4 φοιτητές – συλληφθέντες του ΑΠΘ μιλούν για πρώτη φορά για όσα έζησαν

Εξομολογούνται τα όσα ακολούθησαν των συλλήψεων τους στις 22 Φεβρουαρίου στους χώρους του ΑΠΘ.

Parallaxi
4-φοιτητές-συλληφθέντες-του-απθ-μιλού-768879
Parallaxi

Λέξεις: Χρύσα Αγγελάκη

Τέσσερις από τους 31 φοιτητές που συνελήφθησαν στις 22 Φεβρουαρίου στο ΑΠΘ, μιλούν ανοιχτά για πρώτη φορά μετά από τέσσερις μήνες για τα γεγονότα που ακολούθησαν την σύλληψή τους.

Παρόλα τα διαφορετικά συναισθήματα του καθενός, και οι τέσσερις φοιτητές που συνελήφθησαν λόγω της κατάληψης της Πρυτανείας ως ένδειξη εναντίωσης στον νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη, έλεγαν ανά μικρά χρονικά διαστήματα την πρόταση «δεν περίμενα ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο».

«Ήμασταν δύο ορόφους κάτω από την γη»

Φοιτητής Φυσικού ΑΠΘ, ένας εκ των συλληφθέντων, εξομολογείται:

«Δεν πέρασαν ούτε δέκα λεπτά από την ώρα που έφτασα στο Πανεπιστήμιο και βλέπω τις αστυνομικές δυνάμεις να τρέχουν προς τα πάνω μας. Αποφασίσαμε γρήγορα και χωρίς σκέψη να μπούμε στην Πρυτανεία προκειμένου να μην μας πιάσουν, αλλά ένας αστυνομικός έπιασε την πόρτα για να μην κλειστούμε μέσα και άρχισαν να μας περικυκλώνουν. Ήταν πολλοί περισσότεροι, εντελώς οπλισμένοι, με όπλα στις θήκες και ασπίδες. Προσπαθούσαν να μας πείσουν με ήρεμο τρόπο να βγούμε έξω και έτσι έγινε, χωρίς αντίσταση.

Πρωτύτερα φορούσαμε μάσκες και ήμασταν σε εξωτερικό χώρο. Μας ανάγκασαν να τρέξουμε στην πρυτανεία και να συνωστιστούμε. Οι αστυνομικοί φορούσαν όλοι full face που τα βάφτισαν μάσκες. Με έναν που μίλησα δεν φορούσε τίποτα από τα δύο. Η ειρωνεία είναι ότι μας έκοψαν πρόστιμα 300 ευρώ για άσκοπη μετακίνηση ενώ στον χώρο προσωρινής κράτησης μας είχαν 31 άτομα, χωρίς εξαερισμό, χωρίς παράθυρο. Ήμασταν δύο ορόφους κάτω από την γη.

Τα δύο παιδιά που χτυπήθηκαν τα πήγαν πρώτα νοσοκομείο και μετά τα φέρανε στο Μέγαρο. Το ένα παιδί το σέρνανε στον δρόμο και το άλλο το χτυπήσανε με γκλοπ στον ώμο. Όταν είδαμε την πλάτη του πρώτου ήταν σαν να τον μαστίγωναν, ενώ ο δεύτερος ήρθε με κολάρο και μώλωπες».

«Ήμασταν όλοι φοιτητές»

Η, Ε.Π., φοιτήτρια του Τμήματος Χωροταξίας και Ανάπτυξης του Α.Π.Θ εξομολογείται:

«Με έβαλαν στο μεταγωγικό λεωφορείο. Εννιά άτομα ο ένας πάνω στον άλλον χωρίς παράθυρα. Πηγαίναμε τόσο γρήγορα, χωρίς να υπάρχουν ζώνες ασφαλείας. Ακούγαμε σειρήνες από παντού λες και είχαν πιάσει τους πιο τρομερούς εγκληματίες.

Ζητούσαμε να μας πουν τον λόγο της προσαγωγής μας. Δεν μας απάντησαν ποτέ. Τον λόγο προσαγωγής και αργότερα σύλληψής μας, τον μάθαμε την επόμενη μέρα στο δικαστήριο. Πρόσβαση στους δικηγόρους μας είχαμε αργά το απόγευμα, ενώ το ζητούσαμε από την αρχή. Μας αγνόησαν ξανά. Μόνο νερό μας έδωσαν, ενώ φαγητό πήραμε μετά από εννιά ώρες.

Μας ζήτησαν να τους πούμε την ιδιότητά μας. Κάποιοι δήλωσαν ότι είναι φοιτητές, ενώ κάποιοι άλλοι είπαν ότι θα δώσουν μόνο τα στοιχεία που αναγράφονται στην ταυτότητα και θα δώσουν περαιτέρω πληροφορίες αφού μιλήσουν πρώτα με τους δικηγόρους τους.

Ωστόσο, βγήκε η φήμη ότι μόνο οι 12 από τους 31 ήταν φοιτητές. Αυτό είναι ψέμα. Ήμασταν όλοι φοιτητές, κάποιοι στο ΑΠΘ, κάποιοι από ΤΕΙ, κάποιοι μεταπτυχιακοί. Ακόμα και να μην ήταν όμως, ο καθένας θα μπορούσε να έρθει ως αλληλέγγυος στην διαμαρτυρία.

Το να υπερασπίζεσαι ένα δημόσιο αγαθό όπως είναι η δημόσια και δωρεάν παιδεία είναι κάτι που αφορά το σύνολο της κοινωνίας.

Σε όλη την διάρκεια, ένιωθα λες και συνέβαινε σε κάποιον άλλον.

Για 2-3 εβδομάδες έβλεπα εφιάλτες, ενώ όταν έβγαινα στον δρόμο ένιωθα ότι με παρακολουθούν».

«Χρησιμοποιούν τον νόμο όποτε τους βολεύει»

Ένας ακόμη φοιτητής του Φυσικού του ΑΠΘ ήταν μεταξύ των συλληφθέντων, με τον ίδιο να αναφέρει:

«Ήρθαν και χτύπησαν την κατάληψη που είναι παράνομη μεν, αλλά το έκαναν για να δείξουν ότι ο νόμος έχει περάσει και η κυβέρνηση δεν τα σηκώνει πλέον αυτά. Είναι οξύμωρο ότι η κατάληψη συνεχιζόταν επί ένα μήνα και δεν την είχαν διαλύσει. Δεν υπάρχει παράνομο και νόμιμο, είναι πολιτικό παιχνίδι και θέλουν να σε πείσουν ότι είσαι παράνομος. Χρησιμοποιούν τον νόμο όποτε τους βολεύει».

«Μας είχαν σταμπάρει»

Από την πλευρά της, η Ν.Φ, φοιτήτρια του Τμήματος Ιστορικού Αρχαιολογικού του ΑΠΘ, λέει:

«Θα πήγαινα να στηρίξω την κατάληψη αλλά πιο αργά. Πήγα νωρίτερα επειδή είχε ουρά στο ταχυδρομείο και δεν ήθελα να περιμένω. Το απόγευμα είχα κανονίσει να βγω με τις φίλες μου, δεν περίμενα να βρεθώ υπό κράτηση. Πίστευα πως όντως θα τελείωνε η καταστολή και θα πήγαινα. Δεν περίμενα ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο.

Μας ενημέρωσαν ότι θα γίνει προσαγωγή και αρχίσαμε να ενημερώνουμε δικηγόρους.

Άκουσα αστυνομικούς με πολιτικά ρούχα να λένε “μας λείπουνε δύο κορίτσια, ψάξτε τα”.

Μας είχαν σταμπάρει.

Μία ώρα μετά την προσαγωγή μας μπήκαν μέσα δύο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, ενώ οι δικηγόροι μας που μας περίμεναν στον πάνω όροφο και που ζητούσαμε συνεχόμενα να δούμε, δεν τους επετράπη να έρθουν κάτω σε μας. Οι βουλευτές προσπαθούσαν να μας καθησυχάσουν, ωστόσο εμείς δεν θέλαμε να μιλήσουμε σε κανέναν άλλο πέρα από τους δικηγόρους μας, γιατί δεν ξέραμε πώς να χειριστούμε την κατάσταση. Ο Γραμματέας της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ έπειτα από λίγο αφέθηκε ελεύθερος, παρά την αντίσταση του να μείνει μαζί μας και να έχει την ίδια μεταχείριση με όλους.

Όταν ρώτησα τους αστυνομικούς αν μπορώ να πάρω ένα τηλέφωνο τους γονείς μου, η απάντηση ήταν “πολλές ταινίες βλέπεις”.

Ό,τι και να κάναμε, ακόμα και δέκα μέτρα μακριά από το προαύλιο να ήμασταν, κάποιον θα έπιαναν. Γιατί απλά κάποιον έπρεπε να πιάσουν. Ήθελαν να αποδείξουν ότι το νομοσχέδιο ήρθε για να μείνει.

Πηγαίνοντας στα κελιά αφού έγιναν οι συλλήψεις, περνούσαμε από άλλα κελιά με φυλακισμένους. Αυτή ήταν μία από τις πιο σοκαριστικές στιγμές γιατί σκεφτόμουν “τι κάνω εγώ εδώ;” Μέσα στο κελί, όταν σταμάτησαν όλοι να μιλάνε για να κοιμηθούμε, με έπιασε η καρδιά μου. Δεν ήξερα τι ώρα ήταν και προσπαθούσα να μαντέψω από το φως έξω – του παραθύρου που δεν άνοιγε – πόσες ώρες μένουν για να ξημερώσει και να φύγω. Δεν μπορώ να αισθανθώ πώς μπορεί κανείς να περνάει τη μισή του ζωή εκεί μέσα.

Δεύτερες μάσκες μας έδωσαν επειδή μας έστειλαν οι γονείς και οι δικηγόροι μας.

Την επόμενη μέρα, στο δικαστήριο, ήθελαν να διώξουν τους δημοσιογράφους από την δίκη λόγω κορωνοϊού, ενώ εμάς μας έβαζαν σε βρώμικους και χωρίς εξαερισμό χώρους τις προηγούμενες 24 ώρες. Εν τέλει, η δίκη αναβλήθηκε και ακόμα περιμένουμε.

Όταν μας είπαν ότι μπορούμε να φύγουμε κατάλαβα τι σημαίνει ελευθερία. Ακόμα και οι λίγες ώρες που ήμουν εκεί μέσα με έκαναν να μην θέλω ούτε από έξω να περάσω ξανά».

Η Ν.Φ. με ρώτησε: «Μα δες με πως είμαι, σου μοιάζω για εγκληματίας;»

Περίμενε μία αρνητική απάντηση και όταν την πήρε γέλασε. Αμέσως σοβάρεψε και συμπλήρωσε:

«Ήθελαν να μας βεβαιώσουν ότι το νομοσχέδιο που έρχεται δεν ξεχωρίζει κανέναν. Ζούμε σε μία εποχή όπου ακόμα και η ελευθερία μας, μας στερείται».

Και τα 31 παιδιά περιμένουν να δικαστούν.

*Η Χρύσα Αγγελάκη είναι φοιτήτρια του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ

**Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο εργασίας του μαθήματος «Δημιουργική Γραφή»

Δείτε επίσης…

Οι κρυμμένοι και οι αποφασισμένοι: Πρυτανικές αρχές και φοιτητές στο ΑΠΘ

Πανεπιστήμιο και (πολεμικές) τέχνες…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα