Εικοσάρηδες αρχιτέκτονες με φόρα
Φοιτητές αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ μας κάνουν να θέλουμε την πόλη να πέφτει στα χέρια τους.
Το σχέδιο είναι ο κόσμος τους και σχέδιό τους ο κόσμος. Ο Γιώργος Πακαλίδης και ο Σπύρος Νικολόπουλος, δύο φοιτητές αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ, μετά την πρόσφατη βραβευμένη εμφάνιση του Homespot τους στην Νέα Υόρκη, μοιράζονται λίγη από την αρχιτεκτονικ-οσμική αγάπη τους και μας κάνουν να περπατάμε με περισσότερη αυτοπεποίθηση στην πόλη, αφήνοντάς μας να φανταζόμαστε ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα πέσει στα χέρια τους.
Έρχονται από την Κοζάνη και την Λιβαδειά, βρίσκονται στο 3ο έτος σπουδών τους στο τμήμα Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ, θεωρούν την Θεσσαλονίκη δεύτερο σπίτι τους, πρόσφατα η πρότασή τους για ένα διαφορετικό καταφύγιο προσφύγων διακρίθηκε στον διαγωνισμό Cocoon του GIANY (Greek Institute of Architects in New York) μπαίνοντας στην πεντάδα των φιναλίστ. Περπατούν χορευτικά και ξενυχτάνε αρχιτεκτονικά, μπορεί και το ανάποδο. Ψάχνονται συνέχεια, εμπνέονται και παρατηρούν, “πάνε γυρεύοντας” σε κάθε νέα ευκαιρία με την ορμή της ηλικίας και το φρέσκο της λογικής τους και thank God δεν ξοδεύουν ενέργεια κάνοντας δεύτερες σκέψεις συμβιβασμού με οτιδήποτε λιγότερο από αυτό που τους ορίζει. Α, και είναι κάθετοι: δεν υπάρχουν καβάτζες αν δεν τα καταφέρουν στον χώρο της αρχιτεκτονικής. Θα τα σχεδιάσουν όλα για όλα.
H αρχιτεκτονική ως κατεύθυνση σπουδών ήταν η πρώτη τους επιλογή. Πότε όμως προσδιόριζεται η αρκετά ακαθόριστη έννοιά της στο μυαλό ενός νέου ως επιλογή ζωής; Ο Γιώργος πιστεύει πως η αρχιτεκτονική είναι κάτι που το έχουν όλοι μέσα τους και ο καθένας το εκφράζει διαφορετικά με τους δικούς του τρόπους. Θεωρεί την ιδέα της ρευστή, απροσδιόριστη και μεταλασσόμενη ανά τα χρόνια. Δεν μπορεί να προσδιορίσει χρονικά το “κλικ” αλλά ήταν το όνειρό του από παιδί. Ο Σπύρος για να προσδιορίσει το δικό του μομέντουμ, επιστρατεύει lego και τουβλάκια, τα οποία υπήρξαν οι δικές του πρώτες “μακέτες” πριν τις απτές του πανεπιστημίου. Θυμάται τον εαυτό του να δημιουργεί πράγματα με ό,τι μπορούσε να ενωθεί και να μεταβληθεί, ήξερε πάντα ότι θα καταπιαστεί με την αρχιτεκτονική σε όλες τις εκφάνσεις τις και αυτό έγινε, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, όπως λέει.
Η τυπική “τριτοβάθμια” φάση της αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ, είναι όπως την περίμεναν; Το Πανεπιστήμιο της πόλης ανταποκρίνεται επάξια στο υποσχόμενο υλικό των φοιτητών του;
Γ.Σ. : Η μέχρι τώρα εντύπωσή μας για την σχολή είναι θετική. Παρά την γενικότερη έλλειψη των υποδομών που υπάρχει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το επίπεδο της σχολής μας είναι αρκετά υψηλό και δεν υπολείπεται σε τίποτα των αντίστοιχων σχολών του εξωτερικού. Σε αυτό έχει συμβάλει το ανθρώπινο δυναμικό αλλά και το καλά οργανωμένο και προσφάτως ανανεωμένο πρόγραμμα σπουδών, βασισμένο σε πρότυπα του εξωτερικού διατηρώντας ταυτόχρονα και τον τοπικό του χαρακτήρα. Σε προσωπικό επίπεδο οι πρακτικές διδασκαλίες που ακολουθούνται μας έχουν δώσει μέχρι στιγμής τις γνώσεις, την εμπειρία αλλά και την αρχιτεκτονική ελευθερία σχεδίασης και σκέψης ώστε ο καθένας να αποκτήσει την δική του αρχιτεκτονική ταυτότητα και να ακολουθήσει το δικό του μονοπάτι.
Τα όνειρα και οι φιλοδοξίες τους σε επίπεδο αρχιτεκτονικής είναι σε μεγάλο βαθμό κοινά για αυτό και άλλωστε θα τους βρεις να συνεργάζονται. Προτιμούν τους βραχυπρόθεσμους στόχους ώστε να καταφέρνουν πράγματι να τους υλοποιούν με τον επόμενο να είναι σίγουρα η συνέχιση των σπουδών τους σε μεταπτυχιακό και γιατί όχι διδακτορικό επίπεδο. Φαντάζονται τους εαυτούς τους, πέρα από την Θεσσαλονίκη, να ξενυχτάνε όπως τώρα για την αρχιτεκτονική σε κάποιο μητροπολιτικό κέντρο, κατά προτίμηση αυτό της Νέας Υόρκης. Ένας ακόμη στόχος τους: να καταφέρουν να εξισορροπήσουν το ξενύχτι δουλειάς με το ξενύχτι σκέτο.
Περί αρχιτεκτονικών μύθων, ποιους αρχιτέκτονες αλήθεια θαυμάζει και τι θεωρεί ενδιαφέρον το φρέσκο αίμα της αρχιτεκτονικής στα διαπιστευτήρια των παλιότερων;
Γ: Γενικά μου αρέσει η αρχιτεκτονική που κρύβει μέσα της μία ταυτότητα, μία καινοτόμα ιδέα, κάτι μη συμβατικό αλλά λειτουργικό. Για αυτό ένας από τους αρχιτέκτονες που θαυμάζω είναι ο Bjarke Ingels (BIG), όχι μόνο για την αισθητική του αλλά και για τον τρόπο που συλλαμβάνεται κάθε αρχιτεκτόνημα. Κάθε δημιούργημά του είναι εμπνευσμένο από την τοποθεσία, ουσιαστικά αποτελεί ένα μεθερμήνευμα των γεωμορφολογικών και τοπικών χαρακτηριστικών με εξαιρετική λειτουργικότητα και ροηκότητα. Σίγουρα αξιοθαύμαστη ήταν και η αείμνηστη Zaha Hadid. Έφερε “επανάσταση” στις έννοιες του design και της κατασκευής, ανοίγοντας νέους σχεδιαστικούς δρόμους. Το ποιο ιντριγκαδόρικο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον κατά την άποψη μου εντοπίζεται στα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα, όπως η Νέα Υόρκη, το Τόκυο κλπ. γιατί ο όγκος των κτιρίων είναι τόσο μεγάλος που χάνεται η ανθρώπινη κλίμακα, πράγμα που τα κάνει να δείχνουν πιο εντυπωσιακά. Σε τέτοιες πόλεις υπάρχει ένα ευρύ φάσμα αρχιτεκτονικών ποιοτήτων, που συνομιλούν μεταξύ τους, από αρχιτέκτονες όλου του κόσμου. Οι πόλεις αυτές αποτελούν ένα είδος αρχιτεκτονικών μουσείων, που εντυπωσιάζουν τους πάντες, πόσο μάλλον εμάς τους φοιτητές αρχιτεκτονικής!
Σ: Μου αρέσει η απλότητα στην σχεδίαση! Με απλά γεωμετρικά σχήματα μπορείς να δημιουργήσεις αριστουργήματα και από αισθητικής, αλλά και λειτουργικής πλευράς. Για αυτό εάν ξεχώριζα κάποιους αρχιτέκτονες αυτοί θα ήταν οι I.M.Pei και T.Anto. Μου αρέσουν οι παρεμβάσεις σε ακατέργαστα κομμάτια του πλανήτη και σε μνημεία, όπως οι πυραμίδες του Pei στο μουσείο του Λούβρου. Η συνύπαρξη του παλιού με το καινούργιο με συναρπάζει! Ενδιαφέρον βρίσκω και σε αρκετά σημεία του αστικού ιστού και στον τρόπο που η αρχιτεκτονική μπορεί να συνδυαστεί με την τεχνολογία και να εξελιχθεί. Νομίζω πως η γενιά μας θα κληθεί να σχεδιάσει τον νέο κόσμο!
