Δυο παιδιά που πάλεψαν με τις φλόγες στην πλημμυρισμένη πια Εύβοια αφηγούνται…
Ο Α.Φ. και ο Χ.Π., παιδιά στην ηλικία μου που σκεπάστηκαν από τις στάχτες, έμειναν αϋπνοι και δεν λύγισαν στιγμή, προχωρούν σε αυτή την κουβέντα για να υπενθυμίσουν σε όλους μας τις «εφιαλτικές» στιγμές που έζησαν οι κάτοικοι της Βορείου Εύβοιας.
Kαλοκαίρι 2021, δεύτερη εβδομάδα άδειας, το ημερολόγιο γράφει 1 Αυγούστου, εγώ ξαπλωμένη και λουόμενη σε μία παραλία της Σιθωνίας κοντά στις 12 το μεσημέρι ανοίγω το κινητό μου, πρώτος τίτλος είδησης ”Φωτιά στην Εύβοια- Σπίτια παραδόθηκαν στις φλόγες.” Ο τίτλος αυτός συνόδευσε τα Μέσα, τις συζητήσεις, τα τηλεφωνήματα για περίπου 15 ημέρες. Μας λύγισε, ακόμη κι εμάς που παρακολουθούσαμε την εξέλιξη της πύρινης λέλαπας από μακριά.
Η Εύβοια φέτος το καλοκαίρι δοκιμάστηκε, και αυτή τη στιγμή περνά ακόμη μία δοκιμασία, τα καμμένα της βρέχονται και πλημμυρίζουν, οι άνθρωποι παλεύουν να σώσουν ότι τους απέμεινε όρθιο, στην κυριολεξία, πάλι μόνοι. Είχα την ευκαιρία λοιπόν να μιλήσω με δυο αγόρια που βιώσαν τον πύρινο εφιάλτη, για να δούμε τι πραγματικά συμβαίνει από τα μάτια εκείνων που ήταν στην πρώτη γραμμή.
*Τα στοιχεία των δυο αγοριών υπάρχουν αποκλειστικά στην διάθεση της Parallaxi.
Ο Α.Φ. και ο Χ.Π., παιδιά στην ηλικία μου που σκεπάστηκαν από τις στάχτες, έμειναν αϋπνοι και δεν λύγισαν στιγμή, προχωρούν σε αυτή την κουβέντα για να υπενθυμίσουν σε όλους μας τις «εφιαλτικές» στιγμές που έζησαν οι κάτοικοι της Βορείου Εύβοιας αλλά και της ευρύτερης περιοχής του νησιού, οι οποίες δυστυχώς έχουν ξεχαστεί από τους περισσότερους λόγω της «κοντόφθαλμης» μνήμης που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους.
Οι δυο τους αφηγούνται μέσα από τα μάτια τους μία από τις μεγαλύτερες οικολογικές καταστροφές των τελευταίων χρόνων στη χώρα μας η οποία όπως λένε πέρασε σχεδόν απαρατήρητη, με τις επιπτώσεις της να επηρεάζουν άμεσα αλλά και μελλοντικά κυρίως τους μόνιμους κατοίκους του νησιού.
”Ας πιάσουμε όμως τα γεγονότα από την αρχή ξεκινώντας από τη 1η Αυγούστου που άναψε η πρώτη εστία φωτιάς στη Λίμνη της Εύβοιας η οποία και στη συνέχεια έκαψε τεράστιες εκτάσεις στην πιο όμορφη πλευρά του νησιού.Τις πρώτες ημέρες δεν είχε δωθεί ιδιαίτερη σημασία στο μέγεθος της κατάστασης, που αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εξαάλωση της φωτιάς λόγω των ισχυρών ανέμων. Έτσι φάνηκε άμεσα πως η συνεισφορά των αρχών ήταν ανεπαρκής και όταν πια η κατάσταση είχε αρχίσει να επιδεινώνεται ήταν αργά καθώς εμφανέστατα δεν υπήρχε οργάνωση. Βλέπαμε με τα μάτια μας πως τα τοπικά μέσα πυρόσβεσης δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά πολλαπλά μέτωπα της πυρκαγιάς. Μέσα σε μόλις δυο ημέρες η φωτιά εξαπλώθηκε ανεξέλεγκτα στην γενικότερη περιοχή της Βόρειας Εύβοιας φτάνοντας πια στο σημείο να κάψει το 1/3 του νησιού.”
Όπως λένε τα δυο παιδιά και όπως όλοι βλέπαμε από τις οθόνες μας απελπισμένοι, τις μαρτυρίες κατοίκων που ούρλιαζαν πως είναι μόνοι, το νησί καιγόταν επί 10 μέρες και υπήρχε ελάχιστη υποστήριξη από εναέρια μέσα, καθώς τα αεροπλάνα περνούσαν κάθε 3 με 4 ώρες, σε σχηματισμό ρίχνοντας μια συγκεκριμένη ποσότητα νερού σε ένα μέτωπο και μετά υποχωρούσαν ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
”Τα μαύρα σύννεφα από τα αποκαίδια των 200000 στρεμμάτων που καιγόντουσαν είχαν καλύψει τον ουρανό σε όλο το νησί, το οποίο κάθε χρόνο κατακλύζεται από πυρκαγιές με απώτερο στόχο την ανέγερση ανεμογεννητριών. Όταν το χωριό Σπαθάρι παραδινόταν στις φλόγες η αστυνομία έδωσε εντολή εκκένωσης στο χωριό Προκόπι χωρίς να υπάρχει άμεσος κίνδυνος με απώτερο σκοπό να μην ασχοληθούν ιδιαίτερα με την αποτελεσματική πυρόσβεση αφήνοντας την φυσική περιοχή εκτός του χωριού να καίγεται. Το κέντρο εθελοντών στο Προκόπι (καταφύγιο) είχε ως κύριο μέλημα του την συγκέντρωση τροφίμων και είδη πρώτης ανάγκης παραμελώντας τη κατάσβεση της φωτιάς.”
Δεκάδες χωριά εκκενώθηκαν, εκατοντάδες κάτοικοι διασώθηκαν με πλωτά μέσα, από τα οποία έβλεπαν τις περιουσίες τους να καίγονται καθώς καταστράφηκαν ολοσχερώς περισσότερες από 300 κατοικίες. Η φωτιά είχε κάψει ήδη χιλιάδες στρέμματα γης, όμως λόγω των αντίθετων ανέμων γύρισε πίσω ξανακαίγοντας την ήδη καμμένη γη.
”Ο φόβος επέκτασης της πυρκαγιάς αλλά και η ανησυχία για νέα μέτωπα στα αμέσως επόμενα μέρη του νησιού μας έκαναν οργανώσουμε ανεξάρτητες περιπολίες με δικά μας μέσα στα βουνά των περιοχών μας καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας αλλά και της νύχτας. Η φωτιά εξαπλωνόταν με πολύ γρήγορο ρυθμό και ήταν ανεξέλεγκτη με αποτέλεσμα, να κοιμόμαστε και να ξυπνάμε με το φόβο του ότι θα φτάσει και στις επόμενες δασικές εκτάσεις του νησιού στις οποίες ενδεχομένως να άνηκαν τα σπίτια μας.Τα αποκαϊδια έβαψαν την θάλασσα και την άμμο στο μαύρο, μία ατελείωτη θλίψη, σιωπή, ανησυχία για το πόσοι ακόμη κόποι ζωής θα καούν.”
Οι προσπάθειες των κατοίκων ήταν υπεράνθρωπες, δεν είχαν τα κατάλληλα εφόδια και μέσα μα παρόλα αυτά προσπαθούσαν με κάθε τροπο να περιορίσουν το ακατόρθωτο, ακόμη και σώμα με σώμα πάλευαν με τις φλόγες.
”Κόβαμε πεύκα μόνοι, προσπαθώντας να δημιουργήσουμε μία «άγωνη ζώνη». Η κατάσταση ήταν εφιαλτική καθώς ο τρόμος είχε κυριαρχήσει και τον αντικρίζαμε πια και στους ηλικιωμένους. Σπαραγμός. Εκείνο που θυμόμαστε είναι ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που κατά την εκκένωση του χωριού τους βγήκε στο αντίθετο ρεύμα με το ΙΧ τους χτυπώντας ένα άλλο διερχόμενο αυτοκίνητο, καταλήγοντας εκτός δρόμου. Οι εθελοντές (εμείς) τους απεγκλώβισαν και τελικά τους μετέφεραν στο καταφύγιο. Απελπισία, αυτή είναι η λέξη.”
Το νησί καιγόταν 10 συνεχόμενες μέρες και οι εκκλήσεις των τοπικών αρχών για άμεση και μεγαλύτερη βοήθεια δεν είχαν ανταπόκριση, όπως λένε τα δυο παιδιά, οι άνθρωποι της περιοχής εναντίον μίας ολικής καταστροφής, το χάος.
”Η αδιαφορία των μέσων για το σχεδόν ολοκαύτωμα της περιοχής ήταν εμφανής θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε και σκόπιμη αν αναλογιστούμε οτι στη θέση των καμμένων στρεμμάτων των προηγούμενων χρόνων, έχουν αναγερθεί αμέτρητες ανεμογεννήτριες που έχουν διάρκεία ζωής μόλις 20 χρόνια και που στη συνέχεια μένουν στα σημεία χωρίς καμία χρησιμότητα. Κάθε καλοκαίρι ζούμε με τον φόβο. Σκεπτόμαστε μόλις μπει ο Ιούλιος πού θα ήταν πιθανό να ξεσπάσει ένα νέο πύρινο μέτωπο για να είμαστε όσο το δυνατόν προετοιμασμένοι γίνεται, καθώς είμαστε σίγουροι πια πως θα μας αφήσουν αβοήθητους. Το χειρότερο όλων είναι ότι έχουν πια καεί χιλιάδες εκτάσεις πανέμορφων τοπίων αλλά και άγριας ζωής προκαλώντας μία τεράστια οικολογική καταστροφή την οποία και θα βιώσουμε σε λίγα χρόνια, κατανόωντας πλήρως το περασμένο καλοκαίρι. Αδιανόητη θλίψη, στεναχώρια, έντονη ανησυχία, ακατάπαυστος πόνος φόβος και θυμός ήταν και είναι τα συναισθήματα των ανθρώπων του νησιού βλέποντας τον τόπο τους, τον τόπο μας, να καταστρέφεται ολοσχερώς χρόνο με το χρόνο και την ταυτόχρονη αδιαφορία των αρχών.”
Πίσω στον Οκτώβρη, η Εύβοια σήμερα μετρά απώλειες, και πλημμυρίζει, μπορεί οι υλικές καταστροφές να είναι μικρότερες ωστόσο, οι άνθρωποι εκεί παραμένουν μόνοι. Βιώνοντας την απόλυτη αγωνία κάθε μήνα πια, το απόλυτο γιατί. Πέρασαν 6 μήνες από τις φωτιές, το ερώτημα είναι εσύ θυμάσαι; Ή ξέχασες;
Δείτε επίσης:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