Πράσινο φως των ΗΠΑ στο πρώτο εμβόλιο κατά του ιού τσικουνγκούνια

Ο ιός που μεταδίδεται από το κουνούπι τίγρη - Τα συμπτώματα

Parallaxi
πράσινο-φως-των-ηπα-στο-πρώτο-εμβόλιο-κ-866218
Parallaxi

Πράσινο φως στο πρώτο εμβόλιο κατά του ιού τσικουνγκούνια -που ανέπτυξε ο φαρμακευτικός όμιλος Valneva- άναψε χθες Πέμπτη (9/11) ο αρμόδιος εποπτικός φορέας των ΗΠΑ.

Το εμβόλιο, το οποίο θα διατίθεται με την εμπορική ονομασία Ixchiq, είναι πλέον εγκεκριμένο για ανθρώπους 18 ετών και άνω, που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκτεθούν στον ιό, διευκρίνισε ο ομοσπονδιακός οργανισμός φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ, οι αποφάσεις του οποίου γενικά παρακολουθούνται στενά σε διεθνές επίπεδο.

Τι προκαλεί ο ιός

Ο τσικουνγκούνια προκαλεί την ομώνυμη νόσο, με κύρια συμπτώματα ξαφνικό πυρετό, αρθραλγίες ή πολυαρθραλγίες, εξανθήματα κ.λπ. Μεταδίδεται πολύ συχνά από το λεγόμενο κουνούπι-τίγρη (Aedes albopictus) και χαρακτηρίζεται ενδημικός σε τροπικές περιοχές.

Σύμφωνα με τον FDA, τα τελευταία 15 χρόνια έχουν καταγραφτεί τουλάχιστον πέντε εκατομμύρια κρούσματα του ιού.

«Οι μολύνσεις από τον ιό τσικουνγκούνια μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρά και παρατεταμένα προβλήματα υγείας, ιδίως στους ηλικιωμένους και σε ανθρώπους με υποκείμενα νοσήματα», τόνισε στο δελτίο Τύπου του οργανισμού ο Πίτερ Μαρκς, αξιωματούχος του FDA.

Ο ιός μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να μεταφερθεί από έγκυο σε έμβρυο και να προκαλέσει αποβολή, πάντως γενικά δεν θεωρείται θανατηφόρος.

Η τεχνολογία του εμβολίου και οι παρενέργειες

Το εμβόλιο είναι μονοδοσικό και περιέχει εξασθενημένη μορφή του ιού, κατά την κλασική τεχνική που χρησιμοποιείται επίσης σε άλλα σκευάσματα.

Έγιναν δυο κλινικές δοκιμές στη βόρεια Αμερική, με τη συμμετοχή 3.500 ανθρώπων. Οι πιο συνηθισμένες παρενέργειές του ήταν οι κεφαλαλγίες, η κόπωση, οι μυικοί πόνοι, η ναυτία, ο πόνος γύρω από το σημείο όπου έγινε η ένεση.

Σε σπανιότερες περιπτώσεις, μπορεί να υπάρξουν σοβαρότερες παρενέργειες, διευκρίνισε ο FDA. Δυο συμμετέχοντες στις κλινικές δοκιμές χρειάστηκε να εισαχθούν σε νοσοκομεία.

Έχει υποβληθεί αίτημα έγκρισης του εμβολίου από τη Valneva και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA).

Τι αναφέρει ο ΕΟΔΥ για τον ιό τσικουνγκούνια

Ο ΕΟΔΥ στην ιστοσελίδα του κάνει ειδική αναφορά στον εν λόγω ιό, παραθέτοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες.

Όπως αναφέρει ο ΕΟΔΥ, η νόσος Chinkungunya είναι μία ιογενής νόσος που μεταδίδεται στους ανθρώπους κυρίως από μολυσμένα κουνούπια. Περιγράφηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας στη νότια Τανζανία το 1952. Η ονομασία «Chikungunya» προέρχεται από τη διάλεκτο Kimakonde και σημαίνει «αυτός που παραμορφώνεται» και πιθανόν συνδέεται με το ότι το συγκεκριμένο νόσημα προκαλεί σημαντική αρθραλγία.

Ο ιός Chikungunya είναι ένας ιός RNA που ανήκει στο γένος Alphavirus της οικογένειας Togaviridae. Υπάρχουν τρεις διαφορετικοί γονότυποι του ιού.

Ο χρόνος επώασης, από το τσίμπημα ενός μολυσμένου κουνουπιού μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων, κυμαίνεται από 1 έως 12 ημέρες (συνήθως 3 – 8 ημέρες).

Πώς μεταδίδεται ο ιός

O ιός Chikungunya μεταδίδεται στον άνθρωπο κυρίως μέσω νυγμού μολυσμένων θηλυκών κουνουπιών, κυρίως των ειδών Aedes aegypti και Aedes albopictus («κουνούπι τίγρης»). Οι άνθρωποι είναι η κύρια δεξαμενή (reservoir) του ιού, ιδίως κατά τη διάρκεια επιδημιών. Μεταξύ των επιδημικών περιόδων, πολλά σπονδυλωτά έχουν θεωρηθεί πιθανές δεξαμενές του ιού, συμπεριλαμβανομένων άλλων πρωτευόντων, τρωκτικών, πτηνών και μερικών μικρών θηλαστικών. Στην Αφρική φυσικοί ξενιστές του ιού είναι άγρια πρωτεύοντα και ο κύκλος στην άγρια φύση περιλαμβάνει, επίσης, μικρότερα θηλαστικά, όπως νυχτερίδες. Δεν υπάρχουν ενδείξεις παρόμοιου κύκλου μετάδοσης στην Ασία, αλλά ο ιός έχει πρόσφατα απομονωθεί σε πιθήκους στη Μαλαισία.

Τα κουνούπια μολύνονται από τον ιό όταν τσιμπήσουν έναν ασθενή σε φάση ιαιμίας (γίνονται μολυσματικά μετά από μία περίοδο επώασης 10 ημερών κατά μέσο όρο).

Αιματογενής μετάδοση είναι πιθανή, καθώς έχουν καταγραφεί κρούσματα που αφορούσαν σε προσωπικό εργαστηρίων που χειρίσθηκε μολυσμένο αίμα και σε επαγγελματία υγείας που μολύνθηκε κατά τη λήψη αίματος από ασθενή.

Έχει αναφερθεί μετάδοση από μητέρα σε παιδί σε γυναίκες που παρουσίασαν νόσο την τελευταία εβδομάδα πριν τον τοκετό και είχαν ιαιμία πέριξ του τοκετού. Σπάνιες περιπτώσεις ενδομήτριας μετάδοσης έχουν καταγραφεί κυρίως κατά το δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Υπάρχουν σπάνιες αναφορές αυτόματων αποβολών μετά τη λοίμωξη της μητέρας. Δεν υπάρχουν ενδείξεις μετάδοσης του ιού μέσω του μητρικού γάλακτος.

Στους ανθρώπους το ιϊκό φορτίο στο αίμα μπορεί να είναι πολύ υψηλό στην έναρξη της νόσου και η ιαιμία διαρκεί 5-6 ημέρες μετά την έναρξη του πυρετού (έως 10 ημέρες), οπότε στο διάστημα αυτό μπορεί να μολυνθούν άλλα κουνούπια από τον ασθενή. Ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού από ένα μολυσμένο άτομο στο κουνούπι ή μέσω αίματος είναι μεγαλύτερος όταν ο ασθενής έχει ιαιμία, κυρίως κατά τη διάρκεια των πρώτων 7-10 ημερών της νόσου (κατά τη διάρκεια τουλάχιστον της πρώτης εβδομάδας).

Το «ένοχο» κουνούπι

Οι κύριοι διαβιβαστές που συμμετέχουν στη μετάδοση του ιού είναι κουνούπια που ανήκουν στα είδη Aedes aegypti και Aedes albopictus, τα οποία μπορούν να μεταδώσουν και άλλους ιούς, όπως αυτόν του Δάγκειου πυρετού. Τα κουνούπια αυτά είναι πιο δραστήρια κατά τη διάρκεια της ημέρας και μπορεί να παρουσιάσουν αιχμή της δραστηριότητας νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα.

Τις τελευταίες δεκαετίες το κουνούπι Aedes albopictus εξαπλώθηκε από την Ασία και εγκαταστάθηκε σε περιοχές της Αφρικής, Ευρώπης και Αμερικής. Αυτό το κουνούπι αναπαράγεται σε μεγάλο εύρος -φυσικών και τεχνητών/ανθρωπογενών- εστιών με στάσιμο νερό, οπότε κυκλοφορεί τόσο σε αγροτικές όσο και σε 3 περι-αστικές και αστικές περιοχές. Στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, έχει βρεθεί το είδος κουνουπιού Aedes albopictus, το οποίο ταυτοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2005, στην Περιφέρεια Αττικής το 2008 και έκτοτε έχει καταγραφεί η παρουσία του σε πολλές περιοχές της χώρας (και σε πολλές περιοχές της Αθήνας). To είδος Aedes aegypti -αν και υπήρχε παλαιότερα στη χώρα μας- δεν έχει εντοπισθεί εδώ και πολλές δεκαετίες.

Τα συμπτώματα, οι επιπλοκές και η ανάρρωση

Συχνά τα συμπτώματα της νόσου είναι ήπια και -σύμφωνα με οροεπιδημιολογικές μελέτες- η λοίμωξη μπορεί είναι ασυμπτωματική στο 3-28% των ατόμων.

