Μουσική

Οι συναυλίες που μάς δημιούργησαν τις πιο όμορφες εντυπώσεις το 2024

Οι αξέχαστες μουσικές στιγμές του έτους που μας αποχαιρετά

Parallaxi
οι-συναυλίες-που-μάς-δημιούργησαν-τις-1261930
Parallaxi

Συναυλίες, μια μαγική στιγμή για κάθε άνθρωπο που αγαπά τη μουσική, διότι δίνει τη δυνατότητα της συμμετοχής, της παρουσίας, της μέθεξης, μιας διαφορετικής εμπειρίας.

Οι συντάκτες της Parallaxi θυμούνται τις καλύτερες συναυλίες που παρακολούθησαν το 2024.

Κωστής Κοτσώνης

Οι συνάδελφοι εδώ στην parallaxi συζητάνε με τις ώρες για τις παραστάσεις, τις σειρές και τα θέατρα που είδαν φέτος. Εγώ δεν είχα και πολλά να πω, ομολογώ. Ευτυχώς, κάποια στιγμή ζητήθηκε να γράψουμε για τις αγαπημένες μας συναυλίες και εκεί ένιωσα ότι μπορώ κάπως παραπάνω να βάλω και εγώ το λιθαράκι μου.

Για την ακρίβεια δυσκολεύτηκα να επιλέξω… λιθαράκι!

Θα μπορούσα να γράψω για τη αιώνια νιότη των Duran Duran, του Ville Valo και των Starsailor. Για τη μυσταγωγία της Loreena McKennitt, των Archive ή του Sivert Høyem. Για την πανκ φρενίτιδα των The Offspring, της Laura Jane Grace ή των The Fuzztones. Ή για την καμπαρέ αισθητική των Tiger Lillies και των Nouvelle Vague. Για το σκαμπρόζικο στυλ από την Kovacs και τις Σκιαδαρέσες. Για τη διαχρονικότητα του Tom Jones και για τη νεανική ορμή της Νεφέλης Φασούλη και της Μαρίνας Σπανού. Καταλάβατε… Αλλά αφού πρέπει να μείνω σε μόνο μία συναυλία, νομίζω ότι δικαιωματικά ο τίτλος ανήκει στους Coldplay. Όχι μόνο στο υποκειμενικό μου bucketlist αλλά και στο συναυλιακό γίγνεσθαι ολόκληρης της Ελλάδας. Πρόκειται για την πιο πετυχημένη διπλή συναυλία στη χώρα, και σίγουρα από τις πιο αξιομνημόνευτες. Μία συναυλία άκρως «σημερινή» (όχι τόσο μουσικά, όσο σε επίπεδο εμπειρίας), στημένη για stories στο Instagram και έντονα sing-alongs στο TikTok.

140.000 άνθρωποι συγχρονιστήκαμε —μαζί με τα χρωματιστά φωτεινά βραχιολάκια που φορούσαμε— σε ένα άκρως άρτιο event, που ένωσε γενιές και φυλές.

Μπορεί με τη συναυλία των Coldplay να μην έσπασε το στέγαστρο του ΟΑΚΑ (όπως για μήνες φοβόμασταν), όμως σίγουρα έσπασε μία γυάλινη οροφή στο συναυλιακό χάρτη της χώρας μας. Και στα επόμενα…

Χάρης Δημαράς

Αρκετές δυνατές συναυλίες παρακολούθησα το 2024, ξαναείδα επιτέλους τον Παύλο μετά από χρόνια και χωρίς κόβιντ, Μίλτο, Τάνια, Σωκράτη, αλλά μία ήταν αυτή που ποτέ δεν πρόκειται να ξεχάσω.

Την προτελευταία του Θανάση Παπακωνσταντίνου, στην Αθήνα, στο Θέατρο Βράχων, στα νταμάρια του Βύρωνα. Ήταν προγραμματισμένο πριν καιρό, λόγω γενεθλίων. Στο αμάξι στην κάθοδο, ακούγαμε – τι άλλο – Θανάση για προθέρμανση.

Το συναίσθημα ιδιαίτερο όταν ξέρεις ότι θα δεις για τελευταία φορά Live τον Θανάση σε μεγάλη τουλάχιστον συναυλία, στη διονυσιακή του περίοδο. Εχω την τύχη να τον δω από κοντά λίγο πριν η συναυλία αρχίσει. Μια ιδιαίτερη στιγμή, η προσμονή, το σφίξιμο, η πίεση και σίγουρα ανάμεικτα συναισθήματα, ποτέ δεν είναι εύκολο ένα τέλος, ακόμη κι όταν είναι επιλογή.

Τοπ στιγμή όταν πήρε την εγγονή, Ρόζα στην σκηνή. Αξέχαστη.

Τα κομμάτια ακούγονται σαν βάλσαμο στην ψυχή, ένα ένα.

Είχε φροντίσει ο Κωνσταντίνος για τα περαιτέρω. Αυτή η συναυλία δεν ακουγόταν «ξεροσφύρι».

Ε εντάξει, ξέφυγε το αλκοόλ και λίγο. Δεν πειράζει. Θανάσης είναι αυτός.

Ο παλμός της Αθήνας δεν ήταν σαν της Θεσσαλονίκης, να λέμε αλήθειες. Αλλά αυτή η τοποθεσία στο Βύρωνα ήταν ό,τι έπρεπε.

Στο τέλος, μετά από ώρα, ξημερώματα πια και αφού ο περισσότερος κόσμος έχει φύγει, βγήκε ο ποιητής κουρασμένος και έλαβε μια αγκαλιά. Αυθόρμητη. Για όσα μας χάρισε και όσα θα συνεχίσει να μας χαρίζει. Να ‘ναι καλά.

Χρυσάνθη Αρχοντίδου

Αν με ρωτούσες για τις συναυλίες που λάτρεψα τα προηγούμενα 2 χρόνια, η απάντησή μου θα ήταν σίγουρα, αυτές που επισκέφθηκα στο εξωτερικό, με τις μεγάλες αρένες, τα τεράστια στάδια, τις υπέρλαμπρες παραγωγές και τους διεθνείς pop καλλιτέχνες που θα ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να ακούσω live στην Ελλάδα.

Μιας και το 2024 δεν μπόρεσα να κάνω όμως κάποιο τέτοιο ταξίδι, προσπάθησα να πάω σε όσες περισσότερες συναυλίες μπορούσα εντός Θεσσαλονίκης, με την πιο ευχάριστη έκπληξη του 2024 για μένα, τον Πάνο Βλάχο. 

Πήγα στην πρώτη συναυλία του τον Φεβρουάριο, ξέροντας μετρημένα 5 τραγούδια του και χωρίς πολύ υψηλές προσδοκίες, μιας και δεν είχα καμία προηγούμενη επαφή με τον καλλιτέχνη, πέρα από τους λιγοστούς στίχους του που ήξερα απέξω.

Παρά το γεγονός ότι δε γνώριζα τη δισκογραφία του, ο Πάνος, κατάφερε να δημιουργήσει μία ατμόσφαιρα ευχάριστη για όλους όσους πήγαν στη συναυλία του, είτε ήταν θαυμαστ@ς του, είτε απλά πήγαν για την πλάκα, όπως εγώ. Ξεκινώντας με τα δικά του, αρκετά γνωστά τραγούδια και συνεχίζοντας με διασκευές που ξεκινούσαν από το ιταλικό Bella Ciao και έφταναν μέχρι τον… Μαζωνάκη και τον Μητροπάνο, κατάφερε να συμπεριλάβει όλο το κοινό στο να τραγουδήσει, είτε ήξερε, είτε όχι τα τραγούδια του. Παράλληλα, διασκέδαζε το κοινό με τον αυτοσαρκασμό του («από φωνή… κορμάρα»),  μιλώντας με όσους βρίσκονταν στις πρώτες σειρές και ανεβάζοντας μέχρι και άτομο στη σκηνή, μετατρέποντας μία απλή συναυλία σε comedy show.

Μετά από αυτήν την πρώτη επαφή, που με ενθουσίασε, άρχισα να ανακαλύπτω περισσότερο τον Πάνο Βλάχο και κάπου εκεί συνειδητοποίησα ότι εκτός από εξαιρετικός show man στις συναυλίες του, είναι και εξίσου εξαιρετικός καλλιτέχνης, με δυνατούς στίχους και κοινωνικοπολιτικά μηνύματα πίσω από τις μελωδίες του – που δεν χρειάζονται πολύ ψάξιμο για να καταλάβεις τα αυτονόητα – αλλά και εξίσου πιασάρικα κομμάτια που μπορεί να μιλάνε για τον έρωτα, το τίποτα και ταυτόχρονα τα πάντα.

Ακολούθησα τον Πάνο Βλάχο σε άλλες δύο συναυλίες του το καλοκαίρι που ήρθε, περνώντας στη μία καλύτερα από την άλλη, τραγουδώντας πλέον τον κάθε στίχο και νιώθοντας την κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα του, οι οποίες τελικά είναι πολύ πιο σημαντικές από… το καλλίγραμμο κορμί του.