Πώς έγινα φεμινίστρια
Η Ελένη Χοντολίδου θυμάται μέσα από «Τα σκόρπια» της
Kάθε Δευτέρα πρωί θα μοιράζομαι μαζί σας ένα μικρό κείμενο που θεωρητικά θα μπορούσε να είναι από το ημερολόγιό μου.
Τίτλος της στήλης: «Τα σκόρπια» γιατί τα κείμενα δεν θα έχουν χρονολογική σειρά, θα δημοσιεύονται «σκόρπια». Με χιούμορ αλλά και σοβαρότητα θα γράφω για θέματα που με ή μας απασχολούν, λίγο πριν τα γενέθλια των 65. Άλλοτε ο λόγος θα είναι δημόσιος-πολιτικός, άλλοτε θα διαβάζετε μία προσωπική εξομολόγηση, ελπίζω χωρίς να δυσανασχετείτε.
Τη στήλη συνοδεύει το έργο της ζωγράφου Xριστίνας Φοίτου, «Το όνειρο», Μικτή τεχνική σε καμβά, 150x100cm, 2017
Πώς έγινα φεμινίστρια
Μνήμη Ζώγιας Χρονάκη και Δανάης Χατζόγλου
Σιγά και δεν αποφασίζουμε εμείς για τη ζωή μας. Αποφάσισα εγώ ότι η μανούλα μου θα είναι μία αντάρτσισσα; Και ότι ο μπαμπάς μου δεν θα ανησυχεί μη χάσω «ό,τι πολυτιμότερο έχω;». Και ότι η μαμά μου δεν θα με βάζει να κάνω δουλειές παρά έφερνε και την πορτοκαλάδα στο γραφείο μου για να μη χάσω χρόνο;
«Τα άλλα τα μαθαίνεις μετά». Α, ρε μάνα, τίποτε δεν έμαθα, χαρτωσιά δεν πιάνω μπροστά σου. Πλέκω τα πουλόβερ σου; Πλέκω με τσιγκιλάκι τις υπέροχες κουρτίνες σου; Μαγειρεύω τα υπέροχα φαγητά σου, τις πίτες σου, το μιλφέιγ σου με τα πάμπολλα φύλλα ένα-ένα στο φούρνο;
Για να μην πω ότι οι γονείς μου ήταν οι μόνοι γονείς της ευρύτερης παρέας που δεν μας είχαν για παντρειά. Μας είχαν για τα γράμματα. Και δεν μπορώ να πω, τους δικαιώσαμε, δεν τα πήγαμε και άσχημα. Αρχιτεκτονική και Φιλοσοφική και μετά οικονομική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια.
Η μητέρα μου ήταν η μόνη από τα αδέλφια της που δεν σπούδασε και άφησε το σχολείο, για λόγους υγείας, στην Δ΄ Γυμνασίου. Έραβε μανιωδώς όλα τα χρόνια μέχρι να παντρευτεί, υποστηρίζοντας την προσφυγική της οικογένεια και τα αδέλφια της που όλα σπούδασαν. Κοιμόταν λίγο όταν ήταν νέα, τότε που χρειαζόμαστε τον ύπνο, όχι τώρα που ξυπνάμε αχάραγα. Όταν παντρεύτηκε (μεγάλη πια) με ανακούφιση άφησε το βελόνι. Έραβε μόνο για μας τα υπέροχα φουστανάκια μας με ύφασμα από το μαγαζί υφασμάτων του θείου μου στο οποίο δούλευε ο πατέρας μου. Μέχρι και παλτό μου έχει ράψει πράγμα που έκανε τη Νεουρκέζα φίλη μου να νομίζει ότι κάνω λάθος: you mean she bought it/no I mean she made it! Και τα πανέμορφα φορεματάκια μας όταν ήμασταν παρανυφάκια.
Δεν χρειάζεται να πω ότι η μητέρα μου μετάνιωσε που δεν είχε οικονομική ανεξαρτησία και μας έδωσε ευχή και κατάρα να δουλεύουμε για το ψωμί και το παντεσπάνι μας, όπερ και εγένετο.
Μετά ήρθαν τα φοιτητικά χρόνια και η μεταπολίτευση και, νομίζω, δεν χρειάζεται να εξηγήσω ότι το κλίμα ήταν τέτοιο που έπεφτες πάνω σε υπέροχα μεταφρασμένα βιβλία και συμμετείχες σε ωραίες ομάδες γυναικών. Εγώ συναντήθηκα, μεταξύ άλλων, με δύο αξέχαστες γυναίκες: τη Ζώγια Χρονάκη και τη Δανάη Χατζόγλου.
Λίγο μεγαλύτερες, όχι στην ηλικία των μαμάδων μας, μας αγκάλιασαν, μας καθοδήγησαν και μας άνοιξαν τα μάτια. Κουβέντες, πολλές κουβέντες και προσωπικές συναντήσεις μέχρι που μας άφησαν για πάντα. Κρατώ μέσα μου τους καφέδες, τα τσίπουρα, τις συναντήσεις στα γραφεία της Κίνησης Δημοκρατικών Γυναικών και τη γλύκα τους, δεμένη με την αγωνιστικότητα και τις γνώσεις τους. Χαρτωσιά δεν πιάνω μπροστά τους!
Μετά ήρθε το Δίκτυο Γυναικών Θεσσαλονίκης (μετέπειτα Χώρος Γυναικών) άλλο σχολείο κι αυτό που μας έφερε κοντά με καινούριες γυναίκες, μάλλον νεότερες όλες, με ιδέες, φαντασία και αγωνιστικότητα. Φτιάξαμε πολλές ομάδες, κάναμε πορείες για τη βία εναντίον των γυναικών, πάρτι, εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις και πολλές συζητήσεις με καυγάδες και άνευ. Αφήσαμε το χνάρι μας κι εμείς.
Διαβάζω ως φεμινίστρια, μιλάω ως φεμινίστρια και νομίζω ότι ζω ως αξιοπρεπής γυναίκα.