Η πλειοψηφία πάντως των μολυνθέντων ατόμων (>75%) εκδηλώνουν συμπτώματα. Η πιο κοινή κλινική εικόνα της νόσου περιλαμβάνει αιφνίδια εμφάνιση πυρετού, αρθραλγίες/πολυαρθραλγίες και εξάνθημα (κηλιδοβλατιδώδες ή πετεχειώδες, ή διάχυτο ερύθημα, πιθανά φυσαλιδώδες σε βρέφη). Άλλα κοινά σημεία και συμπτώματα περιλαμβάνουν ρίγος, μυαλγίες, κεφαλαλγία, ναυτία, εμέτους, φωτοφοβία, κόπωση, επιπεφυκίτιδα. Επίσης, μπορεί να παρουσιασθούν οιδήματα, συχνά συσχετιζόμενα με τενοντοελυτρίτιδα. Τα συμπτώματα από τις αρθρώσεις συνήθως είναι αμφοτερόπλευρα και συμμετρικά, αφορούν συχνά στις άκρες χείρες και πόδες και είναι συχνά έντονα και πολύ εξουθενωτικά. Τα πιο συχνά εργαστηριακά ευρήματα περιλαμβάνουν λεμφοπενία, θρομβοπενία, αυξημένη κρεατινίνη και αυξημένες ηπατικές τρανσαμινάσες.

Η ασθένεια έχει κάποια κοινά κλινικά συμπτώματα με το Δάγκειο πυρετό και μπορεί να διαγνωσθεί λανθασμένα ως Δάγκειος, ιδίως σε περιοχές όπου ο Δάγκειος πυρετός είναι ενδημικός.

Οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως και τα οξέα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν σε 7-10 ημέρες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν υποτροπές των συμπτωμάτων από τις αρθρώσεις (π.χ. της πολυαρθραλγίας, πολυαρθρίτιδας, τενοντοελυτρίτιδας), με εμμένουσες, διαλείπουσες αρθραλγίες που μπορεί να διαρκέσουν για αρκετούς μήνες ή ακόμη και χρόνια μετά την οξεία νόσο. Το ποσοστό των ασθενών με εμμένουσες αρθραλγίες ποικίλλει σε διάφορες μελέτες. Μερικοί ασθενείς μπορεί να αναπτύξουν παροδικές διαταραχές περιφερικών αγγείων, όπως σύνδρομο Raynaud, ενώ έχουν αναφερθεί -σε χρόνια φάση- κόπωση και κατάθλιψη. Στους ηλικιωμένους, η αρθραλγία μπορεί να εξελιχθεί σε σύνδρομο χρόνιας ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

Έχουν περιγραφεί σποραδικές περιπτώσεις οφθαλμικών, νευρολογικών, καρδιολογικών και αιμορραγικών εκδηλώσεων. Σπάνιες επιπλοκές περιλαμβάνουν: ραγοειδίτιδα, αμφιβληστροειδίτιδα, οπτική νευρίτιδα, μυοκαρδίτιδα, ηπατίτιδα, παγκρεατίτιδα, νεφρίτιδα, πομφολυγώδεις δερματικές βλάβες, αιμορραγίες, μηνιγγοεγκεφαλίτιδα, μυελίτιδα, σύνδρομο Guillain-Barre, παρέσεις κρανιακών νεύρων. Η μηνιγγοεγκεφαλίτιδα αποτελεί σοβαρή επιπλοκή, που αφορά κυρίως σε νεογνά.

Σοβαρές επιπλοκές δεν είναι συχνές, αλλά σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας η νόσος μπορεί να συμβάλει στην αιτία του θανάτου. Γενικά η νόσος θεωρείται μη θανατηφόρος, η κακή έκβαση είναι σπάνια και αφορά κυρίως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, με κάποιους θανάτους να έχουν μερικώς αποδοθεί στον ιό.

Στην επιδημία του 2005-2006 στο νησί La Reunion η θνητότητα από τη λοίμωξη υπολογίστηκε σε 0,3/1.000 και αυξανόταν σημαντικά με την αύξηση της ηλικίας.

Άτομα υψηλού κινδύνου για σοβαρή νόσο περιλαμβάνουν νεογνά (ηλικίας 65 ετών) και άτομα με υποκείμενα νοσήματα (π.χ. υπέρταση, διαβήτη, καρδιαγγειακή νόσο), έγκυες (ιδίως στις τελευταίες εβδομάδες της κύησης).

Μετά την ανάρρωσή τους από τη λοίμωξη, τα άτομα θεωρούνται άνοσα έναντι επακόλουθων λοιμώξεων από τον ιό.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα