Η ακτινογραφία της Ίωνος Δραγούμη

Τα κτίρια, η ιστορία του δρόμου και τα ανοίκιαστα καταστήματα.

Νίκος Γκάγιας
η-ακτινογραφία-της-ίωνος-δραγούμη-990587
Νίκος Γκάγιας

Η οδός Ίωνος Δραγούμη, η Ερμού, η Αριστοτέλους και η Τσιμισκή (από την αρχή έως την Αριστοτέλους) είναι δρόμοι που σχεδιάστηκαν, όπως είναι γνωστό, μετά την πυρκαγιά του 1917 και οικοδομήθηκαν σταδιακά μέχρι τη δεκαετία του 1930. 

Βασικό χαρακτηριστικό της Ίωνος Δραγούμη που παρέμεινε μέχρι και σήμερα είναι η συγκέντρωση τραπεζών. Το οικόπεδο που προοριζόταν για την οικοδόμηση του κτιρίου των Τ.Τ.Τ. απέμεινε κενό και, μέχρι να λάβει τη μορφή οργανωμένου χώρου στάθμευσης στις αρχές της δεκαετίας του 1970 (Parking «πλατείας Ελευθερίας»), στάθμευαν σε αυτόν κυρίως επαγγελματικά οχήματα. Γι’ αυτό, ίσως, στο νότιο (δεξιά για τον κατερχόμενο προς τη θάλασσα) τμήμα της οδούς Ίωνος Δραγούμη λειτουργούσαν, έως τη δεκαετία του 1960, αρκετές επιχειρήσεις που είχαν σχέση είτε με τις μεταφορές είτε με την εμπορία αυτοκινήτων και ανταλλακτικών (αποτελούσαν το 20% των επωνυμιών της Ίωνος Δραγούμη).

Με τη δημιουργία του οργανωμένου parking και την αύξηση της χρήσης του, καθώς και με την κατεδάφιση των μεσοπολεμικών κτιρίων και την ανέγερση νέων, οι επιχειρήσεις αυτές μεταφέρθηκαν σταδιακά σε άλλες περιοχές.

Η πλατεία υπήρξε επίσης αφετηρία αστικών λεωφορείων (τουλάχιστον από το 1958), εστία τουριστικών γραφείων (επειδή είχαν χώρο στάθμευσης τα πούλμαν) αλλά και χώρος τερματισμού του Ράλι Μέγας Αλέξανδρος.

Άλλο χαρακτηριστικό της οδού Ίωνος Δραγούμη ήταν ότι το τμήμα ανάμεσα στην οδό Αγίου Μηνά και την Ερμού κατείχαν η Στοά του Αγίου Μηνά και η Στοά Σαούλ. Και στις δύο περιπτώσεις κατά τη δεκαετία του 1920 κατεδαφίστηκε το δυτικό τμήμα τους προκειμένου να διανοιχτεί η οδός Ίωνος Δραγούμη και επακολούθησε πρόχειρη οικοδόμηση καταστημάτων επί της νέας οδού.

Αμιγώς εμπορικά κτίρια οικοδομήθηκαν στο τμήμα μεταξύ της οδού Ερμού και της Εγνατίας.

Τα περισσότερα ανήκαν σε εμπόρους, οι οποίοι, εκτός από το κατάστημα τους, οικοδόμησαν ορόφους με γραφεία, που μεταπολεμικά χρησιμοποιήθηκαν και ως εργαστήρια για ενδύματα και συναφή είδη.

Στο ίδιο τμήμα του δρόμου οικοδομήθηκε και το κτίριο Άλβο, με σκοπό να στεγάσει τη μεγαλύτερη επιχείρηση εμπορίας σιδηρικών.

Περίπου 20% των μεταπολεμικών επωνυμιών ασκούσαν εμπορία υφασμάτων και ενδυμάτων, ενώ εντοπίζονται και αρκετά καταστήματα ψιλικών και ειδών ραπτικής. Σε σύγκριση με τους γειτονικούς δρόμους, ο αριθμός των ραπτών ήταν περιορισμένος και δεν ξεπερνούσε το 10% των επωνυμιών. Εντοπίζονται επίσης καταστήματα γυαλικών, ψευδοκοσμημάτων, τυπογραφεία, επιχειρήσεις εμπορίας βιβλίων, καθώς και πολλά βραχύβια καφενεία και ζαχαροπλαστεία.

Στο σήμερα υπάρχουν πολλά κλειστά καταστήματα, στα οποία ακόμα στέκουν οι παραδοσιακές πινακίδες, οι οποίες μας μεταφέρουν σε μία παλαιότερη εποχή.

Σύμφωνα με την μέτρηση της Parallaxi, στον δρόμο εντοπίζονται 26 κλειστά καταστήματα, 10 take away-cafe, 4 για φαγητό, αρκετά μαγαζιά με ρούχα, υφασματάδικα, φαρμακεία, τράπεζες κλπ. 

Όπως εξηγεί ο μεσίτης, Κωνσταντίνος Παπαστεφάνου από το B2B ESTATE Ι.Κ.Ε, οι τιμές και η ζήτηση για τα ακίνητα καταστήματα στην Ίωνος Δραγούμη διαφέρουν σημαντικά στο κομμάτι πάνω από την Εγνατία και στο κομμάτι κάτω από την Εγνατία.

«Η πάνω πλευρά είναι αρκετά προβληματική λόγω εγκληματικότητας γι’ αυτό υπάρχουν και πολλά ανοίκιαστα καταστήματα. Οι τιμές των ακινήτων από 10 έως 13 ευρώ ανά τ.μ., ενώ σε “καλά σημεία” κοντά στη Τσιμισκή ή στην Μητροπόλεως η τιμή μπορεί να φτάσει μέχρι και 15-18 ευρώ ανά τ.μ.»

Μπορεί η λειτουργία του μετρό για κάποιους να είναι μία ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, όμως σοβαροί προβληματισμοί τίθενται από ανθρώπους της αγοράς, οι οποίοι φοβούνται μήπως οι παραβατικές συμπεριφορές (του πάνω κομματιού) μεταφερθούν και στο κάτω λόγω του μετρό.

Η ακτινογραφία του δρόμου

Ξεκινώντας χαμηλά από την παραλία βρίσκονται συγκεντρωμένα τα υποκαταστήματα όλων των τραπεζών. Το πιο εντυπωσιακό, με μέτωπο την πλατεία Ελευθερίας, το κτήριο της Ιονικής τράπεζας, πλέον Alpha Bank, είναι ένα νεοκλασικό του 1929 σε σχέδια Μ. Λυκούδη, που στο αέτωμά του υπάρχει γλυπτική σύνθεση των Ιόνιων νησιών (σήμα της Ιονικής τράπεζας).

Κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, το κτήριο της Ιονικής τράπεζας ήταν από τα πρώτα που επιτάχθηκαν από τους κατακτητές για να στεγάσουν το Φρουραρχείο των Γερμανών. Εκεί, μπροστά στο Φρουραρχείο, ξεκίνησε η εξόντωση των Εβραίων συμπολιτών μας το «Μαύρο Σάββατο», στις 11 Ιουλίου 1942, όπου πραγματοποιήθηκε η συγκέντρωση και ο βασανισμός τους. Στο φρουραρχείο τους, οι Γερμανοί τοποθέτησαν το γράμμα V, χαρακτηριστικό σήμα των επιταγμένων κτιρίων. Αριστερά και δεξιά τοποθετήθηκαν δύο φυλάκια για τους Γερμανούς φρουρούς. Η Ιονική τράπεζα εξαγοράστηκε το 1999 από την Alpha Bank, στην οποία ανήκει πλέον το κτήριο, το οποίο δυστυχώς μένει αναξιοποίητο.

Επίσης ακριβώς δίπλα υπάρχει το κλασικού ύφους κτίριο του Υποκαταστήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα νεότερα μνημεία της πόλης της Θεσσαλονίκης, χάρη στην αρχιτεκτονική του σύνθεση και μορφολογία, αλλά και χάρη στην προνομιακή του πολεοδομική θέση. Αυτή επιλέχθηκε το 1922 (μετά την πυρκαγιά του 1917, στο πλαίσιο των διαδικασιών ανασχεδιασμού της πόλης από την ομάδα του Γάλλου πολεοδόμου Ernest Hébrard) για τη δημιουργία καταστήματος της Εθνικής Τράπεζας.

Το κτίριο έχει κηρυχθεί διατηρητέο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1469/50 και είναι εξέχον δείγμα μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής. Το τελικό σχέδιο του οικοδομήματος στηρίχθηκε στις προτάσεις που είχαν υποβάλει στο σχετικό διαγωνισμό του 1925 ο Aρ. Bάλβης (τρίτο βραβείο) και ο Ν. Μητσάκης (έπαινος). Το κτίριο αποπερατώθηκε στις αρχές του 1933 και εγκαινιάστηκε στις 21 Mαΐου του ίδιου έτους. UnmuteRemaining Time -0:00 Fullscreen Το αρχικό κτίριο προοριζόταν μόνο για την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ). Ωστόσο, λίγο πριν από την έναρξη των εργασιών χωρίστηκε σε δύο τμήματα ώστε να στεγάσει και το εκεί Υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία είχε εν τω μεταξύ ιδρυθεί. Έγιναν σημαντικές τροποποιήσεις της αρχικής μελέτης για την κατάλληλη διαρρύθμιση των χώρων. Η συστέγαση των δύο καταστημάτων, της ΕΤΕ, με είσοδο από την οδό Μητροπόλεως και της Τράπεζας της Ελλάδος, με κεντρική είσοδο από την οδό Τσιμισκή, συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Επίσης στην Ίωνος Δραγούμη υπήρχαν αρκετές στοές, όπως η Στοά Μηνά και η Στοά Σαούλ.

Το ιστορικό κτιριακό συγκρότημα της Στοάς του Αγίου Μηνά καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομικού τετραγώνου που περικλείεται από τις οδούς Βασιλέως Ηρακλείου – Ελευθερίου Βενιζέλου – Αγίου Μηνά – Ίωνος Δραγούμη.

Το διατηρημένο τμήμα της Στοάς σήμερα έχει επιφάνεια περίπου 4.000 τετραγωνικά μέτρα από τα 8.000τ.μ. που αρχικά κάλυπτε η μοναστηριακή έκταση. Πρόκειται για το τμήμα της παλιάς στοάς Αγίου Μηνά, που κτίστηκε στο 1906, με αρχικό ιδιοκτήτη την Ελληνική Κοινότητα Θεσσαλονίκης. Έως την πυρκαγιά του 1917, στο κτίριο στεγαζόταν η Τράπεζα της Ανατολής και η Αγγλοελληνική εμπορική εταιρεία. Το παραπάνω ακίνητο περιήλθε στην πλήρη και αποκλειστική κυριότητα της ΟΣΚ ΑΕ με το Νόμο 513/1976, ενώ προκάτοχος του ήταν το Ταμείο Ανέγερσης Διδακτηρίων. Με την πυρκαγιά του 1917, κάηκε το τμήμα της στοάς που στέγαζε την Τράπεζα Ανατολής και ό, τι απέμεινε από αυτό ρυμοτομήθηκε με τη διάνοιξη της Ίωνος Δραγούμη. Γύρω στα 1937 στη θέση του οικοπέδου που έμεινε ελεύθερο, κτίστηκαν τα ισόγεια καταστήματα που περιβάλλουν σήμερα το ναό του Αγίου Μηνά.

Αποτελείται από πολλά καταστήματα μικρού εμβαδού στο ισόγειο και στον όροφο (23 συνολικά) και μαζί με άλλα δύο ακίνητα ιδιοκτησίας τρίτων περικλείουν στην καρδιά του οικοδομικού τετραγώνου τον Ιερό Ναό του Αγίου Μηνά, από τον οποίο έλαβε την ονομασία η στοά. Στο χώρο του σημερινού ναού προϋπήρχε τον 8ο αιώνα άλλος ναός, ο οποίος καταστράφηκε ολοσχερώς από τις πυρκαγιές που έπληξαν κατά καιρούς τη Θεσσαλονίκη. Περιηγητές και ιστοριογράφοι αναφέρουν πέντε τουλάχιστον πυρκαγιές που κατέστρεψαν το ναό του Αγίου Μηνά. Το 1770 καταστράφηκε ο ναός σχεδόν ολοκληρωτικά. Το ίδιο και το 1818, το 1839 και στις μεγάλες πυρκαγιές του 1890 και του 1917. Οι καταστροφές ήταν τόσο συχνές ώστε οι Τούρκοι ονόμασαν την περιοχή του Αγίου Μηνά “Γιανήκ μοναστήρ μαχαλέ” (γειτονιά του καμένου μοναστηριού). Η μεγάλη πυρκαγιά του 1890 κατέστρεψε τελείως το ναό του Αγίου Μηνά για να ανοικοδομηθεί λίγο αργότερα πάνω σε τελείως διαφορετικό σχέδιο. Από τον παλιό αρχαίο ναό σώζονται δύο κίονες και μερικά κομμάτια από τον παλιό μαρμάρινο γλυπτικό διάκοσμο, που όμως εντοιχίστηκαν στο νέο κτίριο. Πάνω από τη δυτική είσοδο του ναού υπάρχει μαρμάρινη επιγραφή που αναφέρει μικρό ιστορικό για την ανέγερση του ναού μετά την πυρκαγιά του 1839. Στο ναό του Αγίου Μηνά έγινε η πρώτη λαμπρή δοξολογία, όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη το 1912.

Αξίζει να σημειωθεί πως σε εγκαταλελειμμένο κατάστημα με οπτικά, άστεγοι άνθρωποι είχαν δημιουργήσει το δικό τους “σπίτι” για αρκετό καιρό, κάτι το οποίο πια δεν υπάρχει καθώς ο χώρος σφραγίστηκε.

Μεταξύ Βενιζέλου και Ίωνος Δραγούμη, στέκεται ερημωμένη, παγωμένη στον χρόνο και φθαρμένη η Στοά Σαούλ. Ένα εμπορικό ορόσημο για το ιστορικό κέντρο που κράτησε την κίνηση του για πολλά χρόνια σήμερα βρίσκεται στην απόλυτη παρακμή.

Επί τουρκοκρατίας στη θέση της υπήρχε χάνι το οποίο περιελάβανε 96 εργαστήρια, καφενείο, γραφεία και αποθήκες, και ανήκε στα παιδιά του Σαούλ Μοδιάνο. Ωστόσο το 1867, στο πλαίσιο των πολεοδομικών επεμβάσεων για την αναδιοργάνωση της πόλης, διανοίγεται η οδός Βενιζέλου (τότε Σαμπρή Πασά) πόλος έλξης όλων των εμπορικών δραστηριοτήτων. Σε αυτόν τον εμπορικό άξονα της πόλης ο Σαούλ Μοδιάνο αποφασίζει να κτίσει μεταξύ 1867-1881 την “Cité Saül”, μία εμπορική πολιτεία πιθανώς σε σχέδια του Vitaliano Pοselli. Η εμπορική αυτή στοά Μοδιάνο εμφανίζεται με την ίδια πολεοδομική οργάνωση μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1910 κι αυτό γιατί η πυρκαγιά του 1917 την κατέστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά κι έτσι έπρεπε να αναμορφωθεί.

Στο νέο σχέδιο ρυμοτομίας η Στοά καταλαμβάνει ολόκληρο σχεδόν το οικοδομικό τετράγωνο 125 της πυρίκαυστης ζώνης. Στον επανασχεδιασμό της ενσωματώνονται στοιχεία της αρχικής στοάς, ενώ ταυτόχρονα γίνεται μια προσπάθεια εφαρμογής της τυπολογίας των ευρωπαϊκών εμπορικών στοών του 19ου αιώνα. Το 1929 σε σχέδια του Κάρολου Μοδιάνο, κτίστηκε το νέο τμήμα της (κυρίως προς την οδό Βενιζέλου), στο οποίο κυριαρχούν στοιχεία Art Deco και μάλιστα συνδέεται με το τμήμα που διασώθηκε στην οδό Βασ. Ηρακλείου, όπου κυριαρχεί το νεοαναγεννησιακό στυλ. Βασικό στοιχείο της στοάς αποτελούν οι δύο εσωτερικοί πεζόδρομοι που σχηματίζουν ένα «Τ» και συνδέουν την οδό Ερμού με την Βασ. Ηρακλείου και τη Βενιζέλου με την Ίωνος Δραγούμη. Αξίζει να σημειώσουμε πως στο κτιριακό αυτό συγκρότημα διατηρούσε το αρχιτεκτονικό του γραφείο ο Ελί Μοδιάνο ένας από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής και εγγονός του Σαούλ Μοδιάνο.

Το ενδιαφέρον αυτό αρχιτεκτονικό σύνολο αποτελεί παράλληλα και ιστορική μαρτυρία της ακμής του εμπορικού οίκου των Μοδιάνο που ξεκίνησε ο Σαούλ, του πλουσιότερου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά από το μεγάλο οίκο Καμόντο της Κωνσταντινούπολης. Ο Σαούλ Μοδιάνο, άλλωστε ήταν ένα από τα πιο γνωστά πρόσωπα της αναδυόμενης μεγαλοαστικής τάξης της πόλης. Λέγεται μάλιστα πως ήταν ο πλουσιότερος εβραίος της Θεσσαλονίκης. Ένα από τα πλεονεκτήματα του μεγαλοτραπεζίτη ήταν η ιταλική του υπηκοότητα που τον απάλλασσε από τη φορολογία λόγω διομολογήσεων. Απεβίωσε στα 67 του χρόνια πάμπλουτος και «κροίσος εν τιμή και υπολήψει» («Φάρος της Μακεδονίας» στις 5.1.1883).

Για πολλά χρόνια η Στοά φιλοξένησε αρκετά καταστήματα κάθε είδους, από υφασματάδικα και χαντράδικα μέχρι θρυλικά νυχτερινά μπαρ και καφέ. Μέσα έβρισκες graffity διαμάντια που έδιναν στην αρχιτεκτονική κομψότητα της την αστική εξέλιξη του σήμερα. Επιπροσθέτως, εκεί βρισκόταν το κατάστημα Fokas, το οποίο έκλεισε πριν από περίπου 10 χρόνια. Η στοά τότε έσφυζε από ζωή όμως μετά το λουκέτο του εμπορικού, τα μικροκαταστήματα μεταφέρθηκαν στην ευρύτερη περιοχή αποτέλεσμα αυτού η κίνηση της να αλλάξει ώρα και να μεταφερθεί τη νύχτα, όπου τα μπαρ έπαιζαν μουσική μέχρι πρωίας. Μετέπειτα όταν οι ιδιοκτήτες ζήτησαν να αποχωρήσουν οι καταστηματάρχες από τον χώρο για να γίνει η σχετική αναστήλωση του και να μετατραπεί σε πολυχώρο, η Στοά παρήκμασε και σε αυτό το σημείο της ιστορίας της ξεκίνησαν οι φθορές της. Σπασμένα πλακάκια, και παράθυρα στα κτίρια της, ακκαθαρσίες, δυσωδία, κατοικία για άστεγους και αδέσποτα.

Στο σήμερα η θρυλική Στοά Σαούλ με το πέρας των χρόνων άλλαξε μία γκάμα χαρακτήρων παραμένει κλειδωμένη και απρόσιτη προς τους περαστικούς της. Οι πόρτες της είναι κλειδωμένες με λουκέτα και δεν υπάρχει τον ορίζοντα κανένα σχέδιο ανάπλασης.

Μέγαρο Σπύρου

Στο ιστορικό κέντρο της πόλης, ένας αρκετά μεγάλος αριθμών κτιρίων από την δεκαετία του 20, διατηρούν δυστυχώς αποσπασματικά τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της πόλης μετά την μεγάλη Πυρκαγιά του 1917. Μεταξύ 1920 και 1927, χάρις σε διάφορες δευκολύνσεςι της κρατικής μηχανής όσον αφορά σε δάνεια και αδειοδότηση, ανεγέρθηκαν 1384 οικοδομές σε οικόπεδα συνολικής επιφάνειας 215.000 τ.μ. Τα μέγαρα ανεγείρονται με ταχείς ρυθμούς βάσει μιας αρχιτεκτονικής τυπολογίας που διαρκεί σε όλη την περίοδο του μεσοπολέμου: Το μέγαρο αναπτύσσεται γύρω από έναν εσωτερικό υαλοσκεπή συνήθως χώρο, ο οποίος μέσω κλιμακοστάσιου, ανελκυστήρων και περιμετρικών διαδρόμων συγκεντρώνει και διανέμει τις κινήσεις στο εσωτερικό του. Το 1924 το επιτρεπόμενο ύψος των οικοδομών ανέρχεται από 3 σε 5 ορόφους και συνήθως κτίζονται από μια οικογένεια για δική τους χρήση.

Το Μέγαρο Σπύρου, στη συμβολή των οδών Ι. Δραγούμη και Βαλαωρίτου ανοικοδομήθηκε το 1927 με οικοδομική άδεια που εκδόθηκε στο όνομα των Θωμά Μελλή και Ιωάννη Τσαπάνου. Τα σχέδια υπογράφονται από τους Σ.Μ. Μυλωνά, Κ.Μ. Γιωτόπουλο και Ε.Σ. Κοτζαμπασούλη, Αρχιτέκτονες – Εργολάβους. Οι αρχιτέκτονες Σ.Σ.Μ. Μυλωνάς και Ε.Σ. Κοτζαμπασούλης είναι υπεύθυνοι και για το Μέγαρο Αλέγρα Εργάς (με τον γνωστό τρούλο) στη συμβολή των οδών Βαλαωρίτου και Βενιζέλου. Το 1934 το κτήριο αγοράζεται από την οικογένεια Σπύρου που προβαίνουν σε ριζικές ανακατασκευές και εγκαθίστανται εδώ. Ένα από τα ισόγεια μαγαζιά αποτελεί το κέντρο της επιχείρησής τους. Στα διαμερίσματα κατοικούν με τις οικογένειές τους ή τα ενοικιάζουν. Το κτήριο σφύζει από ζωή.

Το 1940 κρίνεται από αρμόδια επιτροπή ώς το πλέον ασφαλές κτήριο της ευρύτερης περιοχής και το υπόγειό του χρησιμοποιείται κατά την διάρκεια των βομβαρδισμών ώς καταφύγιο για τους περιοίκους. Το 1941 ορισμένοι χώροι επιτάσσονται από τους Γερμανούς για διαμονή των αξιωματικών τους.

Μετά το 1950 αρχίζουν να εγκαθίστανται τα πρώτα γραφεία και η τελευταία οικογένεια εγκαταλείπει το κτήριο το 1957. Από τότε ακολούθησε μία αργή διαδικασία φθοράς και εγκατάλειψης που έφεραν το κτήριο στα όρια της ερήμωσης και της κατάρρευσης. Πρόσφατα, το κτήριο αποκαταστάθηκε με την επιστασία του αρχιτέκτονα – αναστηλωτή Δημήτρη Αμπόνη, μέλους της οικογένειας Σπύρου.

Τα ισόγεια μαγαζιά αναπτύσσονται στις κεντρικές οδούς αλλά και στην εμπορική «Βυζαντινή στοά Σπυράκη» που διατρέχει το κτήριο μέχρι την Εγνατία. Στα μαγαζιά επί της Ίωνος Δραγούμη είναι εγκατεστημένες δύο από τις παλαιότερες επιχειρήσεις της πόλης. Η επιχείρηση υφασμάτων «Νικόλαος Παπαδόπουλος» από το 1927 και η επιχείρηση κλωστικών και νημάτων «Λέανδρος Βασίλογλου» από το 1936.

Ακόμα στον ίδιο δρόμο υπάρχει το Μέγαρο Καζές, το οποίο χτίστηκε το 1924 από τον Γ.Καζέ στο οικόπεδο 127/1 της πυρίκαυστης ζώνης που δημιουργήθηκε μετά την πυρκαγιά του 1917. Τα σχέδια ανήκουν στους Αναστάσιο Ζαχαριάδη και Ξενοφών Παιονίδη.

Ενδιαφέροντα κτίρια της Ίωνος Δραγούμη

Εγνατία 50 και Ίωνος Δραγούμη 30 

Αξιόλογο κτίριο με χαρακτηριστικά εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου.

Οι δυο κύριες όψεις εμφανίζουν την ίδια συμμετρική λιτή οργάνωση και τα ανοίγματα διατάσσονται σε πέντε κατακόρυφες στήλες με τονισμό του κεντρικού άξονα και των άκρων (με διαφοροποίηση της στέψης).

Εσωτερικά το κτίριο έχει ανακατασκευαστεί με διαφοροποιήσεις ως προς τις αρχικές στάθμες των ορόφων και έχει γίνει προσθήκη δυο ορόφων που διαφοροποιούνται μορφολογικά από το υπόλοιπο κτίριο.

Κτίριο Σαλτιέλ

Χτίστηκε το 1924, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Salvatore Poselli. Ιδιοκτήτες ήταν ο Σιμτώβ ή Σιντό, ο Ιωσήφ και ο Αβραάμ Σαλτιέλ του Μωυσή μαζί με τον Σαλτιέλ Κοέν του Σολομώντα. Όλοι τους ήταν έμποροι κασμιριών και ετοίμων ενδυμάτων στην οδό Ίωνος Δραγούμη 26, με την επωνυμία «Αδελφοί Σαλτιέλ και Κοέν» Βρίσκεται στη συμβολή των οδών Ίωνος Δραγούμη και Σολωμού. Στο ισόγειο στεγάζει καταστήματα ενώ οι όροφοι είναι άδειοι. Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 1983.

Ίωνος Δραγούμη 53

Αξιόλογο κτήριο με μία κύρια όψη επί της οδού Ίωνα Δραγούμη με ενδιαφέρουσα διακοσμητική διάθεση με εκλεκτικιστικά στοιχεία.  Τριμερής οργάνωση της όψης με βάση (ισόγειο και ημιώροφος), κορμό (τρεις όροφοι) και στέψη (γείσο) εκατέρωθεν κεντρικού άξονα που διαμορφώνεται με το έρκερ στους τρεις τελευταίους ορόφους του αρχικού κτηρίου.  Τα ανοίγματα (εξωστόθυρες με τους αντίστοιχους εξώστες) διατάσσονται σε κατακόρυφες στήλες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και επιμέρους στοιχεία όπως η μορφή του έρκερ με τις κυρτές πλευρές, τα κιγκλιδώματα των εξωστών, η διαμόρφωση του κορμού του κτηρίου με τη διακοσμητική ζώνη πάνω από τη βάση, η διαμόρφωση της στέψης με τη διακοσμητική ταινία και τους γεισίποδες, το περίτεχνο μεταλλικό στέγαστρο και η θύρα εισόδου.

Αποτελεί σύνολο αξιόλογων κτηρίων με το όμορο κτήριο της οδού Ίωνος Δραγούμη 55.  Το κτήριο φέρει μεταγενέστερη προσθήκη πάνω από το γείσο του 3ου ορόφου, που δεν αλλοιώνει το σύνολο. Χαρακτηρίζεται ως διατηρητέα και η προσθήκη πάνω από το γείσο του 3ου ορόφου.

Ίωνος Δραγούμη 55

Μορφολογικά τοποθετείται κάπου μεταξύ 1920-1925. Χαρακτηρίστηκε διατηρητέο το 2016. Αξιόλογο κτίριο μια κύρια όψη επί της οδού Δραγούμη με ενδιαφέρουσα διακοσμητική διάθεση με εκλεκτικιστικά στοιχεία.

Τριμερής οργάνωση της όψης εκατέρωθεν του κεντρικού ανοίγματος και διάκριση σε βάση (ανοίγματα των καταστημάτων), κορμό (3 όροφοι) και στέψη (προεξέχον γείσο). Ο 4ος όροφος έχει ενιαίο εξώστη και παρόμοια μορφολογικά στοιχεία με το υπόλοιπο κτίριο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και επιμέρους στοιχεία όπως τα κιγκλιδώματα των εξωστών, η διακοσμητική ζώνη στο τελείωμα των ανοιγμάτων του 3ου ορόφου, οι κυρτές πλευρές των έρκερ, ο συνδυασμός έρκερ-εξωστόθυρων με τους αντίστοιχους εξώστες, το μεταλλικό στέγαστρο και η θύρα εισόδου. Αποτελεί σύνολο αξιόλογων κτιρίων με το όμορο κτίριο της Δραγούμη 53.

Στην οικοδομή Ν. Συνδίκα (1924 – Αρχιτέκτων: Κ. Κοκορόπουλος – Ι. Ζαχαριάδης)., Ίωνος Δραγούμη – Πλ. Ελευθερίας. Παρατηρείστε την αρχιτεκτονική και τον τρούλο που χαρακτήριζε την περίοδο της ανοικοδόμησης στην Θεσσαλονίκη μετά την Πυρκαγιά του 1917.

*Με πληροφορίες από αρχεία της Parallaxi, και το βιβλίο «Θεσσαλονίκης εμπόριον 1870-1970» του Ευάγγελου Χεκίμογλου.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα