Parallax View

Εκεί που ξημερώνεσαι με φίλους…

της Αθηνάς Τερζή Σε ένα διατηρητέο κτίριο, από τα πολλά που στέκονται αντρειωμένα στην περιοχή, κι επίμονα κοντράρουν τον καιρό, βρίσκεται το Σάρωθρον. Κάποτε στο μαγαζί φτιάχνανε σάρωθρα, σκούπες δηλαδή, και σήμερα κελαηδάνε από το πρωί ίσα με αργά το βράδυ τραγούδια με στιχάκια αλλοπαρμένα. Κι όσοι μαζεύονται στο μπαράκι «πίνουν από της νιότης τους […]

Αθηνά Τερζή
εκεί-που-ξημερώνεσαι-με-φίλους-39672
Αθηνά Τερζή
sarothro_2.jpg

της Αθηνάς Τερζή

Σε ένα διατηρητέο κτίριο, από τα πολλά που στέκονται αντρειωμένα στην περιοχή, κι επίμονα κοντράρουν τον καιρό, βρίσκεται το Σάρωθρον. Κάποτε στο μαγαζί φτιάχνανε σάρωθρα, σκούπες δηλαδή, και σήμερα κελαηδάνε από το πρωί ίσα με αργά το βράδυ τραγούδια με στιχάκια αλλοπαρμένα. Κι όσοι μαζεύονται στο μπαράκι «πίνουν από της νιότης τους το φως», «φυτεύουν αναστεναγμούς» και ξημερώνονται με ανθρώπους και ιστορίες πολύ προσωπικά βγαλμένες.

Είναι κάποιοι που τους κουβαλάς μαζί σου, ενσωματώνονται κι αν σε γυρίσουν ανάποδα πάλι αυτούς θα συναντήσεις. Να σου τραβούν το μανίκι κάθε που ξεφεύγεις από το δρόμο, να σου γεμίζουν το ποτήρι κάθε που σε πιάνει το μεράκι στη γιορτή ή στο παράπονο. Αν είσαι τυχερός πολύ, είναι αυτοί που σε ξέρουν καλά, γιατί σε έχουν δοκιμάσει στα στραβά και στα ανάποδα ή σε έχουν αφήσει ελεύθερο στην ανηφόρα και στη φόρα σου, κατέβασαν τα σύννεφα να τα πιεις στο ποτήρι, ή σου φόρεσαν τα καλύτερα φτερά για να πετάξεις.

Είναι κάποιοι που μεγαλώνουν και γίνονται ομορφότεροι, εναρμονισμένοι απόλυτα με τις επιλογές τους και το χώρο δημιουργίας. Σαν τον καμβά του ζωγράφου πιάνουν και μπογιατίζουν τις μέρες και τις νύχτες, βαθαίνουν τις ώρες και τις μνήμες, δεν τους ρημάζουν τα «μη και τα δεν», ξοδεύονται με χάρη, ονειροπολούν στα πλακόστρωτα σοκάκια, μαζεύουν φίλους και γνωστούς και ξημερώνονται σαν «έφηβα γεράκια».

Στα Λαδάδικα ο χρόνος δε φυλακίζεται πίσω από κάγκελα. Αναπνέει ελεύθερος έξω από νόρμες και μοντέλα, αθυρόστομος, αειθαλής, βαμμένος θαρρείς από κάποιο παιδικό χέρι, τσαλακωμένος ίσα ίσα στα σημεία, ξύνει το περίβλημα, φτάνει στο κόκαλο, στον πυρήνα, τέλειος μέσα στα εμφανή του ψεγάδια.

Κι είναι τα Λαδάδικα χνάρι στην πόλη, απομεινάρι, είναι μια κραυγή μέσα στη νύχτα, είναι οι ανακατεμένες μελωδίες κι οι μυρωδιές, είναι οι βραδιές στο Σάρωθρον.

Στο Σάρωθρον που ο χρόνος έχει εξοριστεί προ πολλού σε τόπο μακρινό. Κι οι ηλικίες μονιάζουν, συναπαντιούνται γύρω από την ξύλινη μπάρα. Κάτω από τη σκάλα που το κομματιάζει στα δύο… Κι είναι τόσοι πολλοί οι μύστες…” Κι όσο για τα ταξίματα και για τα κρίματά τους τα βλέπουν σαν τα κατσαρά μαλλιά τους μπερδεμένα”…

Αγύριστα κεφάλια ξεφαντώνουν όλοι μαζί. “Για εκείνα που δεν έκαναν και που ‘χουν καμωμένα αν έχουν τη ζωή σωστά είτε στραβά παρμένα”… Όσοι είχαν στίχο και δεν έβρισκαν το στόμα, όσοι είχαν ήχο και δεν έβρισκαν το μέρος για τη μελωδία τους ανταμώνουν στο Σάρωθρον και γίνονται μια κοινή ιστορία, μια βροντερή φωνή παλιάς κοπής, που δεν ξεγελιέται. Ρίχνει τα δίχτυα και ψαρεύει από το ίδιο πηγάδι…Ψάχνει φεγγάρια κι ο Θανασάρας από τη Λάρισα τους στέλνει τραγουδάκια. Ξέρεις τι είναι να χαζεύεις το φοιτηταριό να συνεπαίρνεται με Νίκο Ξυλούρη, να σχηματίζει ουρές για να απολαύσει το αφιέρωμα στο Δημήτρη Μητροπάνο, να λικνίζεται στις παμπόνηρες σπηλιές του φίλου μου του “ξυλοκόπου” του Γιώργου Μιχαήλ, που λέει κι η Βάσω για να με πειράξει!

Στο Σάρωθρον ό,τι γνώριζες θα το ξεχάσεις. Θα ξεκρεμάσεις τις ταμπέλες. Θα τραγουδήσεις ό,τι ποτέ δεν τόλμησες. Θα ακούσεις ό, τι ξέμαθες κι ό,τι σου επέβαλαν να το λησμονήσεις. Τα μαγαζιά τα φτιάχνουν οι ιστορίες των ανθρώπων. Το φευγάτο πλήρωμα, μα και τα παραμύθια που κουβαλούν οι ταξιδιώτες, οι ξενύχτηδες. ” Οι πότες της στρογγυλής τραπέζης” γύρω από τούτο το ακούραστο Σάρωθρον κλείνουν κι ανοίγουν τις αδυσώπητες μέρες.. “Αχ! αρμονία και χάρος”.

Στο Σάρωθρον οι παρέες μοιάζουν με εκείνες τις βαθιές κι ουσιαστικές φιλίες. Με το ημέρωμα της στρίγγλας. Με τον άνθρωπο και το θάνατο, τον έρωτα για τη ζωή με τα ατέρμονα ψεγάδια της, το φως μες στα σκοτάδια σου. Τα χρόνια που μοιάζουν να τα κυνηγάς πάντα, να σε προφταίνουν ή να σε ξεπερνούν. Να τα βλέπεις να σε μεταμορφώνουν, να σου μουσκεύουν το πρόσωπο, να σβήνουν τα κεριά, να πίνουν στην αφεντιά σου, να κερνούν στην ομορφιά σου!

Στο Σάρωθρον δεν είσαι μόνος και σε τούτο χωρούν κι υπογραφές και πρωτόκολλα. Είσαι ένας για όλους κι όλοι για έναν στην τρύπια βάρκα σου. Από το δικό σου μετερίζι αντικρίζεις κι άλλους που σου μοιάζουν κι έχουν την ίδια αγωνία στο βλέμμα, το ίδιο καρδιοχτύπι καθώς σηκώνουν το ποτήρι για να τσουγκρίσουν ή να σιγοτραγουδήσουν. Είναι η άγουρη νιότη σου κι η ενήλικη ζωή σου. Έχεις να επιστρέφεις. Έχω να με συγχωρούν. Το Σάρωθρον δεν το ξεχνάς, “έχει γούστο και φλόγα” και “Φου φου φου, φου φου φου, άναψε φωτιά της νιότης, όλα είναι ματαιότης χάρε ξέρω, θα με πάρεις…πάρε με, αφού γουστάρεις”.

*Σάρωθρον, Κατούνη 17 στα Λαδάδικα, τηλ. 231 053 8282

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα