Ο Θρασύβουλος Γιάτσιος ξετυλίγει τον μίτο των έμφυλων στερεοτύπων
Με τα χέρια και τα λόγια του.
Αναμφισβήτητα ένας άνθρωπος που σου μένει στο μυαλό είναι ο Θρασύβουλος Γιάτσιος. Όχι μόνο για τη λαμπρή του καριέρα, όπως θα σκεπτόταν κάποιος.
Ο καλλιτεχνικός σήμερα Διευθυντής του «Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού» έχει βεβαίως αφήσει το στίγμα του στο χώρο του Κινηματογράφου και του Θεάτρου με τη δουλειά του. Είναι ακόμη γνωστό πως έχει βρεθεί μέσα στα χρόνια πλάι σε γνωστούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Όμως είναι και εκείνος που με τα χέρια του φτιάχνει εδώ και καιρό αληθινά έργα τέχνης και μάλιστα πολύ μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Και παρότι ο ίδιος δεν αρέσκεται στη χρήση της λέξης «Τέχνη» για το οτιδήποτε, εγώ μονάχα έτσι μπορώ να χαρακτηρίσω τις δημιουργίες του. Ο ευφάνταστος Θρασύβουλος έχει μεράκι, έναν νεανικό αέρα και πολλή υπομονή ώστε να συνδυάζει επιτυχώς πάντα υλικά και χρώματα.
Γι’ αυτό επίσης τον θυμάται κανείς και γι’ αυτό ακριβώς επέλεξα να μιλήσω μαζί του. Συγκεκριμένα θέλησα να μάθω για τον μεγάλο έρωτά του, την υφαντική, με την οποία λίγοι άνδρες καταπιάνονται στην Ελλάδα μέχρι και σήμερα.
Παρακάτω λοιπόν όσα κουβεντιάσαμε ένα απόγευμα για τον ίδιο, τις πρότερες ασχολίες του, την υφαντική, αλλά και την υφαντική σε σχέση με το φύλο:
Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς.
Έχω γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αθήνα και έχω σπουδάσει Αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με την οποία δεν ασχολήθηκα σχεδόν ποτέ. Με τράβηξε ο Κινηματογράφος και γι’ αυτό το λόγο βρέθηκα στο Μόντρεαλ του Καναδά όπου μαζί με έναν γνώριμο της Θεσσαλονίκης, τον Δημήτρη Εϊπίδη, συνεργάστηκα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μόντρεαλ και ήμουν υπεύθυνος για το κομμάτι της video art που τότε παρουσιάζαμε στο φεστιβάλ. Στη συνέχεια και πάντα σε συνεργασία με τον Δημήτρη τον Εϊπίδη ξεκινήσαμε μία συνεργασία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης επί Μιχάλη Δημόπουλου όπου τότε μαζί με τον Δημήτρη Εϊπίδη χτίσαμε τους «Νέους Ορίζοντες». Έπειτα έφυγα από το Φεστιβάλ και σταμάτησα να ασχολούμαι με τον Κινηματογράφο καθώς μού έγινε μία πρόταση από τον Απόστολο Δοξιάδη ώστε να αναλάβω τη Διεύθυνση του Ιδρύματος Κωνσταντίνου και Μάρκου Δοξιάδη όπου και παρέμεινα δέκα χρόνια. Εν συνεχεία ανέλαβα Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού.
Όμως και η αρχιτεκτονική που αφήσατε πίσω ενέχει μια δόση τέχνης.
Η αρχιτεκτονική μαζί με την υφαντική έχουν δύο κοινά στοιχεία. Η αρχιτεκτονική είναι καταρχάς Τέχνη όσον αφορά την τελική παρουσίαση του οικοδομήματος, αλλά και μία στρουκτούρα. Δηλαδή όταν θέλουμε να κατασκευάσουμε ένα σπίτι πρέπει να ξέρουμε τις δυνατότητες που έχουν τα υλικά μας. Π.χ. το σκυρόδεμα σου επιτρέπει να κάνεις μία τέτοια στέγη και όχι ό,τι μπορείς να φανταστείς. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την υφαντική. Στην υφαντική οι συνδυασμοί των νημάτων είναι πάμπολλοι παρόλα αυτά είναι και πεπερασμένοι. Επομένως δεν μπορούμε να κάνουμε ό, τι θέλουμε για να φτιάξουμε ένα ύφασμα.
Πώς και ασχοληθήκατε με την υφαντική;
Εγώ ήθελα πάντα να φτιάχνω κάτι. Μάλιστα έχω ένα σπίτι κοντά στη λίμνη του Μαραθώνα, το οποίο έχω σχεδόν οικοδομήσει με τα χέρια μου. Έχει ένα ξύλινο πατάρι το οποίο έχω φτιάξει εγώ, μία κουζίνα την οποία επίσης έχω φτιάξει εγώ. Αντίστοιχα μου αρέσει η κηπουρική πάρα πολύ. Δεν μπορείς ωστόσο να έχεις πάντα ένα εργαστήριο στο χώρο όπου ζεις. Όμως η υφαντική είναι μια χειροτεχνία μικρότερης κλίμακας, η οποία ενέχει πάρα πολύ μυαλό διότι χρειάζεται πολλή σκέψη αναφορικά με το πώς θα υφάνεις ένα ύφασμα και από την άλλη γούστο ως προς το πώς συνδυάζεις υλικά, χρώματα.
Τι ήταν εκείνο που σας κίνησε συγκεκριμένα το ενδιαφέρον στην υφαντική;
Το ενδιαφέρον μου άρχισε από τότε που ήμουν στη σχολή και σπούδαζα και πήγα στην Ολλανδία και συνάντησα μία πολύ φίλη μου μετέπειτα, την Christina Linaris Koridou. Η ίδια είχε τότε στο σπίτι της έναν αργαλειό. Αυτή η κυρία είναι Textile Artist και ακόμα και τώρα ζωγραφίζει με βελονιές πάνω σε υφάσματα. Eκεί πραγματικά ενθουσιάστηκα. Γύρισα στην Αθήνα το 1977, γύρισα τον κόσμο ανάποδα και βρήκα έναν αργαλειό. Τον έστησα σε ένα σπίτι φοιτητικό που είχα τότε. Μετά τελείωσα το Πολυτεχνείο, έφυγα στον Καναδά και όλα αυτά με την υφαντική ξεχάστηκαν. Άλλωστε δεν μπορούσα να κυκλοφορώ με έναν αργαλειό ανά τον κόσμο. Ήταν μια περίοδος πολύ έντονης επαγγελματικής δραστηριότητας και ταξιδιών. Πέρασε μία 20ετία, αλλά δεν ξέχασα τίποτε. Πάντα ήθελα να φτιάξω ένα σπίτι στην εξοχή, έφτιαξα τελικώς εκείνο το σπίτι στην Αττική και μπήκε ξανά ο αργαλειός στο μυαλό μου.
Πόσο δύσκολο είναι να μάθει κανείς υφαντική;
Δεν είναι καθόλου δύσκολο και δεν είναι και εύκολο. Είναι εύκολο με την έννοια ότι μαθαίνεται. Το να ασχοληθείς μαζί της είναι το δύσκολο, δηλαδή θέλει κόπο.
Είναι και χρονοβόρα και κοστοβόρα δουλειά;
Eίναι χρονοβόρο το να περάσεις στον αργαλειό τα νήματα. Και ο τρόπος με τον οποίο θα τα περάσεις είναι ένα μέρος του τελικού αποτελέσματος του υφάσματος.
Kάνατε και σπουδές πάνω σε αυτήν;
Όταν ασχολήθηκα ξανά σοβαρά με τον αργαλειό πήγα στη σχολή της ΧΑΝΘ στην Αθήνα όπου παρέδιδαν μαθήματα υφαντικής. Καταρχάς μαθήματα σε τελάρο και στη συνέχεια σε αργαλειό. Ήταν για ένα χρόνο, πήρα τα βασικά και επειδή αντιλαμβανόμουν εύκολα τις τεχνικές άρχισα πάλι ξανά.
Ποια είναι η σχέση σας με την υφαντική σήμερα;
Σήμερα ανάλογα με τον φόρτο εργασίας που έχω απασχολούμαι πάρα πολύ. Ασχολούμαι σε καθημερινή βάση. Μπορεί να γυρίσω στο σπίτι μου κατά τις 18.00- 19.00 και μία με δύο ώρες καταπιάνομαι με την υφαντική. Και όταν δεν υφαίνω διαβάζω βιβλία, ψάχνω.
Τι συναισθήματα σας προκαλεί η ενασχόληση με την υφαντική;
Όταν θέλω το μυαλό μου να «ξεσκαρτάρει», ασχολούμαι με αυτό.
Yπάρχει κάποιο δημιούργημά σας το οποίο θαυμάζετε;
Δεν είναι ένα, είναι πολλά. Εξαρτάται κιόλας από την περίοδο. Τώρα πρόσφατα έφτιαχνα εσάρπες, πασμίνες. Τώρα με «γαργαλάει» μια άλλη κατάσταση όπου θέλω να ολοκληρώσω ένα ρούχο. Δεν γνωρίζω από υψηλή ραπτική παρόλα αυτά υπάρχουν απλές φόρμες ρούχων που βοηθούν. Σκέπτομαι να φτιάξω και κάτι μπλούζες, κάτι πανωφόρια.
Έχετε πει στο παρελθόν πως η Τέχνη δεν έχει φύλο, σωστά;
Δεν έχω σκεφτεί ότι η Τέχνη έχει φύλο και ούτε μπορώ να φανταστώ κάποια τέχνη να έχει φύλο.
Μέχρι και σήμερα οι γυναίκες είναι αυτές που κατά πλειονότητα υφαίνουν.
Ναι, βέβαια. Και τότε στη σχολή μου ήμουν ο μόνος ανάμεσα σε γυναίκες.
Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει ακόμα αυτό;
Πάντως το 1984 ταξίδευα στην Ελβετία και είδα στο τρένο έναν νεαρό που καθόταν στη θέση του και είχε βγάλει τις βελόνες του και έπλεκε. Αυτό είναι πάρα πολύ κοινό πλέον. Υπάρχουν και άλλα νεαρά παιδιά σήμερα που πλέκουν σαν τρελά.
Η κοινωνία είχε μάθει να ξεχωρίζει παρόλα αυτά τώρα δεν ξεχωρίζει τόσο πολύ ανεξαρτήτως χώρας. Πάντως, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης δεν είχανε τέτοιους διαχωρισμούς. Εμείς είμαστε νότιοι εδώ στην Ελλάδα και είμαστε λίγο πιο «μάτσο». Ωστόσο να πω εδώ ότι παρά τους «μάτσο» υπάρχει και κύριος στην Κρήτη που στα 65-70 του κάνει υφαντά στον αργαλειό και τα πουλάει.
Στην Αίγυπτο, στις Ινδίες και σε αντίστοιχες περιοχές ακόμα και στη Βόρεια Αφρική η υφαντική είναι υπόθεση ανδρική. Σε όλα τα υφαντουργεία που φτιάχνουν χαλιά κ.α. τα πράγματα είναι αν όχι ανδρική υπόθεση τουλάχιστον μοιρασμένα.
Τι θα λέγατε σε κάποιον που υποστηρίζει ότι η υφαντική τέχνη είναι παλιακή;
Δεν είναι καθόλου παλιακή γιατί υπάρχουνε ένα σωρό textile artists οι οποίοι φτιάχνουν αριστουργήματα, έργα τέχνης.
Γνωρίζετε εάν σήμερα παραδίδονται μαθήματα υφαντικής;
Υπάρχουν κάποια ΤΕΙ που ασχολούνται με την υφαντική, ωστόσο είναι σπουδές που βασίζονται στη βιομηχανική υφαντική.
Μπορεί κάποιος σήμερα να βιοποριστεί αποκλειστικά και μόνο από την υφαντική;
Είμαι οπαδός της άποψης ότι εάν μπορείς το χόμπι σου να το κάνεις δουλειά, θα είσαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Η απάντησή μου λοιπόν είναι σίγουρα θετική, εξαρτάται όμως και από το πάθος με το οποίο αντιμετωπίζεις τη δουλειά σου. Θα επιβληθείς που να χαλάσει ο κόσμος.