ο-θανάσης-παπακωνσταντίνου-στην-parallaxi-στ-1168165

Μουσική

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου στην Parallaxi: Στη δημιουργία παραδίδω τον εαυτό μου σαν μικρό παιδί

Μια εκ βαθέων κουβέντα με τον αγαπημένο τραγουδοποιό και ποιητή της γενιάς μας, που αρχίζει απόψε τις διονυσιακές του συναυλίες στη Θεσσαλονίκη

Χάρης Δημαράς
Χάρης Δημαράς

Κεντρική εικόνα: Μυρτώ Τούλα

«Η μουσική είναι μία γλώσσα που οδηγεί στην επικοινωνία των ανθρώπων», λέει ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Άδικο έχει;

Γίνεται να μην αισθανθείς αυτή την επικοινωνία όταν συναντήσεις την μουσική του; Μπορεί να σε κρατήσει αδιάφορο το νόημα των στίχων του; Είναι δυνατόν να μην διαπεράσει το κορμί σου ένα ρίγος όταν βιώνεις την έκσταση των μουσικών του στις συναυλίες του; Πώς μπορείς να μην αντιληφθείς την ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό και την ταπεινότητά του;

Είναι άλλωστε αυτός που δείχνει και στις συναυλίες του. Δεν είναι κάτι διαφορετικό. Το μόνο που άλλαξε στην διάρκεια των χρόνων, ήταν η απελευθέρωση από τα δεσμά του τρακ. Πώς το πέτυχε;

Το εξηγεί στη συνέντευξη που παραχωρεί στην Parallaxi. Μία εμπειρία κι αυτή. Κάθε φράση αισθάνεσαι πως εμπεριέχει ένα βαθύτερο νόημα, είναι ένα απόσταγμα σκέψης και μια μικρή εξομολόγηση σε απευθείας σύνδεση με την καρδιά του.

Αυτός είναι ο Θανάσης. Ο δικός μας Θανάσης. Απολαύστε τον, σε μια κουβέντα που διήρκεσε σχεδόν τρεις ώρες, στον ήρεμο Κίσσαβο. 

«Έχω απλωμένο τραχανά…»

Για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου φέτος το καλοκαίρι ολοκληρώνεται η «διονυσιακή περίοδος» στις συναυλίες του. Αυτή η σειρά των εμφανίσεων όπως τις βιώσαμε τα τελευταία χρόνια θα είναι η τελευταία και θα περιμένουμε, όπως λέει… το απολλώνειο στοιχείο, όταν επιστρέψει.

-Γιατί σταματάς τις συναυλίες;

«Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Και μουσικοί και εξωμουσικοί. Ένας λόγος βασικός είναι γιατί θέλω να βγάλω κάποιες δουλειές. Έχω ανοιχτό πολύ τραχανά… Είναι 2-3 δίσκοι που πρέπει να φτιάξω. Ακόμη, θα ξανακυκλοφορήσω όλη τη δισκογραφία που έχω κάνει μέχρι τώρα. Θέλω επίσης να αφιερώσω περισσότερο χρόνο στους δικούς μου ανθρώπους», μας λέει. Όταν, και αν, επιστρέψω, θα παρουσιάσω κομμάτια αδικημένα, κυρίως ορχηστρικά που έφτιαξα τα τελευταία χρόνια. Τα οποία είναι πιο εγκεφαλικά, πιο δύσκολα και χρειάζονται κλειστό χώρο για να ευδοκιμήσουν. Πάντως, και παλαιότερα είχα σταματήσει. Πριν τις εμφανίσεις του 2016 είχα κάποια χρόνια εκτός, ενώ και μετά τις εμφανίσεις του 2018 με τον Σωκράτη, έκανα 3 χρόνια αγρανάπαυση.

– Είσαι δηλαδή σε δημιουργική φάση;

«Έχω γεννήσει διάφορα πράγματα. Θα κάνω ένα δίσκο με λαϊκότροπα. Κομμάτια παλιότερα αλλά και πιο καινούργια. Έχω στα σκαριά ως παραγωγή αλλά συμμετέχω και στιχουργικά και λίγο μουσικά σε ένα δίσκο με μουσικές του Μάνου Λοΐζου, ακυκλοφόρητες. Έχω και κομμάτια για έναν άλλο δίσκο που θα είναι κάπως παραδοσιακότροπος. Δεν ξέρω αν θα βγει και κάτι άλλο στο δρόμο. Νομίζω, μουσικά έχω ακόμη πράγματα να δώσω. Στιχουργικά ζορίζομαι. Έρχονται στιγμές που νιώθω ότι δε βγάζω κάτι αξιόλογο. Μπορώ να γράψω σαν να λύνω σταυρόλεξο, αλλά δεν το κάνω. Κάθε φορά αναμετριέσαι με αυτά που έχεις γράψει ήδη». 

– Πολλοί σε χαρακτηρίζουν ποιητή. Εγώ θα προσέθετα και τη λέξη φιλόσοφος, για όσα λες, όσα νοήματα περνάς μέσα από τους στίχους σου, αλλά κυρίως με τη στάση ζωής σου.

«Δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό. Δεν είμαι διανοούμενος, δεν παράγω πρωτότυπες σκέψεις. Ακόμα κι όταν νόμιζα κάτι τέτοιο, τις συναντούσα καταγεγραμμένες από άλλους, πολλές φορές πριν από πολλά χρόνια. Πνευματικός άνθρωπος είναι αυτός που παράγει πρωτότυπες σκέψεις. Κινούμαι με βάση το ένστικτο στη δημιουργία και δεν με ενδιαφέρει το νόημα οπωσδήποτε». 

No description available.

– Ωστόσο έχεις καταπιαστεί με θέματα υπαρξιακά, μεταφυσικής, που δεν τα συναντάμε σε άλλους καλλιτέχνες.

«Αυτό που μπορώ να παραδεχθώ είναι ότι έχω πιάσει κάποια θέματα με τα οποία δεν είχαν καταπιαστεί άλλοι στο παρελθόν. Υπαρξιακά αλλά σίγουρα όχι μεταφυσικά. Δεν δέχομαι τον όρο μεταφυσική. Το μόνο που υπάρχει είναι η πραγματικότητα, που μόνο ένα μικρό κομμάτι της αντιλαμβανόμαστε. Πέρα από τα υπαρξιακά έχω ασχοληθεί και με καθημερινά απροσδόκητα θέματα.

Έχω γράψει στίχους για τη δυσκοιλιότητα, για τα μολύβια των παλιών μαραγκών, για τα τραπέζια που κουβαλάνε τις τροφές μας αγόγγυστα, έχω κάνει μουσική με ηχογραφημένες σκατόμυγες, που μάλιστα παίχτηκε και στο μέγαρο μουσικής στα πλαίσια μιας χορευτικής παράστασης και άλλα έντεχνα. Όταν στερεύω, επτίθεμαι και κανιβαλίζω την ποίηση.

Κατά ένα περίεργο τρόπο όταν διαβάζω ποίηση- βασικά ξένη και κυρίως λατινοαμερικάνικη- με πιάνει ένας οίστρος και μπορώ να μετατρέψω τα μεταφρασμένα ποιήματα- που είναι ούτως ή άλλως μια μορφή συνδημιουργίας- και να κάνω μια διασκευή πάνω στη διασκευή. Το διαπίστωσα όταν μου έστελνε ο Σωκράτης κάποια ποιήματα και πολύ γρήγορα του επέστρεφα πίσω τη δική μου εκδοχή, σε έμμετρη κατάσταση. Έτοιμο να μελοποιηθεί.

Μου είναι πιο εύκολο να επέμβω σε έργα ξένων ποιητών, που, στην πλειονότητα, δεν ζουν πλέον. Είναι σα να παίρνω πέτρες από ένα παλιό, γκρεμισμένο σπίτι για να τις χρησιμοποιήσω σε μια νέα κατοικία. Συχνά σκέφτομαι ότι αν μπορούσαν να επιστρέψουν στη ζωή, θα με έπαιρναν με τις πέτρες (γέλια)».

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

«Με πάγωσαν τα Τέμπη, αλλά και η τεράστια υποκρισία»

-Σε εμπνέουν ζητήματα της επικαιρότητας για να γράψεις;

«Δεν λειτουργώ χρονογραφικά. Το αν κάτι με επηρεάσει και με οδηγήσει στο να γράψω έναν στίχο, δεν το καθορίζω εγώ, το καθορίζει το ίδιο. Μπορεί να είναι από το πιο σημαντικό μέχρι το πιο ασήμαντο. Είναι σαν ένας σπόρος που μπορεί να βγάλει φυλλαράκια αμέσως, μετά από 10 χρόνια, μπορεί και ποτέ. Ο Παβέζε έλεγε ότι όσο περισσότερο προσπαθείς να επέμβεις σε αυτό που πηγάζει από μέσα, τόσο πιο πολύ το αποδυναμώνει. Η έμπνευση είναι ακαθόριστη. Είναι-θα έλεγα συνοπτικά- μια υπερδιέγερση του νου. Η στιγμή της δημιουργίας είναι μια ιδιαίτερη κατάσταση, συναντάς το σύμπαν, μόνο που αυτό γίνεται για λίγο. Μετά, επιστρέφεις στην καθημερινότητα».

-Το δυστύχημα στα Τέμπη δεν σου γέννησε συναισθήματα για να γράψεις κάτι;

«Όχι. Όταν είναι πολύ έντονα αυτά που συμβαίνουν, παγώνω, αδειάζω ως άνθρωπος. Είναι μεγάλη διαδικασία για μένα αυτό που συμβαίνει. Δεν  θα γράψω κάτι για εκείνη τη στιγμή. Με πάγωσε κι αυτό όπως και άλλα στη συνέχεια: Η τεράστια υποκρισία. Πήγε την άλλη μέρα ο πρωθυπουργός και του έλεγαν χαμήλωσε τα μάτια για να δείξει ότι είναι τεθλιμμένος.

Αυτό είναι κατάπτωση για μένα. Όλες οι συμπεριφορές που δεν αντιλαμβάνονται την ανθρώπινη οδύνη είναι θλιβερές. Στη ζωή αφήνουμε όλοι ένα αποτύπωμα. Αν προσφέραμε στα άλλα όντα που είναι δίπλα μας χαρά και ευχάριστα συναισθήματα, τότε χαλάλι που ζήσαμε. Αν σκορπίσαμε πόνο, σκληρότητα και δυστυχία, τζάμπα μας δόθηκε η δυνατότητα της ζωής».

-Η ‘Κοιλάδα των Τεμπών’ πλέον τραγουδιέται από αρκετούς στη μνήμη των θυμάτων του δυστυχήματος…

«Η αλήθεια είναι ότι το είχα γράψει έχοντας στο νου μου την ξενιτιά. Με αυτό που έγινε, κάπως κόλλησε. Τα τραγούδια ακολουθούν και μια αυτόνομη πορεία πέρα απ’ την αρχική ώθηση που δόθηκε από το δημιουργό και το τι έχει μέσα του».

No description available.

-Ξέρω ότι δεν σου αρέσουν οι ταμπέλες, αλλά αν προσπαθήσει κάποιος να σε εντάξει σε ένα στυλ μουσικής ποιο θα ήταν αυτό; Το έντεχνο;

«Δεν θεωρώ ότι είμαι έντεχνος. Είμαι αυτοδίδακτος και πρωτόγονος όσον αφορά στη μουσική. Σε ό,τι αφορά στο στίχο είμαι επηρεασμένος από την παράδοση, από τον υπερρεαλισμό, τον μαγικό ρεαλισμό της Λατινικής Αμερικής, μου αρέσει η εικονοποιητική ποίηση. Η τέχνη δεν είναι για να κατανοείς, αλλά είναι για να βιώνεις. Κορυφαίες στιγμές στη ζωή μας είναι όταν βιώνουμε καινούρια συναισθήματα.

Τα νέα συναισθήματα μπορούν να δημιουργηθούν μέσα από την περιγραφή εικόνων. Οι εικόνες λοιπόν αυτές πρέπει να είναι καθαρές και όχι φλου, να εντυπώνονται άμεσα στο νου των ανθρώπων. Σε αυτά τα στιχουργικά πλαίσια, το να περιγράφει κανείς συναισθήματα στους στίχους μου φαίνεται λίγο βαρετό και ανούσιο. Γιατί συναισθήματα που περιγράφονται σημαίνει ότι είναι κοινά όλων των ανθρώπων και δεν τους προσφέρεις πολλά».  

No description available.

Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου στο πανέμορφο χωριό όπου διαμένει, το Μεταξοχώρι, με τον Χάρη Δημαρά, διευθυντή της Parallaxi

Τώρα που φτάνεις στην ολοκλήρωση ενός ακόμη κύκλου, αν γυρίσεις πίσω τι θυμάσαι από το νεαρότερο Θανάση;

«Αυτό που θυμάμαι είναι ότι διάβαζα πολύ και άκουγα πολύ μουσική. Ρώτησα τη μάνα μου για το αν μου άρεσε η μουσική από μικρός και μου είπε: «Μόνο; Όταν άφηνες τα βιβλία έπιανες την κιθάρα. Ασχολιόσουν συνέχεια με αυτό». Τελικά, κοιτώντας πίσω, έτσι πέρασα τη ζωή, μέσα σε 4 τοίχους. Αφού έβγαινα καμιά φορά έξω στη Λάρισα που είναι από τις πιο ζωντανές πόλεις, στα καφέ ήταν όλοι σαν καρδερίνες, γινόταν χαμός, γέλια παντού, εγώ ήμουν ζαλισμένος από την προσήλωση και την εμμονή στη μουσική και έλεγα μήπως κάνω χαζομάρα και αφήνω τη ζωή να χάνεται μέσα από τα χέρια μου; Αλλά έτσι φαίνεται ήμουν φτιαγμένος».

-Τι κρατάς από την παιδική σου ηλικία;

«Όταν είσαι μικρός σπανίως κάνεις αυτοπαρατήρηση. Όταν είσαι μικρός ζεις. Αν θυμηθείς την παιδική σου ηλικία, η μέρα ήταν πολύ μεγάλη. Το μικρό παιδί δεν έχει παρελθόν να αναπολήσει, ζει την κάθε στιγμή και ο χρόνος διαστέλλεται. Οπότε, δεν έχω πολλά να πω αλλά κι όσα θυμάμαι δεν νιώθω την ανάγκη να τα αναφέρω ».

– Εσύ μικρός τι άκουγες;

«Όταν ήμουν στην παιδική ηλικία και στην προεφηβική, επειδή μεγάλωσα μέσα στη χούντα, ακούγαμε ό,τι έβαζε το ραδιόφωνο. Και το ραδιόφωνο έπαιζε συνήθως τα ξεπλυμένα τραγούδια της χούντας. Από την άλλη πλευρά έβαζε και Τσιτσάνη, Καλδάρα… Άκουγα τα πάντα. Όμως, αργά ή γρήγορα συναντάς τις μουσικές και τους στίχους που σου αξίζουν. Αν στην πορεία αναπτύξεις μια αισθητική αξιόλογη -κι αυτό συμβαίνει όταν αντιληφθείς ποια είναι η πραγματική τέχνη- έχεις μέτρο σύγκρισης και πορεύεσαι διαφορετικά. Αντιλαμβάνεσαι τι είναι αυτό που αξίζει και προσφέρει στην εξέλιξή σου σαν οντότητα και δεν είναι μόνο ένα μουσικό «χαλί», απλά για να περνάς την ώρα σου».

