Κάναμε road trip με ταξί μια νύχτα στην Θεσσαλονίκη

Με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά σε σύγχρονη βερσιόν.

Έλενα Ταξίδου
κάναμε-road-trip-με-ταξί-μια-νύχτα-στην-θεσσαλ-300866
Έλενα Ταξίδου

Έχοντας κάτω από την γλώσσα κάτι στίχους για το νευρικό τιμόνι των αμαρτωλών της νύχτας συναντήσαμε τον Μανώλη ως άλλες Winona Ryder στο Night on Earth και ξεκινήσαμε για roadtrip στην βραδινή Θεσσαλονίκη ανακαλύπτοντας την κοσμική ισχύ του ταρίφα στο σύμπαν της πόλης. Έτσι φωνάζουν τον Μανώλη και οι φίλοι του όπως λέει γελώντας οπότε η λέξη απενοχοποιείται πλήρως με τη συγκατάθεσή του για το επόμενο δίωρο.

Έχει νυχτώσει, μπαίνοντας στο ταξί ο “Ερωτικός” είναι ήδη στα fm, τα φώτα της πόλης άναψαν οπότε όλα έσω έτοιμα να αρχίσουν κάτω από τη φωτεινή επιγραφή της Taxi Way.

Το πρόγραμμα ξεκινάει το πρωί με Metropolis για ενημέρωση στα αθλητικά -είναι Παοκτσής- του λέω πως έχουν θεματάκια και κουνάει το κεφάλι σχεδόν ενοχικά σηκώνοντας με το βλέμμα του τα βάρη του Δικεφάλου, συνεχίζει το μεσημέρι με πιο ελαφρολαϊκά, απόγευμα πάει σε ξένη μουσική, «ε και μετά βραδάκι βάζω Ερωτικό».

Πρόγραμμα κανονικό του λέω, «δεν βγαίνει» αλλιώς μου απαντάει και ξεκινάμε το χάσιμο στους δρόμους της Θεσσαλονίκης με αφετηρία την πιάτσα της Εγνατίας.

Σου ζητάνε να αλλάξεις σταθμό;

«Σπάνια. Αλλά κάποιες φορές τυχαίνει να σου λέει πελάτης που είναι στρεσαρισμένος και παίζει κομμάτι που του αρέσει, ρε συ οδηγέ δυνάμωσέ το λίγο να το απογειώσουμε. Και το γουστάρω πολύ όταν μου το λένε αυτό.»

Ξεκίνησε στα 21 του «κληρονομώντας» την δουλειά από τον πατέρα του. Δέκα γεμάτα χρόνια εμπειρίας στο τιμόνι και τους δρόμους της Θεσσαλονίκης τον καθιστούν πλέον γνώστη όλων της των πλευρών στο φως της μέρας και στα νέον της νύχτας.

Στις αρχές που υπήρχαν ακόμα επιλογές όπως λέει, σκέφτηκε να σπουδάσει αλλά το μεροκάματο τότε ήταν πολύ δελεαστικό, «Σήμερα έχει πέσει ακριβώς στα μισά σε σχέση με το 2008-09».

Πώς είναι να κάνεις ένα από τα πιο μισητά επαγγέλματα στην Ελλάδα;

«Κρύβεται μια αλήθεια σε αυτό αλλά είναι όπως σε όλους τους κλάδους. Υπάρχουν οι 5-10 που θα σου χαλάσουν το όνομα. Απλά στην δική μας περίπτωση, επειδή είμαστε σε κοινή θέα, επηρεάζεται πολύ και συνεχίζει αυτή η φήμη.»

«Στα χρόνια που περνάμε τώρα, ο κόσμος βγάζει πολύ κακία στο τιμόνι. Το βλέπω συνέχεια. Όλοι οι οδηγοί, από τον επαγγελματία που μοιράζει γάλα, τον πωλητή, τον ταξιτζή, εκείνος που κατεβαίνει για την βόλτα του, όλοι. Ο κόσμος έχει τόσα στο κεφάλι του, τα οποία τα βγάζει όλα πάνω στο τιμόνι. Σε εμένα όμως για παράδειγμα, μία ατασθαλία που θα κάνω στις 12 ώρες την ημέρα, θα με βρίσουν, θα με κατακρίνουν κλπ. ενώ συναντάω τέτοια λάθη άπειρα καθημερινά από απλούς οδηγούς ΙΧ αλλά τα βάζω στην άκρη. Ούτε τα παίρνω μαζί μου βγαίνοντας από το ταξί ούτε θα ασχοληθώ»

Mιλάς με τους πελάτες;  

«Η αλήθεια είναι ότι παλιά μιλούσα πιο πολύ τώρα δεν μιλάω τόσο. Στις αρχές ξεκινούσε μια σχέση γιατί δεν ήξερες τους δρόμους, ξεκινούσες διάλογο θέλοντας και μη, τώρα δεν μιλάς αν δεν έχεις διάθεση. Την ημέρα μπαίνουν στο ταξί πλέον περίπου 20-25 άτομα, δεν μπορείς να ανοίξεις κουβέντα με όλους και δεν υπάρχει και λόγος να μιλήσεις και με όλους. Κάποιοι κάνουν κοντινά δρομολόγια, θα πεις τα τυπικά και ως εκεί. Εκείνος που θέλει να μιλήσει έτσι και αλλιώς ξεκινάει από μόνος του και δεν θα σταματήσει εύκολα».

Και πώς βγαίνει το δωδεκάωρο στο τιμόνι;

«Δεν έχω δυσκολευτεί γιατί είσαι σε διαρκή κίνηση σε διαρκή βόλτα, το δύσκολο είναι η αναμονή στις πιάτσες αν διαρκεί πολύ ώρα. Έχω κάτσει και τέσσερις ώρες σε μια πιάτσα. Αλλά το δωδεκάωρο περνάει κακά τα ψέματα, μιλώντας. Μιλάς συνεχώς με συναδέλφους στο τηλέφωνο, μιλάμε μεταξύ μας και για ασφάλεια πολλές φορές. Πού είσαι – πού είμαι»

Ο Μανώλης λέει πως το επάγγελμά του σήμερα βασίζεται σε δύο πράγματα: την τύχη και την συγκυρία, από μία ξαφνική βροχή ή μία πορεία για παράδειγμα. Δεν πετύχαμε τίποτα από τα δύο αλλά βολτάροντας στους δρόμους της πόλης, μου δείχνει ένα στενό και μου λέει ότι εδώ βρισκόταν η καλύτερη μπουγάτσα των ξενύχτηδων της πόλης ο «Ανδροκλής».

Άλλωστε όλα τα μυστικά της Θεσσαλονίκης μου λέει έχουν να κάνουν με το δυνατό φαγητό αυτές τις δύσκολες ώρες. Από την Μαμά Τερέζα στα Σφαγεία μέχρι τον πάλαι ποτέ «Μαύρο» στην Γωγούση της Σταυρούπολης ή στην Ολύμπου στον Τσαρουχά για κάτι πιο ζουμερό όπως λέει.

Στο ταξί του έχουν περάσει ξενύχτηδες, μεθυσμένοι και άλλες προσωπικότητες της νύχτας όταν βέβαια και η νύχτα της Θεσσαλονίκης ήταν πιο έντονη και δραστήρια. Την νύχτα όμως στην καμπίνα, μαζί με τους κακοποιούς μπαίνουν και άνθρωποι με λόγια βαριά που σε σημαδεύουν και πολύ φιλότιμο και μας το επιβεβαιώνει με στοιχεία.

«Στην Πύλη Αξιού από έξω ένα βράδυ, περίμενα να πάρω κάτι πελάτες οι οποίοι τελικά έφυγαν με άλλο ταξί. Έρχεται ένα παιδί με ένα σάντουιτς στο χέρι και μου λέει, θέλω να με πας μέχρι όπου μπορείς θέλω να πάω στη Δελφών απλά να ξέρεις ότι δεν έχω λεφτά να σου δώσω. Και του λέω ότι είναι ο δρόμος μου, είναι ανοιχτός, θα σε πάω μέχρι την ΧΑΝΘ. Τον πηγαίνω και συνεχίζω την δουλειά μου. Μετά από δύο μήνες, πίνω καφέ με ένα φίλο μου στην παραλία. Σηκώνεται από έναν καναπέ ένα παλικάρι και έρχεται μου αφήνει ένα ποσό στο τραπέζι. Τον ρωτάω τί και πώς και μου λέει θυμάσαι ένα βράδυ που με μετέφερες και δεν είχα χρήματα; Εγώ ήμουν.»

 Φοβήθηκες ποτέ πραγματικά;

«Μόνο μία φορά όταν με κατεύθυναν σε ένα πολύ απόμερο μέρος. Αλλά πλέον το καταλαβαίνεις από την αρχή. Είχα και δάσκαλο τον πατέρα μου οπότε ξέρεις να αποφεύγεις κάπως.»

Περνάμε από την Τσιμισκή και λέει πως εδώ χαλαρώνει, είναι ο αγαπημένος του δρόμος. Παρατηρεί πως η πόλη έχει αλλάξει την τελευταία πενταετία. Από τα ξενοδοχεία, τα hostel και τα εστιατόρια μέχρι και τους διαφορετικούς μεταξύ τους τουρίστες που συναντάει είτε με κρουαζιερόπλοια στο λιμάνι είτε με τα λεωφορεία που καταφθάνουν από Βαλκάνια.

Πιάνουμε φανάρι και βλέποντας τις ορδές των φοιτητών να μπλέκονται με τους κουρασμένους μετά από 8ωρο, μερικούς παππούδες με τα χέρια πιασμένα μεταξύ τους πίσω και κάτι διάσπαρτα περιστέρια στην διάβαση, καταλαβαίνεις πως όπως και να το κάνεις, είμαστε η ζωή μπροστά από το μπαρμπρίζ των ταξιτζήδων, το καθημερινό τους ριάλιτι.

Τον ρωτάω αν παρακολουθεί τι λένε οι πελάτες, μεταξύ τους ή στο κινητό τους. Ποιο είναι το προφίλ δηλαδή του μέσου Θεσσαλονικιού, τι τον απασχολεί.

«Την περασμένη εβδομάδα για παράδειγμα, από όσους μπήκαν στο ταξί, τους μισούς απασχολούσε αν θα γίνει επιστράτευση και τους άλλους μισούς αν θα τιμωρηθεί ο ΠΑΟΚ. Το σταθερό θέμα τους όμως εδώ και χρόνια είναι τα οικονομικά»

Γκομενικά παίζουν; Τα λένε στα ταξί;

«Και όμως όχι. Μόνο κανένας άντρας αν τα πει και ξεκινήσει κουβέντα. Οι γυναίκες δεν ανοίγονται. Πολύ λίγες περιπτώσεις αλλά έχουμε κάνει καταδίωξη με κοπέλα, έχω κάνει παρακολούθηση με γυναίκα για να πιάσουμε στα πράσα τον φίλο της. Μπήκε και μου το είπε κανονικά γιατί έπρεπε να κάνουμε πολύ γρήγορα.»

Εσύ συμμετέχεις σε όλο αυτό; Σχολιάζεις, δίνεις γνώμες και τέτοια;

«Ναι αυτά είναι βούτυρο στο ψωμί μου. Είμαι ουδέτερος, συμμετέχω για να περάσει και η ώρα. Πρόσφατα μου έτυχε να κρύβεται γυναίκα να μην την δούνε. Εκεί που οδηγούσα έπεφτε στα καθίσματα, και της λέω τι κάνεις. Μου λέει κρύβομαι να μην με δουν, οδήγησε εσύ κανονικά. Και εκεί αρχίζει η κουβέντα: Γιατί να μην σε δουν; Γιατί με ψάχνουν και πάει λέγοντας.»

Σε πιο «άγρια νέα» το επόμενο περιστατικό που μου διηγείται είχε να κάνει με παρακολούθηση από την ανάποδη.

«Είχα γυναίκα πελάτισσα και έπρεπε να βρω ένα τρόπο να την αφήσω στο ξενοδοχείο που θα έμενε χωρίς να μας καταλάβουν γιατί μας παρακολουθούσαν. Μου ζήτησε να βρω ένα τρόπο αρχικά να μας χάσουν, να την αφήσω στην πίσω πόρτα στο ξενοδοχείο και να καταφέρω να μην γίνω και ο ίδιος μου αντιληπτός στην επιστροφή

Με την κουβέντα φτάσαμε Κάστρα, το αγαπημένο των τουριστών και ένα από τα σημεία που περιλαμβάνονται στην σχεδιασμένη βόλτα τους που παρέχει η Taxi Way είτε με τα οχήματα του στόλου της, είτε με το ειδικό τουριστικό βαν της. Άνω πόλη, κάστρα, θέα πανέμορφη όλες τις ώρες, ενθουσιάζονται λέει ο Μανώλης.

Έχεις υπομονή ή εξαντλείται με μαθηματική ακρίβεια;

«Το λέω σε όλους: Γαϊδουρινή υπομονή. Ό,τι και να γίνεται εγώ σταθερός στην πορεία μου. Και τον δρόμο να μου κλείσουν θα κάτσω να περιμένω και ας μην έχω πελάτη και ας είμαι μόνος μου. Καλά δεν έχουμε την κίνηση πάντως που έχουν στις άλλες πόλεις;»

Δηλαδή αυτό που θεωρούμε εμείς ως κίνηση δεν πιάνεται;

«Δεν έχουμε το μποτιλιάρισμα που υπάρχει στην Αθήνα ας πούμε. Είναι πολύ λιγότερο σε εμάς. Όποιος δρόμος και να είναι κλειστός, θα βρούμε ένα στενάκι, κάτι, θα γλιτώσουμε

Η Θεσσαλονίκη ανέκαθεν χρησιμοποιούσε ταξί στο κέντρο για πολύ μικρά δρομολόγια όπως μου λέει, και αυτό συνέβαινε διαχρονικά ανεξάρτητα με όσα ακούγονται για το πόσο εύκολα περπατιέται η πόλη σε σχέση με τις αποστάσεις της.

«Στα δυτικά, στις συνοικίες γενικά, δουλεύει πολύ η κλήση, στο κέντρο δουλεύει πάρα πολύ οι μικρές αποστάσεις. Στο κέντρο, ο κύριος όγκος κλήσεων είναι από τα ξενοδοχεία. Έχουμε εξελιχθεί και πολύ με το δορυφορικό σύστημα και βοηθάει πολύ οπότε μπορούμε να βοηθήσουμε τον οποιοδήποτε όπου ακριβώς και να μένει. Πλέον παίζει πολύ βασικό ρόλο στο ταξί ο χρόνος εξυπηρέτησης.»

Μπαινοβγαίνουμε στα στενά της Άνω Πόλης, κατεβάζουμε λίγο τα παράθυρα να μπει η αύρα από τις παρέες που βολτάρουν, ή κάθονται σε σκαλάκια, σε σταντ που έχουν βγει στα πλακόστρωτα πίνοντας το ποτό τους. Μπορείς να αρπάξεις κυριολεκτικά μια τεκίλα βγάζοντας το χέρι από το παράθυρο.

Τί σου λένε οι φίλοι σου για την δουλειά;

«Οι φίλοι μου… με φωνάζουν προφανώς ταρίφα. Ναι, άλλοι με έχουν και στα κινητά τους έτσι. Το έχω αποδεχτεί, ΟΚ, εμένα θα με πουν ταρίφα, τον αστυνομικό θα τον πουν μπάτσο. Δεν με πειράζει, γιατί δεν υπάρχει και άλλος ταρίφας στην παρέα εδώ που τα λέμε»

Αν υπήρχε ένας λόγος να σε κάνει να σταματήσεις το ταξί, ποιος θα ήταν;

«Στα χρόνια που ζούμε για μένα αυτό είναι μονόδρομος. Θα αποφασίσω να σταματήσω μόνο όταν σταματήσει και αυτό να με εξυπηρετεί οικονομικά.» είπε και έστριψε σκληροπυρηνικά σε κάτι απάτητα για τα ταξί καλντερίμια. Συνήθως προσπαθούν να αποφύγουν την Άνω Πόλη εξαιτίας των δρόμων.

Σε έχουν φέρει ποτέ σε δύσκολη θέση;

«Έρχεσαι πολλές φορές σε δύσκολη θέση, αλλά όχι δεν θα ΄λεγα ότι ιδιαίτερα μου έχει συμβεί. Μόνο μια φορά, δύο πελάτες επέμεναν να συνεχίσω μαζί τους για ποτό αλλά ως εκεί»

Ισχύει αυτό που λένε ότι τη νύχτα συναντάς αλλιώτικους ανθρώπους;

«Συναντάς έναν άνθρωπο που ή θα τον πας στην δουλειά του ή θα τον πάρεις από την δουλειά του το ξημέρωμα, ο οποίος θα σου πει μόνο μία κουβέντα, τόσο σημαντική, που του λες φτάνει δεν θέλω να μου πεις κάτι άλλο, με κάλυψες. Θα πιάσει τον σφυγμό, που λένε…»

Είναι βράδυ καθημερινής και οι δρόμοι κατεβαίνοντας ξανά πιο κεντρικά είναι γεμάτοι. Τα μαγαζιά έχουν υπολογίσιμο αριθμό πελατών, οι στάσεις γεμάτες, τα πεζοδρόμια σφύζουν. Πέρα από το Σάββατο που έχει «πέσει» και την μέρα και το βράδυ του, μαθαίνω ότι οι μέρες που κάνουν trending είναι το βράδυ της Πέμπτης, η Κυριακή και όλη η μέρα της Παρασκευής σε αντίθεση με τις Τετάρτες που νεκρώνουν οι δρόμοι εξαιτίας της κλειστής αγοράς.

«Οι Θεσσαλονικείς είναι οι πιο χαλαροί και καλοπερασάκηδες Έλληνες, μετά τους Κρητικούς. Γιατί μεταφέρουμε και πολλούς Κρητικούς και βλέπω πως ταιριάζουμε. Ανοιχτά βιβλία σε όλα. Τα λένε όλα και σε βάζουν στο κλίμα από μόνοι τους και οι δύο.»

Ο Μανώλης πιστεύει ότι παίζουν μεγάλο ρόλο και οι φοιτητές στην κινητικότητα στους δρόμους τα βράδια. Λέει πως ελάττωσαν την χρήση του ταξί φανερά και πολύ περισσότερο ότι δεν κινούνται ως προς τις εξόδους τους όπως παλιά που η «νύχτα της Θεσσαλονίκης» ήταν επτά ημέρες την εβδομάδα.

Υπάρχουν δρόμοι που αποφεύγεις μέσα στην πόλη;  

«Αποφεύγω την Εγνατία γιατί δεν μου αρέσει. Πολλοί συνάδελφοι, εξαιτίας της παραβατικότητας για παράδειγμα αποφεύγουν την Τσιμισκή στην οποία είμαστε –τυπικά-παράνομα σταθμευμένοι στις λεωφορειογραμμές. Είναι όμως ο μόνος δρόμος που θα εξυπηρετήσεις πολύ κόσμο και οι τέσσερις εσοχές που υπάρχουν για επιβίβαση – αποβίβαση δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν όλο τον όγκο που έχει η Τσιμισκή. Μέχρι να βρεθεί μία χρυσή τομή ανάμεσα στον συνεταιρισμό μας και τον Δήμο.»

Το κομμάτι της Τσιμισκή είναι το μόνο πρόβλημα;

«Ναι γιατί η Μητροπόλεως για παράδειγμα όλες οι πιάτσες είναι νόμιμες. Μπορείς να σταθμεύσεις νόμιμα. Έχουν γίνει διάφορα συμβούλια, μέχρι να λυθεί κάποια στιγμή το πρόβλημα, υπάρχουν προτάσεις και από τις δύο πλευρές, πιστεύω θα το βρούνε».

Όσο κινούμαστε προς την δυτική είσοδο της πόλης, τα φώτα γίνονται αραιά και πιο βαριά. Περνώντας την Βίλα Μπιάνκα και μπαίνοντας στον δρόμο των Σφαγείων, μου αναφέρει πως κάποτε απέφευγε πολύ την Γιαννιτσών, γιατί δεν υπήρχε τίποτα πριν κάποια χρόνια εκεί παρά μόνο εγκληματικότητα τις νύχτες. Πλέον όμως μετά τα εμπορικά καταστήματα έχει αλλάξει πολύ η περιοχή.

Φανάρι μπροστά στον ολόφωτο Κωνσταντίνο Αργυρό. «Χαμός γίνεται» μου λέει, το άκουσα του λέω. «Θα πας;» με ρωτάει. Θα πάω, απαντάω. Ποια είμαι να αποκλίνω από το πληθωρικό «από όλα» στις μέρες και τις νύχτες αυτής της πόλης;

*Η βόλτα έγινε με την ευγενική παραχώρηση της Taxi Way και τον εξαιρετικό οδηγό της, Μανώλη Κεχαγιά

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα