Μελέτη: Φάρμακο για την επιληψία μειώνει τα συμπτώματα της υπνικής άπνοιας
Οι συμμετέχοντες που έλαβαν το φάρμακο σουλτιάμη (sulthiame) είχαν λιγότερες παύσεις της αναπνοής τους κατά τη διάρκεια του ύπνου και υψηλότερα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα τους.
Ένα φάρμακο που χορηγείται για την αντιμετώπιση της επιληψίας μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της υπνικής άπνοιας, σύμφωνα με νέα μελέτη. Οι συμμετέχοντες που έλαβαν το φάρμακο σουλτιάμη (sulthiame) είχαν λιγότερες παύσεις της αναπνοής τους κατά τη διάρκεια του ύπνου και υψηλότερα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα τους.
Η αποφρακτική άπνοια ύπνου είναι ένα κοινό αναπνευστικό πρόβλημα που επηρεάζει περίπου 1 στους 20 ανθρώπους, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Αριστείας Υγείας και Φροντίδας της Αγγλίας. Οι ασθενείς με αποφρακτική άπνοια ύπνου συχνά ροχαλίζουν δυνατά, παρουσιάζουν παύσεις της αναπνοής τους στη διάρκεια της νύχτας με αποτέλεσμα να ξυπνούν αρκετές φορές. Αυτό όχι μόνο προκαλεί κόπωση, αλλά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης υψηλής αρτηριακής πίεσης, εγκεφαλικού επεισοδίου, καρδιακής νόσου και διαβήτη τύπου 2.
Μια διεθνής μελέτη που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αναπνευστικής Εταιρείας στη Βιέννη της Αυστρίας, έδειξε ότι ένα φάρμακο για την επιληψία μείωσε τα συμπτώματα της υπνικής άπνοιας και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως εναλλακτική λύση για όσους δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν μηχανικά αναπνευστικά βοηθήματα, όπως μηχανήματα συνεχούς θετικής πίεσης αεραγωγών (Cpap).
Οι ερευνητές διεξήγαγαν μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική δοκιμή στην οποία συμμετείχαν σχεδόν 300 ασθενείς με αποφρακτική άπνοια ύπνου στο Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ισπανία, οι οποίοι δεν χρησιμοποιούσαν τα μηχανήματα Cpap. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες και έλαβαν είτε σουλτιάμη είτε εικονικό φάρμακο.
Οι ερευνητές μέτρησαν την αναπνοή των ασθενών, τα επίπεδα οξυγόνου, τον καρδιακό ρυθμό, τις κινήσεις των ματιών, καθώς και την εγκεφαλική και μυϊκή δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του ύπνου, στην αρχή της κλινικής δοκιμής, ύστερα από τέσσερις εβδομάδες και μετά από 12 εβδομάδες. Διαπιστώθηκε ότι μετά από 12 εβδομάδες, όσοι έλαβαν το φάρμακο είχαν έως και 50% λιγότερα «επεισόδια» διακοπής της αναπνοής τους και υψηλότερα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα τους κατά τη διάρκεια του ύπνου. Τα αποτελέσματα ήταν πιο έντονα στους συμμετέχοντες που έλαβαν υψηλότερες δόσεις του φαρμάκου.
Ωστόσο, ο Δρ. Σρίραμ Άγιερ, σύμβουλος αναπνευστικός, υπνολόγος και εκλεγμένος πρόεδρος του τμήματος ιατρικής ύπνου της Royal Society of Medicine επισήμανε πως είναι «ζωτικής σημασίας να μην ξεχνάμε ότι η υπνική άπνοια συνδέεται, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, με την παχυσαρκία και η αντιμετώπισή της θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα».
ΠΗΓΗ: Guardian