– Η πρώτη σου επαφή με τη μουσική ποια ήταν;

«Όταν άκουσα έναν γείτονα να παίζει κιθάρα μαγεύτηκα, αυτός με είδε που είχα καρφωθεί σαν χάνος και μου λέει την πουλάω. Παλιοκιθάρα ήταν, για πέταμα, μου είπε ότι τη δίνει 300 δραχμές. Πήγα στους δικούς μου και παρ΄ότι τα χρήματα ήταν ενός μήνα μεροκάματα, μου την πήραν. Απροσδόκητα, μετά από μια μίνι σύσκεψη, οπότε τους οφείλω ευγνωμοσύνη».

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

«Ηταν προδιαγεγραμμένο αυτό που μου συνέβη, μου το είχε πει μια γιόγκι»

– Θεωρείς ότι ήταν μοιραίο όλο αυτό; 

«Ναι, ίσως. Εγώ νομίζω πως υπάρχει πεπρωμένο. Όχι με την έννοια της μεταφυσικής (δεν αποδέχομαι τη λέξη) αλλά ορθολογικά σκεπτόμενος. Πρώτη φορά με έβαλε σε αυτή τη σκέψη το βιβλίο ενός γιατρού χειρουργού, ο πρώτος που έκανε την μεταμόσχευση νεφρών. Ο Ζαν Αμπυρζέ.

Σε ένα από τα βιβλία του έλεγε ότι τα πράγματα είναι προκαθορισμένα, αλλά επειδή είναι τόσοι πολλοί οι παράγοντες που οδηγούν σε αυτά που συμβαίνουν και δεν τους ξέρουμε, αυτή την άγνοια εμείς την θεωρούμε ελευθερία βούλησης.

Έτσι μόνο μπορώ να εξηγήσω την περίπτωσή μου. Παρ’ ότι είμαι ανεπαρκής, παρ’ ότι δεν έχω φύγει ποτέ από το νομό Λάρισας, δεν έβγαινα στις τηλεοράσεις, προσπαθούσα να μείνω ελεύθερος μέσω της ανωνυμίας, τον πρώτο μου δίσκο τον έβγαλα αρκετά μεγάλος, το 1993, αν και ήταν γραμμένος από το ‘80, παρ’ όλα αυτά, έφτασα στο σημείο να έχω μια σχετική αποδοχή ως τραγουδοποιός. Σα να ήταν προδιαγεγραμμένο. 

Μια γιόγκι μου το είχε πει, πριν καν βγάλω την Αγία Νοσταλγία. Ήταν το 1990, είχα πάει να δοκιμάσω τη γιόγκα, σαν δρόμο για διεύρυνση του νου. Πήγα 1-2 χρόνια. Ήμουν συνεσταλμένος, όπως πάντα και παντού. Κάποια στιγμή ήρθε η ιδρύτρια του συγκεκριμένου κέντρου. Η καταγωγή της από την Αυστραλία. Μας έκανε ένα μάθημα και στο διάλειμμα μας ανακοίνωσε ότι, όποιος θέλει, ας γράψει το όνομά του και την ημερομηνία γέννησης κι αυτή θα προσδιόριζε ποιο είναι το πραγματικό όνομα που αντιπροσωπεύει τον καθένα, σαν προσωπικότητα. Είπα να γράψω κι εγώ…

Έρχονται , κάποια στιγμή, οι κυρίες του κέντρου και μου λένε: Θανάση σου έδωσε ένα σημαντικό όνομα που σε αντιπροσωπεύει: Σιντάρτα. Μένω κόκκαλο γιατί την προηγούμενη εβδομάδα είχα διαβάσει το Σιντάρτα του Έσσε και με είχε συνεπάρει. Και μου λένε ,θέλει να σου μιλήσει για λίγο. Πήγα, και η Σουάμιτζι μου είπε: Θα φύγεις από τα μαθήματα γιατί δεν μπορείς να δεχθείς διδασκαλία. Θέλεις να βρεις το δρόμο μόνος σου. Έμαθα, επίσης, ότι ασχολείσαι με τη μουσική. Θα μας παίξεις κάτι; Λέω, δεν υπάρχει περίπτωση. Ακόμη και μόνος μου όταν είμαι, μόλις πάω να ηχογραφήσω κάτι, έχω τρακ. Με κοίταξε διαπεραστικά και μου λέει, δεν ξέρεις σε πόσο κόσμο μπροστά θα παίζεις σε κάποια χρόνια.

Το εξηγούν με κάποιο τρόπο όλο αυτό στη γιόγκα. Μία κορυφαία στιγμή της είναι να φτάσει κάποιος στην επίγνωση. Αν αυτό συμβεί και γνωρίσεις τον εαυτό σου, μπορείς να γνωρίζεις και όλους τους άλλους γιατί υπάρχει ένα κοινό υπόστρωμα που μας ενώνει, όπως συμβαίνει με τα νησιά, που φαίνονται ξεχωριστά αλλά, στην ουσία δεν είναι. Δεν έδωσα σημασία στα λόγια της. Δεν περνούσε από το μυαλό μου τι θα γίνει στο μέλλον».

-Πότε άρχιζες να το συνειδητοποιείς;

«Στην αρχή… τρεις και ο κούκος ήμασταν. Μετά το Βραχνό Προφήτη, την πρώτη φορά που πήγαμε Αθήνα να παίξουμε στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, εκπλαγήκαμε με τον κόσμο που ήρθε. Έκτοτε συνεχίστηκε μια ανοδική πορεία. Υπάρχει πάντως μια δυνατή σχέση ανάμεσα στα τραγούδια μου και τον κόσμο. Σε ένα βαθμό οφείλεται στο ότι δεν τους χειραγώγησε κανείς για να συμβεί αυτό. Δεν φυτεύτηκε από πάνω. Πήγε από στόμα σε στόμα και γι΄αυτό πήρε χρόνο για να γίνει. Έγινε εν πλήρη συνειδήσει. Δεν σύρθηκαν από ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις. Σημαντικό ρόλο βέβαια έπαιξε ο Σωκράτης, που έλεγε ήδη κάποια από τα τραγούδια μου, πριν πάρω την απόφαση να τα υποστηρίξω κι ο ίδιος». 

«Φτάνουμε στην έκσταση»

– Στις συναυλίες με τόση αποθέωση… δε νιώθετε λίγο μικροί θεοί;

«Ποτέ δεν έχω νιώσει αυταρέσκεια. Παλαιότερα ήμουν ακόμη περισσότερο συνεσταλμένος. Αν ρωτήσεις ανθρώπους θα σου πουν πόσο χάλια ήμουν. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη. Με τον καιρό, δύο κομβικές σκέψεις που έκανα με χαλάρωσαν: Όσοι έρχονται να με ακούσουν, έρχονται με καλή διάθεση, αφιερώνοντας το χρόνο και τα χρήματά τους και δεν έρχονται να με κατασπαράξουν. Η δεύτερη σκέψη είναι ότι τη στιγμή που δίνω τη συναυλία συμβαίνουν τόσο σημαντικά πράγματα στο σύμπαν, θετικά και αρνητικά, που, εντάξει μεγάλε, ηρέμησε. Μου αρέσει να βγάζω την πραγματική διάσταση της ύπαρξής μου κι αυτό γίνεται όταν δεν υπάρχει ο μύθος.

Αυτό το μύθο θέλω να τον σπάω συνέχεια. τα παιδιά που έρχονται βλέπουν μπροστά τους έναν καθημερινό άνθρωπο, με τη λαρισαϊκή προφορά, με τις ανεπάρκειές του. Οι φίλοι μεταξύ τους δεν έχουν μύθους. Αυτή την επικοινωνία θέλω να κατακτήσω και πριν και στη διάρκεια και μετά τη συναυλία. Αποφάσισα να μην περιφρονώ τους συνανθρώπους μου, που ήθελαν να ανταλλάξουν δυο κουβέντες μαζί μου και καθόμουν-ακόμα και κουρασμένος- μετά τις συναυλίες. Μου βγήκε σε καλό. Πήρα μεγάλα δώρα, κουβέντες σημαντικές. Τώρα πια δεν έχω άγχος. Έχει κατακτηθεί μια οικειότητα. Όταν βρίσκεσαι με τους φίλους σου δεν έχεις άγχος.

-Υπάρχει και το διονυσιακό στοιχείο, όπως έχεις πει…

«Παίζει ρόλο η χαλαρότητα, η ευχαρίστηση που δίνουμε στον κόσμο και που παίρνουμε κι εμείς. Το σχήμα από πάνω πάλλεται και νιώθει. Είναι επαγγελματίες τα παιδιά, αλλά γουστάρουν αυτό που γίνεται. Φτάνουμε, που και που, στην έκσταση. Δεν είναι εύκολο και δε συμβαίνει συνέχεια. Όταν πετυχαίνει είναι ευεργετικό».

-Τι νιώθεις τη στιγμή της δημιουργίας;

«Παραδίδω τον εαυτό μου πιο ειλικρινή και καθαρό. Την ώρα της δημιουργίας είμαι ένα πλάσμα έξω από το καλό και το κακό. Σαν μικρό παιδί. Δεν έχω νιώσει ότι είμαι κάτι το ξεχωριστό από τους άλλους. Όλη μου η κοσμοθεωρία το δείχνει. Νιώθω ότι είμαι ενδιάμεσος και αυτό λογχίζει την ματαιοδοξία μου. Από μικρός έχω μια αίσθηση ματαιότητας μέσα μου και δεν με αφήνει να ξεφύγω».

«Ήθελα να ζήσω στην Αναγέννηση»

– Ο γιος σου ο Κωνσταντής, είναι επίσης μουσικός. Τον κρίνεις; Σε ρωτάει ποτέ για όσα κάνει; Πως ήσουν στο ρόλο του πατέρα;

«Ναι τον κρίνω. Δεν με ρωτάει. Καμιά φορά μόνο, αν γίνει κουβέντα. Θεωρώ πως ναι, πήγαμε αρκετά καλά στη σχέση μας με τα παιδιά και με τον Κωνσταντή και με τον Αριστοτέλη. Αυτό που σκέφτομαι απλά είναι ότι όταν ήταν πιο μικροί έλεγα πολύ γρήγορα κάτι αρνητικό. Ενώ όταν ήταν να πω κάτι θετικό δεν το έκανα εύκολα. Και οι δικοί μου γονείς ίσως ήταν έτσι, στον αγώνα για την επιβίωση, αλλά για μένα ήταν καλό αυτό. Δεν ήταν συνεχώς από πάνω μου. Ήμουν ελεύθερος από μικρό παιδί. Έκανα σε μεγάλο βαθμό αυτό που ήθελα.

Δεν πιέσαμε τα παιδιά μας ποτέ για το θέμα των σπουδών. Τους πίεσα μόνο όταν θέλησα-μέγα λάθος- να τους μάθω μαθηματικά γιατί τα μαθηματικά χτίζονται σε στέρεες βάσεις, δεν μπορείς να έχεις κενά. Για τους βαθμούς ποτέ. Μία μέρα πριν δώσουν κάποιο μάθημα στις πανελλήνιες αντί για να διαβάσουν, τους πήγα στη Θεσσαλονίκη, στη συναυλία του Manu Chao.

Δεν τους πίεσα γιατί κι εγώ έχω παράδειγμα από τον εαυτό μου που ενώ τελείωσα μηχανικός θέλησα να ασχοληθώ με την κατασκευή μουσικών οργάνων». 

– Οι προσλαμβάνουσες που είχαν στην μουσική τους οδήγησε προς την παράδοση;

«Όταν ήταν μικρότεροι πέρασαν από διάφορα, για πολύ λίγο και από τη χέβι μέταλ της εποχής τους. Εμένα μου φαίνεται αρκετά ποζεράδικη η σκηνική παρουσία αρκετών σχημάτων αυτού του χώρου. Υπάρχουν και εξαιρέσεις βέβαια. Ο ίδιος του αγόρασα κάποια στιγμή έναν πολύ καλό δίσκο των Τool (είναι μακρινοί συγγενείς του Γιώργου Τούλα..;).

Τους έλεγα να ακούσουν και παραδοσιακή μουσική και δεν τους άρεσε, μετά έγινε η μεταστροφή. Αργά ή γρήγορα συναντάς τη μουσική που σου αξίζει. Φτάσαμε στο σημείο τώρα να μου στέλνει ο Κωσταντής δημοτικά τραγούδια, για ν’ακούσω. Έλα παππού να σου δείξω που τα ‘χεις (αυτή μου η φράση είναι από αυτές που όντως στηρίζουν τον χαρακτηρισμό ποιητής-φιλόσοφος). Μου αρέσει πάντως που με τους Γκιντίκι έχουν και καλή σκηνική παρουσία, βγάζουν ένταση». 

– Με τη σύζυγό σου, τη Φανή, είχατε κοινό τρόπο στον τρόπο ανατροφής των παιδιών;

«Εγώ με τη Φανούλα μεγαλώσαμε μαζί, εγώ ήμουν 17 και 15 αυτή, έχουμε κοινές απόψεις αλληλοσυμπληρωνόμαστε. Δεν είχαμε θέματα διαφοροποίησης στο πώς θα αντιμετωπίσουμε τα παιδιά. Καταλάβαμε ότι πρέπει να είσαι ειλικρινής απέναντι στα παιδιά. Τα παιδιά περισσότερο αντιλαμβάνονται τις πράξεις παρά τα λόγια και μια σημαντική συμβουλή που τους έδωσα είναι, να είναι ο εαυτός τους. Να μην αλλάζουν τον εαυτό τους για να κάνουν φίλους. Καλύτερα να βγουν από μία παρέα και να βρουν κάποια στιγμή τους φίλους που θα τους αποδεχτούν γι΄αυτό που είναι, παρά να μην είναι ειλικρινείς».

– Σε ποια εποχή θα ήθελες να ζεις και με ποιους καλλιτέχνες να συνεργαστείς;

«Ήθελα να ζήσω στην Αναγέννηση, έχω επιρροές από την αναγεννησιακή μουσική και την μπαρόκ. Και υπάρχουν κομμάτια μου που είναι επηρεασμένα από εκείνες τις εποχές. Για φωνές, θα ήθελα πολύ να προλάβαινα να πούνετραγούδια μου ο Μπιθικώτσης, η Σωτηρία Μπέλλου, η Πόλυ Πάνου, ο Ξυλούρης. Θεωρώ ότι παλαιότερα ήταν πιο αγαθοί και οι ερμηνευτές, δεν πίστευαν ότι κάνουν κάτι τόσο σημαντικό, τα σημερινά παιδιά έχουν χάσει κάπως την μπάλα με το σταρ σύστεμ».

– Η αισθητική στη μουσική είναι κάτι που καλλιεργείται ή είναι έμφυτη;

«Δεν ξέρω. Μπορεί να το έχεις μέσα σου και, παρ’ όλες τις κακοτοπιές, να βρίσκεις το δρόμο για την αληθινή τέχνη, αυτή που συγκλονίζει και σου προσφέρει την ουσία του κόσμου. Επειδή μεγάλωσα δίδυμα, από την εμπειρία μου έχω να πω, παρατηρώντας τα, από τότε που γεννήθηκαν μέχρι σήμερα, ότι τα γονίδια παίζουν το σημαντικότερο ρόλο».

– Η φιλία; Βρίσκεις τους ανθρώπους που σου αξίζουν, όπως τη μουσική;

«Ναι. Για μένα πρέπει να είσαι ο εαυτός σου και να μη φοβάσαι να ανοιχτείς. Θα φας κατραπακιές. Θα γνωρίσεις κι ανθρώπους όμως που θα είναι και οι ίδιοι ανοιχτοί, ή αν δεν είναι θα κλονιστούν από το δικό σου το άνοιγμα. Υπάρχουν εκλεκτικές συγγένειες. Η ίδια η ζωή είναι ανεξήγητη και υπάρχει ένα μυστήριο. Το πώς συναντιούνται οι τροχιές των ανθρώπων.

