Μνημεία και ιστορικά κτίρια της πόλης – Νυχτερινοί διάλογοι φωτός και σκιάς
Το θέμα του νυχτερινού φωτισμού των μνημείων και των ιστορικών κτιρίων είναι σημαντική και ευαίσθητη υπόθεση και χρειάζεται να τεθεί σε επιστημονική πλέον βάση
Λέξεις: Ιωάννης Γ. Ηλιάδης
Η μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού στην πόλη διαμόρφωσε χαρακτηριστικά που συνδέονται με εργασιακές ανάγκες αλλά και πολιτιστικές, ψυχαγωγικές, οικονομικές ή άλλες αστικές δραστηριότητες.
Αποτέλεσμα τούτων είναι η διαμόρφωση του πολεοδομικού ιστού, των υποδομών, της αρχιτεκτονικής των κτιρίων, της κοινωνικής και οικονομικής της φυσιογνωμίας.
Η σύγχρονη πόλη , όπως και η Θεσσαλονίκη, έχει τους δικούς τους ρυθμούς όλο το 24ωρο. Η πόλη τη νύκτα, ενώ δεν είναι μια άλλη πόλη, αναπτύσσει ωστόσο τις δικές της σχέσεις, τα δικά της κοινωνικά δρώμενα και ο χρόνος έχει άλλη διάρκεια.
Στο νυχτερινό σκηνικό της εντάσσεται και η ανάδειξη των μνημείων και των ιστορικών διατηρητέων κτιρίων μέσω του νυχτερινού φωτισμού.
Ο φωτισµός ενός µνηµείου βοηθά στην ανάδειξή του, τονίζοντας έτσι τις πολιτιστικές και ιστορικές αξίες και συγχρόνως ευαισθητοποιεί τους κατοίκους της πόλης στην πολιτιστική τους κληρονομιά συνδέοντας την με το παρόν..
Ο νυχτερινός φωτισμός των μνημείων αποτελεί το τελευταίο στάδιο από μια σειρά αναστηλωτικών εργασιών που προηγήθηκαν μετά τον σεισμό του 1978.
Από την ίδρυση των μνημείων μέχρι και τη σύγχρονη αποκατάστασή τους σημαντικό ρόλο έπαιξε το φυσικό φως. Η τελική εικόνα των εξωτερικών όψεων ήταν αποτέλεσμα πολλών δοκιμών, το πως πρέπει αυτές να φαίνονται με το φυσικό φως και χωρίς να υπάρχουν αποκλίσεις από την αρχική τους μορφή. Ακόμα και στη συντήρηση των ψηφιδωτών και τοιχογραφιών στο εσωτερικό των μνημείων το τεχνητό φως, ως ποιότητα και ποσότητα. ήταν πολύ κοντά με εκείνο του φυσικού
Με βάση το φυσικό φως έπλασαν τις όψεις των κτιρίων, ώστε να δημιουργούνται σκιές απαραίτητες στην αρμονία και στην πλαστικότητα των όψεων.
Το φως και η σκιά είναι δύο στοιχεία αλληλένδετα με μια ιδιαίτερη σχέση. όπου η σκιά των υλικών ακολουθεί το φως, αλλάζει μορφή με την κίνηση του ήλιου, χωρίζουν τη νύχτα, και ανταμώνουν την επόμενη μέρα.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα καλούμαστε ΄΄εμείς οι γνωρίζοντες τα του τεχνητού φωτός ΄΄ να διατηρήσουμε, όσο το δυνατόν, την αρμονία των όψεων και τη σχέση φωτός – σκιάς, ώστε ο επισκέπτης να παρατηρεί το μνημείο τη νύχτα και να το αναγνωρίζει
Τα τελευταία όμως χρόνια έχει παγιωθεί μια αισθητική εντελώς διαφορετική αναφορικά με το ιδιαίτερο και ξεχωριστό χαρακτήρα των μνημείων. Η τοποθέτηση φωτιστικών στις όψεις ή πάνω στα μνημεία δημιουργούν μια εικόνα που δε συνάδει με τη δομή και τη διάρθρωση των όψεων ή των όγκων τους.
Εξαιτίας των λύσεων αυτών ο επισκέπτης προσλαμβάνει τη νύχτα εικόνες των μνημείων που διαφέρουν εντελώς από εκείνες της ημέρας. Πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν τα φωτιστικά, στις όψεις, οι σκιές που δεν ακολουθούν το φυσικό νόμο προκαλώντας παραμορφώσεις, και όχι το ίδιο το μνημείο Τα μνημεία φαντάζουν ως μέρος εξωπραγματικού σκηνικού.
Επομένως το θέμα του νυχτερινού φωτισμού των μνημείων και των ιστορικών κτιρίων είναι σημαντική και, συνάμα, ευαίσθητη υπόθεση και χρειάζεται να τεθεί σε επιστημονική πλέον βάση.
Στην παρούσα εργασία διερευνώνται λύσεις εξωτερικού φωτισμού μνημείων αναφορικά με το πώς αυτά προβάλλονται με το φως της ημέρας, πώς ο φωτισμός επιδρά στον περιβάλλοντα χώρο τους, την αξιοποίηση υποδομών της πόλης, την αξιολόγηση συντελεστών και παραμέτρων που πιθανόν επιδρούν στο φωτισμό, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των φωτιστικών και τις προτεινόμενες θέσεις τους .
*O Ιωάννης Γ. Ηλιάδης είναι Δρ. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός – Μηχανικός Φωτισμού | Το παραπάνω κείμενο αποτελεί περίληψη της ανακοίνωσης του στους Αρχαιολογικούς Διαλόγους που θα πραγματοποιηθούν στην Θεσσαλονίκη στις 14, 15 και 16 Ιουνίου 2024 με τίτλο «Διάλογοι στην ομίχλη. Δύσκολα πράγματα στο παρελθόν και το παρόν» (Όλο το πρόγραμμα εδώ)