Πώς επιβιώνει η δημιουργική σκέψη στα early 20s στην χαοτική πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης, η οποία δίνει την αίσθηση ότι πιέζει συνθλιπτικά οποιαδήποτε υπόνοια νεανικής ορμής;
Γ.Σ. : Δεν υπάρχουν και πολλές ευκαιρίες δημιουργικής εκτόνωσης και για να βρεις κάτι αξιόλογο πρέπει να το ψάξεις αρκετά. Τέτοιες ευκαιρίες είναι τα διάφορα workshops και συνέδρια που διοργανώνονται ανά διαστήματα ή διάφοροι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί εσωτερικού και εξωτερικού. Πάντα εάν υπάρχει μεγάλη θέληση μπορεί κάποιος να κρατάει το μυαλό του και την δημιουργικότητά του σε εγρήγορση.
Υπάρχουν περιθώρια “καβάτζας” έστω και σαν plan b στην σκέψη ενός νέου ανθρώπου ο οποίος γεννήθηκε για να ασχοληθεί με κάτι τόσο συγκεκριμένο; Κοινώς, πιστεύουν στο “όλα ή τίποτα” ή στην περίπτωση που δεν αποφέρει τα απαραίτητα η αρχιτεκτονική μπορούν εύκολα να φανταστούν τον εαυτό τους σε κάποιον άλλο χώρο;
Γ.Σ. : Ένα ομόφωνο ΟΧΙ! Μπορεί να φαίνεται απόλυτο και ουτοπικό αλλά ακόμα και στην Ελλάδα της κρίσης με όλες τις δυσκολίες της δεν θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Θα παλέψουμε όσο χρειαστεί για αυτό υπό όλες τις συνθήκες γιατί το αγαπάμε.
Τον εαυτό τους στο μέλλον δεν τον βλέπουν καλώς ή κακώς στην πόλη και την χώρα. Θεωρούν πως αυτό που λείπει πρωτίστως παρά την οικονομική κρίση είναι η έλλειψη «αρχιτεκτονικής παιδείας» του μέσου πολίτη. Το εξωτερικό γίνεται ελκυστικό γιατί όπως μας λένε, εκεί, “η καινοτομία και η εξέλιξη υποστηρίζονται και προωθούνται“. Την Θεσσαλονίκη την αγαπούν ιδιαίτερα ακόμα και χωρίς μετρό! Βρίσκουν ότι για το μέγεθός της έχει αρκετή δημιουργική δραστηριότητα, πράγμα για το οποίο θεωρούν πως ευθύνονται οι άνθρωποί της και όχι οι υποδομές της.
Περπατάνε και σκαρφαλώνουν την πόλη, ως το «απόλυτο αρχιτεκτονικό σποτ» της επιλέγουν την Νέα Παραλία καθώς έχει επιφέρει αναβάθμιση της αισθητικής αλλά και της ποιότητας ζωής των κατοίκων και πιστεύουν πως αυτό που λείπει από την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης είναι η σύνδεση των αρχιτεκτονικών-ιστορικών στρωμάτων –φάσεών της αλλά και η σύγχρονη πινελιά της κυρίως σε μεγάλη κλίμακα. Φαντάζονται την πολυστρωματικότητά της σε όλους τους άξονες προσθέτοντας ένα ακόμη επίπεδο πάνω από τα ήδη υπάρχοντα, με πράσινες διαδρομές σε δώματα περιμετρικά των μνημείων της πόλης συνδυάζοντας την θέα που αυτές θα μας χαρίζουν.
Η ιδεά της συμμετοχής τους στον διαγωνισμό ήρθε από προσωπική τους πρωτοβουλία και το ταξίδι της πρότασης από το κέντρο του ΑΠΘ στους φιναλιστ στην Νέα Υόρκη ήταν εντελώς απρόσμενο.
Γ.Σ. : Βρισκόμασταν σε μια περίοδο αναζήτησης νέων αρχιτεκτονικών προκλήσεων και έτσι προέκυψε η συμμετοχή μας στον διαγωνισμό του GIANY (Greek Institute of Architects in New York) με θέμα COCOON. Κληθήκαμε να επαναπροσδιορίσουμε την αρχέτυπη έννοια του δοχείου και του καταφυγίου, πράγμα που μας οδήγησε πολύ φυσικά στον σχεδιασμό ενός καταφυγίου για πρόσφυγες και όχι μόνο, λόγω των δεδομένων με το ζήτημα του προσφυγικού αυτή την στιγμή στην χώρα. Η επιλογή του ονόματος ήρθε ακόμη πιο φυσικά σε μία προσπάθεια να συνδυάσουμε την έννοια του hot spot με την αίσθηση του οικείου και της φιλοξενίας (εξού και το HOMESPOT).
Όταν δύο νέα παιδιά συνδέουν το προσφυγικό με την αρχιτεκτονική και το αστικό περιβάλλον τα “hot spot” μετατρέπονται σύμφωνα με την πρόταση των δύο φοιτητών σε “home spot”. Επέστρεψαν στο πρώτο δείγμα αρχιτεκτονικής του ανθρώπου, το εξωτερικό κέλυφος της δομής τους είναι εμπνευσμένο από το «δέσιμο» των δακτύλων των χεριών –αλληλεγγύη- και η πορεία του καταφυγίου θυμίζει μία «ιερή» δοκιμασία-μετάβαση που καλούνται να αντιμετωπίσουν, έτσι ώστε να επιτύχουν την γαλήνη και την ευτυχία που κάθε άνθρωπος αποζητά.
Μας εξηγούν την σκέψη, τον σχεδιασμό και την φιλοσοφία πίσω από το Homespot τους:
Γ.Σ. : Μία άνευ προηγουμένου προσφυγική κρίση. Αρκετές χώρες της Ευρώπης κυρίως η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν μετατραπεί σε χώρες «υποδοχής» αυτών των ανθρώπων. Δεδομένο των παραπάνω, σκεφτήκαμε πως η πρότασή μας πρέπει να εφαρμοστεί και να τοποθετηθεί, κυρίως, στις ακτές όπου παρατηρούνται οι μεγαλύτερες ροές προσφύγων, αποδίδοντας έτσι στο καταφύγιο τον ρόλο της υποδοχής, αλλά ταυτόχρονα να μπορεί να ενταχθεί και στον αστικό χώρο.
Νιώσαμε την ανάγκη να προσφέρουμε σε αυτούς τους ανθρώπους ένα είδος «πρωτόγνωρης» προστασίας και ασφάλειας, υπαρκτής και συναισθηματικής-δηλαδή, όχι μόνο να είναι ασφαλείς, αλλά και να το πιστεύουν. Με βάση αυτή τη λογική θέλαμε να δώσουμε τη δυνατότητα στην κατασκευή μας να μεταβάλλεται και να αναπροσαρμόζεται, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες και τα «θέλω» των προσφύγων.
Ανατρέχοντας στην ιστορία και αναλύοντας την αρχέτυπη έννοια του δοχείου αποφασίσαμε να εντάξουμε στον σχεδιασμό μας την αίσθηση της σπηλιάς -ως πρώτο ίχνος αρχιτεκτονικής του ανθρώπου- και τις έννοιες του νερού, της φωτιάς, του αέρα και της Γης -4 στοιχεία της φύσης. Κατά την αρχαιότητα η Ελλάδα φημιζόταν για την φιλοξενία της και για αυτό το λόγο η έννοια του νερού αποδόθηκε σχεδιαστικά με μία «γούρνα» γεμισμένη με νερό –αναφορά στον Ξένιο Δία- και λειτουργεί ως μέσο εξαγνισμού. Όσον αφορά στην έννοια της φωτιάς τοποθετήσαμε στο μέσο του καταφυγίου μία Εστία ,όπου εκτός από υπαρκτή εστία θερμότητας συμβολίζει την «πατρική» ασφάλεια και την οικογενειακή θαλπωρή. Η έννοια του αέρα αποδόθηκε μέσω της διαμπερότητας της κατασκευής.
Το τελικό αποτέλεσμα όπως φάνηκε δεν άφησε μόνο τους ίδιους ικανοποιημένους, αλλά και προς έκπληξη των παιδιών και τους κριτές του διαγωνισμού. Ήταν κάτι το οποίο δεν περίμεναν πως θα συμβεί, παρά το γεγονός πως δούλεψαν πολύ πάνω στο συγκεκριμένο πρότζεκτ. Το επόμενο διάστημα τους βρίσκει σίγουρα κάπου στην πόλη, γύρω από μακέτες, εξεταστικές, ταράτσες, ανυπομονώντας για την επόμενη ιδέα κάπου ανάμεσα σε αρχιτεκτονικά ή χορευτικά ξενύχτια. Ίσως και τα δύο, γιατί είπαμε τα early 20s στην πόλη εξακολουθούν και πάνε ευτυχώς “γυρεύοντας”.