Χαρούλα Αλεξίου: Η ευτυχία είναι μια ήσυχη μέρα
Η πιο εμβληματική από τις Ελληνίδες ερμηνεύτριες μιλά στην parallaxi για όσα κουβαλά, όσα φοβάται και όσα ελπίζει. Η δική μας Χαρούλα Αλεξίου σε μια εξομολογητική στιγμή.
Η παράσταση «Χειρόγραφο» σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη την έφερε στην πόλη μας. Ο Γιώργος Τούλας συνάντησε τον άνθρωπο πίσω από την μεγάλη ερμηνεύτρια. Ένα μεσημέρι, η Χαρούλα Αλεξίου ήρθε στα γραφεία της parallaxi στην Άθωνος και εκεί στο πατάρι του παλιού κτιρίου μίλησε από καρδιάς για όλα.
Πώς βιώνετε την παγκόσμια αλλαγή αυτού του καιρού; Έχετε ένα φόβο πως τα πράγματα δεν πάνε καλά;
Ναι, αλλά, τώρα μπορεί να ακουστεί λίγο έτσι περίεργο. Ο φόβος, αυτός, ο παγκόσμιος, φέρνει μια αποδόμηση, νιώθεις λιγότερο ασφαλής γιατί όσο απλώνεται ο κόσμος, όσο τα κέντρα έλεγχου φεύγουν από σένα, από τα στενά σου σύνορα, τόσο νιώθεις απροστάτευτος, δεν μπορείς να συγκεντρωθείς στη δική σου οικογένεια, στη δική σου κοινωνία, αυτή η αποδόμηση με φοβίζει περισσότερο, με κάνει να νιώθω ανασφάλεια. Από την άλλη όμως ξέρεις ότι το ανθρώπινο ον μπορεί να περάσει όλες τις καταστάσεις, να επιβιώσει, να κάνει τα πάντα για να επιβιώσει και να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Εκεί αρχίζουν οι αλλοιώσεις των ανθρώπων, των χαρακτήρων, των συμπεριφορών. Δηλαδή αυτός ο φόβος και η προσπάθεια για την επιβίωση σε όλα τα επίπεδα …δεν μιλάω μόνο για το οικονομικό. Την αποδόμηση φοβάμαι περισσότερο παρά το πώς θα τα καταφέρουμε να «επιζήσουμε». Γιατί πια το βλέπεις, όπου και αν ταξιδέψεις στην Ευρώπη, τουλάχιστον για την Ευρώπη που είναι κοντινή μας, έχω δει ανθρώπους με ένα αξιοπρεπές ντύσιμο να απλώνουν το χέρι να γίνονται επαίτες, στην Γερμανία για παράδειγμα, έχω δει το ίδιο πράγμα στο Παρίσι. Αυτό σε σοκάρει. Από την άλλη βλέπουμε ανθρώπους, τους κλοσάρ, που δεν τους βλέπαμε ποτέ στην χώρα μας, τώρα η Αθήνα έχει γεμίσει από αυτούς. Οι αποφάσεις παίρνονται αλλού, βλέπουμε πως όλο αυτό μας ξεπερνάει και γι’ αυτό πια και είμαι πολύ επιφυλακτική. Ήμουν πάντα ένας άνθρωπος που κινούνταν στον αριστερό χώρο, αυτή την κουλτούρα, αυτές τις καταβολές, αλλά έχω πια αμφιβολίες πόσο μπορεί να ισχύει αυτό το πράγμα όταν είσαι υποχρεωμένος να ακολουθήσεις κανόνες και να μπεις σε πλαίσια.
Για τις δικές μας γενιές, που μεγάλωσαν μετά τον πόλεμο και δεν έχουν βιώσει απώλειες, μόνο κέρδη έχουν να θυμούνται, δηλαδή από γενιά σε γενιά πήγαιναν καλύτερα τα πράγματα, δεν είναι λίγο σοκαριστικό; Είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε αυτές τις απώλειες;
Όχι. Μήπως ήμασταν έτοιμοι να δεχτούμε το «ευ ζην» που μπήκε ξαφνικά από την δεκαετία του ‘80 και μετά, να ζούμε με ένα πλαστό τρόπο και να πιστεύουν άνθρωποι ότι τους ανήκουν τα πάντα ενώ ήταν όλα δανεικά; Δεν νομίζω ότι θα είμαστε ποτέ έτοιμοι για καμία αλλαγή. Και επειδή σε εμάς, στις χώρες του Νότου τέλος πάντων, έρχονται πιο απότομα τα πράγματα, ποτέ δεν θα είμαστε έτοιμοι. Και για αυτό η ασφάλειά μας είναι η παράδοση. Να πάμε στο χωριό μας πάλι, να είμαστε κοντά στην οικογένεια, όσο και να προσπαθήσαμε να κάνουμε τους μοντέρνους και τους Ευρωπαίους και τους δυτικούς, δανεικά είναι αυτά.
Γιατί φτάσατε πάρα πολλές φορές στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων της καριέρας σας να εκτεθείτε παίρνοντας θέση για δημόσια πράγματα. Σας κόστισε αυτό σας στοίχισε σε πράγματα, υπάρχουν φορές που το μετανιώσατε που δεν κρύψατε την σκέψη σας; Και δεν μιλώ για πολιτικές τοποθετήσεις, μιλώ για την σκέψη του να πάρω θέση…
Πιστεύω δεν έχω εκτεθεί αρκετά. Νομίζω θα μπορούσα να έχω εκτεθεί περισσότερο αν το λέμε «έκθεση» αυτό. Και όχι από τον φόβο της έκθεσης αλλά γιατί έχω ένα ζύγι μέσα μου που δεν ξέρω τελικά τι είναι το σωστό. Είμαι παρορμητική να κάνω κάτι γιατί έτσι πιστεύω εκείνη τη στιγμή αλλά πάντα υπάρχει μια δεύτερη φωνή μέσα μου ίσως έχω ανάγκη να ισορροπώ να έχω ένα κέντρο δικαίου, να λέω ότι δεν είναι μόνο έτσι τα πράγματα είναι και αλλιώς υπάρχει δεύτερη σκέψη και αυτό το φέρω σε όλη μου τη ζωή.
Το είχατε από πάντα ή το κατακτήσατε σιγά σιγά;
Νομίζω ότι το είχα. Κάποτε νόμιζα είναι φόβος για την έκθεση, φόβος για την άγνοια, αλλά ίσως αυτό να με κάνει, να έχω ανάγκη, αυτή τη σιγουριά του ξέρω που πηγαίνω και τι λέω. Γιατί αν αφήσω το μυαλό μου ελεύθερο υπάρχει απίστευτη αναρχία στο μυαλό μου μέσα και μπορεί να φτάνει σε άκρα. Φαντασιώνω πράγματα, φαντασιώνω ζωές, συμπεριφορές και ίσως αυτό το φοβάμαι και έχω ανάγκη να βάζω ένα πλαίσιο να κινούμαι παρόλα αυτά υπάρχουν πάντα ανοιχτές πόρτες που θα ξεφύγουν. Δεν μετανιώνω για αυτό. Αν λοιπόν έχω εκτεθεί, ίσως έχω εκτεθεί μέσα στα τραγούδια περισσότερο, εκεί υπάρχει και η κάλυψη της μουσικής, τα λόγια δεν είναι ποτέ ίδια όταν ντύνονται με την μουσική.
Είπατε ότι φαντασιώνεστε ζωές και εποχές. Φεύγετε από το σήμερα και σκέπτεστε άλλες εποχές που σας φαίνονται πιο γοητευτικές;
Ναι, μπορώ να φαντασιώσω περασμένες ζωές, ας πούμε εποχές..
Οι οποίες είναι πιο ασφαλείς πιο ανασφαλείς είναι ταραγμένες;
Ίσως είναι αυτές που… είναι πιο γνώριμες, που δεν έχουν το άγνωστο μέσα. Αυτό που είσαι πιο κοντά στο γνωστό στη Γη…
Σας φοβίζει το άγνωστο; Δηλαδή αν σας δινόταν η ευκαιρία να πάτε στο φεγγάρι θα πηγαίνατε;
Όταν ήμουν 30 χρονών, φαντασιωνα ότι τα 50 μου χρόνια θα είναι στην αλλαγή του αιώνα, θα ήθελα να έχω ταξιδέψει. Αλλά νομίζω ότι το φοβάμαι πάρα πολύ το άγνωστο, νομίζω ότι είναι ο μεγαλύτερος μου φόβος αυτός.
Νομίζω ότι το πιο άγνωστο που έχει στο μυαλό του ένας άνθρωπος είναι ο θάνατος, είναι αυτό που δεν θέλουμε καν να πλησιάσουμε να το ψάξουμε.
Δεν είμαι από αυτούς που λένε δεν με φοβίζει ο θάνατος, παρόλο που προσπαθώ μερικές να το φανταστώ, πως θα Θέλα να πεθάνω πω θα θελα συμβεί αυτό; Συνήθως λένε να με βρει στον ύπνο μου. Εντάξει όλοι έτσι θέλουν για να μην έχουν επαφή βίωμα (γέλια) δεν νομίζω ότι θα πεθάνει κανείς όρθιος. Ναι είναι πολύ άσχημο πράγμα να γερνάς και να βλέπεις την αλλοίωση να βλέπεις την απώλεια να έχεις υπάρξει πιο όμορφος.
Το λέτε και σε ένα τραγούδι αυτό το λέτε και στην παράσταση λέτε για εκείνο το κορίτσι που ‘χε τη φωνάρα στα 30. Μου έκανε πολύ εντύπωση η ειλικρίνεια που το λέτε αυτό πάνω στη σκηνή. Δεν λέγεται εύκολα αυτό.
Δε λέγεται …όχι. Αλλά όταν είναι μπροστά σου τα πράγματα δεν μπορείς να τους κρυφτείς, γιατί τα βλέπεις, τις απώλειες τις βλέπεις και μπαίνουν τα ερωτηματικά. Πόσο μπορεί να με αντέχει η σκηνή ακόμη, πόσο μπορεί να περιμένει το κοινό από μένα αυτό που ήμουν, αυτό για το οποίο με διάλεξε. Δεν πιστεύω πως υπάρχει καλλιτέχνης που δεν το σκέφτεται αυτό ή που δεν υποφέρει από αυτό. Κακά τα ψέματα. Και γενικά ο άνθρωπος από τον τεχνίτη που σκαλίζει ένα ξύλο και μετά τα χέρια του δεν τον πάνε, η ο άλλος που τραγουδάει και οι φωνές του δεν τον υπηρετούν πια… Δημιουργούνται τα κενά, οι τρύπες, οι ανημποριές και το πολυμήχανο μυαλό βρίσκει καινούρια εργαλεία.
Πώς την ξορκίζει κάνεις την φθορά; Εσείς πολύ νωρίς μπήκατε και σε άλλα μονοπάτια; Δεν ήσασταν η τραγουδίστρια που αγάπησε αυτός ο τόπος μόνο, αρχίσατε να γράφετε στίχους μουσικές βγάλατε ένα βιβλίο, κάνατε την παράσταση. Αυτά είναι βήματα άλλου τρόπου έκφρασης. Είναι πιο πολύ-επίπεδο πια.
Όταν καθίσω στον υπολογιστή μου και ανοίξω ένα καινούριο doc και αρχίσω και γράφω πολλές φορές δεν ξέρω τι είναι αυτό που θα προκύψει. Eίναι η πράξη του “γράφειν” θεραπευτική. Ακόμα και στην μέση να το αφήσεις και να μην το τελειώσεις ποτέ δεν έχει σημασία… Μπορεί να ξεκινήσω να γράφω στο περιθώριο μιας εφημερίδας, ή σε μια χαρτοπετσέτα ή στο μυαλό μου. Ή αντί να ξεκινήσω να γράφω να πάρω την κιθάρα μου και να παίξω κάτι και αυτό να φέρει λόγο. Μετά τα παρατώ, δίνω μια στην κιθάρα και ξεκινάω γράψιμο…
Βλέποντάς σας σε αυτή την συγκεκριμένη παράσταση, μου γεννήθηκε πολλές φορές η ιδέα ότι είναι μια παράσταση και όχι μια συναυλία με τα ups & downs που άλλες φορές το κοινό είναι χαρούμενο άλλες πάλι όχι, η παράσταση είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Έχετε τα ίδια συναισθήματα κάθε φορά που παίζετε αυτή το ρόλο; Το ρόλο της ζωής σας στην πραγματικότητα;
Όχι, δεν μπαίνω πάντα μέσα, και η δυσκολία μου είναι να το κάνω αυτό όταν είμαι έξω από αυτό. Δεν λέω ότι είναι ευχάριστο να ταυτίζομαι κάθε φορά σε κάθε παράσταση αλλά μου είναι πολύ δύσκολο να μην ταυτίζομαι και να πρoσποιούμαι την Αλεξίου. Εκεί είναι σαν να αυτοαναιρούμαι …λέω τώρα τι το κάνεις αυτό; Και εκεί ανακαλύπτω μια νέα τεχνική την τεχνική του ηθοποιού να πρέπει να χει καλή άρθρωση, ότι πρέπει να τοποθετήσει την φωνή του εκεί που πρέπει ώστε να φτάσει στον κόσμο. Βεβαίως επειδή δεν έχω την Τέχνη του ηθοποιού μπαινοβγαίνω μέσα σε αυτό και νικάει κάθε φορά η ουσία τους πράγματος ότι ξαναμπαίνω μέσα σε αυτό χωρίς να με πειράζει.
Το βράδυ βγαίνοντας από την παράσταση όσο σας περίμενα άκουσα δυο γυναίκες να λένε “Είναι πολύ έξυπνο αυτό που έκανε η Αλεξίου, διάλεξε να κάνει μόνη της αυτό που θα μπορούσε κάποια άλλη να κάνει στο μέλλον για εκείνη”. Πώς την πήρατε αυτή την απόφαση;
Δεν ξεκίνησε έτσι. Ήθελα να μοιράζω τα τραγούδια μου με ιστορίες έτσι φώναξα τον Νανούρη. Με είχε εμπνεύσει αυτός ο άνθρωπος, και ήθελα να το μοιραστώ με ένα νεότερο παιδί. Του είπα θέλω να λέω ιστορίες και μετά να έρχεται ένα τραγούδι και μετά πάλι ιστορίες και να φτιάξω ένα ωραίο παραμύθι πάνω στην σκηνή. Και μου λέει θα τις γράψεις εσύ τις ιστορίες.
Με έβαλε στον πειρασμό και μου λέει γράψε ότι βλακεία σου έρθει και αν με εμπιστεύεσαι μαζί θα καθίσουμε να τα διαλέξουμε αυτά και ότι έχεις στα συρτάρια σου και έγινε μετά μια σύνθεση αυτών των κειμένων δλδ το πρώτο πράγμα που ξεκίνησα να γράφω είναι η πρώτη σκηνή του έργου. Του λέω τι μπορώ να γράψω για μένα αν είχα ένα άλμπουμ από φωτογραφίες από την παιδική μου ηλικία τι θα διάλεγα; Αυτά γράφηκαν κατευθείαν χωρίς δεύτερη σκέψη και από εκεί διαλέχτηκαν μέσα από πάρα πολλές σελίδες και εκεί του αναγνωρίζω επίσης το ταλέντο του να μπορεί να πάρει όλα τα κομμάτια και να τα συνθέσει και μετά ήταν το θέμα τώρα τι κάνω γι’αυτο και θα βγω στον κόσμο και θα λέω για την μαμά μου ή για τον μπαμπά μου και τον ερώτα μου και πως θα το κάνω αυτό. Εκεί είναι οι στιγμές αυτές που για να το πω ευγενικά γίνεσαι παλιόπαιδο και λες «ναι ρε εγώ θα το κάνω». Και όσο αντέξω και όποιος αντέξει.
Γιατί έχω πει, έχω γράψει, στο τραγούδι «μεγάλωσα», λέει φριχτά πράγματα μέσα. Γιατί δηλαδή «πώς θα το κάνεις τώρα»; Και με την κάλυψη όμως, την ασπίδα του Νανούρη ότι αυτό τώρα θα το φτιάξουμε ωραία θα γίνει θεατρικό, με την προστασία του. Και έγινε σιγά σιγά και μετά έπρεπε μετά να περάσω το στάδιο αυτό της εξοικείωσης με τη φωνή μου, λέγοντας τα πράγματα γιατί είναι μεγάλη ασφάλεια να πάρεις ένα στυλό και να γράφεις και να το κλείνεις μετά το άλμπουμ. Εκεί ήταν επίσης η δυσκολία μου να βρω τον ήχο της φωνής μου να τα πει αυτά. Άργησε λίγο αλλά ήρθε σιγά σιγά.
Άμα μετά από 10-15 χρόνια έρθει μια ηθοποιός νέα, την οποία θα εκτιμήσετε και σας ζητήσει να το παίξει αυτό; Θα το δίνατε;
Το φοβάμαι αυτό. Δε πιστεύω ότι, όπως φοβάμαι το να παίξει κάποιος τη ζωή μου κάποτε. (γέλια) Έμενα αυτό που με ευχαριστεί εντέλει σε αυτό που έγινε είναι ότι είναι η ζωή μιας γυναίκας. Και τουλάχιστον οι γυναίκες που έχουν φτάσει στην ηλικία μου, λίγο πολύ έχουν ζήσει κοινά πράγματα. Ίδια κουλτούρα είχαμε συνηθίσει σε αυτή την χώρα, οι μανάδες μας, η οικογένεια δηλαδή η ελληνική είναι ίδια-μία για όλους.
Ακούτε σήμερα τραγούδια γενικώς; Δυστυχώς η ευτυχώς ζήσατε και βιώσατε μια εποχή που υπήρξαν πολύ μεγάλα τραγούδια. Σήμερα δεν το βλέπουμε αυτό, δεν ξέρω αν είναι αυτή η ταχύτητα της εποχής αλλά έχω την εντύπωση ότι έχει να βγει χρόνια μεγάλο τραγούδι με την έννοια του κλασικού που όλοι εσείς τραγουδήσατε, η δικιά σας γενιά. Τι φταίει για αυτό; Είναι θέμα έμπνευσης, θέμα εποχής, θέμα δυσκολιών;
Κάποτε μπαίναμε βαθιά μέσα στα πράγματα. Μπαίναμε βαθιά στην θάλασσα και κολυμπούσαμε. Τώρα κάνουμε σκέιτ, κάνουμε σανίδα. Πιστεύω ότι παίζει ρόλο η εποχή, πιστεύω ότι έχουν απομακρυνθεί πολύ και οι πατέρες της εποχής μας. Είναι διαφορετικά να ξέρεις πως γράφεις ένα τραγούδι και ο Χατζιδάκις ακόμα ζει. Εγώ πιστεύω σε αυτό. Έχω πει πολλές φορές « άραγε αν το άκουγε αυτό το τραγούδι, τι θα έλεγε». Έχουμε πάρει απόσταση από την πηγή του τραγουδιού. Φταίμε όλοι γι’ αυτό. Δεν έχει σημασία αν λέμε ότι είναι παγκόσμιο και συμβαίνει παντού αυτό με τη μουσική. Ήρθε η εποχή που επαναλάβαμε πράγματα, που και που έβγαινε ένας βλαστός αλλά έχουμε πολύ καιρό να ξεπεράσουμε κάποιον, να ξεπεράσουμε τον Κραουνάκη, να ξεπεράσουμε τον Μάλαμα, δηλαδή εγώ δεν μπορώ να συγκινηθώ τόσο εύκολα πια.
Δάκρυσα προχθές πήγα και άκουσα τον Αλκίνοο, είχε κάποιες στιγμές μαγικές που ναι μεν ο Αλκίνοος είναι στη νεότερη γενιά αλλά δεν είναι ο 25άρης του σήμερα. Ήδη οι νεότεροί μου έχουν μεγαλώσει. Από την άλλη την δική μου προσωπική ανάγκη για μουσική, επειδή είναι πλατύς ο κάμπος του τραγουδιού, μπορώ να τη χορτάσω από αυτό που ήδη υπάρχει και σε άλλα είδη μουσικής, να ακούσω κλασική μουσική και να ευχαριστηθώ, να αναζητήσω να ακούσω μια λαϊκή μουσική μιας χώρας, έναν Ιρανό ή ένα Σύριο, όπως ακούω τον Κοέν.
Τώρα αν πούμε πως ανησυχούμε για τους νέους ανθρώπους, εγώ δεν ανησυχώ. Γιατί περνούν αυτή την εποχή που έχουν να περάσουν, σε αυτό τον καιρό ζούνε, αυτό έχουν να πάρουν και δεν ξέρω τελικά πώς αξιολογούν τα πράγματα. Με τον δικό τους τρόπο, δεν μπορώ να συγκριθώ με τη σκέψη του νέου παιδιού γιατί δεν τον ξέρω τον κόσμο του πια.
Είχατε πάντα ένα εξαιρετικό φίλτρο στο να διαλέγετε το υλικό που χρησιμοποιούσατε στους δίσκους σας. Δεν υπήρχε σκαρταδούρα; Τραγούδια που μπορεί να σας έφερναν και να μην σαν ταίριαζαν, δεν λέγατε όχι;
Ναι, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ήταν σκαρταδούρα. Μπορεί το ένα να με συγκινούσε περισσότερο από το άλλο. Ή να ένιωθα πως η φωνή μου είναι καλύτερη στο ένα τραγούδι από το άλλο. Τραγούδησα πολύ τους συνθέτες όπου υπηρέτησα την δουλειά τους δηλαδή είτε έκανα δουλειά με τον Λοΐζο τον Καλδάρα ή τον Μικρούτσικο ή τον Αντύπα εκείνοι είχαν τον πρώτο λόγο. Στους δίσκους, όμως, που ήταν πορτρέτα, όπως τους λέμε, πολυσυλλεκτικοί δίσκοι, εκεί πήγαινα και λίγο με το «αυτό έχουμε τώρα». Αλλά πάντοτε ξεκινούσες από ένα δεδομένο επίπεδο και μετά. Μπορεί να ‘χουμε και τραγούδια που δεν με συγκινούν σήμερα, ή που να τα θεωρώ λίγο ρηχά. Αλλά υπηρετούσα μία συνθήκη κάθε φορά. Ύστερα υπάρχουν περίοδοι που είμαστε είτε πιο ανοιχτοί είτε πιο κλειστοί, έχουμε περισσότερες ή λιγότερες αντιστάσεις, κάθε περίοδος φαίνεται και μέσα από τη δουλειά μας, πώς την έχουμε εκφράσει μέσα από τις επιλογές μας.
Γ: Είπατε για τους νέους ότι δεν μπορούμε να τους παρακολουθήσουμε, είναι λογικό, αλλά μου κάνει εντύπωση που μπαίνετε στη σκηνή κρατώντας αυτό το τάμπλετ που θυμίζει εικονοστάσι και φωτίζει το πρόσωπό σας. Είναι κάτι τελείως συμβολικό αυτό;
Χ.Α: Είναι ένα εύρημα του Νανούρη αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Και επειδή ο Νανούρης με είδε στο σπίτι μου που υπάρχει ένα λάπτοπ εδώ και ένα τάμπλετ εκεί, να είμαι δηλαδή εξοικειωμένη με αυτό και να είμαι στον κόσμο μου, και με είδε επίσης και με το ipad να έχω τα κείμενα μου και μου λέει να αυτό θέλω να βγεις. Δεν μου είναι ξένο πράγμα. Θυμάμαι όταν απέκτησα τον πρώτο μου υπολογιστή το 1986 με κοίταζαν κατάπληκτοι οι φίλοι μου «τι θα το κάνεις»; Και πράγματι δεν είχα τι να το κάνω. Και άρχισα να φτιάχνω αρχείο, να καταγράφω τους δίσκους μου, τα βινύλια μου με τους συνθέτες τους στιχουργούς, και να φτιάχνω προγράμματα –με βοηθούσε και κάποιος σε αυτό- φτάνει να έχω επαφή με αυτό.
Ο κόσμος σας ξέρει ως Χαρούλα. Είστε ένα μέλος κατά κάποιο τρόπο των οικογενειών μας. Αυτή η οικειότητα σας τρομάζει ποτέ;
Δέχομαι έναν σεβασμό από τον κόσμο. Μερικές φορές μου λένε ότι είμαι αυστηρή και κάπως παγερή. Αυτό βγαίνει σαν μάσκα στο πρόσωπό μου χωρίς να μπορώ να το ελέγξω. Ισχύει αυτό δηλαδή. Μπορεί να θέλω να τον αγκαλιάσω τον άλλον αλλά δεν το δείχνω. Δεν με τρομάζει. Αντιθέτως με πειράζει να νομίζουν ότι κρατάω αποστάσεις. Επειδή στη φύση μου μάλλον είμαι ντροπαλή και δεν ανοίγομαι πολύ, αυτό βγαίνει σαν ψυχρότητα.
Όχι δεν μπορεί να με τρομάξει η οικειότητα που νιώθει ο κόσμος. Έρχεται ο άλλος σου λέει σε ακούω από παιδί, δώσε μου ένα αυτόγραφο για την γιαγιά μου –αυτό άρχισε ήδη, έρχονται και λένε δώσε μου ένα αυτόγραφο, και ένα για την μαμά μου τώρα έχει φτάσει και στην γιαγιά μου-. Εξοικειώνεσαι με όλο αυτό, είναι πολύ γλυκό, πολύ τρυφερό. Δεν είχα ποτέ πρόβλημα ενόχληση από τον κόσμο. Τώρα έχουμε το σταρ σύστεμ που τρέχουν πίσω από τον τραγουδιστή, αλλά σε εμάς ο κόσμος θα σταματήσει στο δρόμο θα σου ρίξει ένα γλυκό βλέμμα, θα σου πει μια γλυκιά κουβέντα.
Καταλαβαίνω πως τα πιο αγαπημένα σας τραγούδια είναι τα μινοράκια όχι τα ματζόρε. Είναι αυτά που σας χαρακτηρίζουν περισσότερο. Γιατί;
Η blue νότα που λέμε. Μακάρι να χει να κάνει αυτό με το σπλάχνο μου. Και για αυτό δεν κατάφερα ποτέ να γράψω ένα ωραίο τραγούδι ματζόρε. Έβγαινε πάντα σαχλό. Αν και ματζόρε είναι το για ένα ταγκό που όμως όταν μπαίνει το ακορντεόν γίνεται μινόρε. Και εκεί είναι όλη η ομορφιά του τραγουδιού. Μ’ αρέσει το μινόρε αλλά μου φαίνεται ότι το ματζόρε έχει μια αρχοντιά κάτι μεγάλο …σε ανοίγει. θα ήθελα δηλαδή να γράψω ματζόρε τραγούδια. Το ματζόρε του Τσιτσάνη ή του Ξαρχάκου. Κάνω ό,τι μπορώ που λέει και το τραγούδι – δίνω ό,τι έχω.
Αλλάζετε εύκολα περιβάλλον; Πετάτε εύκολα πράγματα; Αποχωρίζεστε;
Δεν μπορώ να πω ότι είμαι δεμένη με πράγματα. Δεν ξέρω αν είναι ψευδαίσθηση, δεν ξέρω αν έχω νιώσει να ανήκω κάπου. Ούτε σε άνθρωπο. Ή να μου ανήκει. Παρόλο που το έγραψα σε ένα τραγούδι «να βρω έναν άνθρωπο να του ανήκω», νομίζω ότι στο βάθος υπήρχε πάντοτε αυτή η διαπίστωση ότι δεν θα γίνει τίποτα δικό μου ότι δεν θα γίνω εγώ δικό του. Δεν ξέρω πού οφείλεται αυτό. Ένας καλός επιστήμονας θα μπορούσε να το εξηγήσει. (γέλια). Όπως αλλάζω και σπίτια. Αλλάζω σπίτια. Οι φίλοι μου, μου λένε «πάλι αλλάζεις σπίτι»; Δεν ξέρω πως τα φέρνει έτσι η ζωή και αλλάζω σπίτι συχνά. Βαριέμαι γενικά εύκολα, μάλλον. Αλλά αυτό νομίζω μου χει κάνει καλό.
Ποια είναι η δική σας ιδανική εικόνα για την ευτυχία;
Είναι μια μέρα που έχω γελάσει πολύ και είναι μια μέρα που χωρίς να υπάρχει λόγος νιώθω ήσυχη. Είναι μια ησυχία που σε κάνει να δεις λίγο αλλιώς τον ήλιο, ή μια μουσική που ακούς, ή μια γωνία του δρόμου που δεν της είχες ρίξει ματιά ποτέ και βλέπεις κάτι όμορφο. Δεν είναι πολλές, όμως, αυτές οι ήσυχες μέρες στη ζωή … Σου τραβάει την προσοχή η έννοια και το περιττό αυτό, μας απασχολούν περιττά πράγματα τα άχρηστα πράγματα. Αλλά τι να κάνουμε, δεν είμαστε όλοι Δαλάι Λάμα.
Μια τυπική ημέρα που δεν έχετε εμφανίσεις πώς την περνάτε συνήθως;
Ανοίγω την τηλεόραση, τεμπελιάζω πάρα πολύ, μπορώ να αδειάζω τις ντουλάπες μου όλες, να ξαναδώ πράγματα, να πετάξω πράγματα, συνήθως περνάει η μέρα μου πολύ γρήγορα. Νευριάζω πολύ που έχει τελειώσει η μέρα και δεν πρόλαβα να κάνω δεν ξέρω και εγώ τι και… τεμπελιάζω. Τόσο που βαριέμαι να βγω ακόμα και μια βόλτα έξω. Από την άλλη δεν είμαι ο άνθρωπος που θα ανάψει ένα τσιγάρο και θα καθίσει στον καναπέ και θα πίνει καφέ και θα ρεμβάζει. Πιο πολύ θα με δεις σε ένα τραπέζι είτε να διαβάζω κάτι είτε να ψάχνω στο ιντερνέτ. Δε λέω ότι είναι πάντα δημιουργικό αυτό αλλά είμαι της καρέκλας όχι του καναπέ. Το έχω ανάγκη το να μην κάνω τίποτα μέχρι την στιγμή που θα νιώσω ότι είμαι άχρηστη και θα πρέπει πάλι κάτι να συμβεί που να ‘χει αξία.
Διάβασμα. Το αναφέρατε τώρα και το λέτε και στην παράσταση. Μου κάνει εντύπωση πού βρίσκετε χρόνο και διαβάζετε;
Στο κρεβάτι μου μπορεί να κοιμηθώ στις 3 το πρωί γιατί διαβάζω από τις 12 που θα πέσω. Ή στις διακοπές. Δεν διαβάζω μόνο λογοτεχνία ή πεζογραφία. Έχω και λίγο το σύνδρομο του μαθητή. Να μάθω κάτι ακόμα θα διαβάζω κάτι και θα με παραπέμψει σε ένα νέο μέρος, να ψάξω μετά από μία αναφορά «που είναι αυτό;» και «ποιος είναι αυτός»; Μπορεί να με στείλει κάπου αλλού αυτό. Ναι, ίσως ό,τι δεν κάνω με τους ανθρώπους, που δεν είμαι περίεργη που δεν κάνω ερωτήσεις στους ανθρώπους το κάνω μόνη μου, μέσα μου.
Το κάνετε πάντως και πάνω στην σκηνή αυτό και μου κάνει τρομερή εντύπωση ο αυτοσαρκασμός σας. Που είναι κάτι που δεν το έχουμε συνηθίσει σε κάποιον καλλιτέχνη.
Εντάξει, είμαι και λίγο κανίβαλος …και πλακατζού είμαι. Δεν μπορώ να ισορροπήσω. Κατέβηκα ένα βράδυ από τη σκηνή και με είχαν πάρει τα «ζουμιά», ήταν η τελευταία παράσταση στην Αθήνα και ένιωσα αυτό του τέλους, και με πήρε λίγο ανάποδα. «Να σκεφτόμουν ότι μισή ώρα έχω ακόμα, δέκα λεπτά έχω ακόμα, και αν δεν ξανανεβώ στην σκηνή…» και έκλαιγα. Τώρα δεν ξέρω αν έπρεπε να το πω αυτό, αλλά τέλος πάντων τώρα το ‘πα, πάει. Και με είχαν πιάσει οι μουσικοί μου και με χαϊδεύουν και τους λέω «να ‘τανε και ωραίο αυτό που κάνω» …και σκάσανε στα γέλια όλοι. Είναι ελευθερία όμως αυτό. Δηλαδή αν καταφέρω όσο μεγαλώνω και ξε-φοβηθώ τον εαυτό μου αυτό θα είναι το μεγαλύτερο πράγμα που θα έχω κάνει, το μεγαλύτερο δώρο που θα του έχω δώσει. Γιατί ήμουν ένας κολλημένος άνθρωπος πάντα. Πρώτα πατέρας αυστηρός, η αυστηρή μάνα μετά, ο αυστηρός σύζυγος μετά ή εγώ το έφτιαχνα ή υπήρχε. Και ήμουν πάντα, έβαζα ένα μέτρο μέχρι εκεί που με έπαιρνε. Αν καταφέρω αυτό, να νιώσω ότι δεν φοβάμαι να είμαι αυτό που είμαι … το τσαλάκωμα ίσως το ‘χω ανάγκη δηλαδή, και έφτασα να το κάνω για να κάνω την υπέρβαση.
Την αποδεχόσασταν τη Χαρούλα εύκολα;
Όχι. Ποτέ δεν την αποδέχτηκα. Πάντοτε νόμιζα ότι ο κόσμος μου έδινε περισσότερα από αυτά που άξιζα. Παρόλο που με ακούω και με έχω θαυμάσει σε ερμηνείες μου για παράδειγμα – οι καλλιτέχνες είμαστε ανασφαλείς και πρόεδρος της Αμερικής να γίνεις θα έχεις την ανασφάλεια ότι δεν κάνεις κάτι καλά- την έχω ανάγκη την υπέρβαση γιατί έτσι νιώθω ότι μπορεί να έχω κατακτήσει κάτι.
Δηλαδή κάθε φορά που έκανα μια δουλειά στην δισκογραφία, το ότι έκανα τη συνεργασία μου …από τα Σμυρναίικα πήγε στο Βαρδή και μετά πάλι στο Νικολόπουλο και από εκεί στον Μικρούτσικο και μετά στον Αντύπα, μετά στην Νικολακοπούλου… Έκανα τέτοια άλματα που μου έλεγαν «ρισκάρεις, ρισκάρεις, ρισκάρεις». Ο άνθρωπος που ρισκάρει κάτι θέλει να κάνει, κάποιους φόβους θέλει να ξεπεράσει. Και εκεί γίνεται το μαγικό. Ότι έχεις μπει μέσα στο άγνωστο που σε φοβίζει και εκεί ανακαλύπτεις πως δεν υπάρχει μπαμπούλας.
Έχετε καθόλου απωθημένα; Πράγματα που δεν έχετε προλάβει να κάνετε ;
Θα ήθελα να ξέρω πράγματα …ας πούμε, μαθηματικά. Γνώσεις μου έχουν λείψει όχι υλικά πράγματα. Αν μου έδινε η οικογένειά μου τη δυνατότητα, θα ήθελα να είχα σπουδάσει…