Η γενιά που κάποτε έχτιζε σπίτια κατέληξε να ψάχνει συγκάτοικο
Με αφορμή την ομάδα στο facebook «Κοινότητες συγκατοίκησης ηλικιωμένων και μη- φτιάχνω το μέλλον μου» διερευνάται το πρόβλημα στέγασης που αντιμετωπίζουν οι συνταξιούχοι ηλικιωμένοι.
«Στο τέλος του μήνα δεν έχω να δώσω ούτε χαρτζιλίκι στο εγγόνι μου, όταν τα πάγια έξοδα του σπιτιού είναι στα 600 με 700 ευρώ κι η σύνταξή μου στα 1.100 με 1.200». Με αυτή τη φράση κλείσαμε την συζήτηση με τον κύριο Αριστοτέλη Κάντα, Πρόεδρο του Πανελλήνιου Συλλόγου Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης. Αφορμή γι’ αυτή την κουβέντα ήταν η δημιουργία ομάδων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, μέσα από τις οποίες, συμπολίτες μας, άτομα της τρίτης ηλικίας αναζητούν συγκάτοικο. «Πόσο κοστίζουν τα ενοίκια; Πόσο θα μας κόστιζαν αν μέναμε 4-5 άτομα σε ένα διαμέρισμα», αναρωτιέται η Μαλάμω Στεργίου, ιδρύτρια της ομάδας στο Facebook: «Κοινότητες συγκατοίκησης ηλικιωμένων και μη- φτιάχνω το μέλλον μου».
Η ίδια, σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ παρουσίασε τα πολλαπλά οφέλη της συγκατοίκησης και στο κομμάτι της ψυχολογίας. Ωστόσο, έχει σημασία ότι ο οικονομικός βραχνάς της κατοικίας ( ήδη δυσβάσταχτος για τη λεγόμενη «Gen Z» και τους «Millennials», καθώς, σύμφωνα με την Eurostat: Το 71,9% των Ελλήνων ηλικίας 18- 34 ετών ζουν ακόμα στο παιδικό τους δωμάτιο) πλέον ακουμπά και τη γενιά εκείνη που «έχτισε την Ελλάδα». Τους ανθρώπους, δηλαδή που μπορούσαν να αποταμιεύσουν και να βάλουν ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι τους.
Εφτά νομά, σε ένα δωμά
Τι φταίει, ρωτώ σήμερα τον κύριο Κάντα. «Η δραματική μείωση των μνημονιακών περικοπών από το 2010- 2016», απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη και εξηγεί. «Εγώ βγήκα σε σύνταξη το 2009, με 2.800 ευρώ και π.χ. πήρα ένα δάνειο να φτιάξω ένα σπίτι για το παιδί μου ή να φτιάξω το εξοχικό μου. Εκείνη την εποχή, οι τράπεζες με καλοδέχτηκαν. Σου λέει ‘’ 2.800 σύνταξη….’’ Σήμερα όμως, όταν πλέον η σύνταξή μου είναι στα 1.100- 1.200, προτιμώ να έχω να φάω. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο να ζούμε όπως οι φοιτητές παλαιότερων εποχών στην Ελλάδα. Πέντε άτομα σε μια γκαρσονιέρα για να τα βγάλουμε πέρα. Πρόκειται για δραματικές και αδιέξοδες καταστάσεις».
Σύμφωνα με αυτά:
- Τον Ιανουάριο του 2024, η κύρια σύνταξη στη χώρα ανερχόταν στα 817,30 ευρώ, αυξημένη κατά 22,25 ευρώ σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2023.
- Όμως, όπως δείχνουν τα στατιστικά δεδομένα στο σύνολό τους, η συντριπτική πλειονότητα των κύριων συντάξεων (60,59%) έχει μηνιαίες απολαβές κάτω από τα 1.000 ευρώ, παράγοντας που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την ήδη δύσκολη κατάσταση, μετά από 14 χρόνια οικονομικής κρίσης.
- Μάλιστα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι από αυτές τις κύριες συντάξεις, οι 320.563 είναι κάτω των 500 ευρώ τον μήνα, με λίγα λόγια πιο κάτω από το όριο της φτώχειας.
«Αφού μας λένε ότι η οικονομία καλπάζει, γιατί δεν επαναφέρουν τη σύνταξή μου εκεί που ήταν πριν;», λέει ο κύριος Κάντας στο News24/7. «Η κυβέρνηση πρέπει να σκύψει πάνω από το πρόβλημα. Οι συνταξιούχοι έχουμε χάσει 120 δισ. από το 2010-2016 από περικοπές και σφαγιασμό των αποθεματικών των ταμείων μας. 40 χρόνια δουλέψαμε, δώσαμε τα λεφτά μας στο κράτος και μας τα έφαγαν. Σήμερα, όταν πρόκειται για τράπεζες, για διυλιστήρια και για μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, η κυβέρνηση μια χαρά δίνει. Όταν όμως εμείς ζητάμε κάποια βοήθεια, τότε το αίτημά μας εκλαμβάνεται ως προπομπός ενός νέου δημοσιονομικού εκτροχιασμού και απορρίπτεται».
Η στατιστική…
Στη μεγάλη εικόνα, όπως αυτή αναδείχθηκε μέσα από την έρευνα του Ινστιτούτου «Eteron», μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί ότι η ενοικίαση ενός ακινήτου σε πολλές περιπτώσεις είναι συνυφασμένη με την οικονομική ευαλωτότητα.
Σύμφωνα με την έκθεση του Ινστιτούτου, η οποία τιτλοφορείται «Στέγαση 3600»:
- Το 79,2% των ενοικιαστών/τριών επιβαρύνεται υπερβολικά από τις στεγαστικές δαπάνες, έναντι του 21,15% των ιδιοκατοίκων,
- Ο ενοικιαζόμενος τομέας συγκεντρώνει μεγάλα ποσοστά επισφάλειας, καθώς στεγάζει μεγάλο μέρος ευάλωτων και οικονομικά αδύναμων ομάδων του πληθυσμού (σε κίνδυνο φτώχειας βρίσκεται το 18,5% των νοικοκυριών που μένει σε ενοίκιο, έναντι 17,4% σε ιδιόκτητη κατοικία).
Σε παρόμοια συμπεράσματα έχει καταλήξει και έρευνα της Kομισιόν για το κόστος κατοικίας στην Ελλάδα όπου σύμφωνα με αυτήν, το 2023 η χώρα μας ήταν μακράν η πρώτη στον κατάλογο των 27 της Ευρωπαϊκής Ένωσης με κατοίκους που δίνουν τουλάχιστον το 40% του εισοδήματος για ενοίκιο, με το σχετικό ποσοστό να ακουμπά στο ιλιγγιώδες 74,6%, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση την ίδια περίοδο μετά βίας υπερέβαινε το 21%.
Ένα χρόνο μετά η κατάσταση φαίνεται να έχει παγιωθεί, καθώς την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η Eurostat δημοσίευε νέα στοιχεία βάσει των οποίων οι Έλληνες βρίσκονταν στην προτελευταία θέση της κατάταξης που αφορά την αγοραστική τους δύναμη για το 2023.
Ακόμη, σε έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ αναφέρεται ότι-μεταξύ άλλων- το 60,6% των νοικοκυριών δηλώνει πως το εισόδημά του δεν επαρκεί και περιορίζει τις δαπάνες του, 7 στα 10 νοικοκυριά επηρεάζονται σημαντικά από τις αυξήσεις στα τρόφιμα, ενώ στο σύνολο των νοικοκυριών το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 μέρες.
…Tης ντροπής
Τα τελευταία στοιχεία, αποτέλεσαν το πρώτο σχόλιο του κυρίου Θεμιστοκλή Μπάκα, Πρoέδρου του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E- Real Estates κατά τη συζήτηση που κάναμε στα πλαίσια του ρεπορτάζ. Όπως λέει ο ίδιος στο NEWS 24/7: «Ειδικά οι συνταξιούχοι δεν μιλάνε, δεν λένε τι συμβαίνει, γιατί ντρέπονται». Τον ρωτώ πώς κατά τη γνώμη του και με βάση την εμπειρία του δημιουργήθηκε αυτή η κατάσταση, με ανθρώπους που δούλευαν για δεκαετίες, καταβάλλοντας κανονικά τις εισφορές τους, κάνοντας αποταμίευση· σήμερα να αναζητούν συγκάτοικο μέσω σελίδων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ή άλλων πλατφορμών για να μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα. «Η ακρίβεια, η ραγδαία αύξηση του κόστους ζωής και τα παγιωμένα εισοδήματα αποτελούν τους κύριους λόγους», απαντά ο κύριος Μπάκας. Ο ίδιος μού θυμίζει ότι στην Ελλάδα καταγράφεται «το πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα στην Ευρώπη, την ίδια στιγμή που οι πολίτες δαπανούν έως και το 20% του εισοδήματός τους σε βασικά είδη διατροφής, με τον αντίστοιχο αριθμό στην Ευρώπη να μην ξεπερνά το 10%».
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν πολλά περιθώρια επιλογών. Όπως προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ από το Πανελλαδικό Κτηματομεσιτικό Δίκτυο, αναφορικά με την δραματική μεταβολή των μισθωμάτων, έπειτα από την σημαντική υποχώρηση των τιμών την περίοδο 2012- 2017 (κατά 25%), οι τιμές άρχισαν να ανεβαίνουν ετησίως από το 2018 κατά 8,4%, 10% το 2019, 5,8%-6,7% το 2020, ενώ η πρόβλεψη για το 2021 ήταν κοντά στο 7%.
Παλιά σπίτια, στενές τσέπες
Έτσι, φτάσαμε στο 2023 που «έκλεισε» με νέα μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του 6-10% στα μισθώματα. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι παράλληλα με την εκτίναξη των τιμών σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, ήταν αδύνατον οι συνταξιούχοι, οι οποίοι είχαν μηνιαίες απολαβές που δεν ξεπερνούσαν τα 500€, όταν αναζητούσαν ένα ακίνητο 30- 40 τ.μ, μια μικρή γκαρσονιέρα δηλαδή, να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, αφού βρίσκονταν αντιμέτωποι με μισθώματα ύψους 400 ακόμα και 450€. Όμως, όπως υπογραμμίζει ο κύριος Μπάκας, ακόμη και αν μιλάμε για συνταξιούχους με σύνταξη που κυμαίνεται από 700 έως 800€ τον μήνα, τα πράγματα δεν είναι πιο εύκολα όταν πρέπει να δαπανήσουν περίπου το 50 έως 60% του εισοδήματός τους μόνο για το κόστος ενοικίασης και τους λοιπούς λογαριασμούς.
Στο σημείο αυτό, ας ληφθεί υπόψη ότι άλλη έρευνα της ίδιας εταιρείας εκτιμά ότι περίπου τα ⅔ των κατοικιών που βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας έχουν μίσθωμα πάνω από 600 ευρώ, ενώ σχεδόν στην πλειοψηφία τους, τα οικονομικότερα ακίνητα έχουν κατασκευαστεί έως το 1980.
Τι κάνουμε όταν μας πετούν έξω από τα σπίτια μας;
Πειράζοντας ελαφρώς τον τίτλο του τελευταίου επεισοδίου της σειράς podcast του News 24/7 ερχόμαστε στο ερώτημα που αβίαστα προκύπτει τόσο από την καταγραφή των στοιχείων όσο και από τις συζητήσεις που κάναμε με ανθρώπους του πεδίου: Πώς αλλάζει αυτή η κατάσταση; Πώς η αξιοπρεπής στέγη θα γίνει αυτονόητο δικαίωμα για κάθε πολίτη κι όχι κερδοσκοπικό επενδυτικό προϊόν; Τι κάνουν οι άλλοι καλύτερα κι εμείς όχι;
Είναι ξεκάθαρο ότι για να δοθεί απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα πρέπει πρώτα απ΄ όλα να αναδειχθεί το φανερό έλλειμμα οργανωμένης στεγαστικής πολιτικής από την πλευρά της πολιτείας. Όπως εξηγούσε στο «Explainer» και τον Σταύρο Διοσκουρίδη, ο κύριος Βασίλης Δελής από την διαδικτυακή ομάδα «Ξεσπιτόγατος»: «Στην Ελλάδα, σ’ αντίθεση με το εξωτερικό, δεν υπάρχει οργανωμένη στεγαστική πολιτική από την πολιτεία– και δεν μιλάμε για ενέσεις τύπου δάνεια, καθώς αυτό είναι ένα υποπρόγραμμα μιας ολόκληρης πολιτικής», αλλά για οργανωμένη πολιτική. Προχωρώντας τη σκέψη του, ο κύριος Δελής εξήγησε ότι στο εξωτερικό υπάρχουν υπουργεία Στέγασης ενώ και οι δήμοι έχουν αναλάβει συγκεκριμένες αρμοδιότητες.
Ταυτόχρονα, έβαλε στην κουβέντα και τον λαϊκό παράγοντα.
Σε μια εποχή όπου το θατσερικό «ΤΙΝΑ» επιβάλλεται ως κοινωνική αυταξία, ο κύριος Δελής αντιτείνει τα αντίστοιχα παραδείγματα από το εξωτερικό όπου υπάρχουν δυναμικές οργανώσεις ενοικιαστών «που διαπραγματεύονται, διεκδικούν». Δυστυχώς όμως «δεν υπάρχει η αντίστοιχη κουλτούρα στην Ελλάδα», διαπιστώνει, καθώς μέχρι πολύ πρόσφατα «ήμασταν μια χώρα με υψηλή ιδιοκατοίκηση».
Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει. Το δείχνουν άλλωστε τα στοιχεία: Το 2005, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στη χώρα έφτανε το 84,6%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ενοικίασης το 15,4 %. 17 χρόνια μετά το ποσοστό ιδιοκατοίκησης είχε πέσει στο 72,8%, με αυτό της ενοικίασης να ανέρχεται πλέον σε 27,2%, σύμφωνα με τον κύριο Μπάκα.
Οπότε τι κάνουμε στη νέα αυτή συνθήκη; Ο λόγος και πάλι στον κύριο Δελή: «Το παν, επειδή πρόκειται για ένα κοινωνικό πεδίο, είναι η οργάνωση και η διεκδίκηση».
Πηγή: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΛΑΛΗΣ / news247