Πέντε μεταφράσεις ξένης πεζογραφίας να απολαύσεις το καλοκαίρι!
Η συντροφιά (σου) τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού...
Ο Αύγουστος μόλις έκανε την είσοδό του στο καλοκαίρι, ο χρόνος για διάβασμα αυξάνει (ακόμα κι αν δεν πρόκειται να πάμε διακοπές) και το ΑΠΕ-ΜΠΕ προχωρεί σε πέντε αναγνωστικές προτάσεις με μεταφρασμένα μυθιστορήματα από την πρόσφατη εκδοτική παραγωγή (την προηγούμενη εβδομάδα προτείναμε πέντε ελληνικά μυθιστορήματα).
Αρχή με ένα μυθιστόρημα-θρύλο, με μιαν αφήγηση-ποταμό, τον «Κόμη Μοντεχρίστο» του Αλέξανδρου Δουμά πατρός, που κυκλοφορεί σε μετάφραση Ωρίωνα Αρκομάνη από τις εκδόσεις Gutenberg. Ατέλειωτες και εξαιρετικά δαιδαλώδεις περιπέτειες, απειράριθμες μεταμορφώσεις και ισχυρό αίσθημα ελευθερίας και δύναμης ύστερα από πολύχρονες φυλακίσεις: αυτό είναι το πνεύμα ενός μυθιστορήματος το οποίο δημοσιεύτηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και δεν έχει χάσει μέχρι και σήμερα το παραμικρό από το πνεύμα του, που είναι αφιερωμένο στη Γαλλική Επανάσταση και στον Ναπολέοντα, ξετυλίγοντας μιαν ιστορία τρομακτικής εκδίκησης, η οποία αποτελεί ταυτοχρόνως τη δικαίωση του πολυβασανισμένου κεντρικού ήρωα.
Η Όλγκα Τοκάρτσουκ μάς φέρνει στον 21ο αιώνα και στο Νόμπελ Λογοτεχνίας του 2018. Γεννημένη το 1962 στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, η Τοκάρτσουκ δεν είναι εύκολη συγγραφέας, αλλά καταφέρνει να γίνει συναρπαστική με τον τρόπο της. Στο μυθιστόρημά της «Πλάνητες», που κυκλοφορεί σε μετάφραση Αλεξάνδρας Δ. Ιωαννίδου από τις εκδόσεις Καστανιώτη, δοκιμάζει μια γενναία βουτιά στην πλούσια παράδοση της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας για να ανατρέψει τα πάντα. Συνδυάζοντας το δοκίμιο και την ανάπτυξη κάποιων ψηγμάτων φιλοσοφικών ιδεών με πολλές και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, πρωτοπρόσωπες ή τριτοπρόσωπες ιστορίες, η Τουκάρτσουκ γράφει ένα βιβλίο γεμάτο χρώματα, εικόνες και αισθήσεις. Ακόμα κι όταν δεν μπορεί να βρει κανείς ακριβώς τον κρίκο που φέρνει κοντά τις παράξενες αφηγήσεις της, η υποβλητική περιπλάνηση στα τοπία της Ευρώπης και της Πολωνίας κερδίζει στο ακέραιο το παιχνίδι.
Και από την Πολωνία και την Ευρώπη στις ΗΠΑ και στον ελληνικής καταγωγής Τζορτζ Πελεκάνο, έναν διεθνώς αναγνωρισμένο στιλίστα της τέχνης του αστυνομικού μυθιστορήματος. «Ο άντρας που επέστρεψε», ο οποίος κυκλοφορεί σε μετάφραση Αντώνη Καλοκύρη από τις εκδόσεις Πατάκη, έχει ως πρωταγωνιστή έναν βιβλιοφάγο φυλακισμένο. Ο Μάικλ Χάντσον είναι ο καλύτερος αναγνώστης της φυλακής και μετά την αποφυλάκιση αγωνίζεται να γίνει κι ένας από τους καλύτερους ανθρώπους της χώρας, αλλά δύσκολα θα τα καταφέρει αφού υποχρεώνεται να μπει σε έναν κύκλο αλόγιστης σπατάλης και βίας. Ο Πελεκάνος ξέρει πώς να αποδώσει τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα των ΗΠΑ, χωρίς από την άλλη μεριά να καταλήξει στον κυνισμό και τη σκληρότητα, όπως και δίχως να ισοπεδώσει την ψυχολογία και τους χαρακτήρες των ηρώων του.
Συνέχεια με τον Βρετανό (ιαπωνικής καταγωγής) συγγραφέα Καζούο Ισιγκουρο (Νόμπελ Λογοτεχνίας 2107) και το μυθιστόρημά του «Ένας καλλιτέχνης του ρέοντος κόσμου», που κυκλοφορεί σε μετάφραση Αργυρώς Μαντόγλου από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Στην Ιαπωνία του 1948, οι άνθρωποι, όσο κι αν έχουν βασανιστεί από τις πρόσφατες εμπειρίες τους, καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για να αποτινάξουν από πάνω τους τα ερείπια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δημιουργώντας ένα ανεκτό παρόν και προσδοκώντας ένα καλύτερο μέλλον. Παρόλα αυτά, οι επώδυνες αναμνήσεις του βίαιου παρελθόντος θα τσακίσουν τον Μασούτζι Όνο, που δοκιμάζοντας να ανακαλύψει τι ακριβώς έχει απομείνει και διασωθεί από τον εαυτό του, καταλήγει να συνειδητοποιήσει πολλά (και άκρως σημαντικά) για την πραγματική ταυτότητα της χώρας του.
Κλείνουμε με τη Γαλλία, τη Virginie Despentes, που γεννήθηκε το 1969 στο Νανσύ και ζει στο Παρίσι, και το μυθιστόρημά της «Βερνόν Σουμπουτέξ», που κυκλοφορεί σε μετάφραση Ρίτας Κολαϊτη από τις εκδόσεις Στερέωμα.
Ο Βερνόν Σουμπουτέξ ήταν ο ιδιοκτήτης του θρυλικού δισκάδικου «Revolver», στην παρισινή συνοικία της Βαστίλης. Για τους παθιασμένους ροκάδες, το «Revolver» ήταν ένας ναός, ένας λατρεμένος χώρος μυσταγωγίας. Προ εικοσαετίας, ωστόσο, ήρθε η οικονομική καταστροφή με την εξάπλωση του διαδικτύου και την παρακμή των CD και του βινυλίου. Έτσι, ο Σουμπουτέξ καταλήγει άστεγος και επαίτης στους δρόμους του Παρισιού, παρέα με κλοσάρ και αντιμέτωπος με ακροδεξιούς εξτρεμιστές. Γύρω του, απελπισμένες γυναίκες, τρελαμένοι χρηματιστές, πορνοστάρ, τρανσέξουαλ από τη Βραζιλία, αποτυχημένοι σεναριογράφοι και πρώην μουσικοί που ψάχνουν το πώς θα επιβιώσουν. Δυνατή αφήγηση, συναρπαστική δράση και ξεχωριστοί χαρακτήρες σε ένα όντως αναπάντεχο βιβλίο.
Πηγή: AΠΕ-ΜΠΕ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