Έχεις φίλους από την παιδική ηλικία;

«Όχι πολλούς. Ήμουν κλειστός άνθρωπος σε μεγάλο βαθμό, όπως και τώρα. Στα βασικά δεν έχω αλλάξει. Έγινα απλά πιο συγκαταβατικός και δεν είμαι απόλυτος σε αυτά που σκέφτομαι. Δίνω περιθώριο και κατανοώ περισσότερους τους άλλους».

– Έχει περισσότερη υποκρισία η εποχή μας;

«Ίσως τώρα να είναι πιο αδυσώπητος ο κόσμος μας γιατί είναι πιο ανταγωνιστικός, έχει χαλάσει και η σχέση με τη φύση που -ως ένα σημείο – δίνει και ένα μέτρο στον άνθρωπο. Η αμετροέπεια με την ανωνυμία των μεγαλουπόλεων αλλά-πλέον- και των κοινωνικών δικτύων και ο σκληρός αγώνας για την επιβίωση, οδηγεί αρκετό κόσμο σε απώλεια της αυθεντικότητας, της ειλικρίνειας και της ζεστασιάς που προσφέρει».

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Οι συναυλίες του Θανάση από μόνες τους… αντικείμενο μελέτης. Όταν τον ρωτάω για το αν υπάρχει πρόγραμμα που τηρείται και συγκεκριμένη σειρά τραγουδιών, απαντά:

«Παίζει σημαντικό ρόλο το πρόγραμμα, η σειρά των τραγουδιών, ακόμη κι αν δεν είναι πάντα κατανοητό. Υπάρχουν κάποιοι κώδικες. Το κάθε κομμάτι στο πρόγραμμα που ετοιμάζω έχει μια σχετική σύνδεση με το επόμενο.

Αυτή η σύνδεση μπορεί να αφορά το μουσικό μέρος ή το στιχουργικό. Παράδειγμα, προσπαθώ-όπου είναι δυνατόν-οι αλλαγές στις τονικότητες των κομματιών που απαρτίζουν το πρόγραμμα να μην είναι «σκληρές», να μην έχουμε αλλαγές ημιτονίου ή τόνου. Στιχουργικά, προσπαθώ να υπάρχει και κει μια ομαδοποίηση. Παράδειγμα, θα βάλω δύο παραλογές μαζί ή θα βάλω μαζί κάποια τραγούδια που αναφέρονται στον έρωτα.

Ξεκινώντας τις συναυλίες, συνήθως δεν έχω αποφασίσει 100% το πρόγραμμα, μπορεί να αλλάξω τη σειρά βλέποντας τις αντιδράσεις του κόσμου αλλά και τι νιώθω εγώ. Και κάποια στιγμή παγιώνεται εκεί που θέλω πραγματικά. Το ίδιο ισχύει και για τους δίσκους, κι εκεί παίζει μεγάλο ρόλο η σειρά. Υπάρχουν παρόμοιοι κώδικες. Παίζει ρόλο ακόμη και το κενό που υπάρχει ανάμεσα στα τραγούδια. Σε άλλα αφήνεις περισσότερο χρόνο να κυλήσει, σε άλλα λιγότερος.

Για μένα παίζουν ρόλο ακόμη και οι μουσικές πριν ανεβούμε να παίξουμε. Τις επιλέγω εγώ. Δεν πρέπει να παίζει ό,τι να ‘ναι. Υπάρχει κόσμος που έρχεται αρκετά νωρίς. Πρέπει να υπάρχει συνάφεια με αυτό που θα ακολουθήσει. Ακόμη κι αυτό το προσέχω». 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Novel Vox (@novelvox)

– Οι ακροατές σου ανακαλύπτουν νέες λέξεις και έννοιες μέσα από τα τραγούδια…

«Ότι μου κάνει εντύπωση-είτε το παρατήρησα είτε το διάβασα-μπορεί να βρει τη θέση του στη στιχουργία μου κάποια στιγμή. Παράδειγμα, στο τραγούδι «Το ζητιανόξυλο», το «λέγε με Ισμαήλ» είναι από το Μόμπι Ντικ. Έτσι ξεκινά το βιβλίο. Είναι αυτά τα θραύσματα που μου έχουν διηγηθεί, που έχω ζήσει, που θα ήθελα να έχω ζήσει και που κάποια στιγμή διεκδικούν την είσοδό τους σε έναν στίχο».

-Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος τρόπος που μπορεί να σε οδηγήσει στην έμπνευση;

«Όσον αφορά τη μουσική δεν έχω βρει κάποιο τέχνασμα, πέρα από το να πιάνω ένα όργανο στα χέρια και να προσπαθώ να βγάλω μια μελωδία. Πολύ σύντομα αντιλαμβάνομαι αν έχω ρέντα ή όχι. Δεν το πιέζω. Αν δεν υπάρχει έμπνευση το αφήνω. Στιχουργικά έχω βρει κάποια τεχνάσματα που βοηθάνε, δημιουργώντας μια συναισθηματική φόρτιση, η οποία, με τη σειρά της, μπορεί να οδηγήσει στη γραφή στίχων.

Η φύση, βέβαια, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτά που κάνω. Είναι το αποκούμπι μας, για να μην καταρρεύσουμε. Με κρατάει η ομορφιά του κόσμου. Χαίρομαι αυτή την ομορφιά, αλλά έχω και μια θλίψη γιατί βλέπω ότι καταστρέφεται κιόλας. Ας πούμε, στο τραγούδι «Με τα χρόνια», καταγράφω την απογοήτευσή μου, όταν άκουσα ότι ο τελευταίος λευκός ρινόκερος πέθανε και λογικά το είδος του έχει χαθεί για πάντα. Κατά κάποιο τρόπο με τους στίχους φτιάχνω μια μικρή κιβωτό για αυτά που χάνονται».

-Ρωτάς κανέναν για τα τραγούδια σου πριν κυκλοφορήσουν;

«Μόνο τη Φανούλα ρωτάω…».

– Η τέχνη έχει τη θέση που της αρμόζει σήμερα;

«Οι καλλιτέχνες-ιδιαίτερα από το χώρο της μουσικής- είναι υπερτιμημένοι στις σύγχρονες κοινωνίες. Η δημιουργία είναι μια εγωιστική διαδικασία. Την ύπαρξη τη στεφανώνει η θυσία».

– Η απήχηση σε ενδιαφέρει; Θέλεις ένα τραγούδι να αρέσει και διαισθάνεσαι ποιο θα είναι αυτό; Θα μπεις να δεις πόσες προβολές έχει στο youtube?

«Όταν το φτιάχνω δεν το σκέφτομαι. Μετά με ενδιαφέρει, να δω αν αυτό που έκανα είχε απήχηση.

– Βλέπουμε ότι αγγίζεις πολιτικά ζητήματα, απουσιάζει ο έντονα πολιτικός στίχος, αν εξαιρέσουμε κάποια τραγούδια…

«Δεν είμαι στρατευμένος ως δημιουργός. Αν είναι κάτι που οδηγεί σε πολιτικοκοινωνική θέση, είναι περισσότερο η αυθεντικότητα. Το να είσαι ειλικρινής είναι μια πολιτική στάση. Δεν χρησιμοποιώ, γενικά, τα τραγούδια για να περάσω πολιτικά μηνύματα. Σε κάποια στιγμή αγανάκτησης μπορεί να το κάνω, όπως στην ‘Ερώτηση Κρίσεως’. Η τέχνη για μένα είναι πάνω από την πολιτική και την ιδεολογία». 

Θανάσης Παπακωνσταντίνου

«Με το Σωκράτη έχουμε κοντινές αισθητικές»

– Πιστεύεις στις παρέες;

«Προσωπικά με εντάσσουν στην παρέα της Θεσσαλονίκης, αλλά δεν ξέρω. Σίγουρα βρίσκεις στον χώρο σου κάποιους ανθρώπους με τους οποίους έχεις εκλεκτικές συγγένειες. Όπως και στη φιλία. Δεν ξέρεις με ποιους θα δέσεις. Παίζει ρόλο η αισθητική που έχεις απέναντι στα πράγματα, έτσι συναντάς ομοούσιους. Με το Σωκράτη έχουμε κοντινές αισθητικές σε ό,τι ακούμε και διαβάζουμε, διαφορετική προσέγγιση στη μουσική. Δεν είμαστε ίδιοι αλλά υπάρχει αμοιβαία εκτίμηση και φιλία».

– Η τεχνητή νοημοσύνη φοβάσαι ότι μπορεί να επηρεάσει τη μουσική;

«Δεν πιστεύω ότι θα την επηρεάσει μόνο αρνητικά. Τη δημιουργία σαν εσωτερική ανάγκη δεν θα τη σταματήσει. Τεχνικά, μάλλον θα βοηθήσει στη διαδικασία αποτύπωσης της δημιουργίας σε φυσικά και ψηφιακά προϊόντα. Από την άλλη μεριά, της επιβίωσης μέσα από τη μουσική, θα υπάρξουν δυσκολίες για συνθέτες που ασχολούνται πιο πολύ με τη διαφήμιση ή ακόμη και με τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση. Οι εταιρίες παραγωγής θα μπορούν να βγάζουν με ένα προγραμματάκι τις μουσικές που χρειάζονται, σε κάθε πιθανό και απίθανο ύφος, με πολύ μικρότερο κόστος».

-Τι είναι κλοπή στην τέχνη;

«Είναι όταν δεν αναφέρεις ότι το πήρες αυτό από κάπου. Εκτός αν η σύμπτωση είναι τυχαία, γιατί μπορεί να συμβεί κι αυτό, ταυτόχρονα δύο άνθρωποι να σκέφτηκαν την ίδια μελωδία».

– Πώς βλέπεις τη δημοσιογραφία σήμερα;

«Στην Ελλάδα το ότι υπάρχει αυτή η κατρακύλα και η κατάπτωση στην ποιότητα της ζωής μας, οφείλεται και στην προπαγάνδα των περισσότερων μέσων (τα ονομάζω «Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης») , που είναι μια μεγάλη πληγή για την κοινωνία μας. Ιδιαίτερα περνά η προπαγάνδα της τηλεόρασης, ειδικά στην ύπαιθρο. Νομίζουν πολλοί ότι αυτό που βλέπουν είναι και η πραγματικότητα. Γι΄ αυτό και όποτε έχουμε εκλογές, βγαίνουν αποτελέσματα απογοητευτικά. Δεν παίρνει η μπάλα όλους, έχουμε και δείγματα δημοσιογράφων που προσπαθούν να καταγράψουν με αντικειμενικότητα τα γεγονότα. Η χαβούζα όμως υπάρχει».  

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Novel Vox (@novelvox)

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα