Γι' αυτό δεν πάμε να δουλέψουμε φέτος σεζόν
«Καλύτερα part time στην πόλη, παρά 10 ώρες κάτω απ' τον ήλιο με μισθούς... ψίχουλα» - Νέοι και νέες μιλούν για τις εμπειρίες τους
Σε μεγάλο θέμα ενόψει του καλοκαιριού έχει αναδειχτεί η απροθυμία πολλών νέων σε ηλικία ατόμων να εργαστούν τη φετινή χρονιά στον τουρισμό και την εστίαση στη Χαλκιδική, αλλά και σε μεγάλα νησιά της χώρας.
Οι δεύτερες σκέψεις που έβαλε το «πάγωμα» του τουρισμού την περασμένη διετία εξαιτίας της πανδημίας, αλλά κυρίως οι συνθήκες με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι οι εποχικοί εργαζόμενοι, είναι αυτές που έχουν προκαλέσει ένα μεγάλο κύμα φυγής.
Αναίρεση των συμφωνηθέντων ως προς το οικονομικό κομμάτι, κάκιστες συνθήκες διαβίωσης, εξαντλητικά ωράρια, είναι μερικοί από τους λόγους που δημιουργούν χιλιάδες κενά ενόψει της «καρδιάς» της φετινής τουριστικής σεζόν.
Μπορεί κάποιοι να θέλουν να περάσουν ένα κλίμα περί τεμπέληδων νέων που ξαφνικά σήκωσαν κεφάλι και ενώ υπάρχουν θέσεις εργασίας, δεν πηγαίνουν να δουλέψουν, όμως μιλώντας με νέες και νέους που τα τελευταία χρονιά δούλευαν σταθερά «σεζόν» καταλαβαίνουμε ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτή που κάποιοι θέλουν για τους δικούς τους λόγους να παρουσιάσουν.
«Άγνωστη η λέξη ρεπό»
Η Αναστασία τα τελευταία καλοκαίρια δούλευε σταθερά τους καλοκαιρινούς μήνες σε beach bar της Χαλκιδικής.
Όμως φέτος αποφάσισε να μην επιστρέψει στο συγκεκριμένο πόστο, αλλά να συνεχίσει να εργάζεται ως σερβιτόρα σε καφέ της Θεσσαλονίκης.
Ποιοι είναι οι λόγοι που την οδήγησαν στη συγκεκριμένη απόφαση; Η ίδια εξηγεί:
«Οι ώρες που δουλεύεις δεν συμβαδίζουν σε καμία περίπτωση με αυτές που έχεις συμφωνήσει με τον εργοδότη. Επίσης, όσοι δουλεύουν σεζόν ξέρουν ότι η λέξη ρεπό είναι μια λέξη άγνωστη.
Εάν φύγεις για σεζόν δεν ξέρεις όταν επιστρέψεις πίσω στην πόλη το φθινόπωρο αν θα καταφέρεις να βρεις και πάλι δουλειά στο χώρο της εστίασης. Είναι περιορισμένες οι θέσεις.
Πώς να αποφασίσεις να πας ξανά σεζόν όταν αναγκάζεσαι να μείνεις έως και με 4 άτομα σε έναν μικρό χώρο;
Τέλος, πέρα από την σωματική, η ψυχική κούραση είναι πάρα πολύ μεγάλη».
«Καλύτερα part time στην πόλη, παρά 15 ώρες στον ήλιο»
Στους λόγους που την οδήγησαν να απέχει φέτος από την αναζήτηση ενός εργασιακού πόστου σε τουριστικό μέρος αναφέρεται και η Βάσω, σημειώνοντας:
«Υπάρχει εκμετάλλευση. Το να πάει κάποιος να δουλέψει για 12-15 ώρες για 900 ή 1000 ευρώ μέσα στη ζέστη, χωρίς ρεπό, να πηγαίνεις πέρα δώθε μεταξύ καταστήματος και παραλίας, να σκουπίζεις, να καθαρίζεις τις ξαπλώστρες. Δεν είναι άξιος ο μισθός για όλα αυτά, χωρίς ένσημα.
Φτάνεις σε σημείο να δεις εάν μπορείς να βολευτείς με επιδόματα ή να βρεις κάποια άλλη δουλειά στην πόλη σου έστω και part time για να πάρεις τουλάχιστον και το ένσημο.
Υπήρξε επίσης και η καραντίνα, πολλά ξενοδοχεία δεν άνοιξαν, άρα δεν πήγαμε. Βρήκα άλλη δουλειά και προτιμώ να μείνω σε αυτήν που μοιάζει πιο σταθερή».
«Ζούσα σε φούσκα»
Ο Γιώργος, 26 ετών, τα τελευταία χρόνια λίγο πριν το Πάσχα είχε συνηθίσει να ετοιμάζει τις βαλίτσες του προκειμένου να αναχωρήσει για μεγάλα ελληνικά νησιά πριν επιστρέψει και πάλι στη βάση του το φθινόπωρο.
Φέτος, πήρε τη μεγάλη απόφαση να μείνει στην πόλη του και να εστιάσει στις σπουδές του, καλύπτοντας το χρόνο που έχασε.
«Προσγειώθηκα… απότομα πέρσι το καλοκαίρι. Έβλεπα τους φίλους μου να εκμεταλλεύονται την πανδημία και να περνάνε το ένα μάθημα μετά το άλλο στις σχολές τους και να παίρνουν πτυχίο, ενώ εγώ το έβαζα μονίμως σε δεύτερη μοίρα καθώς επέλεγα να εργάζομαι για μήνες σε ξενοδοχεία μεγάλων νησιών.
Στη δική μου περίπτωση το θέμα είναι κυρίως ψυχολογικό. Τα χρήματα που κατάφερα να κερδίζω ήταν καλά. Σε τέτοιο σημείο που να μη χρειαστεί να αναζητήσω κάποια εργασία το χειμώνα που επέστρεφα στην πόλη. Κοινώς για πολλά χρόνια “έτρωγα από τα έτοιμα”. Η κούραση υπήρχε, αλλά δεν με επηρέαζε. Αλλά ψυχολογικά δεν μπορούσα να σηκώσω το ίδιο φορτίο και φέτος. Ζούσα σε μια φούσκα. Θα προσπαθήσω να τελειώσω μέσα στην επόμενη χρονιά τις σπουδές μου και να διεκδικήσω μια θέση εργασίας πάνω στον κλάδο αυτό».
«Με το… μαχαίρι στο λαιμό»
Τις δικές του εμπειρίες γύρω μεταφέρει ο Ιάκωβος ο οποίος πέρσι αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του ως σερβιτόρος σε καλοκαιρινό προορισμό.
«Δεν πήγαν τα πράγματα όπως θα περίμενα ή όπως είχα φανταστεί. Πίστευα ότι θα ήταν μια ευκαιρία να μπω στο συγκεκριμένο κλάδο καθώς αρκετοί επέλεξαν λόγω πανδημίας να μην πάνε στα πόστα τους πέρσι. Είχα ακούσει από γνωστούς ότι παλιότερα είχαν καταφέρει να βγάλουν πολλά χρήματα κατά την καλοκαιρινή σεζόν σε τέτοιο βαθμό που να μην χρειάζονται να δουλέψουν όλη την υπόλοιπη χρονιά.
Πόσο άσχημα θα είναι, σκέφτηκα, να δουλέψω φουλ επί τέσσερις μήνες και να κάτσω τους υπόλοιπους οχτώ;
Τελικά, ήταν κακή ιδέα. Καμία σύμβαση, μισθοί ποτέ στην ώρα τους. Απάνθρωπα ωράρια. Το μόνο θετικό που κρατάω ήταν τα tips που έπαιρνα από τους πελάτες, γιατί παρά τα όσα περνούσα εγώ φρόντιζα να τους εξυπηρετώ όλους στην εντέλεια και με χαμόγελο. Δε συζητώ και για τη διαφορά συμπεριφοράς μεταξύ Ελλήνων και ξένων τουριστών. Οι μεν σε έφταναν στα όρια σου, οι δε είχαν άψογη συμπεριφορά. Ήθελα να φύγω στα μέσα της σεζόν αλλά ένιωθα να δουλεύω με το μαχαίρι στο λαιμό και φοβόμουν μη χάσω και τα λεφτά που είχα δουλέψει».
«Άδικα στοχοποιείται ο κλάδος της Ξενοδοχίας για τις συνθήκες εργασίας»
Σε πρόσφατες δηλώσεις τους στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η πρόεδρος του ΙΤΕΠ Κωνσταντίνα Σβήνου και η η αντιπρόεδρος του ΞΕΕ Χριστίνα Τετράδη, αναφέρθηκαν στο θέμα.
«Οι κακές συνθήκες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας δεν αφορούν τα ξενοδοχεία, αλλά άλλες τουριστικές επιχειρήσεις» σημείωσε η κυρία Τετράδη.
«Στα ξενοδοχεία εφαρμόζονται συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που στην πράξη οι ξενοδόχοι δίνουν περισσότερα από όσα αυτές ορίζουν. Παράλληλα οι συνθήκες διαμονής είναι αξιοπρεπέστατες για τους εργαζόμενους, αφού παραχωρείται ένα δωμάτιο για δυο άτομα και σε καμία περίπτωση δεν υπάρχουν συνθήκες που προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια κλπ», αναφέρει η κα Σβήνου.