Featured

Γιατί οι στυγερές δολοφονίες έχουν γίνει σχεδόν καθημερινή είδηση;

Πού οφείλεται η έξαρση της εγκληματικότητας; Ένας ειδικός εξηγεί στην Parallaxi.

Εύα Καβάζη
γιατί-οι-στυγερές-δολοφονίες-έχουν-γί-715613
Εύα Καβάζη
Πηγή: Unsplash

Τους τελευταίους μήνες όλο και περισσότερο παρατηρείται μία έξαρση της εγκληματικότητας με ειδήσεις που αφορούν στυγερές δολοφονίες να αποτελούν σχεδόν καθημερινό γεγονός. Είτε αναφερόμαστε στις 9 γυναικοκτονίες που σόκαραν την ελληνική κοινωνία μέσα σε διάστημα μόλις 7 μηνών ή στην πρόσφατη δολοφονία μία 73χρονης από την 75χρονη αδερφή της με το λουρί της τσάντας. Είτε στον 21χρονο που μαχαίρωσε και σκότωσε έναν συνομήλικο του στις Σέρρες λόγω ερωτικής αντιζηλίας.

Το ζήτημα φυσικά δεν έμεινε απαρατήρητο με πολλούς ειδικούς να εξετάζουν το φαινόμενο και να εκφράζουν τις ανησυχίες τους καθώς και τα πιθανά αίτια της όξυνσης των δολοφονιών. Μεταξύ άλλων, στην πρωτιά συγκαταλέγεται η παρατεταμένη καραντίνα που βιώσαμε τους τελευταίους μήνες. Όπως τονίζει ο ψυχολόγος, Παναγιώτης Πλουμίδης ο εγκλεισμός έχει επηρεάσει φανερά την κοινωνία.

«Ο κοροναϊός και ο εγκλεισμός έχει επηρεάσει πολύ κοινωνικά. Δηλαδή ο εγκλεισμός, η υπερβολική τριβή του ενός με του άλλου, η καθημερινή εμπλοκή περισσότερες ώρες των ανθρώπων μεταξύ τους σε καταστάσεις τις οποίες υπήρχε από κάτω παθολογία έφερε στην επιφάνεια πολύ πιο έντονα αυτή την παθολογία.»

Όπως εξηγεί, οποιοδήποτε πρόβλημα υπήρχε μέσα σε μία σχέση στην καραντίνα επιδεινώθηκε και δημιούργησε μία μαζική κατάσταση που θα συνέβαινε πιο σταδιακά. «Ο τρόπος που εφαρμόστηκε το Lockdown ήταν κατά της δημόσιας ψυχικής υγείας και αν ξαναγίνει θα είναι καταστροφικό. Ο άνθρωπος παίρνει μορφές που δε μοιάζουν και πολύ κοινωνικοποιημένες ακριβώς επειδή όλο αυτό μοιάζει με έναν πόλεμο με μία παγκόσμια καταστροφή, οπότε τα ακραία ψυχικά φαινόμενα είναι μέρος του».

Μεταξύ των λόγων ο κ. Πλουμίδης συγκαταλέγει και το φαινόμενο του μιμητισμού. Η δολοφονία της Καρολαίν από τον σύζυγο της απασχόλησε πολύ τα ΜΜΕ καθώς και τα Social Media.

«Ακούστηκε ότι αυξήθηκαν οι ακόλουθοι του την πρώτη εβδομάδα μετά την δολοφονία. Είναι εντυπωσιακό και δείχνει πάρα πολύ εύκολα ότι οι άνθρωποι ταυτιζόμαστε και με το καλό και με το κακό. Οπότε σε ψυχισμούς οι οποίοι προσομοίαζαν αυτή την περίπτωση είναι πάρα πολύ λογικό ο άνθρωπος αυτός να πήρε την μορφή ενός συμβόλου και να τον μιμήθηκαν.», προσθέτει ο ψυχολόγος μιλώντας στην Parallaxi.

«Όλοι μπορούν να δολοφονήσουν, δεν είναι όλοι οι ψυχισμοί κατάλληλοι. Αυτό που λέμε εν βρασμώ, εννοούμε ενός ψυχισμού ο οποίος ο βρασμός του ήταν πολύ πιο έντονος και με μεγαλύτερης μανίας επιθετικότητας και ανάγκης του όχι μόνο να εξευτελίσει αλλά να αφανίσει τελικά τον άλλον.»

Μιλώντας για τις κλινικές κατηγορίες που συνήθως διαπράττουν εγκλήματα ο κ. Πλουμίδης αναφέρει τις τρεις πιο σύνηθες: την ψυχοπαθητική προσωπικότητα (Psychopath), την παραληρητική διαταραχή, την σχιζοφρένεια παρανοικού τύπου.

«Αυτοί είναι οι τρεις πιο κοινοί τύποι ψυχοπαθολογίας που μπορούν να οδηγηθούν στο έγκλημα, χωρίς βέβαια να λέμε ότι δεν υπάρχει και η περίπτωση ενός ανθρώπου που δεν έχει κάποια ψυχοπαθολογία συγκεκριμένου τύπου αλλά μπορεί σε μία πάρα πολύ μεγάλη έξαρση επιθετικότητας προς έναν άνθρωπο για οποιονδήποτε λόγο (π.χ κοινωνικό, οικονομικό, ζήλιας, κτητικότητας, ανταγωνισμού) να προβούν σε κάποιο έγκλημα. Όμως σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι ποτέ προμελετημένο, δεν δείχνει ποτέ πρόθεση και συνήθως στα πρώτα λεπτά συνειδητοποιεί το άτομο την πράξη του, επέρχεται η ενοχή, η κατάρρευση πολλές φορές και η αυτοκτονία. Είναι πολύ διαφορετικές από τα συνήθη προφίλ που αντιμετωπίσαμε τον τελευταίο καιρό όπου φαινόταν ότι υπήρχε πρόθεση, σε κάποια από αυτά υπήρχε και οργάνωση του εγκλήματος με σκοπό την αποφυγή της τιμωρίας οπότε εκεί μιλάμε σίγουρα παθολογία και όχι για μία ακραία συνθήκη επιθετικότητας», αναλύει ο κ. Πλουμίδης.

Ωστόσο, οι μεγάλες εξάρσεις της επιθετικότητας προηγούνται από μικρότερες που πολλές φορές αγνοούνται και δεν εκλαμβάνονται ως σημάδια. «Σημάδια υπάρχουν πάντα! Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε μία ενοχή ειδικά στην ζήλια. Πρέπει να τονίσουμε ότι η ζήλια είναι κάτι το παθολογικό, δεν είναι καθόλου συμπαθές σαν στοιχείο και δεν μπορεί ποτέ να οδηγήσει σε μία ομαλή και υγιείς σχέση. Δεν εννοούμε το κάτι πολύ μικρό που δείχνει διεκδίκηση ή ενδιαφέρον αν και γενικά η ζήλια δεν είναι καλή. Όταν κάτι ξεφεύγει από τον έλεγχο και αρχίζει να είναι επαναλαμβανόμενο έντονο εμμονικό, ο έλεγχος γίνεται διαρκής, η έννοια της ατομικότητας εξαλείφεται, η επιθετικότητα αυξάνεται διαρκώς, η λεκτική βία αυτά είναι κάποια πρώτα σημάδια», δηλώνει ο ψυχολόγος.

Έμφυλη βία: Αρκεί έν@ να ξυπνήσει για να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα

Μιλώντας για την πρόληψη από την έμφυλη βία που μπορεί να αντιμετωπίσουν τα δύο φύλα σε μία σχέση τους, ο κ. Πλουμίδης τονίζει ότι η οικογένεια είναι αυτή που πρέπει να μεριμνήσει ώστε να ανατρέψει το παιδί τους σε μία μη βίαιη οικογένεια.

Όπως παρατηρεί ο ίδιος η βία μέσα στην οικογένεια είναι ένα φοβερά εκτεταμένο φαινόμενο, πολύ περισσότερο από όσο νομίζει ο κόσμος. Η βία μπορεί να εκδηλωθεί σε πολλές μορφές (Σωματική, ψυχολογική, λεκτική). «Οι γονείς επίσης είναι πολλές φορές απαράδεκτοι προς τα παιδιά τους γιατί η βία ξέρετε ξεκινάει από τον μεγάλο προς τον μικρό και μετά μεγαλώνει και επεκτείνεται και μπαίνει μέσα στις σχέσεις. Δύο άνθρωποι που δεν έχουν δεχθεί ποτέ βία δεν πρόκειται να κάνουν μία βίαιη σχέση μεταξύ τους. Πρέπει πρώτα να ξεκινήσει από τους γονείς να αναρωτηθούν οι ίδιοι το πώς συμπεριφέρονται στα παιδιά τους, πότε και σε ποιο βαθμό φωνάζουν, τα ακυρώνουν, τα προσβάλλουν μπροστά σε κόσμο, χρησιμοποιούν άσχημες εκφράσεις, δεν προσέχουν πώς μιλάνε μεταξύ τους, κάνουν έντονες καβγάδες μπροστά στα παιδιά. Πρώτα πρέπει να προσέξουμε σε επίπεδο γονιών και γονείς που πραγματικά δεν μπορούν να διαχειριστούν την επιθετικότητα τους, τα νεύρα τους, την σχέση τους με τον άλλο γονέα καλύτερα να απευθυνθούν σε έναν ειδικό παρά να θεωρούν ότι μπορούν να τα καταφέρουν μόνοι τους γιατί συνήθως δεν μπορούν και με το αποτέλεσμα να αντανακλάται στην κοινωνία άμεσα».

Όσον αφορά τις ερωτικές σχέσεις ο ίδιος προτείνει όταν νιώθουμε πώς μία σχέση δεν προσφέρει ηρεμία και ευτυχία αντιθέτως μας οδηγεί «κάπου σκοτεινά» να απομακρυνθούμε.

«Όταν αρχίζει η σχέση από το να είναι πηγή χαράς, ερωτισμού, αισιοδοξίας, επικοινωνίας γίνεται ένα βαρύ άμορφο, σκοτεινό πράγμα με όχι ευχάριστη διάθεση του ενός προς του άλλου τότε να φεύγουμε.»

Διαβάστε επίσης: 

Πώς άλλαξε ο κορονοϊός την εγκληματικότητα στη Θεσσαλονίκη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα