Οι εργαζόμενοι δίνουν μεγάλη μάχη με την long covid

Τι γίνεται όμως όταν τα χρήματα τελειώνουν και τα συμπτώματα δεν υποχωρούν;

Parallaxi
οι-εργαζόμενοι-δίνουν-μεγάλη-μάχη-με-τ-902217
Parallaxi

Ήταν Μάρτιος του 2020 όταν ο Brandon βρισκόταν στη δουλειά του στη Νέα Υόρκη και άρχισε να μην αισθάνεται καλά. Ο 38χρονος μοντέρ θυμάται πως αισθανόταν κουρασμένος, εξαντλημένος και σαν είχε πυρετό, λες και είχε μία γρίπη. Στη συνέχεια, το επόμενο βράδυ, η αδυναμία να αναπνεύσει έγινε τόσο μεγάλη που σκέφτηκε ότι θα έπρεπε να πάει στο νοσοκομείο.

«Κάθισα στο πάτωμα του μπάνιου μου και αναρωτιόμουν αν θα τα κατάφερνα» λέει ο Brandon.

Ευτυχώς τα κατάφερε. Όμως αυτό που έμαθε σύντομα ο Brandon ήταν ότι όλα αυτά ήταν συμπτώματα της Covid-19 δηλαδή κόπωση, αϋπνία, ταχυπαλμία, πονοκέφαλοι και πόνοι στο στήθος.

«Υπήρχε αυτό το άρρωστο, τοξικό συναίσθημα στο σώμα μου που απλά δεν έφευγε», λέει. 

Ο Brandon είχε στην πραγματικότητα αυτό που σήμερα αποκαλούμαι long covid, ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα εκατοντάδες πιθανά συμπτώματα που μπορεί να παραμείνουν σε κάποιον για εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια από την αρχική μόλυνση.

Ο Brandon επέστρεψε στη δουλειά με μερική απασχόληση τον Ιούνιο του 2020 μετά από δύο μήνες άδειας μετ’ αποδοχών, παλεύοντας με τα συμπτώματά του. Δύσκολα μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει τα email από το αφεντικό του και οι δουλειές που κάποτε έμοιαζαν παιχνιδάκι έγιναν σχεδόν ανυπέρβλητες. Τελικά τα παράτησε τον Δεκέμβριο του 2021. Η δουλειά για εκείνον είχε γίνει «υψηλό άγχος» και πιεζόταν να δουλεύει όλο και περισσότερο. Επιπλέον ένιωθε πως όλη αυτή η πίεση επιδείνωνε τα συμπτώματα.

Η ζωή μετά τον κορονοϊό επιστρέφει στο φυσιολογικό για πολλούς ανθρώπους αμέσως μόλις αναρρώσουν. Όμως για το 20% ίσων έχουν μολυνθεί από τον ιό, τα συμπτώματα εξακολουθούν να υπάρχουν από 5 έως 12 εβδομάδες – και για το 10% ακόμη περισσότερο καιρό – σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη του Chartered Institute of Personnel and Development (CIPD).

Έχουν περάσει πάνω από 2 χρόνια από τότε που ο Brandon προσβλήθηκε για πρώτη φορά από τον ιό και είναι ένας από τους εκατομμύρια εργαζομένους σε όλο τον κόσμο που θεωρείται ότι έχουν από long Covid. Αν και έχουν γίνει γνωστά λίγα πράγματα για τους πάσχοντες η ασθένεια προκαλεί μυριάδες επιπλοκές.

Η long covid δεν δοκιμάζει απλώς το ιατρικό σύστημα. Στον εργασιακό χώρο, πολλοί υπάλληλοι όπως ο Brandon αναγκάστηκαν να ξεπεράσουν τα συμπτώματα τους, να μειώσουν τις ευθύνες τους ή να εγκαταλείψουν εντελώς τις δουλειές τους. Βέβαια και οι εργοδότες – αυτοί που πρέπει να εξισορροπήσουν τους στόχους παραγωγικότητας με την αργή και πολλές φορές μη γραμμική πορεία του εργαζόμενοι – δεν είναι καλά προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουν αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση.

Ο όρος «Long Covid» – που χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τους πάσχοντες την άνοιξη του 2020 για να περιγράψει την έλλειψη ανάρρωσής τους – ανατρέπει τις καριέρες σε όλο τον κόσμο.

Υπολογίζεται ότι 31 εκατομμύρια Αμερικανοί μπορεί να είχαν long Covid κάποια στιγμή τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση από το Brookings και 1,1 εκατομμύριο ήταν πιθανότατα άνεργοι εξαιτίας αυτού. 

Στο Ηνωμένο Βασίλειο – όπου εκτιμάται ότι 1,8 εκατομμύρια άνθρωποι εμφάνιζαν ενεργά συμπτώματα long Covid από τον Απρίλιο του 2022 – το Γραφείο Εθνικής Στατιστικής διαπίστωσε ότι η ασθένεια είναι πιο διαδεδομένη στις γυναίκες, στους ανθρώπους που εργάζονται στην κοινωνική και υγειονομική περίθαλψη, στους δασκάλους και σε άτομα ηλικίας 30 και 40 ετών.

Ο Brandon ένιωθε σαν να βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του όταν ο κορονοϊός εμπόδισε για μεγάλο χρονικό διάστημα κάθε πιθανότητα ανέλιξης. Αφού πέρασε μια δεκαετία δουλεύοντας σε μια δημιουργική βιομηχανία στην οποία λέει ότι είναι «δύσκολο να μπεις», τελικά είχε την ευκαιρία να επεξεργαστεί μια ταινία μεγάλου μήκους δίπλα στον σκηνοθέτη πέρυσι. Ωστόσο λόγω των συμπτωμάτων που είχε και δεν υποχωρούσαν σε καμία περίπτωση, δεν μπορούσε να συνεισφέρει όσο ήλπιζε.

Και ενώ ορισμένοι εργαζόμενοι συνεχίζουν κανονικά τη δουλειά τους, μερικοί άλλοι έρχονται αντιμέτωποι με σοβαρές καθυστερήσεις. Η Cathy χρειάστηκε να σταματήσει να εργάζεται για 14 μήνες και να αφήσει το μεταπτυχιακό στη μέση, αφού προσβλήθηκε από την Covid-19 τον Μάρτιο του 2020. Η 40χρονη αυτοαπασχολούμενη σύμβουλος μάρκετινγκ από το Stockport, UK, υπέφερε από πόνο στην καρδιά, κόπωση, δύσπνοια, πονοκεφάλους, σύγχυση και ζάλη. 

«Δεν μπορούσα να περπατήσω ούτε 50 μέτρα στον κήπο μου», λέει, πόσο μάλλον να κοιτάζω «στην οθόνη για περισσότερα από πέντε λεπτά τη φορά».

Ωστόσο, ορισμένοι εργαζόμενοι πρέπει να ξεπεράσουν τα συμπτώματα τους για να συνεχίσουν να κερδίζουν χρήματα. Βέβαια αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο.

Η Kanoa, μια νοσοκόμα 33 ετών από την Καλιφόρνια, προσβλήθηκε από Covid τον Ιανουάριο του 2022. Πήρε μερικές εβδομάδες άδεια από τη δουλειά για να αναρρώσει από την οξεία λοίμωξη, αλλά δεν είχε επιδόματα αμειβόμενης άδειας. Παρά τον χαμό στο μυαλό της, την εξάντληση, τους πόνους στο σώμα, τις παραισθήσεις και το άγχος και την κατάθλιψη που βίωνε, η Kanoa ένιωθε ότι έπρεπε να επιστρέψει στη δουλειά ούτως ή άλλως.

Αν και μείωσε το πρόγραμμά της από τέσσερις ημέρες σε μία ή δύο την εβδομάδα – ίσα ίσα για να μπορεί να καλύψει τους λογαριασμούς της – η Kanoa δεν αισθάνεται τόσο αποτελεσματική. 

«Είναι σαν να χάνεσαι», λέει, περιγράφοντας τον αποπροσανατολισμό και την αδυναμία της να σκέφτεται τόσο γρήγορα ή καθαρά όσο πριν. Ακόμα και στα διαλείμματά της για μεσημεριανό γεύμα, πρέπει να κοιμηθεί στο αυτοκίνητό της γιατί είναι τόσο κουρασμένη.

Η Cathy, μετά από περισσότερα από δύο χρόνια από τη μόλυνση, μπορεί πλέον να εργάζεται για λίγες ώρες από το σπίτι τις περισσότερες μέρες, αλλά λέει ότι η αργή μετάβαση πίσω ήταν «δύσκολη» και «απογοητευτική». Σιγά σιγά, λέει, οι αντοχές της έχουν αυξηθεί.

Ωστόσο, οι πελάτες μάρκετινγκ και καθοδήγησης της Cathy χρειάζονται να είναι συνεχώς διαθέσιμη, πράγμα που σημαίνει ότι έχασε πολλές θέσεις εργασίας με υψηλή αμοιβή. Αλλά είναι ευγνώμων που, ως ιδιοκτήτρια επιχείρησης, είχε το χρόνο και την αυτονομία να είναι υπομονετική με τον εαυτό της και «επιλεκτική» για τις δουλειές που αναλαμβάνει. Και μπόρεσε να έχει άδεια για εννέα μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων λάμβανε το 25% των συνηθισμένων αποδοχών της από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

Για πολλούς πάσχοντες, ωστόσο, η επιστροφή στην εργασία μπορεί να προκαλέσει υποτροπή. Το 85% των ατόμων με long Covid αναφέρει ότι τα συμπτώματά τους επιδεινώθηκαν μετά από αυξημένο στρες και σωματική ή πνευματική δραστηριότητα. Αυτό θέτει τους εργαζομένους σε μια ολοένα και πιο επισφαλή θέση – ειδικά εάν δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποχωρήσουν για καιρό.

«Οι πόροι εξαντλούνται»

Ο κορονοϊός παρουσιάζει άνευ προηγουμένου προκλήσεις και για τους εργοδότες, λέει η Rachel Suff, ανώτερη σύμβουλος πολιτικής στο CIPD. Οι επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου εξακολουθούν να παλεύουν με την ασθένεια, καθιστώντας δύσκολο για τις ομάδες ανθρώπινων πόρων να βρουν πιθανές ρυθμίσεις και πλαίσια διαχείρισης απουσιών – και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και να εμπιστεύονται ότι αυτό που βιώνουν οι υπάλληλοί τους είναι πραγματικό.

Πολλοί εργαζόμενοι που αγωνίζονται να λάβουν μια σαφή διάγνωση μπορεί επίσης να μπερδευτούν σχετικά με τα συμπτώματά τους και λιγότερο πιθανό να τα αποκαλύψουν στους διευθυντές τους. Και δεδομένου του πλαισίου της πανδημίας, «εξαντλούνται οι πόροι» από όλες τις πλευρές, λέει.

Σύμφωνα με τη Rachel Yaeger, ιδρύτρια του ψηφιακού πρακτορείου Human με έδρα τη Νέα Υόρκη, τα χαμηλά επίπεδα ενέργειας των εργαζομένων και οι «αρκετά απρόβλεπτες» διαδρομές προς την ανάκαμψη έχουν δυσκολέψει την εξισορρόπηση της προσαρμογής των 10 υπαλλήλων της με την τήρηση των προθεσμιών πελατών. Μόνο αυτόν τον μήνα, η μισή ομάδα της «αισθανόταν πραγματικά άρρωστη και ταλαιπωρημένη» ως αποτέλεσμα παρατεταμένων συμπτωμάτων.

Ο πιο απαιτητικός παράγοντας με την long Covid, λέει, είναι να μην γνωρίζουμε ποτέ το πότε οι εργαζόμενοι θα μπορούν να εργαστούν. Είναι δύσκολο να διαχειριστείς δουλειές «όταν οι άνθρωποι δεν αισθάνονται καλά απροσδόκητα και συχνά», λέει. Και «όταν κάποιος είναι εκτός, η υπόλοιπη ομάδα πρέπει να αναλάβει αυτόν τον φόρτο εργασίας».

Ωστόσο εφόσον δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη με την long covid οι εργοδότες πρέπει να προσαρμοστούν. Οι μισοί χώροι εργασίες απασχολούν αυτή την στιγμή άτομα με logo covid, σύμφωνα με στοιχεία του CIPD. Και αν οι εργοδότες θέλουν να κρατήσουν τους ανθρώπους που έχουν ταλέντο πρέπει να ενεργήσουν, λέει η Katie Brennan, σύμβουλος της Εταιρείας Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού (Shrm).

Ενώ οι εταιρείες θα πρέπει να εκπαιδεύονται σχετικά με τα διαθέσιμα τοπικά επιδόματα εργασίας – όπως κάλυψη αναπηρίας και μακροχρόνια άδεια – ο Brennan προτείνει στους εργοδότες να ακολουθήσουν μια προσέγγιση που βασίζεται στα συμπτώματα (και όχι στη διάγνωση), ταιριάζοντας τους «ιατρικούς περιορισμούς» με τις «κατάλληλες εγκαταστάσεις» όπου είναι δυνατόν. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για να βοηθηθούν οι ωρομίσθιοι και οι συμβασιούχοι, που έχουν λίγες άδειες και παροχές ασθενείας, να παραμείνουν στο εργατικό δυναμικό.

Η Yaeger κατανοεί ότι η long covid είναι μια προσωρινή κατάσταση για τους περισσότερους πάσχοντες και έχει καταστήσει σαφές στην ομάδα της ότι η υγεία προηγείται των πελατών. Προσπαθεί να υπενθυμίσει στους υπαλλήλους ότι εφόσον επικοινωνούν με ειλικρίνεια, μπορεί «να χειριστεί τη μετατόπιση πόρων» για να αντιμετωπιστούν τα συμπτώματα. Αν και δεν είναι πάντα εύκολο, ένα μήνυμα που αναφέρει, «Δεν νιώθω ακόμα καλά», είναι το μόνο που χρειάζεται», λέει.

Εκτός από την αυξημένη ευελιξία, οι εργοδότες θα πρέπει να είναι προσεκτικοί στο να πιέζουν τους εργαζόμενους να επιστρέψουν πολύ γρήγορα, προσθέτει ο Brennan. Αυτό όχι μόνο θα μπορούσε να προκαλέσει υποτροπή, αλλά θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει στο οι εργαζόμενοι να εμφανίζονται αλλά να μην είναι παραγωγικοί.

Ωστόσο, αυτές οι αλλαγές και οι προσαρμογές μπορεί να είναι δύσκολες, ανεξάρτητα από το μέγεθος των ομάδων – ειδικά σε πολιτισμούς όπως οι ΗΠΑ, όπου η υπερβολική εργασία είναι πιο κανονική και η αναρρωτική άδεια μετ’ αποδοχών δεν είναι υποχρεωτική. 

Στη Νέα Υόρκη, ο Brandon θα μπορούσε να παραμείνει στην παλιά του δουλειά, αν είχε την ευελιξία να εργάζεται από το σπίτι και να ανταποκρίνεται περισσότερο σε πραγματικό χρόνο στα συμπτώματά του. Συχνά, χρειαζόταν απλώς να «ξαπλώσει για έναν υπνάκο» κατά τις ημέρες που δούλευε, κάτι που δεν ένιωθε ποτέ πολιτιστικά επιτρεπόμενο – ειδικά αφού περισσότερα άτομα στην ομάδα του επέστρεψαν στο γραφείο το 2021.

Προς το παρόν, χωρίς δουλειά και αβέβαιο για το τι θα ακολουθήσει, ο Brandon νιώθει ότι η μόνη του επιλογή είναι να αλλάξει καριέρα. Το μοντάζ είναι ανταγωνιστικό και αγχωτικό και ο εκείνος είναι πεπεισμένος ότι μια άλλη δουλειά πλήρους απασχόλησης στον τομέα του θα εμπόδιζε την ήδη χρόνια ανάρρωσή του. 

«Είναι πολύ αποσταθεροποιητικό να αντιμετωπίζεις την πιθανότητα αλλαγής καριέρας ενώ πλησιάζεις τα 40», λέει.

Τώρα ελπίζει να βρει μια εταιρική δουλειά με πιο αργούς ρυθμούς και χαμηλότερη πίεση που θα μπορούσε να κάνει εξ’ αποστάσεως μέχρι να επιστρέψει στο 100%. Και ενώ ο Brandon ανησυχεί για το μέλλον, η απόφασή του να εγκαταλείψει έναν αγχωτικό χώρο εργασίας έχει ήδη οδηγήσει σε οφέλη για την υγεία. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα