Είδαμε τη Θεσσαλονίκη από την μέση και πάνω
Ηop on - Hop off στην πόλη με το κόκκινο ανοιχτό τουριστικό λεωφορείο.
Με τον ήλιο κατά πρόσωπο σε μία Θεσσαλονίκη που μύριζε τσιγαρισμένο κρεμμύδι και πεύκο, βρήκαμε το κόκκινο τουριστικό λεωφορείο της SightSeeing Thessaloniki στις 10.15 το πρωί, στην αφετηρία του στον Λευκό Πύργο. Ανεβήκαμε, καθίσαμε στην ανοιχτή οροφή, συνδέσαμε τα ακουστικά στο πρόγραμμα ξενάγησης και ακούγοντας μουσική μέχρι να αφήσει ο οδηγός τον συμπλέκτη, αποφασίσαμε να δούμε την πόλη συμπυκνωμένα ως τουρίστες, από την μέση και πάνω.
Το δρομολόγιο είναι το πρώτο της ημέρας οπότε οι συνταξιδιώτες είναι μετρημένοι, αν εξαιρέσεις έναν Κινέζο εξερευνητή που κρατούσε την κατάσταση στις σωστές διαστάσεις.
Ξεκινήσαμε ανεβαίνοντας την Αγγελάκη με πρώτη στάση το Αρχαιολογικό Μουσείο, δεύτερη στάση ο ναός της Αγίας Σοφίας και μετά άτυπη στάση πάνω από ένα διπλοπαρκαρισμένο που μπλόκαρε την Ερμού. Από δεξιά μας το Καπάνι και από αριστερά η Μοδιάνο η οποία περιγράφεται ως κάτι προγενέστερο των εμπορικών mall.
Περνώντας σύριζα από τα μοβ ανθισμένα δέντρα της Ερμού, στρίβουμε στην Βενιζέλου και η ξενάγηση συνεχίζει από το άγαλμα του Λαμπράκη μέχρι το Μπεζεστένι, το Διοικητήριο, τις αναφορές στον Ποζέλι και μετά στον Άγιο προστάτη της πόλης.
Στην Αγίου Δημητρίου αν βγάλεις τα ακουστικά ακούς κόρνες, εξατμίσεις και Καζαντζίδη μέχρι που φτάνεις στα κοιμητήρια της Ευαγγελίστριας.
Ανηφορίζοντας ο αέρας παίρνει διαφορετικές στροφές ακολουθώντας τα κεφάλια των τουριστών που με την σειρά τους γυρνάνε επίμονα από την ανάποδη για να προλάβουν την στιγμή της πρώτης θέας από ψηλά.
Τα χρώματα γίνονται έντονα, τα στενά – στενότερα και τα ύψη των κτιρίων χαμηλότερα. Η αίσθηση είναι φανταστική όταν περνάς ανάμεσα από τα τείχη και μπορείς να αγγίξεις τις καμάρες στις εισόδους. Στάση και στα Κάστρα καθώς το Hop on Hop off συνεχίζει και γινόμαστε περισσότεροι.
Κατά την διάρκεια της διαδρομής, παίζω με το σύστημα ξενάγησης για να ξεκλέψω λέξεις από τις οκτώ διαφορετικές γλώσσες στις οποίες πραγματοποιείται. Δεν καταλαβαίνω πολλά, οπότε επιστρέφω στα ελληνικά με το ένα ακουστικό πλέον, γιατί οι αντιδράσεις των τουριστών όσο αγγίζουμε την Άνω Πόλη είναι εντονότερες. Ως γνωστόν άλλωστε για να δεις καλύτερα στην Ελλάδα, είναι γνωστό πως πρέπει να ελευθερώσεις τα αυτιά σου.
Η θέα της Θεσσαλονίκης κόβει την ανάσα κυριολεκτικά γιατί όλα συμβαίνουν σε πληθωρικό βαθμό στην ευθεία των ματιών και μέσα μας. Λίγο η βιταμίνη D που ανέβηκε σε κανονικά επίπεδα, λίγο η αίσθηση της βόλτας με ένα υπερμέγεθες κάμπριο, λίγο η πόλη καθαυτή.
Οι τουρίστες ενσωματώνονται στο περιβάλλον, χαλαρώνουν στις θέσεις τους και πιάνουν το νόημα της βόλτας ακουμπώντας χαλαρά τα πόδια τους στα κάγκελα. Κατηφορίζοντας αντιλαμβάνεσαι πως η ζωή γίνεται εντονότερη κάτω από εκεί που βρίσκεσαι.
Ξεκλέβοντας ματιές “κάτω από την μέση” και βλέποντας τον κόσμο πολύχρωμο και διαφορετικό να πηγαινοέρχεται στους δρόμους, τους φοιτητές να στριμώχνονται μπουλούκια στην στάση της Καμάρας και την Ροτόντα στα δεξιά να στέκει επιβλητική κατά πάντων καταλαβαίνεις πως όλα είναι τελικά ένα κλισέ θέμα οπτικής.
Διασχίζουμε την Εγνατία περνώντας κάτω από τα φανάρια της, χαζεύοντας μία ολόκληρη αρχιτεκτονική που ως πεζός δεν έχεις θέαση σε αυτήν. Μία άλλη πόλη κυριολεκτικά, περιέργως φαρδιά. Ξεχνάς λαμαρίνες, εργοτάξια, περιστέρια και λακούβες.
Φτάνοντας Αριστοτέλους ανεβαίνει μια παρέα Κυπρίων. Πιάνουν θέση απευθείας δεξιά γιατί ξέρουν πως όπου να ‘ναι πλησιάζουμε θάλασσα. To πλεονέκτημα των κάπως πιο γνώριμων με την πόλη.
Αφήνουμε πίσω μας τις θαμπές πινακίδες με τις γραμματοσειρές των 80ς στην σειρά, τα ψηλά κτίρια του ’70 που σου δίνουν αδιάκριτη θέαση μέσα στα διαχρονικά γραφεία – κυψέλες της πόλης και κατηφορίζουμε την Δωδεκανήσου με την πρώτη υγρασία να κολλάει στο δέρμα.
Στην τελευταία στάση στο λιμάνι γινόμαστε περισσότεροι. Σχεδόν γεμάτοι, διασχίζουμε την Λεωφόρο Νίκης, δίπλα στον Θερμαϊκό που για καλή του τύχη λάμπει, τον κόσμο που κάνει βόλτα, τους ποδηλάτες, τα καραβάκια που πηγαινοέρχονται σε ένα σκηνικό που θέλει να εκτοξεύονται στον αέρα συννεφάκια σκέψεων “η ζωή είναι ωραία” και “είναι πράγματι η Νύμφη του Θερμαϊκού”.
Φτάνοντας στην σκιά του Λευκού Πύργου επανέρχεσαι στην ρεαλιστική εκδοχή των μεγεθών αλλά κανένας δεν θέλει να κατέβει. Κατεβήκαμε όμως γιατί οι επόμενοι ήταν πολυπληθέστεροι και ανυπόμονοι. Και πώς θα μπορούσαν αλλιώς, εδώ που τα λέμε.
*Η βόλτα έγινε με την ευγενική χορηγία του SightSeeing Thessaloniki. Μπορείτε να βρείτε αναλυτικά τις στάσεις της διαδρομής, το ωράριο και τις τιμές των εισιτηρίων ΕΔΩ.