Parallax View

Αλίμονο στην κοινωνία που της αρνούνται το δικαίωμα αμφισβήτησης των δικαστών

Ένας νομικός γράφει μιλά για τα περί Λιγνάδη και τις αντιδράσεις που προκάλεσαν. 

Parallaxi
αλίμονο-στην-κοινωνία-που-της-αρνούντ-924383
Parallaxi

Λέξεις: Αναστάσιος Παυλόπουλος 

Για τον κοινωνικά ευαισθητοποιημένο πολίτη, είναι αδιανόητο να κυκλοφορεί ελεύθερος ένας καταδικασμένος για 2 βιασμούς. Εξ ου και οι ποικίλης φύσεως διαμαρτυρίες. Έλα, όμως, που συνάδελφοι του νομικού χώρου (και φεῦ, ορισμένες ενώσεις) θεωρούν ανεπίτρεπτη την άσκηση δριμείας κριτικής στην απόφαση και τους δικαστές που την εξέδωσαν. 

Σαν να μην είχε πολιτική χροιά (και κάλυψη, στην αρχή τουλάχιστον) η υπόθεση, σαν να μην άκουσαν πότε για ύποπτες μεθοδεύσεις τρομοκράτησης των μαρτύρων, σαν να μη γνωρίζουν τη δυσκολία αποκάλυψης τέτοιων υποθέσεων, ιδίως, όταν ένα ευάλωτο θύμα ορθώνει το ανάστημά του σε ένα ολόκληρο σύστημα. 

Και από έναν επαγγελματικό ελιτισμό (έως και επαγγελματικό ξιπασμό), δεν αντιλογούν απλά στην κοινωνική κατακραυγή (ως έχουν δικαίωμα, γιατί πράγματι ορισμένα νομικά ζητήματα δεν επιδέχονται κοινωνική διαπραγμάτευση ή πλειοψηφική αντιμετώπιση), αλλά αρνούνται σε οποιονδήποτε άλλον πολίτη το ίδιο το δικαίωμα έκφρασης (ατομικά ή συλλογικά) της γνώμης.

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, νομικά, φίλοι μου! Και διαλεκτικά. Συναρθρώνοντας θεωρία ( = το αφηρημένο δέον του νόμου) και πράξη (= τον τρόπο εφαρμογής του στη βιοτική καθημερινότητα).

Το άρθρο 497 ΚΠοινΔ για το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης, που ορίζει ότι αυτό δεν χορηγείται και άρα ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, αν κρίνεται αιτιολογημένα ότι, αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό από τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα, συνδέεται με ένα αόρατο λογικό νήμα με το άρθρο 285 ΚΠοινΔ, που ορίζει ότι ο κατηγορούμενος οδηγείται στη φυλακή πριν τη δίκη (προσωρινή κράτηση), αν με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης, κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Αυτό το τελευταίο συνέβη και στην υπόθεση Λιγνάδη.

Και ερωτάται: Είναι δυνατόν κάποιος να θεωρείται ύποπτος τέλεσης νέων πράξεων πριν καταδικαστεί και αφού καταδικαστεί (και διαπιστωθεί έτσι ότι τέλεσε το έγκλημα) να μην θεωρείται πλέον ύποπτος τέλεσης νέων πράξεων; Δεν αποκλείεται, είναι η απάντηση. Αλλά δεν είναι και το συνηθέστερο.

Ερωτάται, όμως, περαιτέρω: Είναι νομικά εύλογο και σύνηθες στην πράξη να αφήνεται ελεύθερος μετά την καταδίκη του, καταδικασθείς για βιασμό(υς) (και δη ανηλίκων!), ενώ ήδη κρατείτο προσωρινά ως ύποπτος τέλεσης νέων πράξεων;

Η απάντηση είναι -και αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη των λεγόμενων μου‐, ΟΧΙ! Είναι αδιανόητο (και γι’ αυτό δεν έχω ακούσει ποτέ να συμβαίνει στην πράξη), ένα πρόσωπο να θεωρείται ως ύποπτος τέλεσης νέων βιασμών ΠΡΙΝ την καταδίκη του (όταν ακόμα δεν είναι σίγουρο αν τους έχει τελέσει), αλλά να μη θεωρείται ύποπτος τέλεσης νέων βιασμών ΜΕΤΑ την καταδίκη του.

Και αυτό το absurdum, νομικά και λογικά, σε συνδυασμό με την πολιτική διάσταση της υπόθεσης είναι που εξοργίζει τον κόσμο. Και τον κάνει δικαίως να ασκεί κριτική και να δυσπιστεί απέναντι στην αξιοπιστία της δικαστικής λειτουργίας…

Αλίμονο, αλίμονο, στην κοινωνία εκείνη που της αρνούνται το δικαίωμα αμφισβήτησης της ορθότητας της κρίσης των δικαστών, όπως κάποτε γινόταν επί ιεροεξαταστών.

Δε θα αποπειραθώ να τη χαρακτηρίσω.

Κάντε το εσείς!

*Ο Αναστάσιος Παυλόπουλος είναι Δικηγόρος, Διδάκτωρ Νομικής

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα