Πέρα από τα σύρματα
του Βαγγέλη Δόνιου Όταν ήμουν πιτσιρίκος και τύχαινε να παίζω Trivial Pursuit με τα κοπρόσκυλα τους φίλους μου, αισθανόμουν υπερήφανος που μπορούσα να απαντήσω στην ερώτηση «ποιος είναι ο εφευρέτης του τηλεφώνου;» την ώρα που αυτοί είχαν μαύρα μεσάνυχτα για το θέμα αυτό: ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπέλ. Πριν μερικές μέρες μου έλαχε να μάθω ότι […]
του Βαγγέλη Δόνιου
Όταν ήμουν πιτσιρίκος και τύχαινε να παίζω Trivial Pursuit με τα κοπρόσκυλα τους φίλους μου, αισθανόμουν υπερήφανος που μπορούσα να απαντήσω στην ερώτηση «ποιος είναι ο εφευρέτης του τηλεφώνου;» την ώρα που αυτοί είχαν μαύρα μεσάνυχτα για το θέμα αυτό: ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπέλ. Πριν μερικές μέρες μου έλαχε να μάθω ότι φωτεινός παντογνώστης δεν ήμουνα.
Η πραγματικότητα συνήθως είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που μας σερβίρουν οι επίσημες αναφορές σε βιβλία, περιοδικά, εγκυκλοπαίδειες, τηλεοράσεις, και γενικά κάθε λογής «σοβαρές» πηγές, από τις νομίζουμε ότι τρέχει καθαρό και γάργαρο νεράκι, ενώ στην πραγματικότητα ρέουν κοπριές χοιρινές αλεσμένες, με μέντα. Και εκεί την πατάμε όλοι. Στην μέντα. Σαν βότανο με έντονη μυρωδιά, μπαίνει όπου χρειάζεται να καλυφθεί η βρώμα των υπόλοιπων συστατικών.
Θα μου πεις, και τι έγινε αν ο Μπέλ δεν ήταν όντως ο εφευρέτης του τηλεφώνου; Η πρώτη ή η τελευταία παραπληροφόρηση είναι; Και βέβαια όχι, απλά μιλάμε για ένα μαραφέτι που εκτός των προφανών ευκολιών και τεράστιων αλλαγών που προκάλεσε στην επαγγελματική, πολιτική και προσωπική μας ζωή, τελικά άλλαξε τον κόσμο ριζικά και δημιούργησε προηγούμενα που κανείς μας ποτέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί. Και για αναφέρω ένα απλό παράδειγμα, πριν μια εικοσαετία θα θεωρούσαμε ανέκδοτο το να μπορεί ένας κωφάλαλος να χρησιμοποιεί ένα τηλέφωνο. Και όμως, τα sms έχουν διώξει τα σύννεφα από την ζωή πολλών συνανθρώπων μας. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Στις 15 Ιουνίου του 2002, το Αμερικανικό Κογκρέσο, σε μία σπάνια και ασυνήθιστη αναλαμπή λογικής και επιθυμίας απόδοσης δικαιοσύνης, αναγνώρισε τον Antonio Meucci, έναν άνθρωπο που δυστυχώς κανείς δεν έχει ακουστά ως τον πραγματικό εφευρέτη της τηλεφωνικής συσκευής, δίνοντας λήξη σε μια νομική διαμάχη που κράτησε, αν είναι δυνατόν,131 χρόνια.
Ο Meucci είχε σπουδάσει Μηχανολογία και Μηχανολογικό σχέδιο στην Ακαδημία καλών τεχνών της Φλωρεντίας, από όπου καταγόταν, και ήταν ένας άνθρωπος τρελαμένος με κάθε τεχνολογική εξέλιξη της εποχής του. Διάβαζε κάθε επιστημονικό σύγγραμμα που έπεφτε στα χέρια του, και στον ελεύθερο χρόνο του αφιερωνόταν σε πειράματα κάθε είδους. Τελικά κατάφερε να αναπτύξει μια δική του μέθοδο θεραπείας σωματικών παθήσεων χρησιμοποιώντας μικρές ηλεκτρικές εκκενώσεις. Μια μέρα λοιπόν, που ετοιμαζόταν να εφαρμόσει την θεραπεία σε έναν φίλο του, άκουσε την φωνή του ασθενή του, που βρισκόταν στο άλλο δωμάτιο, μέσα από το ηλεκτρικό σύρμα που ξεκινούσε από την συσκευή που χειριζόταν και έφτανε μέχρι το ιατρικό κρεβάτι.
Εκστασιασμένος από την τυχαία του ανακάλυψη, αφιέρωσε τα επόμενα 10 χρόνια της ζωής του στην προσπάθεια δημιουργίας μιας συσκευής που θα μπορούσε να μεταφέρει τον ήχο σε μεγάλες αποστάσεις, και ταυτόχρονα έψαχνε να βρει τρόπο για να την βγάλει σε μαζική παραγωγή. Μετανάστευσε στην Νέα Υόρκη το 1850 όπου για να τα βγάλει πέρα οικονομικά, αφιέρωσε το ταλέντο του εξελίσσοντας συστήματα παραγωγής για εργοστάσια, αλλά οι μηδαμινές ικανότητές του στο μάνατζμεντ οδήγησαν αυτές τις προσπάθειες σε αποτυχία, και η οικονομική του κατάσταση αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε. Εν τω μεταξύ, η αδυναμία επικοινωνίας του σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα εκτός από τα ιταλικά έκανε ακόμη δυσκολότερη την ζωή του, αλλά και την επίτευξη των στόχων του.
Πέντε χρόνια αργότερα, όταν η γυναίκα του έμεινε μερικώς παράλυτη, εγκατέστησε σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού του ένα δίκτυο από συσκευές και καλώδια που το συνέδεαν με το εργαστήριό του σε ένα κοντινό κτίριο, το πρώτο τηλεφωνικό δίκτυο στον κόσμο.
Το 1860, όταν πια η εφεύρεσή του είχε γίνει πρακτική, οργάνωσε μια επίδειξη κατά την οποία η φωνή ενός τραγουδιστή ακουγόταν από ένα κοινό που αποτελούνταν από πιθανούς τραπεζικούς επενδυτές, σε ένα δωμάτιο αρκετά μακριά από την πηγή της. Ο Ιταλικός τύπος βούιξε, και μια λεπτομερής αναφορά μαζί με ένα πρωτότυπο της συσκευής στάλθηκαν στην Ιταλία για να βρεθούν και εκεί επενδυτές. Ούτε το ταξίδι αποδείχθηκε καρποφόρο, ούτε καμία από τις δεκάδες υποσχέσεις για χρηματοδότηση εφαρμόστηκε.
Τα επόμενα χρόνια ο Meucci, απογοητευμένος και φτωχότερος, πουλούσε για ένα κομμάτι ψωμί τα δικαιώματα διάφορων εφευρέσεων που είχε αναπτύξει παράλληλα με το τηλέφωνο, αλλά και πάλι δεν του περίσσευαν χρήματα για να υποβάλλει την πατέντα ευρεσιτεχνίας για το τηλέφωνο. Όταν τραυματίστηκε με σοβαρά εγκαύματα σε μια έκρηξη στο ατμόπλοιο Westfield, η γυναίκα του πούλησε πολλά από τα λειτουργικά του πρωτότυπα σε έναν έμπορο για έξι δολάρια. Μόλις έγινε καλά, έτρεξε να τα αγοράσει όλα πίσω, αλλά ο έμπορος του είπε ότι τα αγόρασε ένας «μυστηριώδης νεαρός», η ταυτότητα του οποίου παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα.
Ανήσυχος με την προοπτική πως θα μπορούσε κάποιος να κλέψει τα δικαιώματα της εφεύρεσής του, δούλευε μέρα και νύχτα για να κατασκευάσει από το μηδέν ένα τηλέφωνο, και να υποβάλει την πατέντα της ευρεσιτεχνίας του. Μη μπορώντας να μαζέψει το ιδιαίτερα υψηλό για την εποχή ποσό των 250 δολαρίων που χρειαζόταν για την υποβολή των δικαιολογητικών που θα κατοχύρωναν την εφεύρεσή του, υπέβαλε την κατά πολύ φθηνότερη Γνωστοποίηση Πρόθεσης Υποβολής Ευρεσιτεχνίας, στις 28 Δεκεμβρίου του 1871.
Αμέσως μετά, επικοινώνησε με τον αντιπρόεδρο της Western Union ζητώντας την παρουσίαση της συσκευής του μέσω του δικτύου της, και του έστειλε ένα πρωτότυπο, αλλά για τα επόμενα δύο χρόνια λάμβανε την απάντηση πως δεν υπήρχε χρόνος για να κανονιστεί η επίδειξη. Όταν τελικά απαίτησε την επιστροφή των υλικών του, του είπαν πως απλά «είχαν χαθεί». Το 1876 ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπέλ υπέβαλε ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την τηλεφωνική συσκευή. Όταν το έμαθε αυτό ο Meucci, ζήτησε από τον δικηγόρο του να διαμαρτυρηθεί στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Ουάσιγκτον, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Όταν ένας φίλος του επικοινώνησε με τα γραφεία στην Ουάσιγκτον, έμαθε ότι τα έγγραφα που περιέγραφαν την εφεύρεση του Meucci, αλλά και η αίτησή του, είχαν επίσης «χαθεί».
Από έρευνες που έγιναν αργότερα, προέκυψαν στοιχεία που έδειχναν την ύπαρξη ύποπτων σχέσεων μεταξύ εργαζομένων στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Ουάσιγκτον και στελεχών της εταιρίας του Μπέλ, αλλά και ότι ο Μπέλ είχε συμφωνήσει να πληρώνει στην Western Union το 20% της εμπορικής εκμετάλλευσης της «εφεύρεσής του» για 17 χρόνια. Στην δίκη που ακολούθησε, ο Meucci περιέγραφε με τρομερή λεπτομέρεια και σαφήνεια την τηλεφωνική συσκευή, σε αντίθεση με τον ίδιο τον –κατά πολύ πλουσιότερο- Μπέλ, που την ήξερε «απ’ έξω απ’ έξω». Παρά τις σοβαρές αμφιβολίες για την γνησιότητα της πατέντας του Μπέλ και το γεγονός ότι ξεκίνησε αγωγή κατά του Μπέλ για απάτη, η δίκη έπαιρνε συνεχώς αναβολή μέχρι τον θάνατο του πάμφτωχου και απογοητευμένου Meucci to 1886, οπότε και εγκαταλείφθηκε η υπόθεση
Ένα γλοιώδες λαμόγιο, που απέκτησε τεράστια περιουσία και πέρασε στην αθανασία, και ένας ιδιοφυής εφευρέτης που πέθανε από τον καημό του στην ψάθα, αποτέλεσαν την είδηση της χρονιάς για μένα, που αν και ετεροχρονισμένα, έβαλα ένα λιθαράκι αλήθειας στο πηγμένο από τις μαλακίες που ακούει καθημερινά μυαλό του. 131 χρόνια δεν είναι πολλά αν αναλογιστεί κανείς ότι μερικές αλήθειες θα παραμείνουν στο σκοτάδι για πάντα.