιού Θεσσαλονίκης το ΤΕΕ/ΤΚΜ με τίτλο «Τα Κάστρα της Βιομηχανίας. Αποκατάσταση, Επανένταξη, Αξιοποίηση».
Μία από τις εισηγήσεις που ξεχώρισαν ήταν αυτή που αφορά το συγκρότημα της «ΒΙΛΚΑ» στη Δυτική Θεσσαλονίκη, με τους Νίκο Καλογήρου και Θέμη Χατζηγιαννόπουλο να παρουσιάζουν μία πιλοτική πρόταση αστικής σύνθεσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη του βιομηχανικού τοπίου.
1. Η κεντρική ιδέα
Το εγκαταλειμμένο συγκρότημα της «ΒΙΛΚΑ» βρίσκεται σε στρατηγική θέση απέναντι από τις εγκαταστάσεις του Λιμένα της Θεσσαλονίκης. Η ευρύτερη περιοχή, βορειότερα από τις λιμενικές εγκαταστάσεις, σύμφωνα με τις προτάσεις του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου, προβλέπεται να αποκτήσει χρήσεις Πολεοδομικού Κέντρου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα είναι συμβατή με μια μεγάλη ποικιλία χρήσεων. Το ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική της βιομηχανίας, τη βιομηχανική αρχαιολογία και την αξιοποίηση των κελυφών στη Θεσσαλονίκη είναι σχετικά πρόσφατο. (Κολώνας και Τραγανού-Δεληγιάννη, 1987). Τις τελευταίες δεκαετίες, διάσπαρτες νέες χρήσεις αξιοποίησαν τα υφιστάμενα βιομηχανικά και βιοτεχνικά κελύφη. Παράλληλα, κατασκευάστηκαν διάσπαρτες νέες οικοδομές, συχνά μεγάλης κλίμακας, στα μεγαλύτερα διαθέσιμα γήπεδα.
Στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης βιώσιμης ανάπτυξης, εκτιμούμε ότι είναι χρήσιμο, πριν από την υλοποίηση μιας σημαντικής επένδυσης, να προηγηθεί μια διερεύνηση των παραμέτρων του αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού. Η ανάγνωση αυτή επιδιώκει να προσδιορίσει τις κρίσιμες παραμέτρους σε συνάρτηση με τις χωροταξικές, περιβαλλοντικές, πολιτισμικές, ιστορικές και αρχιτεκτονικές συνιστώσες, όπως αυτές εξειδικεύονται σε κάθε τόπο και συγκεκριμένη περίπτωση. Ωστόσο, δεν αποτελεί μια συμβατική αρχιτεκτονική μελέτη, καθώς παραμένει ανοιχτή σε μια γκάμα συμβατικών χρήσεων και τελικών αρχιτεκτονικών επιλύσεων.
Εντοπίζεται κυρίως σε θέματα ογκομετρίας, κλίμακας, ένταξης στο περιβάλλον και το τοπίο. Ειδικότερα, στην περίπτωση ύπαρξης υφιστάμενων χαρακτηριστικών κελυφών, η διερεύνηση εκκινεί από την αξιολόγησή τους, τον καθορισμό της ενδεχόμενης προστασίας τους, τις δυνατότητες ανάδειξης και αξιοποίησης, στο πλαίσιο μιας βιώσιμης αξιοποίησης του υφιστάμενου οικοδομικού αποθέματος. Η προτεινόμενη πιλοτική προσέγγιση στηρίζεται στην μικροπολεοδομική ανάγνωση με πρωταρχικό στόχο την αναζήτηση ενός άρτιου και αποδεκτού σχεδίου γενικής διάταξης.
Το γήπεδο και οι εγκαταστάσεις του συγκροτήματος της «ΒΙΛΚΑ» εντάσσονται σε μια συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης, που εμφανίζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η σημερινή εικόνα των έρημων και αναξιοποίητων κελυφών είναι υποβαθμισμένη. Το σύνολο εμφανίζεται ως ένα αστικό κενό. Μετά την διακοπή της αρχικής βιομηχανικής χρήσης, ο χώρος στέγασε χώρους εκδηλώσεων, διασκέδασης, εστίασης. Η αλλαγή χρήσης τους έγινε με συγκεκριμένο σχεδιασμό. Ωστόσο, όπως συχνά συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η έλξη των αναπλασμένων κελυφών αποδείχθηκε βραχύβια. Η εσπευσμένη «κατανάλωση» και «αξιοποίηση» άγνωστων και αναπάντεχων περιοχών και κελυφών, εάν δεν συνυπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, δύσκολα εντάσσεται στη μακρά αστική διάρκεια. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές της μόδας, οι σχετικές χρήσεις μπορούν εύκολα να παρακμάσουν και να μετακινηθούν.
Στην περίπτωση της «ΒΙΛΚΑ», η ομάδα των σημερινών ιδιοκτητών επέλεξε και αποδέχθηκε μια σύνθετη ερευνητική-μελετητική προσέγγιση. Στο πλαίσιο της, επιχειρήθηκε μια ιστορική και τυπολογική ανάλυση των υφιστάμενων κτισμάτων. Παράλληλα, τεκμηριώθηκαν τα στοιχεία που συνθέτουν την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική τους ταυτότητα. Με βάση την ανάγνωση και την αξιολόγηση, διατυπώθηκαν οι στρατηγικές διατήρησης και βιώσιμης αξιοποίησης του χώρου. Η πρόταση έχει ως αφετηρία τη διατήρηση και ανάδειξη των αρχιτεκτονικών κελυφών που κρίθηκαν αξιόλογα για τη βιομηχανική αισθητική τους, αλλά και για την εγγραφή τους στη συλλογική μνήμη ως αστικού τοπίου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Υποβλήθηκε για έγκριση στο Τμήμα Περιβάλλοντος, Πολιτισμού και Αθλητισμού του Υπουργείου Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας-Θράκης) και εγκρίθηκε από το ΚΕΣΑΜΑΘ. Η αρχική επεξεργασία εντοπίστηκε σε ένα σενάριο διευθέτησης της αποκατάστασης και της προτεινόμενης επιπλέον δόμησης με στοιχεία αστικού σχεδιασμού (Εικόνες 01–04). Μετά την έγκρισή της απόκτησε θεσμική μορφή και αποτέλεσε τον οδηγό για μια πιο αναλυτική προσέγγιση, που παρουσιάζεται συνοπτικά στην τελευταία παράγραφο της εισήγησης.
2. Ιστορικό – Υφιστάμενη Κατάσταση
Το οικόπεδο της «ΒΙΛΚΑ» έκτασης, σύμφωνα με το τοπογραφικό, 7.177,25 τ.μ. βρίσκεται απέναντι από την έκταση που καταλαμβάνει ο Λιμένας της Θεσσαλονίκης στη δυτική είσοδο της πόλης.
Η αρχική έκταση των βιομηχανικών εγκαταστάσεων ήταν μεγαλύτερη και καταλάμβανε μέρος της παρούσας χάραξης της οδού 26ης Οκτωβρίου. Σήμερα, το γήπεδο περιβάλλεται από τις οδούς Κεφαλληνίας, Γεωργίου Ανδρέου, Πηγάσου και 26ης Οκτωβρίου. Στη θέση αυτή είχαν αρχικά ανεγερθεί οι εγκαταστάσεις του υφαντουργείου «Τόρρες και Σία», που ιδρύθηκε το 1905 από τους Ελία Τόρρες, Ντίνο Φερνάντες και Μισδραχί (Χεκίμογλου, 2004). Οι αρχικές εγκαταστάσεις καταστράφηκαν από βομβαρδισμούς των Ιταλών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1940).
Μετά την αγορά του οικοπέδου από τον Αλ. Μιχαηλίδη ανοικοδομήθηκαν σταδιακά οι νέες εγκαταστάσεις της «Βιομηχανίας Ιούτης, Λινού και Καννάβεως» (ΒΙΛΚΑ). Η παραγωγή διακόπηκε το 1988 όταν, στο πλαίσιο της ευρύτερης κρίσης της κλωστοϋφαντουργίας, η εταιρεία χρεοκόπησε. Μετά τη διάνοιξη της οδού 26ης Οκτωβρίου και την κατεδάφιση όλων των κτιρίων της νότιας πλευράς του γηπέδου, διαμορφώθηκε πολυλειτουργικός χώρος ψυχαγωγίας, εμπορίου και πολιτισμικών εκδηλώσεων. Για το σκοπό αυτό έγιναν πολλαπλές διευθετήσεις, προσθήκες και προσαρμογές των χώρων για τις οποίες εκδόθηκε άδεια αλλαγής χρήσεως και προσθηκών το 1995. Kαθώς τα κτίσματα της ΒΙΛΚΑ ανεγέρθησαν με διαδοχικές άδειες σε διαφορετικές χρονικές περιόδους (1939, 1962, 1963, 1972, 1995) και τροποποιήθηκαν με μεταγενέστερες επεμβάσεις, η σημερινή εικόνα των εγκαταλειμμένων κελυφών εμφανίζεται υποβαθμισμένη και ως ένα βαθμό χαοτική και ετερόκλητη. Από τα υφιστάμενα κτίσματα, (Εικόνα 5) αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι Πτέρυγες Α, Β και Γ, ενώ η Πτέρυγα Δ είναι νεότερη προσθήκη χωρίς αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Με την άδεια αλλαγής χρήσης του 1995 έγιναν επίσης νέες προσθήκες και μεταβολές στο συγκρότημα.
Η διερεύνηση και η αξιολόγηση που ακολουθεί βασίζεται στα σχέδια από το αρχείο των ιδιοκτητών και της Υ.Δ. Δήμου Θεσσαλονίκης, σε συνδυασμό με επιτόπιες παρατηρήσεις.
Α. Συγκρότημα «Εργοστάσιον ΒΙΛΚΑ»
Πρόκειται για σύνθεση κτιρίων που έγιναν σε πολλές φάσεις . Το μονώροφο «Υπόστεγο – Αποθήκη» Α1 (Εικόνα 6) (αρ. αδείας 1212/08-11-1963) αποτελεί έναν ενιαίο χώρο με κάνναβο υποστυλωμάτων 4×8,5 μέτρων, στο οποίο ενσωματώθηκαν οι προϋφιστάμενες λιθοδομές προς τις οδούς Γ. Ανδρέου (τότε Βερμίου) και Κεφαλληνίας. Τα σχέδια της οικοδομής υπογράφει ο πολιτικός μηχανικός Βασίλειος Διαμαντίδης. Οι εξωτερικοί τοίχοι, κατασκευασμένοι σε παλιότερη φάση με προϋπάρχουσα λιθοδομή, εμφανίζουν αποκλίσεις από το ορθογώνιο σχήμα της κάτοψης.
Οι όψεις διαμορφώνονται με συστοιχίες από οριζόντια επαναλαμβανόμενα επιμήκη ανοίγματα, που διακόπτονται από μικρούς πεσσούς. Ενδιαφέρουσα είναι η διάταξη της επιστέγασης με κεκλιμένες οδοντωτές πλάκες, που περιλαμβάνουν τους χαρακτηριστικούς σε βιομηχανικά κτίρια επαναλαμβανόμενους φεγγίτες οροφής προς την πλευρά της οδού Γ. Ανδρέου. Έτσι, το εργοστάσιο εμφανίζει μιαν ενδιαφέρουσα ογκοπλασία προς το γωνιακό τμήμα της οδού Γ. Ανδρέου και προς την οδό Κεφαλληνίας.
Στο εσωτερικό, στα τμήματα που δεν έχουν αλλοιωθεί σε μεγάλο βαθμό, διακρίνονται οι δυναμικές μορφές των οδοντωτών στεγών που παρέχουν ζενιθιακό φωτισμό. Το τμήμα αυτό αποτελεί ουσιαστικά ένα τυπικό βιομηχανικό υπόστεγο-αποθήκη που χαρακτηρίζεται από τη ρυθμική επανάληψη των κατασκευαστικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων. Ενδιαφέρουσα ιδιοτυπία προκύπτει από την ενσωμάτωση στο κτίριο των παλαιότερων περιμετρικών τοίχων που εκτείνονται επί των οικοδομικών μετώπων.
Πλευρικά προς το παραπάνω κτίριο επί της οδού Γ. Ανδρέου προστέθηκε επίσης το 1963 (αρ. αδείας 1212/08-11-1963), με μελέτη του Β. Διαμαντίδη, η «Αποθήκη Λινού» Α2 (Εικόνα 6). Είναι ένας παραλληλεπίπεδος όγκος σε τέσσερις στάθμες με διαφορετικό κατασκευαστικό κάνναβο. Στην εξωτερική πλευρά, η όψη διαμορφώνεται με τυποποιημένες συστοιχίες από επιμήκη μοντέρνα-ορθολογικά ανοίγματα. Προς το εσωτερικό, η ανατολική όψη διαμορφώνεται με επαναλαμβανόμενα ορθογωνικά ανοίγματα, χωρίς ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Το παλαιότερο υφιστάμενο τμήμα που ενσωματώθηκε τελικά στο συγκρότημα της Πτέρυγας Α είναι το επονομαζόμενο «Υπάρχον Μηχανουργείο» Α3 (Εικόνα 6). Το τμήμα αυτό, όπως αναφέρεται στο μεταγενέστερο τοπογραφικό του 1972, είχε ανεγερθεί το 1939 (αρ. αδείας 2654/17-05-39). Στη σημερινή συνολική εικόνα του συγκροτήματος εμφανίζεται ενσωματωμένο στη γωνία του πολυωρόφου τμήματος της νεότερης «Αποθήκης Λινού».
Συνολικά, τα κτίρια της Πτέρυγας Α δημιουργούν ένα κολάζ με προσθετική ανάπτυξη, που αποτελείται από πολλαπλά τμήματα βιομηχανικών υπόστεγων και αποθηκών. Η εικόνα είναι υβριδική και ενσωματώνει ορθολογικές διατάξεις με μοντέρνα λιτά χαρακτηριστικά και επαναλαμβανόμενα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Παρά την ετερογένεια, το σύνθετο κέλυφος που προκύπτει παρουσιάζει ενδιαφέρον ως δείγμα της νεότερης μοντέρνας βιομηχανικής αισθητικής.
Πτέρυγα Β
Το «Κτίριον Αποθηκών Πρώτης Ύλης Ανταλλακτικών και Αποδυτηρίων» Β1 (Εικόνα 6) (αρ. αδείας 572/09-06-1962) είχε επίσης μελετηθεί, το 1962, από τον πολιτικό μηχανικό Βασίλειο Διαμαντίδη. Με μεταγενέστερη προσθήκη, το 1972, προστέθηκε νέο τμήμα προς το βορρά στο υφιστάμενο «Κτίριον Αποθηκών Πρώτης Ύλης Ανταλλακτικών και Αποδυτηρίων» Β2 (Εικόνα 2) από τον πολιτικό μηχανικό Διογένη Ξενίδη (τοπογραφικό 1972). Η τυπολογία των κατόψεων στο κτίριο αποθηκών είναι σύνθετη και έχει αλλοιωθεί, σε μεγάλο βαθμό, μετά από τις διαρρυθμίσεις και προσθήκες του 1995.
Η όψη προς την οδό Πηγάσου εμφανίζεται τυφλή και μονολιθική στο ισόγειο. Στην ανώτερη στάθμη αυτής της πλευράς διαμορφώνονται επαναλαμβανόμενα ορθογωνικά ανοίγματα. Οι όψεις προς το εσωτερικό του συγκροτήματος διαμορφώνονται με επαναλαμβανόμενα ορθολογικά ορθογωνικά ανοίγματα. Συνολικά, η Πτέρυγα Β δεν παρουσιάζει μεγάλο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον από μόνη της. Ωστόσο, σε συνδυασμό με την ΠτέρυγαΑ, την αρχική περίφραξη και το μικρό γωνιακό κτίσμα, δημιουργείται ένα ενδιαφέρον σύνολο μοντέρνων βιομηχανικών υπόστεγων και αποθηκών, χαρακτηριστικό της περιόδου του ύστερου μεσοπολεμικού και του πρώιμου λιτού μεταπολεμικού μοντερνισμού της περιόδου της οικονομικής κρίσης (depression modern).
Πτέρυγα Γ, γωνιακός οικίσκος
Το κτίσμα έχει διασωθεί από την ύστερη μεσοπολεμική φάση (αρ.αδεία ς 2654/17-05-1939). Σε μεταγενέστερα τοπογραφικά αναφέρεται η ένδειξη «Γραφεία» Γ1. Είναι μονώροφο με πιο παραδοσιακή μορφή και αποτελείται από δύο δωμάτια. Η κάλυψη γίνεται με κεραμοσκεπή. Κοντά του υπήρχε το φυλάκιο–θυρωρείο Γ2 (Εικόνα 6).
Πτέρυγα Δ
Η πτέρυγα Δ (Εικόνα 6) είναι νεότερη, καθώς δεν εμφανίζεται στο τοπογραφικό του Ιουλίου του 1972 (του πολιτικού μηχανικού Διογένη Ξενίδη). Η αρχική προέλευση και η χρονολόγηση του σημερινού κτίσματος είναι ασαφής και πάντως νεότερη του 1972. Το τμήμα που προβάλλει στον ακάλυπτο χώρο προς την οδό 26ης Οκτωβρίου είναι τυφλό και δεν παρουσιάζει αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον (Εικόνα 7).
Με αυτά τα δεδομένα δεν φαίνεται να είναι σκόπιμη η διατήρηση της Πτέρυγας Δ. Οι πρόσφατες μεταβολές: προσθήκες, αλλαγή χρήσης και εγκατάλειψη.
Το 1995 εκδόθηκε άδεια αλλαγής χρήσεως και προσθηκών από τους αρχιτέκτονες Δημήτρη Σιμώνη και Βίκυ Ευταξά. Σύμφωνα με την άδεια αυτή έγιναν σημαντικές τροποποιήσεις στις εσωτερικές διαρρυθμίσεις των βιομηχανικών κελυφών και των αποθηκών, προστέθηκαν νέες εγκαταστάσεις, κλιμακοστάσια, χώροι υγιεινής, πέργκολες και ημιυπαίθριοι χώροι. Έγιναν επίσης μικρές επεκτάσεις και προσθήκες περιμετρικά στα υφιστάμενα κτίρια και προστέθηκαν νέες εγκαταστάσεις μεταξύ της πτέρυγας Β και του γωνιακού κτιρίου Γ.
Με την εφαρμογή της νεότερης μελέτης και τις διαδοχικές μεταβολές που επήλθαν στην πράξη κατά τη λειτουργία τμημάτων του συγκροτήματος ως χώρων διασκέδασης, πολιτιστικών εκδηλώσεων, καταστημάτων, γυμναστηρίων, καφέ, εστιατορίων κλπ, μεταβλήθηκε η συνολική μορφή και δομή του συγκροτήματος. Από τις πολλαπλές προσθήκες και μεταβολές με την εφαρμογή των διαδοχικών οικοδομικών αδειών, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, αλλοιώθηκε σημαντικά η αρχική αρχιτεκτονική εικόνα του συγκροτήματος ΒΙΛΚΑ. Συγκεκριμένα άλλαξε ριζικά η εσωτερική διαρρύθμιση και εξαφανίστηκαν όλα τα στοιχεία του αρχικού βιομηχανικού εξοπλισμού. Με τις πρόσθετες κατασκευές στην Πτέρυγα Β και την τυφλή όψη της Πτέρυγας Δ, η αρχική εικόνα του βιομηχανικού συγκροτήματος δεν είναι πλέον ορατή στην εσωτερική πρόσοψη (Εικόνα 7).
Η περισσότερο εμφανής πλευρά που διατηρεί αλλοιωμένα, άλλα ορατά, τα αρχικά «βιομηχανικά» αρχιτεκτονικά στοιχεία βρίσκεται προς την περιοχή της οδού Γ. Ανδρέου, καθώς και των οδών Κεφαλληνίας και Πηγάσου. Με την πρόσφατη εγκατάλειψη και της νέας χρήσης, την αφαίρεση του εξοπλισμού και πολλών αρχιτεκτονικών στοιχείων, στεγών κλπ., η εικόνα της παρακμής και της φθοράς έγινε εντονότερη.
Συμπεράσματα
Στις εναλλακτικές προτάσεις που διερευνήθηκαν, διατυπώθηκαν προτάσεις για τις χρήσεις με επικρατέστερο σενάριο το συνδυασμό ξενοδοχειακής μονάδας προς την οδό 26ης Οκτωβρίου με συγκρότημα πολλαπλών εμπορικών-πολιτισμικών συνεδριακών χρήσεων στα διατηρητέα κτίρια. Με την ίδια γενική διάταξη θα μπορούσαν να προκύψουν χρήσεις γραφείων-επαγγελματικών χώρων ή κατοικιών σε συνδυασμό με ένα εμπορικό-πολιτιστικό κέντρο. Διερευνήθηκαν οι ενδεχόμενες τυπολογικές επιλύσεις σε συνδυασμό με την προτεινόμενη ογκοπλασία της νέας οικοδομικής μονάδας και των προσθηκών, τις διαμορφώσεις των όψεων, των αδόμητων κοινόχρηστων χώρων και της στάθμευσης, πάντοτε με την προοπτική ενός φιλικού προς το περιβάλλον σχεδιασμού (Εικόνα 8).
Το πρωτότυπο στοιχείο αυτής της προσέγγισης, βήμα προς βήμα, είναι ότι αξιοποιεί την πιλοτική ανάγνωση των δυνατοτήτων μέσα σε ένα αυστηρά καθορισμένο πλαίσιο σε επίπεδο αστικού σχεδιασμού. Συγκεκριμένα, προβλέπει τη διατύπωση και την έγκριση μιας γενικής διάταξης, καθώς και τη σύνθεση ων όγκων πριν από το στάδιο της οριστικής μελέτης εφαρμογής.
Βιβλιογραφία
Κολωνάς, Β. και Τραγανού – Δεληγιάννη, Ο., 1987. Αρχές της βιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη (1870-1912). Κοινωφελές Ίδρυμα ΕΤΒΑ. / Χεκίμογλου, Ε., 2004.
Ιστορία της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη. Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος. / Αρχείο Υ.Δ. Δήμου Θεσσαλονίκης
Χεκίμογλου, Αρχικό ονόματος., 2004. Τίτλος βιβλίου. Τόπος έκδοσης: Εκδότης.