Η Αιωνίως Άνεργη της Θεσσαλονίκης ”τρώει” τα πτυχία της
Λίγο πριν τα 30 της, ψάχνει αιωνίως δουλειά και γράφει όσα ζει στις συνεντεύξεις για εργασία.
«Τι κάνεις όταν έχεις πάει σε δεκαπέντε συνεντεύξεις εργασίας, όταν στέλνεις τριάντα βιογραφικά τη μέρα -χωρίς στον ήλιο μοίρα- και θες να μασήσεις το αντίγραφο του μεταπτυχιακού σου, όταν νιώθεις πως είσαι ένα τιποτένιο τίποτα στην κοινωνία σου, όταν οργίζεσαι και θυμώνεις με τους εργοδότες και τα αφεντικά και δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς τις βασικές λειτουργίες του σύγχρονου ελληνικού καπιταλισμού; Κάνεις ένα φλώρικο μπλογκ».
Η Αντιγόνη Η. είναι ένα νέο κορίτσι της Θεσσαλονίκης, που δεν έχει φτάσει ακόμα στο ξέφωτο των τριάντα της χρόνων, και βιώνει στο πετσί της τη μεγάλη πληγή αυτής της πόλης και αυτής της χώρας: την ανεργία. Στο blog της (eternallyunemployed.blogspot.com) υπογράφει ως Αιωνίως Άνεργη και γράφει όσα βιώνει στις συνεντεύξεις που πηγαίνει για να βρει δουλειά, όλες εκείνες τις εμπειρίες που εντυπώνονται στον πέραν του βιογραφικού βίο της, ανάμεσα στο «ζητείται» και στο «απορρίπτεται».
Διαβάστε σχετικά: Ψάχνοντας για δουλειά στη Θεσσαλονίκη
«Η δουλειά έλεγε υπάλληλος σε φιλανθρωπική οργάνωση. Τα γραφεία ήταν ανατολικά, οι τύπισσες που με υποδέχθηκαν ήταν χριστιανές με μεγάλους σταυρούς, αλλά δεν τις λες και σεμνές ή συντηρητικές. Φορούσαν περιποιημένα και αποκαλυπτικά ρούχα, η άλλη έσκασε με κόκκινη τουαλέτα πρωινιάτικα και γυαλί σχεδιαστή τύπου μύγα (ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΜΑΙΜΟΥ, ΕΝΤΑΞΕΙ, ΑΣ ΜΗ ΤΑ ΙΣΟΠΕΔΩΣΩ ΟΛΑ). […] Η δουλειά για να μη τα πολυλογώ ήταν να πουλάς κάρτες, εφημερίδες και παραμυθάκια (ΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΟΡΙ, ΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ, ΦΥΣΙΚΑ, ΜΗ ΜΠΕΡΔΕΥΟΥΜΕ ΤΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΜΕ ΤΑ ΜΠΟΥΤΙΑ ΜΑΣ) για τα άπορα και άρρωστα παιδάκια που βοηθάει η οργάνωση ΑΠΟΔΕΔΕΙΓΜΕΝΑ, αφού στην εφημερίδα υπάρχουν οι φωτογραφίες των παιδιών, άρθρο που έγραψε εφημερίδα που έχει κλείσει για την οργάνωση, οι (καμιά τριανταριά) έπαινοι και φυσικά τα διαπιστευτήρια ότι πρόκειται για φιλανθρωπική οργάνωση και όχι αστεία. […] Το σκέφτηκα κάποιες νύχτες και εντάξει, υπάρχουν χειρότερες δουλειές και επαγγέλματα, αλλά δεν θα μπορούσα να κοιμηθώ ήσυχη αν έκανα αυτή τη δουλειά». / Συνέντευξη για εθελόντρια επί πληρωμή, 31/07/2018
Η Αντιγόνη δημιούργησε το blog της τον Μάρτιο του 2017, μετά από μία συνέντευξη για δουλειά στην οποία αντιμετωπίστηκε με «περίσσιο σεξισμό και τελείως αντικειμενοποιητικά». «Μου είχε δείξει μία στοίβα με βιογραφικά και μου είπε ότι παρά την τεράστια ζήτηση, θα κάνει ό,τι μπορεί για να με τακτοποιήσει κάπως. Δεν γινόταν να με αφήσει να πάω χαμένη, λόγω της εμφάνισής μου», λέει η Αιωνίως Άνεργη στην Parallaxi.
Μέσω του blog, η Αντιγόνη ψάχνει να βρει αν είναι μόνη σε ένα σύμπαν αναζήτησης εργασίας στη χώρα του παράξενου ή αν υπάρχει κάπου εκεί έξω έστω μια αχτίδα αλληλοκατανόησης και αλληλεγγύης. «Τώρα τα γράφω και τουλάχιστον κάνω κάποια άτομα να γελάνε (όπως δεν μπόρεσα εγώ να γελάσω, όταν μου έπαιρναν τη συνέντευξη ή όταν δούλεψα τελικά στην εκάστοτε δουλειά) και να συζητάνε για αυτά τα ζητήματα της εργασιακής κρίσης και ”παράνοιας”», αναφέρει.
Τα βιωματικά της κείμενα στο eternallyunemployed.blogspot.com αναμένεται να εκδοθούν σύντομα σε βιβλίο προκειμένου να καταγραφεί και στο χαρτί ο παραλογισμός που ζει ένας υποψήφιος εργαζόμενος στην πιο παραγωγική δεκαετία της ζωής του στο χάος που λέγεται Ελλάδα της κρίσης. Μέχρι τότε, μοιράζεται με την Parallaxi τις σκέψεις της πάνω στο project που έχτισε μέσα από τις διαψεύσεις και τις απογοητεύσεις της αμείλικτης καθημερινότητας.
Η αρχή και η ανάγκη
Το συγκεκριμένο μπλογκ το άρχισα, όταν βρέθηκα για μία ακόμα φορά στη ζωή μου να ψάχνω για δουλειά, αφού τελείωσα και το μεταπτυχιακό μου. Πριν από αυτό, είχα δουλέψει σε φυλλάδια για σποραδικά μεροκάματα, σε βιβλιοπωλείο ως εποχιακή υπάλληλος της σχολικής περιόδου, σε γραμματεία με υποτροφία, οπότε είχα μία συγκεκριμένη εργασιακή εμπειρία. Αλλά δεν περίμενα ότι η διαφορά θα ήταν τόσο έντονη στους εργασιακούς χώρους, από το 2011 που ξεκίνησα να δουλεύω έως το 2018, δηλαδή, σήμερα. Συζητούσα -και ακόμα συζητάω- με φίλους και φίλες που βρίσκονταν/αι στην ίδια κατάσταση, αλλά μέσα μου έσκαγα. Δεν μου έφτανε αυτό. Ήξερα ότι υπάρχουν κι άλλα πράγματα που δεν λέγονται σε μία συζήτηση κι εφόσον είχα ήδη προϋπηρεσία στον χώρο των μπλογκς, είπα ότι θα κάνω κι αυτό για να τα γράφω εκεί μέσα. Είχα πάει σε δύο-τρεις συνεντεύξεις και είχα αρχίσει να απελπίζομαι. Επιθύμησα να νιώσω ότι δεν είμαι τόσο μόνη σε όλη αυτή την αναζήτηση και ότι δεν είναι μάταιος αυτός ο χρόνος που επένδυσα και επενδύω. Η δυστυχής επιβεβαίωση είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλά άτομα που περάσανε και περνάνε τα ίδια και χειρότερα από μένα εκεί έξω.
Συνεντεύξεις για δουλειά: ανάμεσα στη λογική και την παράνοια
Όλες οι συνεντεύξεις στον ελληνικό ιδιωτικό τομέα ενέχουν άλλοτε μικρές άλλοτε μεγάλες ή και μεγαλύτερες δόσεις αυτού που θα λέγαμε ακροβασία στη διαχωριστική λεπτή γραμμούλα ανάμεσα στη λογική και στην παράνοια. Στο τέλος τέλος, αφού όλα τα (αν-) εργασιακά μου βιώματα είναι κάπως έτσι, καταλαβαίνω ότι ή αυτό είναι το σύγχρονο επικρατές ή εγώ είμαι η «τρελή» -ή ότι ίσως ισχύουν και τα δύο από λίγο.
«Η συνέντευξη γινόταν πίσω από έναν διάδρομο με φριτέζες. Στην ουρά, όρθιοι, ανάμεσα στα ράφια με τα ηλεκτρικά είδη, περίμεναν ήδη τρία αγόρια ντυμένα με αυστηρά ρούχα, πουκάμισο-παντελόνι, ζελέ στα μαλλιά, σενιαρισμένοι και πολύ αγχωμένοι. Είχα πάει ντυμένη με κοντό παντελόνι κάτω από το γόνατο και μία απλή μαύρη μπλούζα (γιατί είχε ΑΚΟΜΑ ΖΕΣΤΗ). Ήμουν η μόνη κοπέλα και η μόνη ντυμένη έτσι. […] Έφτασε η σειρά μου μετά από καμιά ώρα, με ρώτησε διάφορα πράγματα ο τύπος με τα ψυχρά μάτια, με το γιγάντιο χρυσό ρολόι κάτω από το ριγέ μπλε πουκάμισο (ΕΝΙΩΘΑ ΛΙΓΟ ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ Η΄ ΜΑΝΙΟΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΟΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ) και μετά με ξαπόστειλε μαζί με τους άλλους, λέγοντας το αφόρητο γενικό: ”Θα σας ειδοποιήσουμε”». / Συνέντευξη για υπάλληλος – ρομπότ, 6 Μαρτίου 2017
Η γενιά της στημένης λεμονόκουπας
Δεν μπορώ να απαντήσω για όλα τα παιδιά της Ελλάδας, αλλά καταλαβαίνω ότι οι υποψήφιοι και οι υποψήφιες υπάλληλοι αποτελούμε αναλώσιμα εργαλεία για τους εργοδότες και τις εργοδότριες. Δουλεύουμε υπό αφεντικών που είναι υπό άλλων αφεντικών και πάει λέγοντας. Όσο πιο κάτω είμαστε στη βαθμίδα της ιεραρχίας, τόσο το χειρότερο. Δηλαδή, μας παίρνουν, μας απομυζούν για χρήματα, τα οποία, τις περισσότερες φορές δεν αρκούν για να ζήσεις, και αν δεν συμβιβαστούμε με ό,τι απαιτούν από εμάς, ακόμα κι αν δεν είναι στα συμβόλαια ή στις προδιαγραφές, ακόμα κι αν μας φαίνεται ακραίο ή εκτός των υποχρεώσεών μας, τότε μας πετούν σαν στημένες λεμονόκουπες. Γιατί πολύ απλά στην αγορά περισσεύουμε και μας κάνουν και τη χάρη. Ο κατώτατος μισθός αυτή τη στιγμή είναι δυόμισι ευρώ την ώρα, οπότε ο άλλος/η άλλη μπορεί να πλουτίζει κι εσύ να ψοφάς στη δουλειά για να μην έχεις να φας, πλέον επίσημα. Κι αν θες, πες όχι. Αυτό θα πειράξει αποκλειστικά εσένα, αφού σύντομα θα βρεθεί κάποιο άλλο άτομο να σε αντικαταστήσει.
«Ωραία, εμείς όμως εδώ, κυρία μου, δεν σας χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε άτομα που έχουν προϋπηρεσία.» «Ναι, αλλά στην αγγελία έλεγε ότι χρειάζεστε άτομα με σχετική εμπειρία. Όχι με απαραίτητη προϋπηρεσία.» «Σχετική εμπειρία αυτό σημαίνει, απαραίτητη προϋπηρεσία. Γιατί εδώ χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις. Θα πρέπει να ξέρετε τα τσουρέκια, τα παγωτά, τα γλυκά, αναλυτικά.» (Δείχνει τα τσουρέκια, τα γλυκά, τα παγωτά, ακολουθάω το χέρι του με το βλέμμα μου και έχω κολλήσει στο ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ εξειδικευμένες γνώσεις.) «Όπως θα δείτε κι από το βιογραφικό μου, μαθαίνω σχετικά γρήγορα, δηλαδή, ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΓΡΗΓΟΡΑ και μπορώ να τα μάθω όλα αυτά σε μία μέρα το πολύ. Μπορείτε να με δοκιμάσετε. Δεν θα είναι δύσκολο για μένα να μάθω τα τσουρέκια, τα γλυκά και τα παγωτά.» «Ναι, χμμμ ωραία. Αλλά τι θα γίνει με τη μηχανή του καφέ; Ξέρετε να χειρίζεστε όλο αυτό; (ΔΕΙΧΝΕΙ ΜΙΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΚΑΦΕ ΠΟΥ ΜΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΣΑΝ ΤΕΡΑΣ) Η εταιρία θέλει άτομα που να χειρίζονται τη μηχανή του καφέ» «Ναι, εντάξει. Θα το μάθω κι αυτό. Δηλαδή, εσείς δεν είστε ο ιδιοκτήτης;» «Όχι, εγώ είμαι ο σόσιαλ μάνατζερ (ΑΧΑ, ΣΟΣΣΙΑΛ ΜΑΝΑΤΖΖΖΕΡΡ, ΕΓΝΕΦΑ ΚΑΤΑΦΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΑ ΟΤΙ ΕΙΧΑ ΜΠΕΙ ΣΕ ΔΥΣΤΟΠΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ). Η εταιρία θέλει άτομα έμπειρα που δεν χρειάζεται να κάνουν εξάσκηση για να τα μάθουν. Τουλάχιστον ξέρετε να κρατάτε δίσκο;» / Συνέντευξη στην επιτομή της ζαχαροπλαστικής, 7 Μαρτίου 2017
Αναζήτηση εργασίας αλά ραντεβού στα τυφλά (;)
Το μπλογκ το έχω από τον Μάρτιο του 2017, όταν πήγα σε μία συνέντευξη για την αλυσίδα των πράσινων καφεμαγαζιών και ο μάνατζερ μου φέρθηκε με περισσό σεξισμό και με αντιμετώπισε τελείως αντικειμενοποιητικά. Ήταν το πρώτο σοκ. Μου είχε δείξει μία στοίβα με βιογραφικά και μου είπε ότι παρά την τεράστια ζήτηση, θα κάνει ό,τι μπορεί για να με τακτοποιήσει κάπως. Δεν γινόταν να με αφήσει να πάω χαμένη, λόγω της εμφάνισής μου. Με προσκάλεσε να πάμε μαζί ραντεβού σε μία έκθεση ζωγραφικής που έκανε ο αδερφός του στην Αθήνα, αφού είδε στο βιογραφικό μου ότι ζωγραφίζω (μετά από αυτό το αφαίρεσα). Άσ’τα, βράσ’τα, κουλουβάχατα! Στην κοσμάρα του ο τύπος. Ο κόσμος καίγεται για μια δουλειά κι αυτός νομίζει ότι του στέλνουμε βιογραφικά του τύπου ραντεβού στα τυφλά.
Το πραγματικό αγκάθι των αγγελιών
Ιδανικά, στην αναζήτηση εργασίας, θα ήταν ωραία να υπάρχουν πιο ειλικρινείς αγγελίες και κατ’ επέκταση, πιο ειλικρινείς εργοδότες/τριες. Πείτε μας τι ακριβώς ζητάτε και τι προσφέρετε, για να ξέρουμε τι ακριβώς έχουμε να αντιμετωπίσουμε και αν θα μπορούμε να το υποστηρίξουμε. Δηλαδή, κάποιες αγγελίες, μπορεί να δηλώνουν το μισθό ή να περιγράφουν τη συνθήκη της δουλειάς και έτσι φαίνεται από πριν αν σου ταιριάζουν ή όχι. Κάποιες άλλες προσποιούνται κάτι που δεν είναι για να πάει κόσμος. Λένε πωλήτρια και εννοούν τηλεφωνήτρια. Λένε βασικό μισθό και εννοούν μειωμένο ή αμοιβή με το κομμάτι. Κι άλλα πολλά. Αυτό δεν είναι σωστό, είναι σαν να μας κοροϊδεύουν με την εξουσία που έχουν και να τιζάρουν την απελπισία μας. Καταλαβαίνω ότι ζητάω πολλά, αφού οι προδιαγραφές των επιχειρήσεων επιτάσσουν τυπικότητα και υποκριτική κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά –δηλαδή, άπειρο θέατρο.
Θέλουν μεταπτυχιακό χωρίς αντίστοιχο μισθό
Ίσως σαν υποψήφια εργαζόμενη, ενεργή εργαζόμενη και εν τέλει άνεργη και απορριπτέα, το λάθος που κάνω να είναι ότι ελπίζω πως θα συναντήσω κάτι καλύτερο από αυτό που υπάρχει εκεί έξω. Με αποτέλεσμα, κάθε φορά να απογοητεύομαι εκ νέου. Θέλει να μπορείς να αγνοείς κάποια πράγματα και να κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Η κοινωνική υποκρισία είναι μάλλον απαραίτητη προϋπόθεση, αν θες να βρεις μία μέση δουλειά. Επίσης είναι απαραίτητη μία διάθεση υποδούλωσης με σύγχρονους όρους. Οι εργοδότες/ τριες αναζητούν ανθρώπους που δεν πρέπει να παίρνουν πρωτοβουλία, αλλά την ίδια στιγμή αν δεν πάρεις πρωτοβουλία σου κάνουν παρατήρηση που δεν αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου. Θέλουν να έχεις προϋπηρεσία 50χρονου ατόμου, αλλά ηλικία και διάθεση για δουλειά 20χρονου. Θέλουν άτομα που αισθάνονται στο πετσί τους την υποχρέωση να υποτάσσονται συνειδητά και να αποδέχονται την εκμετάλλευση. Θέλουν να έχεις πτυχίο, μεταπτυχιακό, διδακτορικό, αλλά να μη ζητάς αντίστοιχο μισθό.
Μπορεί οι υποψήφιοι/ες εργαζόμενοι/ες να μην είναι αλλοτριωμένοι/ες και υποταγμένοι/ες εξ αρχής. Αλλά προκειμένου να βρούνε δουλειά για να ζήσουν, γίνονται έτσι. Για να επιβιώσουν, διατίθενται να μετατρέψουν τις δυνατότητές τους σε παραγωγικές ενέργειες υπέρ των ιδιωτικών υλικών αναγκών. Στο όνομα της πραγμάτωσης του ονειρεμένου αυτού ελληνοκαπιταλισμού, χάνεις την οποιαδήποτε αίσθηση αυτεξουσιότητας. Προσωπικά, εκεί κάπου ίσως αποτυγχάνω. Είναι που δεν τα πάω καλά με τις απώλειες.
Κοίτα να ντύνεσαι καλά κι έρχεται φιάσκο
Προϊδεάζομαι ότι μία συνέντευξη θα είναι φιάσκο, γιατί έχω κάνει πολλές κι έμαθα. Αλλά καταλαβαίνω ότι πάει καλά, όταν φεύγω από τον χώρο της συνέντευξης και νιώθω άνθρωπος. Δηλαδή, όταν δεν αντιμετωπίζω σεξιστικές και εξουσιαστικές, αντικειμενοποιητικές συμπεριφορές. Δυστυχώς, είναι σπάνιες οι φορές που σε βλέπουν σαν άνθρωπο και όχι σαν αναλώσιμο εργαλείο ή συσκευή επιτέλεσης μηχανικών παραγωγικών λειτουργιών που μπορούν να την πάρουν, να την χρησιμοποιήσουν μέχρι να την εξαντλήσουν και όταν τελειώσει η μπαταρία να την αντικαταστήσουν με ένα πιο καινούργιο και ανθεκτικό μοντέλο.
Δεν ξέρουνε τι θέλουνε ή δεν ξέρουμε τι θέλουμε;
Προσωπικά, κατέληξα να μην ξέρω τι θέλω. Ήθελα να βγάζω λεφτά, απλώς για να βιοπορίζομαι. Τα ενοίκια είναι ακριβά, η ημιαπασχόληση δεν φτάνει. Ωστόσο, δεν ξέρω αν αξίζει να δουλεύω για τετρακόσια ή στην καλύτερη πεντακόσια ευρώ, εφτά-οχτώ ώρες τη μέρα, με υπερωρίες που δεν καταγράφονται και ψεύτικα συμβόλαια. Να μη μιλήσω για τα οπισθοδρομικά περιβάλλοντα και τις απαράδεκτες και υπανθρώπινες συμπεριφορές. Περνάω περιόδους, όπου αρνιέμαι να βρω δουλειά κι ας ζω λίγο δύσκολες καταστάσεις. Αλλά προφανώς χρειάζομαι τη δουλειά.
Οι εργοδότες/τριες υποψιάζομαι πως δεν ξέρουν τι θέλουν ή απλώς μας κοροϊδεύουν. Από την άποψη ότι βάζουν μία γενική και αόριστη αγγελία που σου επιτρέπει να πας σαν υποψήφια, αλλά δεν σου επιτρέπει να πάρεις τη δουλειά. Αυτό το καταλαβαίνεις, όμως, αφού πρώτα σε βάλουν να περάσεις τυραννικά από τριακόσιες συνεντεύξεις, μέχρι να μάθουν το χρώμα του βρακιού σου, ώστε εμπεριστατωμένα, τελικά, να σου πούνε ότι δεν τους κάνεις, διότι βρήκανε μία άλλη υποψήφια με καλύτερο χρώμα βρακιού. Ε, δεν ήξερες, ας πρόσεχες. Ή έχουν υπερβολικές απαιτήσεις για την προϋπηρεσία: «Ζητείται πωλήτρια έως τριάντα ετών με δεκαετή προϋπηρεσία στον αντίστοιχο χώρο. Και αν γίνεται παρακαλώ, να μπορεί να πετάει στη δουλειά και να είναι στην ώρα της, δηλαδή μισή ώρα νωρίτερα και να κάθεται μισή ώρα παραπάνω, χωρίς να πληρώνεται, γιατί θα έπρεπε να λέει κι ευχαριστώ που της δίνουμε τέσσερα ψωροκατοστάρικα και γιατί είμαστε βιτσιόζοι. Ευχαριστούμε!». Και η πωλήτρια θα βρεθεί και θα τους πει κι ευχαριστώ και θα τους γλείφει πατόκορφα και ζήσανε αυτές καλά κι εμείς στην ανεργία. Έτσι, επικρατεί ένας σύγχρονος ελληνικός νεοκαπιταλιστικός ενδοεργασιακός βανδαλισμός.
Γιατί γράφεις όσα βιώνεις στην αγορά εργασίας;
Το γράψιμο είναι ο αμεσότερος τρόπος που έχω να εκφράζομαι και να ζω. Τώρα, μέσω του μπλογκ, ψάχνω να δω αν είναι όλα έτσι κι εμένα μου φαίνονται παράξενα ή αν υπάρχει κάπου όντως αλληλοκατανόηση και αλληλεγγύη. Είναι ωραίο να υπάρχει κάποιος/α που να σε καταλαβαίνει και να συνεννοείστε. Σε δουλειά πρόσφατα, με τις συνεργαζόμενες, δεν μπορούσα να ανταλλάξω ούτε μία κουβέντα. Ε, αυτό, μου λείπει κάπως, οπότε το βλέπω σαν ανοιχτό διάλογο -ή τραυματισμένο μονόλογο. Εάν δεν τα έγραφα, δεν ξέρω τι θα τα έκανα μόνη μου. Τώρα τα γράφω και τουλάχιστον κάνω κάποια άτομα να γελάνε (όπως δεν μπόρεσα εγώ να γελάσω, όταν μου έπαιρναν τη συνέντευξη ή όταν δούλεψα τελικά στην εκάστοτε δουλειά) και να συζητάνε για αυτά τα ζητήματα της εργασιακής κρίσης και «παράνοιας». Λειτουργεί σαν αφορμή.
Έρχεται η «Αιωνίως Άνεργη» σε βιβλίο;
Έχουμε μία ανοιχτή συζήτηση με έναν φίλο από Αθήνα, για να βγάλουμε το βιβλίο «Αιωνίως Άνεργη». Ωστόσο, ελπίζω, μέχρι να βγει, να έχω βρει αν όχι δουλειά, τουλάχιστον έναν τρόπο να μπορώ να βιοπορίζομαι εναλλακτικά, γιατί, δυστυχώς, δεν παίρνεις λεφτά από τα βιβλία στην Ελλάδα. Κάνω δεύτερη σχολή, γιατί έχω φαντασιακές επιδιώξεις, και ασχολούμαι γενικά με διάφορα. Βγάζω χαρτζιλίκια από το μπέιμπι σίτινγκ, τη δημιουργική απασχόληση παιδιών και τα ερασιτεχνικά μου ντιτζεϊλίκια. Έπειτα, αναπνέω και γράφω. Αυτά δεν αρκούν για να βιοποριστείς και δεν τα κάνω και αμιγώς επαγγελματικά (πράγμα που δεν έχω μάθει ακόμα τι θα πει, όντας αχρεία). Πάει και το πτυχίο, πάει και το μεταπτυχιακό, δεν τα υπολογίζει κανείς. Εκτός αν τρέφεσαι με χαρτιά. Και πάλι, είναι αναλώσιμα κι αυτό, όπως εμείς μπροστά στη σύγχρονη ελληνική αγορά εργασίας.
«Σκέφτομαι ότι δεν έχει νόημα να ψάχνεις δουλειά, γενικά. Τι να την κάνεις. Θα τρώω ρούχα και πράγματα γύρω μου και θα συνεχίσω να κοιμάμαι σε καναπέδες. Όλα θα πάνε καλά, δεν θυμάμαι ποιος το έχει πει αυτό και ποιος συνεχίζει να το λέει -μάλλον θα τα έχει πάει καλύτερα από μένα στην αναζήτηση δουλειάς. Συμβαίνουν και θαύματα στο κάτω-κάτω. Θα ξαναξεκινήσω τις σειρές, το ναρκωτικό της νέας γενιάς και το παρόν μπλογκ θα πάρει άλλη τροπή μου φαίνεται. Μην περιμένετε να σας πω ότι βρήκα δουλειά, γιατί δεν βρήκα. Αιωνίως άνεργη, αιωνίως από ό,τι φαίνεται θα κρατώ μία ομπρέλα στις ευκαιρίες και στην τύχη μέσα από μια ομίχλη μαύρη, αυτή της Θεσσαλονίκης» / Αναπάντητες αιτήσεις παντού, Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017
*Βρείτε την Αιωνίως Άνεργη στο eternallyunemployed.blogspot.com