Λάκης Ράππος: Μια ζωή στα σινεμά της πόλης
Βασιλιάς του κινηματογράφου στην πόλη κάποτε είχε στην κατοχή του 16 κινηματογράφους από τα δυτικά μέχρι τα ανατολικά…
Εικόνες: Γιάννης Τριανταφυλλόπουλος
Ένας από τους ιστορικούς αιθουσάρχες της Θεσσαλονίκης, ο Λάκης Ράππος που μαζί με το συνεταίρο του Κοσμά Ζαφειρίου, αποτέλεσαν το σημαντικότερο δίδυμο αιθουσαρχών της Θεσσαλονίκης με δεκάδες κινηματογραφικές αίθουσες σε όλη την πόλη αφηγείται τη ζωή του, μια ζωή γεμάτη σινεμά. Βασιλιάς του κινηματογράφου στην πόλη κάποτε είχε στην κατοχή του 16 κινηματογράφους από τα δυτικά μέχρι τα ανατολικά…
-Γεννήθηκα στα Στάγιρα της Χαλκιδικής το 1945. Ήταν ο εμφύλιος, φύγαμε από και και πήγαμε στο Κασσανδρινό και την Τρίλια και καταλήξαμε τελικά με τα πολλά βάσανα και ιστορίες στα Βράσταμα Χαλκιδικής, που τότε λεγόταν Βραστά.
-Εκεί τελείωσα το δημοτικό και μετά πήγα στο γυμνάσιο στον Πολύγυρο και μετά το 1963-64 ήρθα στη Θεσσαλονίκη. Στον κινηματογράφο πρώτη φορά πήγα γύρω στο 1955 όταν πηγαίναμε στο δημοτικό σχολείο των Βραστάμων. Μας κουβαλήσανε με ένα γιώτα χι, 7-7 παιδιά για να δούμε τα Πάθη του Χριστού στον Πολύγυρο.
-Είχε παντρευτεί η αδερφή μου τον Κοσμά Ζαφειρίου, ο οποίος ήταν μηχανικός κινηματογράφου και το 1964 το καλοκαίρι πήρα μια υποτροφία και με τα λεφτά της υποτροφίας τα δώσαμε και πήραμε τον Ποσειδώνα στο Ποσειδώνιο. Τώρα εκεί είναι η εκκλησία του Αγίου Φωτίου.

-Δουλέψαμε κάποια χρόνια καλά μέχρι τον ερχομό της τηλεόρασης, αλλά μετά υπήρξε μεγάλη πτώση μετά το σεισμό ειδικά έγινε το μεγάλο μπαμ. Ξεκίνησε ο κόσμος να απομακρύνεται από την κλειστή αίθουσα. Όλοι χτίζανε κάποιο γιαπί, κάποιο παράγκα, κάποιο τέτοιο στις γύρω περιοχές, σαν εξοχικά Άρχισε να ανθίζει το αυτοκίνητο σιγά σιγά αποξενώθηκε ο κόσμος από το χώρο του σινεμά.
-Το Ναταλί δημιουργήθηκε το 1970, ξεκίνησε 3 Ιουνίου το 1970, εγώ τελείωσα το στρατιωτικό γιατί τότε τα χρόνια του στρατιωτικού ήταν πάρα πολλά. Τελείωσα τον Γενάρη και ετοιμαζόμουν να φύγω για την ξενιτιά, στη Νότιο Αφρική ή στη Σαουδική Αραβία. Και τότε μπήκανε οι γονείς μου στη μέση και λέγανε κάνε συνεταιρισμό με τον Κοσμά για να σώσουμε την οικογένεια. Και βρήκα το οικόπεδο αυτό στην παραλία, στο Ναταλί εκείνη την εποχή παιζόταν ένα θέατρο με τη Βουγιουκλάκη που ήταν αγαπημένη του Κοσμά και το ονομάσαμε Ναταλί. Το οποίο στην πορεία εξελίχθηκε σε πρώτο μαγαζί της πόλης. Στην παραλία δεν υπήρχε άλλο. Το τελευταίο ήταν τα Ολύμπια και η Κορωνίδα. Αλλά είχε πάρα πολλούς θερινούς κινηματογράφους εκείνη την εποχή. Αρχίζοντας από Κρόνο, Κορωνίδα, Άννα, Ρουαγιάλ, Αθηνά, Ολύμπια, Λητώ, Μαρί. Είχε πάρα πολλούς κινηματογράφους.
-Εκεί αφιερώνω όλη τη μέρα και όλο το χρόνο. Οι καλύτερες στιγμές ήταν όταν παίζαμε τον Τσελεντάνο και την Ορνέλα Μούτι, με το ‘’Σεισμό στο κρεβάτι μου’’. Εκείνη ήταν η καλύτερη χρονιά που είχαμε κάνει 65.000 εισιτήρια. Και τώρα τα τελευταία χρόνια με τον Γούντι Άλεν πάλι στεκόμαστε σε κάποιο επίπεδο ικανοποιητικό. Όχι εκείνα εισιτήρια, αλλά τουλάχιστον δεν ήταν τα προηγούμενα χάλια.
-Και άρχισε να ανεβαίνει ξανά το Ναταλί από τα πολυσινέμα. Από τη στιγμή που γίνανε τα πολυσινέμα άρχισαν να βγαίνουν οι ταινίες πρώτης προβολής το καλοκαίρι και το Ναταλί έδειξε δύναμη και στάθηκε με επάρκεια στο εμπορικό κύκλωμα. Η ‘’Γιατρίνα του Εβδόμου Συντάγματος΄΄ ο Μπόμπο και κάτι τέτοια μέτρια. Και παίζαμε όλες οι επαναλήψεις.
-Το 1974 είχα συνεργαστεί με τον κύριο Μητρόπουλο, τον πατέρα του Παντελή Μητρόπουλου, στο Ριβόλι. Και εκεί άρχισε να μπαίνει το μικρόβιο του καλλιτεχνικού σινεμά. Και μετά σιγά-σιγά ψάχναμε για αίθουσα να την κάνουμε σε στιλ καλλιτεχνικό. Γιατί το Θεσσαλονίκης, το μόνο σινεμά που έπαιζε καλές ταινίες, ήταν ο Αίαντας.
Σαράντα Εκκλησιές. Και πήγαινε ο κόσμος. Και μετά βρήκαμε το Μακεδονικό, αν και καμένο τότε μετά τον σεισμό. Το επισκευάσαμε, το φτιάξαμε και έγινε αυτός ο χώρος που έγινε. Παλιά με μια μπύρα σου έφτανε να πας σινεμά. Τώρα έχεις το ίντερνετ, βαθμολογίες, σκηνοθέτες, πληροφορίες. Υπάρχει τώρα πιο καλή δυνατότητα να έρθεις σε επαφή με την ταινία. Και μετά είναι και το άλλο, ότι έχουμε συνεργασίες με διάφορες εταιρείες, που βγάζουν ταινίες και μπορείς να αρνηθείς να δεις αυτές που δεν σου πάνε.

-Μια εποχή είχαμε κινηματογραφικές 16 αίθουσες σε όλο το συγκρότημα της Θεσσαλονίκης. Από τους Αμπελόκηπους, την Άντα, στην Νεάπολη την Εύα, το Όσκαρ στη Παπαναστασίου, το Μαξίμ στη Κρήτης και τα κεντρικά, Έσπερο, Radio City, Μακεδονικό, Κλειώ. Είχαμε πάρα πολλές αίθουσες. Αλλά άρχισε η πτώση. Μία το βίντεο, μία τηλεόραση, μία αυτά και χαθήκαν οι αίθουσες. Όταν ήρθαν τα Village το 1999, πριν ξεκινήσουν είχαμε μία φοβία. Αλλά μετά είδαμε ότι με την έλευση του multiplex βγήκαν πιο πολλές ταινίες, πιο εμπορικές και πήγαιναν αρκετά καλά τα πράγματα.
-Μέχρι που άνοιξε το κεντρικό, το Πλατεία το Odeon, το οποίο μας τσάκισε. Γιατί μέσα στην πόλη ήταν δύσκολο να ανταποκριθούμε εμείς στις 7 αίθουσες και στο ποικίλo πρόγραμμα που είχε φέρει. Ανακαίνιση είχε γίνει πριν η ανακαίνιση στα σινεμά. Απλά συμβιβαστήκαμε σε επιλογές ταινιών. Δηλαδή κάποιες ταινίες που ταιριάζουν πιο πολύ στον κόσμο με μονωμένο κινηματογράφο, παρά στο πολυσινεμά. Γιατί στο πολυσύνδεμα πάει η νεολαία. Και η νεολαία θέλει τη φασαρία της, θέλει το κινητό της, θέλει τη φασαρία, ενώ σε εμάς αυτά τα πράγματα είναι λίγο απαγορευμένα.

-Μ’ αρέσει να είμαι κάθε βράδυ στο ταμείο του, ειδικά στο Ναταλί, είναι μια αρρώστια. Είναι ένα ψώνιο. Και δεν με πειράζει. Όταν έχει αποδίδει και λίγο δεν με πειράζει καθόλου. Έχω μάθει. Μετά από 50 χρόνια, τι να λείψει. Δεν νομίζω ότι έκανα λάθη ίσως ότι παραμέρισα την οικογένεια και τα παιδιά. Αυτό το λάθος τώρα το καταλαβαίνω. Μεγάλωσαν τα παιδιά μου χωρίς πατέρα. Τα παιδιά μου ασχολούνται. Η μικρή το πήρε πιο ζεστά. Τη συμβουλεύω να έχει υπομονή. Και επίσης σεβασμός στο επάγγελμα, γιατί το επάγγελμα αυτό θέλει κουράγιο. Δεν είναι κάτι που γίνεται έτσι με αρπαχτή και με τρελά. Οι πελάτες το λένε κάτ΄ επανάληψη ότι σώσαμε το χώρο του κινηματογράφου, γιατί δεν είναι κινηματογράφος πλέον το multiplex εδώ. Είναι σούπερ μάρκετ.
-Ο κινηματογράφος πάντα ήταν στην αγάπη. Αν υπάρχει αγάπη για τη δουλειά που κάνεις, νομίζω ότι θα σταθεί, τουλάχιστον στα επίπεδα τα δικά μας. Τώρα, άμα θέλεις να γίνεις πλούσιος, δεν βοηθάει. Αν θέλεις να μείνεις κάπως αξιοπρεπής στο χώρο, θέλει δουλειά, θέλει αγάπη. Εγώ είχα αγαπήσει πολύ τη ταινία με τον Στίβ Μακ Κουίν, «Μεγάλη Απόδραση», η οποία έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου. Από εκεί και πέρα τα ταινίες του εδώ στο Μακεδονικό, ξεχώρισα τις ταινίες της Αμελί που είχε κάνει. Ό,τι δουλεύει, σε εμάς είναι ότι δουλεύει. Ζωές των άλλων, αυτά τα οποία αναγκαστικά, λίγο-λίγο τα είδα. Τώρα δεν βλέπω ταινίες. Δεν βλέπω καθόλου ταινίες, γιατί ειδικά σε δικό μου χώρο δεν μπορώ να δω ταινία με τίποτα. Γιατί λίγο να πας στην προσοχή σου, λίγο να κάτι να γίνει, μια φωνή, ένα φλουτάρισμα, ένα κάτι να γίνει, θα το χάσεις… Όταν κατεβαίνω Αθήνα, και τύχει να κατεβαίνω Αθήνα, πηγαίνω και βλέπω ταινίες σε αίθουσες.
*Η συνέντευξη δόθηκε στις 4/11/ 2016 στο πλαίσιο της εκπομπής Ξενοδοχείο 958 του 958fm της ΕΡΤ3.

