Από την πρώτη παράσταση του ΚΘΒΕ μέχρι την τελευταία του μέρα στο σανίδι- Ποιος ήταν ο Κώστας Ματσακάς
Η τεράστια προσφορά του στη Θεσσαλονίκη και στο θέατρο - Κομνηνού, Φωτοπούλου, Αναστασάκης, Τζολόπουλος, Τσακότα και Παλαμιώτης μοιράζονται αναμνήσεις τους
Ο Κώστας Ματσακάς έγραψε τη δική του ιστορία στο θέατρο της χώρας και ειδικά στην θεατρική Θεσσαλονίκη, υπηρετώντας την τέχνη που αγάπησε, από τις σκηνές του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος για τριάντα ολόκληρα χρόνια ερμηνεύοντας μεγάλους ρόλους σε σπουδαίες παραστάσεις που άφησαν ιστορία στην πόλη αλλά και σε όλη την ιστορία του θεάτρου στην Ελλάδα.
Ο σπουδαίος ηθοποιός «έφυγε» από τη ζωή την περασμένη Τρίτη σε ηλικία 95 ετών, αφήνοντας πίσω χιλιάδες αναμνήσεις και ιστορίες σε ανθρώπους του θεάτρου που συνεργάστηκαν μαζί του ή τον συναναστράφηκαν στα χρόνια που δούλευε ως ηθοποιός ή και αργότερα, όταν αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα και να κάνει συχνές βόλτες στο Κουκάκι, στα καφέ και στα βιβλιοπωλεία της πόλης, όπως θυμούνται πολλοί φίλοι του.
Ο Κώστας Ματσακάς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Οκτωβρίου του 1929. Τελείωσε τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, με δασκάλους του τον Σωκράτη Καραντινό, τον Νικόλαο Παρασκευά, τον Αλέξη Σολομό, τον Κωστή Μιχαηλίδη, τον Δημήτρη Ροντήρη, τον Θάνο Κωτσόπουλο και άλλες μεγάλες μορφές του θεάτρου. Όταν αποφοίτησε, έμεινε για λίγα χρόνια στο Εθνικό Θέατρο. Πρώτη καταγεγραμμένη παράσταση στα αρχεία του Εθνικού με εκείνον, είναι το 1958 στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού, στην παράσταση «Λεοκάντια» σε σκηνοθεσία και μετάφραση του Αλέξη Σολομού κάνοντας τον Α’ Υπηρέτη.
Ακολούθησαν συμμετοχές του στο Εθνικό μέχρι και το 1964, ενώ σύμφωνα με όσα είπε σε συνέντευξη του στην εφημερίδα για το θέατρο «Κουίντα» το 1997 στον Παύλο Δανελάτο, ο Ματσακάς συνέχισε στην Αττική Σκηνή με τον Καραντινό, μετά στο Προσκήνιο με τον Αλέξη Σολομό και μετά, ακολούθησε η απόφαση του να ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να δουλέψει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος που τότε μετρούσε μόλις λίγους μήνες ζωής. Πρώτη παράσταση που έκανε με το ΚΘΒΕ ήταν ο «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Σωκράτη Καραντινού (Υπήρξε μεταξύ των πρώτων 20 ηθοποιών που στελέχωσαν τον πρώτο θίασο του ΚΘΒΕ) και πρώτη παρουσίαση της στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, ενώ επαναλήφθηκε τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς στο Καυταντζόγλειο Στάδιο. Ακολούθησαν άλλες 88 παραστάσεις και συνολικά 30 χρόνια που συνεργάστηκε με τον μεγάλο θεατρικό φορέα της Θεσσαλονίκης, μεγαλώνοντας και διαμορφώνοντας ταυτόχρονα, εκείνος και το Κρατικό, την θεατρική παιδεία της πόλης. Σταθμός είναι η συγκλονιστική ερμηνεία του ως Λάκυ στο “Περιμένοντας τον Γκοντό” του Σάμουελ Μπέκετ σε σκηνοθεσία Μ. Βολονακη το 1965.
Η τελευταία του παράσταση στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ήταν το «Μία ευαίσθητη ισορροπία», όπου υποδύθηκε τον ρόλο του Χάρρυ. Στην ίδια παράσταση συμμετείχαν η Ανέζα Παπαδοπούλου, η Λένα Σαββίδου, η Λίνα Λαμπράκη, η Μιράντα ΟΙκονομίδου και άλλοι. Το έργο σημείωσε 48 παραστάσεις και διήρκησε από τις 15 Νοεμβρίου 1991 έως 05 Ιανουαρίου 1992. Ακολούθησε η συνεργασία του με το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, όπου το 1996 πρωταγωνιστούσε στην παράσταση «Το νησί των σκλάβων» του Μαριβώ, σε μετάφραση της Ζωής Σαμαρά και σκηνοθεσία του Νίκου Σακαλίδη ερμηνεύοντας τον Τριβελίνο και μετά η συνταξιοδότηση του. Κινηματογραφικά, η μοναδική συμμετοχή του, ήταν το 1999 στην ταινία «Κάθε Σάββατο» του Βασίλη Βαφέα.
