Η σπουδαία ιστορία του Εβραίου Ζακίνο που γλίτωσε από τύχη

Στο πλαίσιο του 62ου ΦΚΘ είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε το podcast για ζωή του κου. Ισάακ Αλχανάτη και την Ισραηλιτική Χορωδία Θεσσαλονίκης || Συνέντευξη του Κωστή Παπάζογλου στο Χρήστο Ωραίοπουλο

Χρήστος Ωραιόπουλος
η-σπουδαία-ιστορία-του-εβραίου-ζακίνο-849845
Χρήστος Ωραιόπουλος

Ένα από τα πολλά ενδιαφέροντα πράγματα του φετινού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ανάμεσα στις ταινίες και τα εξαιρετικά του αφιερώματα ήταν το τμήμα των podcasts.

Ιστορίες και δημιουργήματα ανθρώπων που κάθισαν μπροστά σε ένα μικρόφωνο και είχαν την ελευθερία να μιλήσουν, να διηγηθούν μια ιστορία, ένα μικρό λογοτεχνικό έργο που έγραψαν, μια μελέτη ή έρευνα που έκαναν. Βέβαια, η αφήγηση που μου έκανε φοβερή εντύπωση ήταν εκτός του διαγωνιστικού τμήματος.

Μιλώ για το podcast του γνωστού και εξαίρετου μαέστρου Κωστή Παπάζογλου, ο οποίος επέλεξε να αφηγηθεί την ιστορία ενός άλλου ανθρώπου με το δικό του απλό μεν τρόπο, που ωστόσο κάποιες φορές αυτός είναι ο κατάλληλος για σε συνεπάρει.

Η ιστορία του Ζακίνο, του κου. Ισαάκ (Ζακ) Αλχανάτη είναι πραγματικά μια ιστορία συγκλονιστική που πιάνει το σύνθετο υφαντό της ζωής από κάθε άκρη. Από τις πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις μέχρι το τι είναι η τύχη, το κισμέτ, αλλά και μουσική γενικά και αυτή της Θεσσαλονίκης.

Από ένα μικρό χωριό έξω από τη Λάρισα, ο μικρός Ζακίνο γλίτωσε λόγω ενός κρυολογήματος του αδερφού του το διωγμό στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και ποιος ξέρει τι άλλο από τις θηριωδίες των Ναζί. Δεν θα πω περισσότερα γιατί πραγματικά αξίζει να ακούσετε αυτό το podcast, το οποίο ως μέσο μπαίνει όλο και περισσότερο στη ζωή μας και αποτελεί πια έναν εύκολο τρόπο για να μοιραστεί η πληροφορία, οι ιστορίες, η λογοτεχνία.

Θεωρώ το podcast του Κωστή Παπάζογλου: Ο Ζακίνο και το Diziocho años tengo σπουδαίο γιατί επιτελεί ένα σημαντικό έργο, που δυστυχώς δεν τον κάνουν ούτε τα σχολεία της πόλης, ούτε (οι περισσότερες) διοικήσεις της πόλης. Αναδεικνύουν την πορεία ορισμένων ανθρώπων που πέρασαν πολύ δύσκολα και αντιμετωπίστηκαν με πολύ κακές προθέσεις και αισθήματα από τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης, κι όμως κατόρθωσαν να δημιουργήσουν κάτι άξιο σε και για αυτούς και να γίνουν κομμάτι όχι απλά της ζωής της πόλης, αλλά και της σύγχρονης ιστορία της. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να μένουν στην αφάνεια , γιατί και μόνο το φορτίο του βίου τους έχεις να μας μάθει και να μας διδάξει πολλά, αλλά ταυτόχρονα να μας μυήσει στο σεβασμό του διαφορετικού.

Ο Κωστής Παπάζογλου μας διαφώτισε περισσότερο τόσο για τη γνωριμία του με τον Ισαάκ Αλχανάτη, την προσφορά της μουσικές στις κοινωνικές σχέσεις, αλλά και τα συντηρητικά πρόσωπα της Θεσσαλονίκης.

Πώς γνωρίσατε εσείς τον Ζακίνο, και πώς εξελίχθηκε η μεταξύ σας επαφή;

Πριν από 25 χρόνια. Ο Ζακ Αλχανάτης ήταν γραμματέας της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης στο κοινοτικό συμβούλιο και με πλησίασε για να μου προτείνει να αναλάβω υπηρεσία, να δημιουργήσω εκ του μηδενός από τα μέλη της κοινότητας, όχι αποκλειστικά βεβαία, μια νέα χορωδία, η οποία σκοπό θα είχε να τραγουδά στη λαδίνο σεφαραδίτικη διάλεκτο της Θεσσαλονίκης, αλλά και άλλα θρησκευτικά τραγούδια που ήταν απαραίτητα για τις επίσημες τελετές εντός κι εκτός της Συναγωγής. Ήταν το 1995 και αποδέχθηκα την πρόσκλησή του με μεγάλη χαρά. Εκ των υστέρων συμμετείχε κι ο ίδιος ως χορωδός και άλλοι, για να έχουμε εδώ και περίπου 25 χρόνια αυτό που ονομάζουμε Χορωδία της Ισραηλιτικής κοινότητας Θεσσαλονίκης. Εδώ και 2,5 χρόνια η χορωδία δεν υπάρχει πια.

Η κρασοκατάνυξη μετά από μια συναυλία, μια παράσταση, μια προβολή γεννά τέτοια ωραία αυθόρμητα πράγματα και γνωριμίες;

Δυστυχώς το έχουμε χάσει λίγο αυτό.  Μας έχει λείψει αυτό που λέγαμε εμείς οι μουσικοί κρασοκατάνυξη μετά από μια συναυλία, γιατί πραγματικά υπάρχει πολλή ενέργεια, πολλή ανάγκη για ανθρώπινη επαφή και για εκτόνωση μετά από ένα δημιούργημα μουσικής επιτέλεσης και όχι απλά μας λείψει λίγο, αλλά πολύ. Δυστυχώς βλέπω ότι έχουμε λίγο μεταλλαχθεί. Αρκούμαστε στα τηλέφωνα, στις διαδικτυακές μας συνομιλίες, τις τηλεδιασκέψεις. Αυτά όμως έχουν αλλάξει και τη δομή των ανθρωπίνων σχέσεων, με τις τελευταίες να έχουν επίσης μεταλλαχθεί. Η ανάγκη βέβαια τις γέννησε κι αυτές τις μορφές επικοινωνίας, γιατί ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον προσπαθεί να εξυπηρετήσει την ανάγκη για επικοινωνία.

Πώς νιώσατε εσείς όταν ακούσατε έναν άνθρωπο να πιάνει το σκοπό ενός τραγουδιού της αντίστασης; Ποιο είναι το φορτίο αυτών των τραγουδιών;

Η αλήθεια είναι δεν έχω ζήσει ο ίδιος αυτά τα χρόνια, αλλά άκουγα πολλές εξιστορήσεις από τον πατέρα και τον παππού μου για εκείνα τα χρόνια, αλλά και τα προγενέστερα. Πέτρινα χρόνια. Έχω σχηματίσει άποψη περισσότερο από τους δικούς μου και τις εμπειρίες που μου μετέφεραν. Στα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής μου καριέρας, όταν έπαιζα στις πρώτες μπουάτ της μεταπολίτευσης το ’75, την περίφημη μουσική γωνιά στη Σαρανταπόρου, έτυχε να έχουμε μουσικό τον Άκη Γεροντάκη και να περιφερόμαστε σε διάφορες άλλες συναθροίσεις και μουσικές συνερεύρεσεις, όπου τραγουδούσαμε πολλά τραγούδια της αντίστασης. Ήτανε κάτι μαγευτικό να βλέπεις τους ανθρώπους να τραγουδάνε τραγούδια που δεν υπήρχαν πια στο ρεπερτόριο της ελληνικής κοινωνίας με τέτοιο πάθος και με τέτοια ένταση, να χορεύουν, να έρχονται σε ρυθμό έκστασης και πραγματικά εντυπωσιάστηκα. Όταν αργότερα έπεσε στα χέρια μου ως μαέστρου η περίφημη jazz σουίτα το δεύτερος μέρος του Σοστακόβιτς πραγματικά εντυπωσιάστηκα όταν έμαθα πως οι στίχοι -που δεν υπήρχαν βέβαια στην αρχή και προστέθηκαν αργότερα- ήταν τραγούδι της αντίστασης. Το φορτίο των τραγουδιών αυτών είναι τεράστιο με ιστορίες, συναισθηματισμούς και ρομαντισμό, παρόλο που στον 20ο αιώνα ο ρομαντισμός είχε πεθάνει πια, αν και υπήρχε ένας πολιτικός ρομαντισμός.  Όταν άκουγα τον Ζακίνο τον Αλχανάτη να παίζει αυτό το τραγούδι εντυπωσιάστηκα που υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που έχουν ζήσει αυτές τις ιστορίες. Είχα δει τα Πέτρινα χρόνια του Παντελή Βούλγαρη γεμάτα κατάθλιψη για αυτά που ακολουθήσανε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο. Είχα γνωρίσει το γιο και τον εγγονό του Νίκου του Ζαχαριάδη. Έχω πολλές εμπειρίες. Από τα χρόνια της δικτατορίας που η μουσική του Θεοδωράκη ήταν απαγορευμένη και εγώ την άκουγα στη διαπασών ανέμελος στο σπίτι, ενώ από κάτω είχαμε ένα χωροφύλακα. Με σταμάτησε ο γείτονας, ο από πάνω που ήταν αριστερός για να μην εκτεθούμε περαιτέρω. Τεράστια εμπειρία που, όμως, κακώς έμεινε αυτή η μουσική ως μουσική διχασμού. Δυστυχώς οι μνήμες είναι ισχυρότερες, αλλά πιστεύω πως στην επόμενη γενιά αυτά τα τραγούδια θα επανέλθουν ως ρομαντικά τραγούδια αγώνων, αντίστασης, ενάντια σε εχθρικές επιβουλές ανθρώπων προς άνθρωπο.

Οφείλουμε τη ζωή μας σε συγκυρίες και συμπτώσεις με αφορμή την τύχη του μικρού τότε Ζακίνο;

Εξαρτάται από τις συγκυρίες και την κάθε ιστορία. Η ιστορία που επέλεξα, αυτή του Ζακίνο, ο ίδιος παρόλο που δεν είναι όχι ιδιαίτερα θρήσκος Εβραίος και θα έπρεπε να αποδίδει τη μοίρα του στο Θεό όπως και πολλοί Χριστιανοί, λέει την πιθανότητα του κισμέτ που είναι μουσουλμανικό είδος ή τουλάχιστον τρόπος θρησκευτικής ζωής, το πεπρωμένο για να απαλύνει περισσότερο τις εντυπώσεις γιατί σίγουρα υπάρχει μια αμηχανία για το τι πραγματικά πιστεύουν θρήσκοι και άθεοι για τη ζωή και κρατώντας τις ισορροπίες σαν σοφός άνδρας που είναι σήμερα θέλει να αποδώσει το γεγονός της σωτηρίας του στην τύχη. Ο μικρός Ζακίνο σύμφωνα με τη θρησκεία του είχε την προστασία του θεού, βέβαια θα αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν την είχαν όλοι οι υπόλοιποι; Ίσως αυτός να ήταν πιο κοντά και η οικογένεια κι έτσι να είχε καλύτερη καθοδήγηση από το πνεύμα Κυρίου κι έτσι να σώθηκε. Σίγουρα το γεγονός ότι υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που πεθαίνουν κι άλλοι που ζουν κι άλλοι που έχουν μεγαλύτερο ή μικρότερο προσδόκιμο ζωής, άλλοι που ζουν με αγαπημένα πρόσωπα, κάποιοι που τα χάνουν είναι μια περίπλοκη ύφανση της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης αλλά αυτό αποδεικνύει ότι η ζωή μας είναι πεπερασμένη και κάπου βαθιά μέσα μας υπάρχει η ελπίδα πως τελικά κάτι άλλο είναι η ζωή πέρα από αυτό το πεπερασμένο χρονικό περιθώριο που όλοι ζούμε. Ελπίζω και γνωρίζοντας κι άλλους ανθρώπους που επέζησαν ή διασώθηκαν του ολοκαυτώματος κάποια άλλη είναι αυτή η μοίρα που καθορίζει την ανθρώπινη ζωή και πως υπάρχει ελπίδα για κάτι πέρα από αυτό που βλέπουμε με τα μάτια μας.

Γιατί επιλέξατε το μέσο του podcast;

Με φλέρταρε ή το φλέρταρα το pοdcast. Δεν ξέρω πώς,  αλλά μου άρεσε να αφηγούμαι ιστορίες να γοητεύω τους συνδαιτυμόνες τους ακροατές,αλλά η αλήθεια είναι ότι τελευταία μια φίλη με παρακίνησε πως δεν χρειάζεται κάθε φορά που έχεις να πεις μια καινούρια ιδέα να περιμένεις να αποδεχθούν την ιστορία να αποδεχθούν εσένα, απλά πες την και πλέον υπάρχουν χώροι, πλατφόρμες μέσα απλά και μόνο γι’ αυτό, για να πεις την ιστορία σου. Είτε με βίντεο είτε με ζωντανή παρουσίαση είτε με ένα podcast πεπερασμένης χρονικής διάρκειας. Έτσι, λοιπόν τον Αύγουστο δοκίμασα να κάνω κι εγώ το πρώτο μου. Υπήρχαν προτάσεις βέβαια και παλαιότερα για εκπομπές ραδιοφωνικές, αλλά και στο μεταπτυχιακό μου είχα κάνει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στο διαδικτυακό του ραδιόφωνο εκπομπές αφιερώματα. Το podcast είναι κάτι μαγικό. Κλείνεσαι σε ένα δωμάτιο έχεις μπροστά συ ένα μικρόφωνο και αρχίζεις να απαντάς σε κάποιες ερωτήσεις που εσύ πρωτίστως έχεις βάλει στον εαυτό σου. Αυτό σου δίνει ένα κόσμο σαν να μιλάς στα όνειρά σου, σαν αν είσαι ελεύθερος σαν να μη σε ακούει κανένας κι εκείνη την ώρα μπορείς και λες αυτό που πραγματικά σου έρχεται στο μυαλό. Όταν ήρθε η πρόταση της φίλης το έκανα σε χρόνο ντετέ -που λέμε- ζητώντας τη βοήθεια του ηχολήπτη μου γιατί εἰχα πραγματικά πολλά να πω και αυτό αποτελεί τη μια από τις εφτά ιστορίες που έχω να διηγηθώ και τα 7 τραγούδια που έχω επιλέξει με τον τίτλο εφτά τραγούδια για να ζω. Έπεται συνέχεια λοιπόν.

Πόσο επίπονο ήταν και ίσως είναι να είσαι στην Ελλάδα και Εβραίος και Αριστερός;

Πραγματικά ακριβώς αυτό το ερώτημα Εβραίος κι αριστερός ή κομμουνιστής ήταν και το δίλημμα ενός από τους εφτά ανθρώπους που έχω ασχοληθεί για να καταγράψω μουσικές και ιστορίες, που είναι ο Μωυσής Μπουρλά που τελικά είναι και τα δυο. Μου λέει όλη του την ιστορία ακριβώς γιατί ξέρει πως αυτά τα δυο πράγματα στην Ελλάδα είναι κάτι σαν την ποτοαπαγόρευση. Είναι επίπονο. Και ο ίδιος ο Αλχανάτης παρόλο που ήταν μορφωμένος και σπουδαγμένος επαγγελματίας αναφέρει τον πατέρα του θεωρητικά, αλλά μάλλον εννοεί τον ίδιο και όλους τους Εβραίους της γενιάς του πως ταλαιπωρήθηκαν από την ελληνική κοινωνία και υπάρχει το μεγάλο ερώτημα γιατί έγιναν όλοι αυτοί οι διωγμοί. Πού ήταν η τοπική κοινωνία και η αντίσταση απέναντι στο ναζισμό για το μεγάλο θέμα του ολοκαυτώματος. Η Θεσσαλονίκη έχει μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της. Εξαφανίστηκε σχεδόν όλη η εβραϊκή κοινότητα και οι περιουσίες τους τα νεκροταφεία, τόποι λατρείας και άλλα προηγούμενα ιστορικά γεγονότα τα όποια είναι μαύρα για την πόλη πολλοί τα αποδίδουν στο ναζισμό στο φασισμό το Μεταξά και στο παγκόσμιο αντισημιτικό κίνημα, αλλά δεν εξιλεώνεσαι έτσι. Υπάρχουν πολλές ιστορίες και του Γιώργου Ιωάννου που εξιστορούν τις σελίδες αυτές. Αλλά ας μη γελιόμαστε μέχρι και σήμερα υπάρχουν απομεινάρια του νεκροταφείου σε περιβόλους ναών στην Άνω Πόλη στον Άγιο Δημήτριο και πολλά υλικά χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικά. Κανένας σεβασμός, καμιά διάθεση αποκατάστασης. Είναι επίπονο να είσαι Εβραίος και αριστερός όπως είναι επίπονο να είσαι Έλληνας και μη ορθόδοξος. Έχει ταυτιστεί στην κοινή συνείδηση η ταυτότητα του Έλληνα ορθόδοξου και όλοι οι υπόλοιποι που έχουν διαφορετική πίστη ή πολιτικές πεποιθήσεις δύσκολα γίνονται αποδεκτοί από την ελληνική κοινωνία. Ελπίζουμε πως θα αλλάξει αυτό. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.

Τα καλά τραγούδια γράφονται από τον πόνο και τις δυσκολίες;

Τα καλά τραγούδια γράφονται από καλούς ανθρώπους. Ο κάθε άνθρωπος έχει εμπειρίες, κακές καλές δύσκολες, ευχάριστες επίπονες., Το τραγούδι είναι ένα μέσο έκφρασης μια ψυχικής διάθεσης πρωτίστως και δευτερευόντως μιας επεξεργασίας του ανθρώπινου πνεύματος. Όπως και ο στίχος. Έτσι τα καλά τραγούδια γράφονται κατόπιν συναισθημάτων. Σαφώς ο πόνος είναι πιο ισχυρό συναίσθημα από τη χαρά στη διάρκεια της ανθρώπινης ύπαρξης, έτσι πιστεύω, και ίσως διαρκεί περισσότερο γιατί η χαρά διαρκεί λίγο και η δυσκολία σε ωριμάζει λένε περισσότερο, άρα δουλεύεις περισσότερο όταν δυσκολίες και πόνο. Έχει μια ροπή το καλό τραγούδι να είναι απότοκο τέτοιων συναισθημάτων. Όμως είναι κυρίως μια μορφή ψυχικής έκφρασης ενός υγιούς και μεγάλου ανθρωπίνου πνεύματος.

Η Θεσσαλονίκη φέρθηκε με δυο πρόσωπα στους Εβραίους τη δεκαετία του ’40 με το καλό να είναι εξαίρεση ολίγων ανθρώπων; Παραμένουμε ακόμα μια συντηρητική πόλη;

Ναι, ακριβώς όπως το λες. Το καλό είναι εξαίρεση ολίγων ανθρώπων, αλλά όπως έλεγε ο Χατζιδάκις με τους ολίγους προχωράει αυτή η κοινωνία. Και αν παραμέναμε μια συντηρητική πόλη θα συμφωνούσα απολύτως. Ας μην ξεχνάμε όμως ένα πράγμα. Η Θεσσαλονίκη μετά το το 1400 έχασε την ταυτότητα της ως ελληνική πόλη. Καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς, αργότερα το 1492 ήρθαν οι Εβραίοι από την Ισπανία που μιλούσαν τα σεφαραδίτικα. Σαφώς μέσα στους αιώνες παρέμειναν Έλληνες μειοψηφία και μετά το 1945 την απελευθέρωση της πόλης και από τους Γερμανούς Ναζί η πόλη αναζητά την ταυτότητά της με πολλούς πρόσφυγες, Αρμένιους πχ. Θυμάμαι ένα μητροπολίτη να ωρύεται πως μέχρι κάποια χρόνια είχαμε κεντρική οδό στην πόλη με το όνομα Κεμάλ Ατατούρκ και αργότερα την ονομάσαμε αποστόλου Παύλου. Ναι μεν έχουμε μια χριστιανική παράδοση, αλλά όχι φονταμενταλισμός παιδιά. Ελευθερία. Ας χαλαρώσουμε λίγο.

Έτσι λοιπόν μετά τα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου την οικονομική κρίση του ’60 η προσπάθεια αυτή γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Έτσι αυτές οι προοδευτικές ιδέες δεν μπόρεσαν να επικρατήσουν και επικράτησαν οι συντηρητικές δυνάμεις. Αυτή τη στιγμή στην πόλη υποφέρω από τους παλιούς Σαλονικιούς. Είναι ενάντια στην πρόοδο στα πάντα και ειδικά στην τέχνη σε νέα ρεύματα.  Παρόλο που η πόλη έχει και μια αισιόδοξη πλευρά, έχει τη νεολαία  αυτή η προοδευτική ορμή συγκρατείται από ανθρώπους που μπαίνουν σε διάφορα ηγετικά πόστα και κατευθύνουν την πολιτική, την πολιτιστική την κοινωνική ζωή της πόλης. Δεν θα ξεχάσω σε μια συνεργασία μου στο Μέγαρο ένα πρόσωπο πολύ ψηλά πολιτικά ιστάμενο με ρώτησε εσένα ποιος σε έφερε. Δεν ρώτησε ούτε τι κάνω μουσικά, ποιος είμαι καλλιτεχνικά, ποια η πορεία μου. Αυτό το πατερναλιστικό πρότυπο δεν βλέπω να αλλάζει. Μόνο ένας δήμαρχος προσπάθησε να το κάνει, ο Γιάννης Μπουτάρης, αλλά δεν άφησε τα θεμέλια για να συνεχιστεί θεσμικά αυτή η προσπάθεια.  Πρέπει να είμαστε λίγο πιο ανοιχτοί στους ανθρώπους τους δικούς μας, ας μην λοξοκοιτάμε στην Αθήνα. Αναφορικά με τους Εβραίους πρέπει να παραμείνουμε ανοιχτοί και να μαθαίνουμε ως κάτι θετικό για την πόλη την πολιτισμική έστω ιστορία τους και να αποφύγουμε εθνικιστικά τερτίπια.

Η αφήγηση σας αυτή είναι μια επιθυμία να μαθευτεί η ιστορία, το φορτίο των ανθρώπων που κυνηγήθηκαν, αγχώθηκαν για την ίδια τους τη ζωή και ήρθαν στην πόλη, δημιούργησαν πράγματα;

Η αφήγησή μου είναι μια αφήγηση  που εδώ και 25 χρόνια θα ήθελα να κάνω. Είχα συμμαθητή στο σχολείο με όνομα Λεβί Μπενουζίλιο και νόμιζα πως ήταν Ιταλός ενώ ήταν Εβραίος. Δεν ξέραμε την ιστορία μας σαν πόλη, δεν μας την είχε διδάξει κανένας. Ακούγαμε για τον κακό Εβραίο τον κακό γύφτο, Ρομά. Όλα αυτά  δημιούργησαν ένα αστικό περιβάλλον κλειστό προς την διαφορετικότητα  και πολύ φοβικό προς αυτήν. Όταν το 2015 συγκροτούσα αυτή την έρευνα για τη σεφαραδίτικη μουσική παράδοση της πόλης και συνέταξα το δελτίο για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά της σεφαραδίτικης μουσικής κουλτούρας της Ελλάδας στο Yπουργείο Πολιτισμού, κάτι που είναι υποχρεωμένη να το κάνει κάθε χώρα γιατί η σύμβαση της UNESCO επιβάλλει να υπάρχει σεβασμός όχι μονάχα στα πράγματα που βλέπουμε αλλά και στα άυλα όπως η κουλτούρα η μουσική. Αυτό με έφερε πιο κοντά στους ανθρώπους που κυνηγήθηκαν. Τους γνώρισα, συνέπραξα μαζί τους. Δημιουργήσαμε τη χορωδία, οργανώσαμε πολλά ταξίδια σε όλο τον κόσμο και πραγματικά γνώρισα την ιστορία, ήρθα σε ένα περιβάλλον που είπα πως όλοι οι άνθρωποι που έχουν κάτι να πουν πρέπει να μπορούν να το πουν ελεύθεροι. Στην προσωπική γνωριμία είδα πως υπάρχει μια δυσκολία στο να επικοινωνήσουν, μια ανάγκη να γίνει αποδεκτή η κουλτούρα τους κι αυτό που είναι, αυτό που πιστεύουν και να κρατηθεί αυτό, όχι να αφομοιωθεί ή να χαθεί η διαφορετικότητα. Γνώρισα τον Μοσά Ελιόν στο Ισραήλ επιζών 96 χρονών σήμερα από το Άουσβιτς που έχασε την αδερφή του εκεί και μου ενεχείρησε μια μουσική παρτιτούρα μονόφωνη με ένα τραγούδι η κοπελίτσα στο στρατόπεδο αφιερωμένο στην αδερφούλα του που πολύ μικρή την έχασε και συγκινήθηκα για το πως ένας Σαλονικιός έπρεπε να καταφύγει στο Ισραήλ για να επιζήσει μετά το ολοκαύτωμα για να βρει μια πατρίδα και σκέφτομαι ότι υπάρχουν άνθρωποι που έζησαν πάρα πολλά χρονιά εδώ και ακόμα δεν τους θεωρούμε Θεσσαλονικείς. Η αφήγηση μου διαπίστωσα εκ του αποτελέσματος  ότι είχε απήχηση θετικό αντίκτυπο.  Πιστεύω ότι αυτού του είδους η αφήγηση και καθώς τη δούλευα και ακούγοντας μουσικές και τραγούδια καταλαβαίνω ότι ναι με ενδιαφέρει να μαθευτεί η ιστορία αυτών των ανθρώπων, ώστε με έναν τρόπο πρακτικό να μαθευτούν οι ιστορίες και να ανοίξουν οι καρδιές των ανθρώπων προς τη διαφορετικότητα και να γίνει η Θεσσαλονίκη έτσι μια πόλη σύγχρονη.

Σκέφτεστε να κάνετε κάτι περισσότερο με την ιστορία του Ζακίνο του κυρίου Ισαάκ Αλχανάτη ή και άλλων, ώστε να δημιουργηθεί ένα αρχείο ή κάτι παραπάνω ;

Ναι ξεκινώντας μετά την πρώτη ιστορία και βλέποντας την ανταπόκριση που έχει δέχθηκα δυο εισηγήσεις φίλων του τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ ότι τα πάω πολύ καλά στις αφηγήσεις και πως ήδη έχω φτιάξει το πρώτο μου σενάριο για ταινία. Με γοητεύει. Εγώ πέρα από μαέστρος ασχολούμαι με τη σύνθεση από παιδί. Ήδη από τα 13-14 μου χρόνια έγραψα τα πρώτα μου τραγούδια μέσα σε μια χριστιανική κοινότητα με πολλές κοινωνικές περιπέτειες και προσφορά κοινωνική, έπαιξα σε φυλακές και σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη την ανθρώπινη επαφή. Πραγματικά η ιστορία του Ισαάκ δεν είναι μοναδική, έχω 7 ιστορίες στα σκαριά και το βιβλίο σχεδόν έτοιμο. Σκέφτομαι στο μέλλον και τα τραγούδια να ηχογραφήσω και τις ιστορίες να αφηγηθώ ή έστω να βρω ένα τρόπο να τις επικοινωνήσω. Με τη γυναίκα Μαρίνη Πεικίδου  μου είμαστε συνεργάτες στο δίκτυο ελληνογερμανικής φιλίας που έχει δυο παραρτήματα ένα στη Λειψία και ένα στη Θεσσαλονίκη για ιστορίες και για μνήμες σε τοποθεσίες που κατέστρεψαν οι Ναζί. Αυτό χρησιμοποιείται για τους Γερμανούς ώστε να μην ξεχάσουν και να αποκαταστήσουν τη μνήμη ώστε να μην ξανασυμβούν αυτά που συνέβησαν και για τους Έλληνες ώστε να γνωρίσουν καλύτερα τους Γερμανούς και να επικοινωνήσουν σε νέα βάση. Με ενδιαφέρει η επικοινωνία των ανθρώπων που έχουν τραύματα και δυσκολίες μεταξύ τους να επικοινωνήσουν απορώ γιατί βέβαια. Έκανα προσπάθεια μέσω της μουσικής να δω όλες τις κουλτούρες και τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος θέλει την επικοινωνία, είτε μέσω της μουσικής, είτε με την αφήγηση, που είναι μοναδικό πράγμα.

Ο Ζακίνο και το Diziocho años tengo/ Δημιουργός: Κωστής Παπάζογλου, Παραγωγή: Music atelier Concerto Conservatorio, Σενάριο: Κωστής Παπάζογλου, Μουσική: Κωστής Παπάζογλου, ανώνυμο αντάρτικο τραγούδι, Ηχοληψία-Ηχητικό μοντάζ: Κωστής Παπάζογλου, Λεωνίδας Μπεϊλής, Γλώσσα: Ελληνικά, Χώρα παραγωγής: Ελλάδα, Διάρκεια: 33’

Διαβάστε επίσης:

Αλβέρτος Ναρ: Σαλονικάι, δηλαδή Σαλονικιός.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα