Κ.Μητσοτάκης: Όσα είπε για διαγνωστικά τεστ, μάσκες, σχολεία — Ανέβηκαν οι τόνοι στις δευτερολογίες
Κ.Μητσοτάκης «Τίποτα από αυτά που έγιναν τους τελευταίους μήνες δεν ήταν αυτονόητο»
Εξηγήσεις για τα διαγνωστικά τεστ, τις μάσκες και τα σχολεία καθώς και απαντήσεις στις αιτιάσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και των άλλων πολιτικών αρχηγών έδωσε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, λαμβάνοντας για δεύτερη φορά το λόγο στη συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή προς ενημέρωση του σώματος για την κυβερνητική πολιτική σχετικά με τις οικονομικές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στη χώρα. Μάλιστα ολοκληρώνοντας τόνισε ότι η κυβέρνηση θα έχει πάντα το θάρρος να έρχεται στη Βουλή και όπου έχει κάνει λάθος να το αναγνωρίζει και να το διορθώνει.
Ξεκίνησε τη δευτερολογία του επισημαίνοντας πως στην αρχή της επιδημιολογικής κρίσης η ελληνική κυβέρνηση χρησιμοποίησε το σύνθημα «μένουμε σπίτι» το οποίο οι πολίτες, το αγκάλιασαν, το αντελήφθησαν και το υπηρέτησαν αλλά όπως είπε ακούγοντας την τοποθέτηση του κ. Τσίπρα είχε την εντύπωση ότι η προσαρμογή του συνθήματος όσον αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση θα μπορούσε να γίνει «μένουμε ίδιοι, ίδιοι και απαράλλαχτοι». Καταλόγισε στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι δεν μπορεί να κάνει αυτοκριτική, δεν έχει το θάρρος να αναγνωρίσει ότι η χώρα μπόρεσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία κάτι το οποίο ξέφευγε από τα συνηθισμένα κι επίσης δεν έχει το θάρρος να πιστώσει στον ελληνικό λαό και στην κυβέρνηση και στο Κράτος γιατί το Κράτος είναι ταυτισμένο με την κυβέρνηση ότι «ναι έγιναν πράγματα τους τελευταίους δύο μήνες τα οποία αν μη τι άλλο για τη χώρα μας είναι ασυνήθιστα. Με τη συμπεριφορά αυτή δεν μικραίνετε την κυβέρνηση δεν μικραίνετε εμένα προσωπικά, δεν μικραίνετε την Εθνική Αντιπροσωπεία, μικραίνετε συνολικά τη χώρα», αντέτεινε.
Πρόσθεσε: «θα περίμενα σήμερα στον τόνο σας και στον τρόπο σας μεγαλύτερη γενναιότητα», τόνισε «και αναγνώριση αυτού το οποίο πέτυχε η χώρα για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης». Είπε ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χρησιμοποίησε τον όρο «αυτονόητο» για όλα όσα έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα και του αναγνώρισε πως πρωτίστως απέδωσε τα εύσημα στον ελληνικό λαό, «ο οποίος συμμορφώθηκε απόλυτα με τις υποδείξεις των ειδικών και της πολιτικής ηγεσίας, επέδειξε πνεύμα αλληλεγγύης, δέχθηκε μια σημαντική έκπτωση στις ατομικές του ελευθερίες για να υπηρετήσει το συλλογικό καλό».
Ωστόσο ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «τίποτα από αυτά που έγιναν τους τελευταίους μήνες δεν ήταν αυτονόητο» και απαρίθμησε μια σειρά από μέτρα που πήρε η ελληνική κυβέρνηση έγκαιρα και με αντανακλαστικά καλύτερα από πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Υπογράμμισε παράλληλα πως «δεν ήταν αυτονόητο ότι μέσα στην κρίση έγιναν τεράστια ψηφιακά άλματα» κάνοντας ξεχωριστή μνεία στην άυλη ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Έκανε επίσης αρνητική αναφορά στον τρόπο με τον οποίο άλλες χώρες όπως η Ισπανία, που όπως είπε ο πρωθυπουργός υπάρχει η συμμετοχή στην κυβέρνηση των Podemos, καθυστέρησαν στη λήψη αναγκαίων μέτρων.
«Θα αποδώσω πρώτος και πρώτα τα εύσημα στον ελληνικό λαό», επανέλαβε ο πρωθυπουργός «αλλά δεν πρόκειται να δεχθώ ότι η αντιμετώπιση της κρίσης από την κυβέρνηση και από τον κρατικό μηχανισμό ήταν περίπου προδιαγεγραμμένη ωσάν να ήταν στον αυτόματο πιλότο».
Επέπληξε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχολιάζοντας ότι καταλαβαίνει πως ο λόγος του είναι συχνά καθρέφτης της πολιτικής του αμηχανίας αλλά λίγη παραπάνω αναγνώριση αυτής της μεγάλης προσπάθειας θα ταίριαζε πιο πολύ με αυτό το οποίο σήμερα αισθάνονται οι Έλληνες πολίτες.
Ο πρωθυπουργός τόνισε πως δεν θέλησε να αφήσει ασχολίαστα κάποια στοιχεία που του έκαναν εντύπωση σε όσα ακούστηκαν σήμερα στη Βουλή, όπως τη χρήση της λέξης ολοκληρωτισμός επισημαίνοντας ότι «όταν χρησιμοποιείται στη βιβλιογραφία της πολιτικής επιστήμης αυτή αναφέρεται σε πολύ συγκεκριμένα καθεστώτα, στη ναζιστική Γερμανία, σε όσα έκανε ο Στάλιν, στη Βόρεια Κορέα, ενδεχομένως. Να είμαστε λίγο προσεκτικοί σε αυτήν την Αίθουσα, λέξεις με τόσο μεγάλο φορτίο». Επεσήμανε μάλιστα ότι η προσέγγιση του «θα σας περιμένουμε στη γωνία ώστε στην πρώτη σας αστοχία να σας πυροβολήσουμε» δεν υπηρετεί το κλίμα που θέλουμε να καλλιεργήσουμε ειδικά στο πλαίσιο μιας τόσο μεγάλης κρίσης και πρόσθεσε ότι η κοινωνία έχει φύγει πολύ μπροστά από αυτή τη λογική.
Τεστ, μάσκες, σχολεία ήταν τα τρία θέματα από τα οποία επέλεξε να ξεκινήσει να δίνει απαντήσεις ο πρωθυπουργός και τα οποία έχουν απασχολήσει εκτεταμένα τον δημόσιο διάλογο.
Όπως είπε ο πρωθυπουργός από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση επέλεξε να ακολουθήσει μια τακτική που λάμβανε πάρα πολύ σοβαρά υπόψη της τα επιστημονικά δεδομένα. «Σε αντίθεση με τα δόγματα και τους μάγους η επιστήμη δεν κατέχει το αλάθητο ούτε θεωρεί ότι πάντα αυτό το οποίο λέει είναι εξ’ ορισμού ορθό αλλά ενδεχομένως κάτι το οποίο λέει η επιστήμη μπορεί να έρθουν άλλα δεδομένα στη συνέχεια και να το αμφισβητήσουν». Πρόσθεσε μάλιστα πως για πολλά ζητήματα δεν υπάρχει πάντα και παντού συμφωνία όλων των επιστημόνων κι αυτό είναι ένα πρόβλημα που το αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες, που δρομολογούν δράσεις στρατηγικής αποκλιμάκωσης.
«Η στρατηγική μας για τα τεστ υποδείχθηκε από την Επιτροπή επιστημόνων και είναι μία στρατηγική που μέχρι στιγμή απεδείχθη επί της αρχής σωστή», είπε. Πρόσθεσε όμως ότι την επόμενη μέρα σαφώς και ο αριθμός αυτός πρέπει να αυξηθεί. Επίσης ότι επιλέξαμε να περιμένουμε παραπάνω και να μην προμηθευτούμε βιαστικά τεστ αμφίβολης ποιότητας. Τώρα όμως θα προμηθευτούμε, όπως είπε, τεστ αντισωμάτων και εξέφρασε την αισιοδοξία μέσα στον επόμενο μήνα να μπορούμε να κάνουμε ακόμη και rapid αξιόπιστα τεστ. «Το τελικό μέτρο επιτυχίας αντιμετώπισης της επιδημίας δεν είναι ο αριθμός των τεστ είναι οι υπόλοιποι δείκτες», τόνισε στους οποίους είχε προηγουμένως κάνει αναφορά (ο αριθμός ατόμων που χρειάστηκε να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ, εκείνοι που εμφάνισαν πιο σοβαρά συμπτώματα και ο αριθμός των νεκρών).
Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι από την πρώτη στιγμή στόχος της κυβέρνησης ήταν να περιοριστεί ο αριθμός των πολιτών που θα χρειάζονταν ταυτόχρονα να απευθυνθούν στα νοσοκομεία, να νοσηλευτούν σε εντατικές ώστε να αντέξει το Εθνικό Σύστημα Υγείας και να περιοριστούν οι ανθρώπινες απώλειες και χαρακτήρισε «κατάκτηση για τη χώρα» μετά από 10 χρόνια μακράς ταλαιπωρίας να αναγνωρίζεται και στο εξωτερικό η επιτυχία της στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Πρόσθεσε ότι είναι παράλληλα «καλό για τους Έλληνες να αισθάνονται ικανοποίηση και περηφάνια».
Τόνισε επίσης ότι τα δύσκολα είναι μπροστά μας και η μεγάλη πρόκληση είναι να διατηρήσουμε τον πυρήνα των κατακτήσεών μας για να μην οδηγηθούμε σε μια βαθιά οικονομική κρίση κάτι το οποίο «δεν είναι εύκολο».
Όσον αφορά τη χρήση των μασκών είπε ότι και σε αυτή την περίπτωση ακολουθήθηκαν απόλυτα οι υποδείξεις της υγειονομικής Επιτροπής. «Όσο ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια οι μάσκες δεν ήταν απαραίτητες και τώρα κρίνονται απαραίτητες -και θα το τονίσω αυτό- μόνο ως συμπληρωματικό μέτρο», είπε.
Χαρακτήρισε εύλογο ερώτημα το θέμα του αν πρέπει να πάμε σε διατίμηση για τις μάσκες και ανέφερε ότι ανάλογη συζήτηση είχε γίνει όταν παρουσιάστηκαν οι πρώτες ελλείψεις σε αντισηπτικά. Είπε ότι όπως σε εκείνη την περίπτωση η αγορά ανέπτυξε τους μηχανισμούς άμεσα και ανταποκρίθηκε στην αυξημένη ζήτηση, κάτι ανάλογο θα γίνει και τώρα με τις μάσκες όπου υπάρχει μάλιστα και το υποκατάσταστο του καλύμματος πολλαπλών χρήσεων. Διευκρίνισε ωστόσο ότι αν παρατηρηθούν φαινόμενα αισχροκέρδειας θα επαναξιολογηθεί η στάση της κυβέρνησης. Χαιρέτισε μάλιστα την προσπάθεια Ελλήνων επιχειρηματιών που ανταποκρίθηκαν άμεσα στις αυξημένες ανάγκες που προέκυψαν ενώ διαβεβαίωσε ότι σε καμία φάση της αντιμετώπισης δεν παρουσιάστηκαν ελλείψεις υλικού στις υγειονομικές μονάδες, όπου κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό.
Για το θέμα των σχολείων ο πρωθυπουργός σχολίασε ότι «είναι διαφορετικό να υπάρχει μία επιστημονική διαφωνία για το ζήτημα των σχολείων και τελείως διαφορετικό να δημιουργούμε συνειδητά και μεθοδικά ένα αίσθημα ανασφάλειας στην ελληνική κοινωνία».
Αναφέρθηκε σε μέσα ενημέρωσης για τα οποία είπε ότι θα είναι λάθος να κάνουν κάτι τέτοιο, επειδή όπως τόνισε «οι περισσότερες χώρες – η Ιταλία είναι η εξαίρεση – επιλέγουν σταδιακά να ανοίξουν τα σχολεία τους και το κάνουν επειδή γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει επαναφορά στην κανονικότητα χωρίς ανοιχτά σχολεία, για πολλούς λόγους, κοινωνικούς, οικονομικούς, ψυχολογικούς,… Υπάρχουν σοβαροί λόγοι οι οποίοι συντρέχουν υπέρ του ανοίγματος των σχολείων». Πρόσθεσε πως σήμερα γνωρίζουμε περισσότερα απ’ ό,τι στην αρχή της επιδημίας για τον τρόπο διασποράς του κορονοϊού και υπογράμμισε πως η επιστροφή γίνεται με λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων (εναλλάξ πρόσβαση, αποφυγή συγχρωτισμού στα κυλικεία,… ), με κανόνες και προϋποθέσεις ενώ θα υπάρχει και συνεχής αξιολόγηση της κατάστασης.
Πρόσθεσε ότι οι εισηγήσεις των ειδικών ήταν υπέρ της επιστροφής στα σχολεία ακόμη νωρίτερα και διαχώρισε την επιλογή να μην επιστρέψουν ακόμη τα παιδιά στα Δημοτικά όπου πολύ δυσκολότερα μπορεί να επιβληθούν σωστά αυστηροί κανόνες ατομικής υγιεινής. Είπε πως οι τελικές αποφάσεις για επαναλειτουργία τους θα ληφθούν γύρω στις 20 Μαΐου. Γενικότερα απηύθυνε έκκληση να μην υπάρξει πολιτική σπέκουλα γύρω από το θέμα των σχολείων και τόνισε ότι «τα κλειστά σχολεία επιτείνουν τις κοινωνικές ανισότητες».
Πρόσθεσε: «δεν κάνουμε του κεφαλιού μας πράγματα ούτε κάνουμε πειράματα», υπογραμμίζοντας πως τόσο για το κλείσιμο όσο και για την επαναλειτουργία των σχολείων ήταν ομόφωνη η σύσταση της Επιτροπής.
Ο πρωθυπουργός μάλιστα απηύθυνε σε υψηλό τόνο έκκληση να «αφήσουμε στα τάρταρα του Διαδικτύου» όσους σπεκουλάρουν πάνω σε μια ενδεχόμενη αποτυχία.
Για την οικονομία ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι δεν ξέρουμε πόση θα είναι η ύφεση, γιατί ακριβώς δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει η κρίση, δεν μπορούμε να υπολογίσουμε τις επιπτώσεις στον τουρισμό ενώ δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι και για το αν θα επιστρέψει η πανδημία το φθινόπωρο. «Μακάρι να ξέραμε να μπορούμε να προβλέψουμε. Γι αυτό και δίνεται μεγάλο εύρος στην ενδεχόμενη ύφεση».
Ο πρωθυπουργός είπε επίσης πως «η συζήτηση για το χρέος είναι μια ουσιαστική συζήτηση και η όλη πίεση που ασκείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο από όλες τις χώρες που έχουν μεγάλος χρέος σε ποσοστό του ΑΕΠ» προσθέτοντας πως η Ελλάδα έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. «Στόχος είναι να μην προστεθεί πρόσθετο εθνικό χρέος πάνω στο μεγάλο χρέος που ήδη έχουμε. Γι αυτό και η πίεση να έχουμε περισσότερες χρηματοδοτήσεις, επιχορηγήσεις και λιγότερο δανεισμό, μια μάχη που δίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
«Εμείς έχουμε στηρίξει την κοινωνία, έχουμε στηρίξει την απασχόληση και μου κάνει εντύπωση που μας κατηγορείτε ότι απελευθερώσαμε τις απολύσεις. Μα καλά δεν γνωρίζετε ότι έχουμε απαγορεύσει τις απολύσεις. Πώς το λέτε αυτό; Το λέτε με άγνοια, το λέτε για να διαστρεβλώσετε την πραγματικότητα; Δεν μπορείτε όμως να κάνετε το άσπρο μαύρο», τόνισε.
Κλείνοντας έκανε αναφορά στο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ, «Μένουμε όρθιοι», τονίζοντας ότι αποκλείει να έχει υπογράψει τον σχετικό πίνακα ο κ. Τσακαλώτος και επισημαίνοντας πως το πραγματικό κόστος της δημοσιονομικής παρέμβασης μιας τέτοιας πρότασης θα ήταν 25 δισεκατομμύρια ευρώ, και δεν θα επαρκούσαν τα ταμειακά διαθέσιμα.
«Η κυβέρνηση είναι πάντα εδώ και παρούσα να δίνει τεκμηριωμένες απαντήσεις και να αναγνωρίζει τα λάθη της όποτε αυτά γίνονται» είπε ολοκληρώνοντας τη δευτερολογία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης και αναφέρθηκε στο πρόγραμμα με τα βάουτσερ, που όπως είπε «το πήραμε πίσω γιατί πράγματι το πρόγραμμα αυτό δεν προσέφερε ποιοτική τηλεκατάρτιση». Τόνισε επίσης πως αυτό δεν ήταν ποτέ «ένα υποκατάστατο εισοδήματος…Την αγορά των ΚΕΚ δεν τη δημιουργήσαμε εμείς, την βρήκαμε. Αυτή ήταν και σε αυτή και εσείς δίνατε χρήματα. Αν κατά συνέπεια υπάρχει υποψία σκανδάλου αυτή βαρύνει πολύ περισσότερο εσάς απ’ ό,τι εμάς γιατί εμείς στο κάτω κάτω δεν τα δώσαμε τα λεφτά. Αν το ζήτημα είναι ζήτημα ποιότητας αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πήραμε πίσω το πρόγραμμα». Τόνισε επίσης πως επειδή πρόκειται για μια αγορά προβληματική, πρέπει αυτή να διορθωθεί και να μπουν αυστηρά εχέγγυα ποιότητας αλλά θα ήταν μεγάλο σφάλμα πηγαίνοντας προς τα μπροστά να απαξιώσουμε συνολικά τα προγράμματα τηλεκατάρτισης.
«Θα την φτιάξουμε αυτή την αγορά και πάντα αυτή η κυβέρνηση θα έχει το θάρρος να έρχεται στην Βουλή και όταν κάτι συμβαίνει λάθος, να λέει αυτό ήταν λάθος το διορθώνουμε αλλά διπλό λάθος είναι να μην έχεις το θάρρος να διορθώσεις το λάθος», κατέληξε ο κ. Μητσοτάκης.