Τα τελευταία χρόνια ζούσε μόνιμα στην Αθήνα και έκανε συχνά βόλτες στο Κουκάκι όπου συνομιλούσε με ανθρώπους και, παρά τα προβλήματα που είχε τα τελευταία χρόνια με την ακοή του, αντάλλασε απόψεις για την τέχνη, τα βιβλία που αγαπούσε πολύ και το θέατρο.
Από το απόγευμα της Τρίτης 7 Μαίου που έγινε γνωστός ο θάνατος του, δεκάδες αναρτήσεις πλημμύρισαν το διαδίκτυο, κυρίως από ανθρώπους που τον γνώρισαν, τον αγάπησαν και τον θαύμασαν για το ταλέντο και το πνεύμα του.
Μία από τις ηθοποιούς που συνεργάστηκε μαζί του για καιρό στη Θεσσαλονίκη, με τελευταία παράσταση που έκαναν μαζί, το «Η νύχτα της Ιγκουάνα» σε σκηνοθεσία του Ανδρέα Βουτσινά το 1991, ήταν η Λυδία Φωτοπούλου που έγραψε για την Parallaxi έναν μικρό «αποχαιρετισμό» για τον μεγάλο ηθοποιό:
Λυδία Φωτοπούλου
«Yπάρχουν κάποιοι – λίγοι – άνθρωποι που η ενέργεια και ποιότητα τους, είναι πέραν του κόσμου τούτου. Ένας από αυτούς, τους λίγους, ήταν ο Κώστας Ματσακάς. Περιβεβλημένος πάντα από ένα σύννεφο ωραιότητας και ποίησης! Είτε περπατούσε στην Παραλία της Θεσσαλονίκης ή στα δρομάκια στο Κουκάκι τα τελευταία χρόνια, είτε ήταν πάνω στη σκηνή, είτε ψώνιζε κρεμμυδάκια από τον μανάβη του, είτε βιβλία από τον βιβλιοπώλη του, είτε σου μιλούσε, είτε σιωπούσε δίπλα σου. Τον απασχολούσε πάντα και μόνο, ό, τι ήταν ανθρώπινο, βαθύ κι αληθινό. Με τα πουλοβεράκια του τυλιγμένα γύρω από τον λαιμό του, να τον προστατεύουν. Δεν χρειαζόταν άλλη προστασία, ήταν ο ίδιος η πιο δυνατή ασπίδα σε ό, τι ανήθικο ή βρώμικο περιβάλει τις ζωές μας. Καλό σου ταξίδι αγαπημένε μας»
Όμως και η Φιλαρέτη Κομνηνού, που έπαιξε μαζί του και σε εκείνη την τελευταία παράσταση του για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος «Η νύχτα της Ιγκουάνα», μιλάει στην Parallaxi για εκείνον:
Φιλαρέτη Κομνηνού
«Ήταν καλλιτέχνης ο Κώστας, δεν ήταν απλώς ένας καλός ηθοποιός. Όλη του η ζωή, ο τρόπος σκέψης του, ο τρόπος της ζωής του ήταν ενός ανθρώπου που είχε σχέση με την ποίηση και την τέχνη. Όσοι βρεθήκαμε δίπλα του, ήταν ευλογία. Ξέρετε, δεν είναι λόγια αυτά από εκείνα που συνήθως λέμε σαν επικήδειο, τον Κώστας δεν υπάρχει περίπτωση να τον γνώρισε κάποιος και να μην τον λάτρεψε. Υψηλού ήθους άνθρωπος ήταν. Θυμάμαι από εκείνον μία κουβέντα, όταν ήμουν πολύ μικρή ακόμα εγώ στο πρώτο έργο που έπαιξα, στο «Ημέρωμα της στρίγγλας» μαζί του και έλεγα πως είχα τρακ που μου είπε “λατρεύω τους ηθοποιούς που έχουν ανασφάλειες και αγωνίες” και έτσι νομίζω, μου έστειλε τότε ένα σήμα ότι η δουλειά μας και η σχέση με την τέχνη έχει πάντα από κάτω την αγωνία… Ο Κώστας έζησε όλη του τη ζωή με μία τρομακτική αίσθηση αξιοπρέπειας. Στο τελευταίο έργο που κάναμε μαζί, την «Νύχτα της Ιγκουάνα», ο Κώστας ήταν ο παππούς που προσπαθούσε να συνθέσει το ποίημα του σε όλο το έργο. Αυτόν τον ρόλο, νομίζεις ότι ο Τένεσσι Ουίλιαμς τον έγραψε για τον Κώστα Ματσακά! Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια δεν τον συνάντησα. Ήξερα ότι ήταν στο Κουκάκι και μια φορά έψαξα να τον βρω αλλά δεν τον βρήκα. Και ήθελα να τον συναντήσω και να κάνουμε μια βόλτα μαζί… Όμως ο Κώστας έφυγε, πλήρης ημερών»
Ο Γιάννης Αναστασάκης έτυχε να τον συναντήσει πολλές φορές, τόσο στα χρόνια του στη Θεσσαλονίκη, όσο και αργότερα όταν αποφάσισε να αποσυρθεί και να επιστρέψει στην Αθήνα. Μιλώντας στην Parallaxi ο γνωστός ηθοποιός και πρώην Καλλιτεχνικός Διευθυντής του ΚΘΒΕ, θυμάται:
Γιάννης Αναστασάκης
«Πρωτοσυναντήθηκα μαζί του σε ένα βιβλιοπωλείο στη Θεσσαλονίκη τα χρόνια που ήμουν μαθητής στη Σχολή. Μάλλον το 1987. Τότε μου χάρισε ένα βιβλίο του Φλωμπέρ και έτσι γνώρισα εγώ τον Φλωμπέρ τότε. Κατόπιν, από τη χαρά που είχα να τον παρακολουθώ σε παραστάσεις, τον συνάντησα ξανά στην Αθήνα. Στην αρχή σε ένα μεγάλο αφιέρωμα που είχε γίνει στα έργα του Μπεργκμαν και όποτε πήγαινα να δω μία ταινία, τον έβρισκα εκεί στο σινεμά. Τότε είχε φύγει πια από το Κρατικό και ήταν συνταξιούχος. Μετά, τον συναντούσα στο Κουκάκι που έμενε, συνήθως κοντά σε ένα βιβλιοπωλείο που έχει κλείσει πια. Κουβεντιάζαμε τότε για το Κρατικό, για το θέατρο, για βιβλία και τότε ήταν που μου χάρισε κι ένα βιβλίο του Προυστ για τον Μπέκετ και εγώ του δώρισα ένα βιβλίο με ποίηση της Σιμπόρσκα. Είχα δυο τρία χρόνια τώρα να τον συναντήσω, έμαθα ότι ήταν άρρωστος για ένα διάστημα. Ήταν ένα φωτεινό πνεύμα που μέχρι και πρόσφατα μιλούσε κανονικά για όλα. Ήταν ένας άνθρωπος δηλαδή που είχε το μυαλό του ενεργό και δραστήριο και ήταν αφιερωμένος στο θέατρο και στα γράμματα. Ήταν εξαιρετικά κομψός, εξαιρετικά ευγενής, ενημερωνόταν για όλα, όταν βρεθήκαμε μου έλεγε για τη δουλειά μου στο Κρατικό και μιλήσαμε για το «Περιμένοντας τον Γκοντό» που είχε παίξει ο ίδιος το Λάκυ το 1965 στο ΚΘΒΕ».
Στέλιος Τζολόπουλος (Προϊστάμενος Τμήματος Σκηνών κι Εργαστηρίων ΚΘΒΕ)
«Ήταν ένας πάρα πολύ ευγενικός άνθρωπος ο Κώστας Ματσακάς και ο χώρος δεν φημίζεται για την ευγένεια του. Δούλεψα μαζί του σε δυο τρία έργα. Ήταν ένας πρόσχαρος άνθρωπος που μιλούσε με όλους. Από τον Κώστα δεν συναντήσαμε «βεντετισμούς». Εγώ τον πέτυχα από το 1987 μέχρι περίπου το 1990. Ήταν σίγουρα ένας πολύ καλός ηθοποιός, αλλά αυτό που αξίζει να πούμε είναι πως ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος ο Κώστας…»
Γιάννης Παλαμιώτης (Συγγραφέας, ηθοποιός, ραδιοφωνικός παραγωγός και για χρόνια, Οδηγός σκηνής του ΚΘΒΕ)
«Εγώ δεν συνεργάστηκα ποτέ με τον Ματσακά στο θέατρο, ως οδηγός σκηνής που ήμουν όλα αυτά τα χρόνια στο Κρατικό. Πριν από ενάμιση χρόνο περίπου, προσπάθησα να τον βρω στην Αθήνα, όταν ένας φίλος του μου έδειξε φωτογραφίες του πρόσφατες τότε. Ο Ματσακάς περνούσε από ένα πολύ μικρό μοντέρνο καφέ στο Κουκάκι και όπως μου είχαν πει, σύχναζε στη λαϊκή της περιοχής. Πήγα μια φορά, δεν τον πέτυχα και πήγα στο σπίτι του. Έφτασα από κάτω, χτύπησα κουδούνι αλλά ξέροντας ότι δεν ακούει, δεν επέμενα πολύ και δεν ήθελα να ανέβω έτσι πραξικοπηματικά στο διαμέρισμα του πάνω. Μάλιστα θυμάμαι πως στο μπαλκονάκι του, είχε και ένα γλαστράκι που είχε αγοράσει από την λαϊκή. Όταν ήταν ακόμα Θεσσαλονίκη, τον έβλεπα που και που. Τον πήρα και κάποιες φορές στο ραδιόφωνο, και έκανε τον πρώτο και υπέροχο Καβάφη. Θυμάμαι μάλιστα να μου χαρίζει και βιβλία, κάτι που συνήθιζε να κάνει σε όλους. Ήταν όμως και άνθρωπος με τσαμπουκά ο Ματσακάς. Δεν ήταν πάντα μειλίχιος όπως νομίζει ο κόσμος. Χθες ένας φίλος του μου έλεγε για εκείνον, πως πριν από χρόνια, περνούσε κάτω από μία πολυκατοικία εδώ στη Θεσσαλονίκη και ήταν τρεις φοιτητές στο μπαλκόνι στον πρώτο όροφο και τον πείραξαν γιατί φορούσε φουλάρια και άλλα τέτοια. Εκείνος, αντί βεβαίως να κάνει πίσω, ανέβηκε πάνω στον όροφο, τους βρήκε, έπιασε κουβέντα μαζί τους και τους καταγοήτευσε. Ήταν ένας εξαιρετικός ομιλητής, είχε εξαιρετική χροιά στη φωνή του αλλά και εξαιρετικούς τρόπους και φυσικά, γοήτευε και με τις γνώσεις του».
Δάφνη Τσακότα (Ενδυματολόγος)
Για μένα ο Ματσακας είναι σαν τις ζωγραφιές του Φασιανού, πάντα με ένα φουλάρι που άλλοτε ανεμίζει και άλλοτε σφιχτά αγκαλιάζει τον λαιμό του. Με τον Ματσακά, τον τζεντλεμαν του Ελληνικού θεάτρου, γνωριστήκαμε πριν από πολλά χρόνια όταν ανεβήκαμε στο Θέατρο Δάσους μαζί με την Καίτη την Πρωτοπαπαδακη για να παρακολουθήσουμε μια παράσταση Αρχαίας τραγωδίας. Δεν θυμάμαι ποια ήτανε, έτσι και αλλιώς παράσταση στο δάσος δεν χάναμε είτε ήτανε του ΚΘΒΕ ή ερχόταν από Αθήνα. Σε αυτη την παράσταση που δυστυχώς δεν μπορώ να θυμηθώ ποια ήταν, έπαιζε και ο Κώστας Ματσακάς και η Σμαρούλα η Γαϊτανίδου. Μετά την παράσταση πήγαμε στα καμαρίνια και εκεί η Ελένη μας σύστησε κι έτσι έγινε η γνωριμία.
Εφτά Χρονια στο Κουκάκι, κάθε Παρασκευή λαϊκή και μετά ραντεβού στο καφενεδάκι μας, πάντα να θυμόμαστε τα χρόνια στην Θεσσαλονίκη και πάντα να μιλάει με τόση αγάπη για τα χρόνια που έζησε επάνω στο ΚΘΒΕ. Μεγάλη αγάπη στους τεχνικούς, πάντα με ρωτούσε για όλους και όταν κάποιες φορές του μετέφερα μια απώλεια πάντα στενοχωριόταν πολύ. Μου λείπει η καλοσύνη του, η ευγένεια του και η αγάπη του.
Πολλές φορές προσπάθησα να τον πείσω να ανέβουμε μαζί Θεσσαλονίκη, πρώτον για να δει όλους αυτούς που αγαπάει αλλά και για το θέμα της ακοής, να πάμε σε γιατρό που είναι κορυφή, αλλά δεν ήθελε…»
Η νεκρώσιμος ακολουθία κι ακολούθως η ταφή του Κώστα Ματσακά θά γίνει την Παρασκευή 10 Μαίου 2024 και ωρα 12.00 στην εκκλησία του κοιμητηρίου Νέας Σμύρνης.