Μεγάλη Πλατεία, πολύ μεγάλο θέατρο

Άθλος να διαχειριστείς ένα τέτοιο θεριό χωρίς να σε καταπιεί! Και να βγεις νικητής.

Γιώργος Τούλας
μεγάλη-πλατεία-πολύ-μεγάλο-θέατρο-500176
Γιώργος Τούλας

Το Νοέμβριο του 1996 στο σπίτι του απέναντι από το Πυροσβεστείο στη Μαρτίου ο Νίκος Μπακόλας μου είχε περιγράψει πως έγραψε το πιο εμβληματικό ίσως λογοτεχνικό έργο της λογοτεχνικής ιστορίας της πόλης, τη Μεγάλη Πλατεία:

”Η «Μεγάλη Πλατεία» κυοφορούνταν χρόνια ολόκληρα, πολλοί νόμισαν πως σταμάτησα να γράφω.Τη «Μεγάλη Πλατεία» την έγραψα στη Μακεδονία με συναδέλφους να μιλάνε και το ραδιόφωνο να παίζει. Υπάρχουν κομμάτια που έγραψα σε καφενεία. Έμαθα να δουλεύω έτσι από τη δημοσιογραφία”

Η Μεγάλη Πλατεία, Εικόνες: Τάσος Θώμογλου

Για όποιον έχει διαβάσει το εμβληματικό έργο του Μπακόλα, Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 1988, αυτή την κολοσσιαία τοιχογραφία της Θεσσαλονίκης που διατρέχει σε 560 σελίδες τις δεκαετίες από το μεσοπόλεμο μέχρι το εξήντα, γραμμένη με ιστορικά, βιωματικά και μυθοπλαστικά στοιχεία που εμπλέκονται διαρκώς, εστιασμένη σε τέσσερα πρόσωπα, το Φώτη, την Αγγέλα, το Χρήστο και το Γιάννη που όμως περιβάλλονται από δεκάδες άλλους που μπαινοβγαίνουν διαρκώς στο φωτισμένο προσκήνιο της Ιστορίας και μετά ξαναγίνονται σκιές, το παρόν, το παρελθόν, οι κραυγές των ιστορικών γεγονότων και ο εσωτερικός μονόλογος, ο ψίθυρος της ψυχής για το τι έφταιξε, ο μαγικός ρεαλισμός κόντρα στην ποιητική ενατένιση, όποιος λοιπόν έχει διαβάσει αυτόν τον ποταμό, που δίκαια βραβεύτηκε και βρήκε τη θέση που του άξιζε στην ελληνική λογοτεχνική σκηνή, η απόπειρα μεταφοράς του στο σινεμά ή το θέατρο, θα έμοιαζε ένας άθλος.

Όταν πέρσι ο Άκης Δήμου μου είπε την πρόταση του Γιάννη Αναστασάκη να το μεταφέρει σε κείμενο διασκευασμένο για το θέατρο, ομολογώ ότι του ευχήθηκα καλό κουράγιο. Όχι γιατί δεν το χε ξανακάνει πετυχημένα, είχε προηγηθεί η επιτυχία της Λωξάνδρας, αλλά γιατί εδώ οι δυσκολίες του εγχειρήματος ήταν πραγματικά μέχρι και ανυπέρβλητες. Τι κρατάς, τι πετάς και που εμβαθύνεις από μια τέτοια μεγάλη χίμαιρα;

Και όταν δουλεύοντας συστηματικά για μήνες, όπως αριστουργηματικά περιέγραψε στην parallaxi πριν λίγες μέρες, έζησε στον βυθό των λέξεων του Μπακόλα και παρέδωσε αυτό το κείμενο στην Ελένη Ευθυμίου, ένα πρόσωπο που για μένα είναι σήμερα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του νέου ελληνικού θεάτρου, αυτό το κορίτσι-θαύμα της σκηνοθεσίας τότε, το σπουδαίο στοίχημα άρχισε να γίνεται από λέξεις εικόνα.

Και αυτό που είδαμε χθες βράδυ στην πρεμιέρα της Μονής Λαζαριστών ήταν ένας πραγματικός άθλος. Από κάθε άποψη. Αυτός την απόδοσης που σε αρπάζει από τα μούτρα για τρεις ολόκληρες ώρες και σε βγάζει με κομμένη ανάσα στα πεζοδρόμια που περπατάς σήμερα.

Με αυτό το αριστουργηματικό φινάλε σε φιλμ, των ηρώων να έχουν δραπετεύσει πια από τον κόσμο των φαντασμάτων και να περπατούν μαζί μας στην Αριστοτέλους και την παραλία το 2019, μεταλαμπαδεύοντας τους καϋμούς και τις αγωνίες μιας πόλης σε όλους εμάς. Η ατάκα του Φώτη ειπωμένη εκατό χρόνια πριν, το 1925 είναι η ατάκα που όλοι μας λίγο πολύ ξεστομίζουμε πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής μας σε παραλλαγές, σε αυτή την πόλη που πολλές φορές αγαπάμε να μισούμε και που στάσιμη παρακολουθεί το χρόνο να περνά:

”Δε με χωράει η Σαλονίκη εμένα. Μια γραμμή η παραλία της, με δυο δρασκελιές την έχω μετρήσει. Ψαροκάικα και ψαρόβαρκες, χαμίνια, χαμάληδες και χαμαντράκια, σάρπες που ανεμίζουνε και σκούφοι πολύχρωμοι – όσα κάποτε μ’ άρεσαν τώρα με αποδιώχνουν. Θέλω απλωσιά εγώ, θέλω βάθη. Γεννήθηκα για ν’ ακουμπάω τ’ άστρα, όχι να τα κοιτάω σκυφτός. Κι αν είναι να πάω από κύμα, ας πάω. Καλύτερα ναυάγιο παρά ερείπιο.”

Η Ελένη Ευθυμίου μαζί με ένα πλήθος είκοσι εξαιρετικών ηθοποιών του ΚΘΒΕ, στήνει ένα μαγικό τοπίο. Επιλέγει σοφά μια κινηματογραφική αφήγηση εμπλουτισμένη με όλα τα σύγχρονα μέσα που δίνει πια το θέατρο σε ένα δημιουργό για να μεγαλουργήσει. Και κείνη μεγαλουργεί. Με βασικό της όπλο το Πλήθος, αυτή την μαγική συνέχεια του χορού της αρχαίας τραγωδίας στις μέρες μας, δημιουργεί ένα πραγματικό μωσαϊκό ανθρώπων που με τις μικρές τους ιστορίες συνθέτουν την Ιστορία που γράφεται στα βιβλία και τις καρδιές των επόμενων.

Με καύσιμο τα όνειρα, τις ελπίδες, τις διαψεύσεις, την ανάγκη για ζωή, έρωτα, δικαίωση και στο κάτω κάτω ένα καλύτερο κόσμο, μια ανάγκη που γίνεται συχνά ουτοπία, η Ελένη Ευθυμίου, με την πολύτιμη συμβολή και του Τάσου Παπαδόπουλου στην κίνηση, κινεί αριστοτεχνικά αυτό το συγκλονιστικό πολυπρόσωπο σύμπαν. Νομίζω ότι κανένας σκηνοθέτης στην Ελλάδα δεν έχει πετύχει αυτή την αξιοποίηση του πλήθους με τέτοιο ωφέλιμο τρόπο. Το διαπιστώσαμε και στις δουλειές της με τους ”Εν δυνάμει”, το τελειοποιεί μοναδικά στη Μεγάλη Πλατεία.

Και για όλους εμάς που παρακολουθούμε αυτό το έπος στη σκηνή της Μονής Λαζαριστών και ταυτόχρονα αισθανόμαστε τους αέναους κύκλους της Ιστορίας, που σαρώνει ανά εποχές βεβαιότητες και σπέρνει ματαιώσεις, αυτή την σημερινή τόσο ρευστή εποχή που μπαίνουμε, νοιώθουμε σαν κάποιος να μας σιγοκλείνει διαρκώς το μάτι και να μας προετοιμάζει για κάτι σκοτεινό και αβέβαιο που πάλι μετά κάτι φωτεινό θα γεννήσει όλο αυτό, κάτι παραπάνω σημαίνει.

Αυτό που ζεις στη σκηνή της Μονής Λαζαριστών με τη Μεγάλη Πλατεία είναι σπουδαίο θέατρο. Είναι λόγος για να βγεις ένα βράδυ από το μικρόκοσμο της τηλεόρασης και να έρθεις αντιμέτωπος με το πανόραμα μισού αιώνα μιας πόλης που υπήρξε κάποτε μεγάλη και μετά κάποιοι της έδεσαν μια αλυσίδα στο πόδι και την κράτησαν χαμηλά στο έδαφος για να μην πετάξει ποτέ.

Τεράστιο μπράβο στον Άκη Δήμου, την Ελένη Ευθυμίου, τους ηθοποιούς και το ΚΘΒΕ που το τόλμησε. Μεγάλη στιγμή.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα