ΑΠΘ: Ελπιδοφόρο ή δυσοίωνο το 2025;
Ποιες είναι οι προτεραιότητες και γιατί επικρατεί στασιμότητα;
Το 2025 θα γιορτάσουμε τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Μέσα σε ένα αιώνα το ΑΠΘ αναπτύχθηκε δυναμικά και εμπεδώθηκε η συνεισφορά του στις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, στην επιστήμη, στις τέχνες και στα γράμματα. Όπως όλα τα ΑΕΙ της χώρας υπηρέτησε στον 20ο αιώνα τα προτάγματα ενός εθνικού πανεπιστημίου και την παραγωγή επιστημόνων. Προσέφερε, κυρίως στις μεταπολεμικές δεκαετίες, ένα μηχανισμό ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας, πολιτιστικής και πολιτικής κοινωνικοποίησης για δεκάδες χιλιάδες νέες και νέους.
Η θετική του πορεία ανατρέπεται τα τελευταία χρόνια. Αυτό οφείλεται στην αλλαγή του ρόλου των πανεπιστημίων στον 21ο αιώνα αλλά και στη νεοφιλελεύθερη πολιτική συρρίκνωσης των δημόσιων πανεπιστημίων: μείωση χρηματοδότησης και προσωπικού, περιορισμός εισακτέων, επιβολή ενός μη λειτουργικού και αντιδημοκρατικού θεσμικού πλαισίου. Η ανατροπή της θετικής πορείας οφείλεται όμως και σε καίρια λανθασμένες επιλογές της διοίκησης τoυ ΑΠΘ.
Η στασιμότητα είναι καταρχήν ορατή στο επίπεδο των υποδομών. Η περίπτωση των εξωφρενικών προβλημάτων των κτιρίων της Σχολής Καλών Τεχνών δεν είναι δυστυχώς η μοναδική. Μέρος των εγκαταστάσεων παρουσιάζει αυξανόμενα προβλήματα λειτουργικότητας έως και επικινδυνότητας. Η έκτακτη χρηματοδότηση που εξασφάλισε το ΑΠΘ για έργα στις υποδομές του καλύπτει μικρό μόνο μέρος των αναγκών. Το επιχείρημα ότι οι υποδομές πάσχουν λόγω μειωμένης κρατικής χρηματοδότησης και υποστελεχωμένων τεχνικών υπηρεσιών ισχύει αλλά δεν αρκεί.
Στην ίδια συγκυρία άλλα πανεπιστήμια, με μικρότερες σε δυναμικό τεχνικές υπηρεσίες, διεκδίκησαν επιτυχώς εντυπωσιακές χρηματοδοτήσεις των υποδομών τους. Ας δούμε τα γειτονικά πανεπιστήμια. Το Διεθνές Πανεπιστήμιο προχωρά σε αγορά ξενοδοχείου στη Σίνδο με 150 κλίνες και αναμορφώνει την υπάρχουσα φοιτητική του εστία. Το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας έχτισε μέσα στην τελευταία οκταετία μια καινούργια υπερσύγχρονη πανεπιστημιούπολη και φοιτητικές εστίες. Στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης χτίζεται νέα Ιατρική Σχολή και επιτεύχθηκε συμφωνία παραχώρησης του παλαιού κτίριο της Νομικής Σχολής από το δήμο Κομοτηνής.
Αδυναμία ανάπτυξης υπάρχει και στο πεδίο των νέων ακαδημαϊκών κλάδων. Οι αποφάσεις δημιουργίας συγκεκριμένων νέων Τμημάτων που είχαν ληφθεί επί πρυτανείας Περικλή Μήτκα δεν προχώρησαν. Την ίδια περίοδο το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) ενισχύθηκε σε Τμήματα. Ακόμα χειρότερα, στο ΑΠΘ υποβόσκει η συζήτηση για συγχωνεύσεις Τμημάτων λόγω της μείωσης των φοιτητών/τριών. Είναι σαν να αγνοούμε ότι η εν λόγω μείωση προκλήθηκε από τη νομοθετική επιβολή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι τα πανεπιστημιακά Τμήματα έχουν μοναδικό λόγο ύπαρξης την προπτυχιακή διδασκαλία.
Υστέρηση παρατηρείται και στη θέση του ΑΠΘ στις διεθνείς αξιολογήσεις κατάταξης των πανεπιστημίων. Παρόλα τα μεθοδολογικά τους προβλήματα, οι εν λόγω αξιολογήσεις συνιστούν ένα δείκτη της απήχησης του ερευνητικού έργου που παράγεται σε αρκετά επιστημονικά πεδία. Σε αυτές τις αξιολογήσεις τo AΠΘ είχε μια σταθερά ανερχόμενη πορεία που το έφερε στο 2% – 4 % των καλύτερων διεθνώς πανεπιστημίων.
Η πορεία αυτή είναι πλέον πτωτική. Στη δημοσιευμένη πριν λίγες μέρες ετήσια έκθεση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης το ΑΠΘ παρουσιάζει πτώση σε 7 από τις 8 διεθνώς αποδεκτές κατατάξεις των ΑΕΙ! Το ΕΚΠΑ βρίσκεται σε θέσεις υψηλότερες από το ΑΠΘ. Επιπλέον, παρότι οι υψηλότερες θέσεις είναι πιο δύσκολο να διατηρηθούν, το ΕΚΠΑ παρουσιάζει πτώση σε 4 αλλά ταυτόχρονα διατηρεί την ίδια θέση σε 3 κατατάξεις.
Μέγιστο πρόβλημα στο ΑΠΘ είναι η αδυναμία εξασφάλισης ενός πλαισίου δημοκρατικής κοινωνικής συναίνεσης που προϋποθέτει η πανεπιστημιακή διδασκαλία και έρευνα. Το ΑΠΘ «επιλέχθηκε» ως πεδίο πειραματισμού της νεανικής καταστολής. Η αποτυχημένη προσπάθεια εμπέδωσης της πανεπιστημιακής αστυνομίας στοίχισε ταραχές σε δύο συναπτά ακαδημαϊκά έτη.
Η επιλογή της φοιτητικής «πειθάρχησης» με τη βία των ΜΑΤ είναι αυταρχική και αδιέξοδη. Συμβαδίζει με τις συγκεντρωτικές και δυσλειτουργικές μεταβολές του θεσμικού πλαισίου διοίκησης των πανεπιστημίων. Αγνοεί ότι τα αιτήματα για χρηματοδότηση, ποιοτικές σπουδές σε στελεχωμένα Τμήματα, ασφαλή κτήρια, επαρκή φοιτητική μέριμνα και συμμετοχικές διαδικασίες στη λήψη αποφάσεων αποτελούν σημείο συνάντησης των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και όχι λόγους αντιπαράθεσης. Η καταστολή πολιτικών και πολιτιστικών δράσεων εντός του ΑΠΘ νομοτελειακά παράγει έναν ατέρμονο κύκλο αντιδράσεων και υπονομεύει τους ακαδημαϊκούς θεσμούς. Απαιτείται αλλαγή παραδείγματος στην κατεύθυνση διαλόγου, κατανόησης και συμπόρευσης με τις γενιές που βιώνουν τις πιο σκληρές κοινωνικές ανισότητες εδώ και μισό αιώνα στην χώρα μας.
Οι τραγικές συνθήκες στη φοιτητική μέριμνα δεν θα διορθωθούν με την επίκληση, από την πλευρά της διοίκησης του ΑΠΘ, της ευθύνης άλλων φορέων. Είναι ενδεικτικό ότι οι φοιτητές/τριες με αναπηρίες χρειάζονταν, για ένα μήνα, να βρουν τρόπο να ανέβουν με τα πόδια στον όγδοο όροφο στις εστίες γιατί δεν λειτουργούσαν τα ασανσέρ… Αν οι ενέργειες της πρυτανείας προς το Ίδρυμα Νεολαίας και Δια Βίου Μάθησης – που πανελλαδικά έχει την ευθύνη της φοιτητικής μέριμνας – δεν αποδίδουν, χρειάζονται πραγματικές, δηλαδή αποτελεσματικές, πρωτοβουλίες. Τέλος, ας επισημάνουμε ότι το ΑΠΘ είναι αδικαιολόγητα διστακτικό σε συνεργασίες με το δημιουργικό δυναμικό της πόλης στις τέχνες και στον πολιτισμό.
Η υπονόμευση της ανάπτυξης του ΑΠΘ θα επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στο μέλλον και το παρόν των παραγωγικών δυνάμεων της βόρειας Ελλάδας, στην πολιτιστική ζωή της Θεσσαλονίκης, στο μέλλον της νεολαίας, στην πρόοδο των τεχνών, της επιστήμης και των γραμμάτων στον τόπο μας. Το πλούσιο ανθρώπινο δυναμικό του ΑΠΘ, με την κατάλληλη χρηματοδότηση και στελέχωση, μπορεί να επαναφέρει το πανεπιστήμιο σε τροχιά ανάπτυξης.
Σε όποια διεθνή αξιολόγηση και αν ανατρέξουμε, με τα όποια κριτήρια, θα βρούμε ότι το ΑΠΘ έχει μέσα στον έναν αιώνα λειτουργίας του κατακτήσει θέσεις που το κατατάσσουν στο 5% των καλύτερων διεθνώς πανεπιστημίων. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την περαιτέρω ανατροπή αυτής της θετικής πορείας που υπήρξε προϊόν μόχθου πολλών γενιών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Χρειάζεται μια φιλόδοξη και μελετημένη στρατηγική που θα λαμβάνει υπόψη τα πλεονεκτήματα του ΑΠΘ και της Θεσσαλονίκης, το διεθνές ακαδημαϊκό περιβάλλον αλλά και θα θέτει συστηματικά και τεκμηριωμένα τις διεκδικήσεις ανάπτυξης του ΑΠΘ.
Στους νέους ρόλους που καλούνται να έχουν τα πανεπιστήμια στον 21ο αιώνα το ΑΠΘ πρέπει να επιμείνει στο πρότυπο του δημόσιου δωρεάν πανεπιστημίου με ερευνητική πρωτοπορία βάσει συνεργασιών με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ανερχόμενη ακαδημαϊκά Κίνα. Οι ξενόγλωσσες μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές συνιστούν προνομιακό πεδίο παραγωγής και προσέλκυσης ερευνητών/τριών που διαχέουν τη νέα γνώση στις παραγωγικές δυνάμεις και στην κοινωνία.
Αντιθέτως, η παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών στο δήθεν «Ελντοράντο» των αγγλόφωνων προπτυχιακών σπουδών δεν συνιστά διεθνοποίηση. Δεν μας αρμόζει να γίνουμε «ακαδημαϊκά γκαρσόνια» της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Το ΑΠΘ μπορεί να πρωτοπορήσει και μέσω του δικτύου πανεπιστημίων ΕPICUR να παρέχει δωρεάν το υπό διαμόρφωση κοινό ευρωπαϊκό πτυχίο σε όλους/ες τους φοιτητές/τριες του. Ας σκεφτούμε τι ιδανικά θα θέλαμε για τις υποδομές, το προσωπικό, τη φοιτητική μέριμνα, το ερευνητικό και διδακτικό μας έργο, την εσωτερική μας λειτουργία με διαφάνεια, συναίνεση και δημοκρατικό ήθος, τη δημιουργία νέων Τμημάτων. Και ας θέσουμε προτεραιότητες υλοποίησης θεωρώντας τους δομικούς περιορισμούς όχι ως ανυπέρβλητα εμπόδια αλλά ως προβλήματα προς επίλυση και πεδία δυναμικής διεκδίκησης.
*Ο Γιώργος Αγγελόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο ΑΠΘ.