Τι δεν μπορούν να κάνουν οι επισκέπτες το απόγευμα στη Θεσσαλονίκη
Με μειωμένο ωράριο, στο peak της θερινής σεζόν, βασικά μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι. Τα αρνητικά σχόλια από επισκέπτες και οι (μη) αλλαγές που έφερε η μετατροπή δύο μουσείων σε ΝΠΔΔ
Μία δραστηριότητα δεδομένη για κάθε τουρίστα στερούνται οι επισκέπτες της Θεσσαλονίκης από το μεσημέρι και μετά, και αυτή είναι η επίσκεψη σε βασικά μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους.
Αν και πλησιάζουμε στα μέσα της θερινής σεζόν, το διευρυμένο ωράριο παραμένει ζητούμενο, λόγω της έλλειψης προσωπικού και της καθυστέρησης με τις σχετικές προκηρύξεις. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η πόλη να χάνει πόντους σε ό,τι αφορά την τουριστική της δυναμική.
Ακανόνιστα ωράρια, ανενημέρωτες ιστοσελίδες
Αυτήν τη στιγμή, οι βασικοί χώροι πολιτισμού παραμένουν ανοιχτοί από τις 08:00 μέχρι τις 15:30, όπως δηλαδή συνέβαινε και το χειμώνα. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, ο Λευκός Πύργος και η Ρωμαϊκή Αγορά. Αντίθετα, στις «εξαιρέσεις» συναντούμε το Αρχαιολογικό Μουσείο (ανοιχτό μέχρι τις 17:00), τη Ροτόντα (ανοιχτή μέχρι τις 20:00) και το Επταπύργιο (επίσης ανοιχτό μέχρι τις 20:00). Τέλος, το ωράριο στα Ανάκτορα του Γαλερίου μοιάζει με… ρώσικη ρουλέτα, αφού οι μέρες και οι ώρες που παραμένουν ανοιχτά αλλάζουν κατά καιρούς, ανάλογα με τις διαθεσιμότητες σε προσωπικό. Για τη δε αψιδωτή αίθουσα των ανακτόρων, που βρίσκεται λίγο βορειότερα επί της Δημητρίου Γούναρη, είναι ανοιχτό μόνο 12:00 με 14:00 το μεσημέρι.
Σύμφωνα με εργαζόμενους στα μνημεία της πόλης, αυτή την περίοδο αναμένεται προκήρυξη για την πρόσληψη επιπλέον προσωπικού, με την ελπίδα να λειτουργήσει το θερινό ωράριο έστω τον Αύγουστο. Ωστόσο, ακόμα δεν είναι σε γνώση τους κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Το πρόβλημα εντείνεται και από το ότι πολλές ιστοσελίδες —ακόμα και από το επίσημο δίκτυο του Υπουργείο Πολιτισμού— δεν είναι ενημερωμένες ως προς τις πληροφορίες, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν ακόμα το θερινό ωράριο. Ως αποτέλεσμα, πολλοί είναι οι τουρίστες που προγραμματίζουν κάποια επίσκεψη νωρίς το απόγευμα, όμως φτάνοντας στον προορισμό τους βλέπουν τις πόρτες του κλειστές.
Η Αναστασία Γαϊτάνου, πρόεδρος του Συνδέσμου Ξεναγών Θεσσαλονίκης, επιβεβαιώνει ότι οι εκπρόσωποι του κλάδου της δέχονται αρνητικά σχόλια για τα ωράρια από τα τουριστικά γκρουπ αλλά και για την ανακρίβεια στις πληροφορίες. «Όταν κάποιος σχεδιάζει ένα οργανωμένο τουρ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αναζητήσει στο διαδίκτυο τις ώρες λειτουργίας των μνημείων. Αν αυτές οι πληροφορίες δεν είναι ενημερωμένες, όπως κατά καιρούς συμβαίνει, θα εκπλαγεί δυσάρεστα».
Η ιδιάζουσα (προβληματική) περίπτωση του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού
Στην περίπτωση του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού, οι «αρρυθμίες» δεν αφορούν μόνο το ωράριο αλλά και τα ίδια τα εκθέματα. Ο Κωνσταντίνος Σφήκας, διπλωματούχος ξεναγός, μεταφέρει ότι στο συγκεκριμένο μουσείο επισκέψιμες είναι μόνο οι τέσσερις από τις 13 συνολικά αίθουσες και μόλις τρεις τουαλέτες. Επιπλέον, αυτήν την περίοδο δεν λειτουργεί το πωλητήριο και το καφέ.
«Έρχονται οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί στο μουσείο, βλέπουν αυτήν την κατάσταση και αναρωτιούνται αν πηγαίνει για κλείσιμο», παραδέχεται ο κ. Σφήκας. «Όταν οι τουρίστες αντικρίζουν μία τέτοια εικόνα σε ένα από τα πιο σημαντικά μουσεία της πόλης, αυτό λειτουργεί δυσφημιστικά. Σταδιακά το μουσείο θα αρχίσει να χάνει σε επισκεψιμότητα και κάποια στιγμή το πράγμα θα είναι πολύ δύσκολα αναστρέψιμο».
Το Αρχαιολογικό Μουσείο έχει… σουξέ, παρά το μειωμένο ωράριο
Η Αναστασία Γκαδόλου, Γενική Διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, υπεραμύνεται του ωραρίου, με το οποίο οι εγκαταστάσεις κλείνουν στις 17:00.
«Όταν κλήθηκα να αναλάβω τη διεύθυνση του μουσείου το καλοκαίρι του 2023, το Δ.Σ. κλήθηκε να αποφασίσει για το αν θα λειτουργούμε με διευρυμένο ωράριο και ποιο θα είναι αυτό. Υπήρχαν δύο ζώνες επισκεπτών, 08:00-15:00 και 17:00-20:00. Είχαμε δει τότε ότι η ζώνη 17:00-20:00 είχε μηδενική επισκεψιμότητα. Έτσι, πάρθηκε η απόφαση να λειτουργούμε καθημερινά με όλες μας τις αίθουσες ανοιχτές συνεχόμενα μέχρι τις 17:00. Πριν την εφαρμογή του ωραρίου, ήρθαμε σε συνεννόηση με τους ξεναγούς και τους ξενοδόχους. Επίσης, τους θερινούς μήνες, δίνεται η δυνατότητα επίσκεψης μέχρι τις 22:00 κάθε πρώτη Πέμπτη του μήνα».
Σήμερα περίπου 400 επισκέπτες περνούν την πόρτα του μουσείου ημερησίως. Η διευθύντρια διαψεύδει το ότι ο περιορισμός του ωραρίου επηρέασε την επισκεψιμότητα, τονίζοντας ότι όχι μόνο μειώθηκε η κίνηση αλλά πέρσι ο ετήσιος αριθμός των επισκεπτών αυξήθηκε κατά 10.000 άτομα.
Συμπληρώνει ότι η πλήρως διευρυμένη λειτουργία του μουσείου μέχρι τις 20:00 θα απαιτούσε 50 φύλακες, και αυτήν τη στιγμή υπάρχουν μόλις 29.
Το νέο καθεστώς διοίκησης που διαιωνίζει τα προβλήματα
Τόσο ο κ. Σφήκας όσο και η κ. Γαϊτάνου υποστηρίζουν ότι, τουλάχιστον στις περιπτώσεις του Αρχαιολογικού Μουσείου και του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού, μερίδιο για την υποστελέχωσή τους φέρει και η μετατροπή τους σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ).
Υπενθυμίζεται ότι το 2023 το Υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε στην ένταξη πέντε μουσείων πανελλαδικά σε αυτό το καθεστώς. Εκτός από τα δύο μουσεία της Θεσσαλονίκης, σε ΝΠΔΔ μετατράπηκαν το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.
Η μετατροπή σε ΝΠΔΔ έφερε δύο αλλαγές. Πρώτον, η διοίκηση των μουσείων γίνεται πλέον από μικτά διοικητικά συμβούλια που ορίζονται από τον εκάστοτε υπουργό Πολιτισμού, χωρίς της προϋπόθεση τα μέλη να είναι αρχαιολόγοι, όπως ίσχυε μέχρι πρότινος. Δεύτερον, η διαχείριση των πόρων των μουσείων (εισιτήρια, έσοδα πωλητηρίων κτλ.) γίνεται αυτοτελώς από τα ίδια.
Το επιχείρημα του Υπουργείου ήταν ότι αυτό το σχήμα διοίκησης θα προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στη λειτουργία των μουσείων. Ωστόσο, στην πράξη φαίνεται ότι τα προβλήματα λειτουργίας και οι αργές διαδικασίες παραμένουν.
Ο κ. Σφήκας μοιράζεται ότι, με το νέο καθεστώς, αρκετό προσωπικό μεταφέρθηκε, για διοικητικούς λόγους, από το Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού στο Αρχαιολογικό Μουσείο. «Το Υπουργείο θα έπρεπε να κάνει πολύ καλύτερη διαχείριση της κατάστασης. Είχε καλλιεργηθεί από πλευράς του ότι τα μουσεία θα έχουν καλύτερη λειτουργία ως ΝΠΔΔ, αλλά στην πράξη συμβαίνει το αντίθετο. Αφού, λοιπόν, το νέο μοντέλο δεν είναι το βέλτιστο, γιατί να μην επιστρέψουμε στο προηγούμενο;», αναρωτιέται. «Πλέον οι αρχαιοφύλακες δεν δηλώνουν όπως παλιά το ενδιαφέρον τους για τη στελέχωση των συγκεκριμένων μουσείων, βλέποντας ότι επικρατεί μία εικόνα γενικής απαξίωσης. Το θέμα θα έπρεπε να αναδειχθεί από όλους τους τοπικούς άρχοντες, αλλά κανείς δεν ασχολείται».
Η κ. Γαϊτάνου λέει: «Η έλλειψη προσωπικού δεν είναι κάτι καινούργιο και φυσικά δεν αφορά μόνο τα μουσεία που είναι στο συγκεκριμένο καθεστώς. Απ’ την άλλη όμως, φέτος σχεδόν όλα τα μουσεία ΝΠΔΔ είχαν θέματα με τα ωράρια και την επάρκεια των φυλάκων. Την περσινή σεζόν, θα μπορούσαμε να δεχτούμε κάποιες “αρρυθμίες” λόγω της μετάβασης στο νέο καθεστώς. Φέτος δεν υπάρχει δικαιολογία».