Έχει κανένα νόημα πια;
Αντικρίζοντας αυτήν την εικόνα το μεσημέρι είπα μέσα μου αυτό είναι το σύνθημα για το φινάλε.
Μου λένε φίλοι στο fb από την ώρα που ανέβασα αυτή τη φωτογραφία να το παλέψουμε ξανά. Να μαζέψουμε χρήματα να ξαναστηλώσουμε το φεγγάρι στα πόδια του. Να κρατήσουμε το ηθικό της πόλης. Λέω μέσα μου πως δεν μπορώ. Πως κουράστηκα να παλεύω με τα αυτονόητα. Πως ότι φτιάξαμε με το Θεσσαλονίκη Αλλιώς πέντε χρόνια τώρα έπεσε σε χέρια βανδάλων. Ή αδιάφορων ανθρώπων. Η αυλή ενός σχολείου. Δυο πάρκα, ένα στο κέντρο και ένα στη Λαγκαδά. Δυο υπέροχοι σταθμοί ποδηλάτων. Πέντε σπουδαία δείγματα αστικής επίπλωσης που τοποθετήσαμε σε δημόσιους χώρους της πόλης. Δυο εξαιρετικά γλυπτά που φιλοτέχνησαν φοιτητές της Καλών Τεχνών και δεν τοποθετήθηκαν ποτέ γιατί δεν μπόρεσε να τα τοποθετήσει ούτε καν ο Δήμαρχος και ο πρώην και ο νυν Πρύτανης. Ότι χτίσαμε πέντε χρόνια είναι πια σε κατάσταση διάλυσης.
Αλλά είναι και η πόλη. Μια απέραντη μουτζούρα. Ένας γιγάντιος μαρκαδόρος σβήνει με λύσσα κάθε μέρα ότι ωραίο υπάρχει. Ιστορία και Αισθητική. Από τα κτίρια της Αριστοτέλους μέχρι τις ταμπέλες σηματοδότησης στο Γαλεριανό Συγκρότημα στο Ναβαρίνο. Με θυμό. Με λύσσα.
Σήμερα το πρωί μου έδειχναν τη βιτρίνα του Seven στη Σβώλου. Κάποιος τη μουτζούρωσε με ένα ειδικό σπρέι που κάνει αμμοβολή. Που δεν σβήνει με τίποτε. Που καταστρέφει για πάντα. Ανεξίτηλο.
Μου λένε ακροατές το πρωί στο ραδιόφωνο μη σταματάτε παλέψτε. Να παλέψουμε τι και ποιον από όλους; Και κυρίως γιατί; Για να ηττούμαστε κάθε μέρα που περνά;
Προσπαθώ να μπω στο μυαλό αυτού του τύπου ή των τύπων που έριξε το Φεγγάρι στη θάλασσα. Που το κατέστρεψε. Να καταλάβω έστω τι σκατά έχει μέσα στο κεφάλι του; Από που πηγάζει τόσο μίσος; Άκρη δεν βγαίνει.
Είναι κάτι βράδια σαν το αποψινό που λες έχει πια κανένα νόημα; Μακριά σ’ έν’ άλλο κόσμο γίνηκε αυτή η αποκριά το γαϊδουράκι γύριζε μες στους έρημους δρόμους όπου δεν ανέπνεε κανείς πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους που τους είχαν ξεχάσει έπεφτε χιόνι γυάλινος χαρτοπόλεμος μάτωνε τις καρδιές μια γυναίκα γονατισμένη ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν δυο εν δυο παγωμένα δόντια Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι αποκριάτικο γεμάτο μίσος το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα μαχαιρωμένο Μακριά σ’ έν’ άλλο κόσμο γίνηκε αυτή η αποκριά.
(Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή Με το πρόσωπο στον τοίχο του Μίλτου Σαχτούρη, που κυκλοφόρησε το 1952)
Read more: http://latistor.blogspot.com/2012/07/blog-post.html#ixzz40PUKOJJ8
Υ.Γ. Δεν μπορώ να φανταστώ πως κανένας δεν είδε τους βάνδαλους να ρίχνουν το φεγγάρι στη θάλασσα.
Διαβάστε επίσης: Η βεβήλωση δεν έχει χρώμα
Η πόλη που κατέστρεφε τα όνειρα